Ο ξάδελφος, που συνήθως είναι συνομήλικος, μας δίνει το τρυφερό του χάδι, και κάνει το άγουρο κορμί μας να ριγήσει. Και τότε ανακαλύπτουμε ότι κάπου εκεί κάτω, χαμηλά, μέσα στο εφηβικό μας βρακάκι, κρυμμένη μέσα στις τριχούλες, έχουμε μια βρυσούλα, που αν αρχίσει και τρέχει, δεν θέλουμε να σταματήσει ποτέ... Έκανα έρωτα για πρώτη φορά με τον πρώτο μου ξάδελφο! Τον Γιώργο. Και ξέρετε που; Στον κήπο του σπιτιού του!
Είχαμε έρθει στην Ελλάδα με τους γονείς μου, για τις ημέρες του Πάσχα. Μας φιλοξένησαν στο σπίτι τους. Το σπίτι, μια όμορφη μονοκατοικία με κήπο, στο Χαλάνδρι, δίπλα σε μια ρεματιά. Στο πίσω μέρος του σπιτιού δέντρα. Σε δυο από αυτά δεμένη μια αιώρα. Εκεί ξάπλωσα, όταν όλοι εκτός από μένα και τον Γιώργο, μετά το πασχαλινό φαγοπότι, έπιασαν από ένα κρεβάτι για λίγο ύπνο.
Η αιώρα αυτή ήταν το πρώτο μου ερωτικό κρεβάτι, όταν ο Γιώργος προσφέρθηκε να την… κουνάει. Στην αρχή τραβώντας το ένα σχοινί της. Λίγο αργότερα κρατώντας το ένα χέρι μου, και στη συνέχεια τραβώντας το ένα μου πόδι, που θέλοντας να το ξεμουδιάσω, το κρέμασα έξω από την αιώρα. Η κίνηση μου αυτή του αποκάλυψε το λευκό μου κιλοτάκι, πράγμα που κατάλαβα από το βλέμμα του, που είχε μείνει σταθερά προσηλωμένο εκεί.
Όμως η Σουηδική μου νοοτροπία, μεγάλωσα βλέποντας τους γονείς μου να κυκλοφορούν ημίγυμνοι στο σπίτι, αλλά και η εκκολαπτόμενη γυναικεία αυταρέσκεια ήταν αυτά που με έκαναν να μην του στερήσω το «θέαμα» που ήταν φανερό ότι του άρεσε. Άλλωστε, ήταν ο ξάδελφος μου!
Σιγά αλλά σταθερά, το χέρι του ανέβηκε στο μηρό μου. Δεν αντέδρασα, μου άρεσε! Η κίνηση της αιώρας ελαχιστοποιήθηκε και το χέρι βρέθηκε να χαϊδεύει τις τριχούλες μου. Είχα ήδη κλείσει τα μάτια μου, από ευχαρίστηση, όταν ένα δάχτυλο άρχισε να με χαϊδεύει εκεί… Ναι, στο παρθένο μου, εφηβικό μουνάκι, με τις ξανθές τριχούλες. Κρέμασα και το άλλο μου πόδι από την άλλη πλευρά της αιώρας, προσπαθώντας να ρουφήξω την πρωτόγνωρη αυτή αίσθηση.
Το δάχτυλο μπαινόβγαινε μέχρι το σημείο που ένας γλυκός πόνος με έκανε να τραβιέμαι ξέροντας ότι προερχόταν από τον παρθενικό μου υμένα. Κατά διαστήματα έβλεπα τον Γιώργο να γλείφει το δάχτυλο του αφού πρώτα το μύριζε. Ένας θόρυβος που ακούστηκε μέσα από το σπίτι, μας επανέφερε στην τάξη, κι έβαλε τέλος στη γλυκιά αυτή εμπειρία. Αυτή ήταν η πρώτη μου «ερωτική επαφή» με το άλλο φύλο.
Τα χρόνια πέρασαν, μεγαλώσαμε, παντρευτήκαμε αλλά η αιώρα υπήρχε και υπάρχει πάντα στο μυαλό μας, όπως και μια γλυκιά, ερωτική προδιάθεση ανάμεσα μας. Λίγο έλειψε να βρεθούμε στο κρεβάτι με τον Γιώργο, όταν ήρθε με την Ρίτα, τη γυναίκα του στη Στοκχόλμη πριν δέκα χρόνια για γαμήλιο ταξίδι. Ίσως κάποιο απωθημένο, από το Πάσχα εκείνο της αιώρας, ήταν αυτό που για πολλά χρόνια με έκανε να φουντώνω κάθε φορά που τον συναντούσα. Το ίδιο κι εκείνος.
Δεν περιγράφεται λοιπόν η χαρά μου όταν τον άκουσα στο τηλέφωνο να μας προτείνει να κάνουμε μαζί διακοπές. Έτσι λοιπόν, το καλοκαίρι του 2003 αποφασίσαμε να κάνουμε μαζί διακοπές στη Ρόδο, καλοκαιρινό προορισμό χιλιάδων Σουηδών κάθε χρόνο, αυτός με την γυναίκα του κι εγώ με τον άνδρα μου, τον υπέροχο Άλεξ.
Επικοινωνήσαμε με το γνωστό εδώ στη Στοκχόλμη, αλλά και σε όλη τη Σκανδιναβία γραφείο ταξιδιών Apollo, και οριστικοποιήσαμε τις ημερομηνίες. Η πτήση μας για Ρόδο, «πτήση του ήλιου και του έρωτα», όπως λένε οι Σουηδέζες τα τσάρτερ προς την Ελλάδα αναχωρούσε στις πέντε το πρωί της 2/7, από το αεροδρόμιο Arlanda της Στοκχόλμης. Ήταν δέκα παρά δέκα όταν οι τροχοί του αεροπλάνου της Scandinavian Air System (SAS), πάτησαν μαλακά στον διάδρομο του αεροδρομίου Διαγόρας της Ρόδου.
Τακτοποιηθήκαμε στα γρήγορα στο ξενοδοχείο σε διπλανό δωμάτιο με τον Γιώργο και την Ρίτα, όπως είχαμε συνεννοηθεί, που ήταν ήδη στο νησί από την προηγούμενη μέρα. Ταχτοποιήσαμε πρόχειρα τα πράγματα μας στο δωμάτιο και πήγαμε δίπλα, στα «ξαδέλφια», προκειμένου να φύγουμε επί τέλους για τη θάλασσα. Η γυναίκα του, η Ρίτα, μια κουκλάρα! Ψηλότερη από εμένα που είμαι 1.74, καστανά μακριά μαλλιά, καστανά μάτια κι ένα κορμί με… πλούσια τα ελέη!
Είχα να την δω ακριβώς δέκα χρόνια! Από τις γυναίκες που σου προκαλούν ταραχή όταν τις βλέπεις. Ετών τριάντα πέντε η κυρία και δέκα χρόνια παντρεμένη με τον ξάδελφό μου τον Γιώργο. Αλλά πολύ συμμαζεμένη βρε παιδί μου. Σαν να ήθελε να καταπνίξει όλη την πληθωρική της θηλυκότητα. Πολλές φορές κολλούσα πάνω της τα μάτια μου, θαυμάζοντας τις καμπύλες της και με δυσκολία συγκρατιόμουν να μην εκδηλωθώ.
Δεν θυμάμαι αν σας είπα σε προηγούμενη ιστορία μου, ότι «αγαπώ πολύ» τις γυναίκες. Φορούσα ένα σφιχτό μικρό σορτσάκι και το σουτιέν απ’ το μαγιό μου, ενώ η Ρίτα η γυναίκα του Γιώργου, φορούσε ολόσωμο μαγιό και τα σφιχτά της, ήδη μαυρισμένα στήθη, με τις ρώγες να ξεχωρίζουν καθαρά, με έκαναν κι ίδρωνα απ’ τον πόθο. Έπρεπε να κρατήσω την ψυχραιμία μου γιατί κάθε μου λάθος κίνηση, γνωρίζοντας τη νοοτροπία της, μπορούσε να χαλάσει τις διακοπές μας.
- «Δεν θα αλλάξεις;», ρώτησα περίεργη εγώ, βλέποντας πως φορούσε ένα συντηρητικό ολόσωμο μαγιό και ένα φαρδύ τζιν σορτσάκι.
- «Όχι! Τι να βάλω;», είπε με απορία η Ρίτα.
- «Μπικίνι, τάνγκα, στρινγκ… τίποτε…», είπα γελώντας και ξεδίπλωσα απ’ το σώμα μου το παρεό, αποκαλύπτοντας τα καλλίγραμμα πόδια μου.
Με μια κίνηση, κατέβασα το σορτσάκι κι έμεινα με το μικροσκοπικό μαγιό μου, που μόλις και μετά βίας κάλυπτε την ήβη μου. Έκανα μια στροφή γύρω απ’ τον εαυτό μου, σαν μοντέλο σε επίδειξη μόδας, δείχνοντας και τη μικρή λωρίδα του τάνγκα, που αναδυόταν μέσα από τα στρογγυλά και σφιχτά κωλομέρια μου. Το μαγιό του ξαδέλφου άλλαξε σχήμα…
- «Δεν έχω τέτοιο ξετσίπωτο μαγιό! Δεν μου αρέσουν και δεν πρόκειται να γίνω ρεζίλι, βγάζοντας τον κώλο μου στη φόρα!», είπε θυμωμένη η Ρίτα.
Τότε κατάλαβα γιατί ο καημένος ο ξάδελφος όλα τα χρόνια που ήταν παντρεμένοι ξανακοιτούσε… και πιθανότατα ξενοπηδούσε.
- «Εσύ τι φοράς, εκτός από αυτή την αηδία με τα μικρά τριγωνάκια;» με ρώτησε κατσουφιασμένη η Ρίτα δείχνοντας το σουτιέν του μαγιό μου.
- «Δεν θέλεις να δεις…», είπα γελώντας.
Το σουτιέν μου ήταν όλο κι όλο δυο μικρά τριγωνάκια ύφασμα που κάλυπταν τις θηλές μου, με λεπτά κορδονάκια που έδεναν γύρω απ’ το λαιμό μου και την πλάτη μου. Το στρινγκ του μαγιό όμως…
- «Χριστέ μου! Μόνο κορδόνια φοράς;», αναφώνησε δυνατά η Ρίτα στη θέα του σώματος μου.
Το μικροσκοπικό μου στρινγκ την έκανε να μείνει άγαλμα. Ξεσπάσαμε στα γέλια με τον Γιώργο και τον άνδρα μου.
- «Θα σου δώσω ένα δικό μου. Έλα, δεν σηκώνω αντιρρήσεις!»
- «Αποκλείεται! Μην επιμένεις!»
- «Χαλάρωσε! Δεν είναι σαν αυτό που φοράω…», της είπα.
- «Σύνελθε και μη με κοιτάζεις σαν παπαδιά. Αν δεν το βάλεις, δεν πηγαίνω στην παραλία μαζί σου!»
Διστακτικά η Ρίτα άρχισε να κατεβάζει το ολόσωμο μαγιό της για να βάλει το τοπ. Ελευθέρωσε μπροστά μου τα ωραία μεγάλα της βυζιά και το φόρεσε.
- «Είναι μικρό…», είπε παραπονιάρικα.
- «Έτσι πρέπει να είναι. Έχει κλιπ πίσω. Ρύθμισε το για να μη σε σφίγγει...», είπα με ύφος καθηγήτριας.
Γύρισε πλάτη σε μένα και κατέβασε εντελώς το μαγιό της. Κάτι μέσα μου σκίρτησε και ξεροκατάπια.
- «Έλα τώρα, φόρεσε και το κιλοτάκι του, φόρα και το παρεό από πάνω και φύγαμε…», είπα, σπάζοντας την ολιγόλεπτη σιωπή και ξεκινήσαμε για την παραλία.
Ήμασταν τυχερές που βρήκαμε ξαπλώστρες… γινόταν πανικός στην πλαζ, αν και η ώρα είχε φτάσει μια το μεσημέρι.
- «Δες κορμιά…», είπα "ελέγχοντας" την περίμετρο.
- «Αααχ!», έκανε η Ρίτα.
- «Τι έγινε πάλι;», ρώτησα.
- «Δεν φοράνε τίποτα εκείνοι εκεί!», είπε συνωμοτικά.
- «Αααα, καλώς ήρθες στη Ρόδο!», έκανα με στόμφο ενώ την ίδια στιγμή πέρασαν από μπροστά μας δυο κατάμαυροι από τον ήλιου νεαροί γυμνιστές.
- «Τι λες Ρίτα; Εμείς θα κάνουμε γυμνισμό;»
- «Α πα πα…», έκανε η Ρίτα.
Αντί να απαντήσω, τράβηξα το κορδονάκι του σουτιέν μου παραδίνοντας τα στήθη μου στον θεό ήλιου, και ξαναξάπλωσα αναπαυτικά.
- «Εσύ έμεινες αγάπη μου…», είπε ο καημένος ο Γιώργος στην Ρίτα. «Βγάλε κούκλα μου το στήθος σου έξω να το δει ο ήλιος…»
Εκείνη μας κοίταξε όλους και μετά έβγαλε έναν ρόγχο απελπισίας.
- «Θα με κάνετε πουτάνα…», είπε κι έβγαλε το τοπ της κάνοντας ηρωικές προσπάθειες για να κρύψει τις θηλές της με τα χέρια της.
Τα μεγάλα της βυζιά αφέθηκαν στο έλεος της βαρύτητας…
- «Θα πέσουμε;», είπε ο άνδρας μου δείχνοντας μας τη θάλασσα.
- «Και δεν πέφτουμε;», είπα γελώντας.
Βουτήξαμε στο νερό κι οι τέσσερις και πλατσουρίζαμε για αρκετή ώρα. Αρχίσαμε το κουτσομπολιό για τους γυμνιστές πειράζοντας συνεχώς την Ρίτα που ντρεπόταν πολύ. Όταν κουραστήκαμε βγήκαμε και ξαπλώσαμε να κάνουμε ηλιοθεραπεία. Γύρισα κι έβγαλα απ’ την τσάντα μου ένα μικρό βαζάκι με βαζελίνη της Johnson.
- «Καλά δε θα βάλεις αντηλιακό;», ρώτησε περίεργη η Ρίτα.
- «Το καλύτερο μαύρισμα γίνεται με βαζελίνη, βλάκα!», της είπα γελώντας.
- «Μπα; Εγώ νόμιζα πως μόνο για (…) την πουλούσαν...», είπε ο άνδρας μου κλείνοντας μας το μάτι.
- «Θα μου βάλεις αντηλιακό στην πλάτη;», είπα στον Γιώργο για να προκαλέσω την Ρίτα.
- «Ναι… ένα λεπτάκι», μου είπε και με πλησίασε.
- «Μου φαίνεται πως εμένα με "χτύπησε" ο ήλιος. Θα πάρω έναν υπνάκο...», είπε η Ρίτα, σκεπάζοντας το κεφάλι της, με το ψάθινο της καπέλο.
Ο Γιώργος κάθισε στην άμμο δίπλα μου και άρχισε να μου αλείφει την πλάτη με την βαζελίνη. Μόλις μου άλειψε την πλάτη, τράβηξα από τα πλάγια με τα δυο μου χέρια το στρινγκ πιο ψηλά και εκείνο… χάθηκε στη σχισμή του κώλου μου, ενώ το ένιωθα να μου σκίζει το μουνάκι μου.
- «Κι εδώ… δεν φτάνω μόνη μου...», είπα δείχνοντας του τον τουρλωτό κώλο μου.
Με αργές κινήσεις άρχισε να μου αλείφει και το κωλαράκι. Ένιωθα το χέρι του ψηλά, στα μπούτια μου, που είχαμε ανοίξει διάπλατα και ανεβαίνοντας στον κώλο μου που τούρλωνα όλοι και περισσότερο, να μου χαϊδεύει το μουνί που είχε ανοίξει στα δύο από το τράβηγμα του μαγιό και είχε χωθεί μέσα ανοίγοντας μου τα μουνόχειλα. Η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα. Ο άνδρας μου ξαπλωμένος μπρούμυτα δίπλα μου. Γύρισε και με κοίταξε, χαμογέλασε και μου είπε:
- «Τρέμεις ολόκληρη…»
- «Απ’ τη ζέστη είναι. Με χτύπησε ο ήλιος. Θα ξαναπέσω στη θάλασσα να δροσιστώ...», είπα κι έφυγα προς τη θάλασσα σχεδόν τρέχοντας.
Κολύμπησα προς τα βαθιά γρήγορα και μόλις έφτασα σ’ ένα σημείο που είχε μια μικρή ξέρα και πατούσα, σταμάτησα να πάρω μια ανάσα. Είχα ανάψει η κακομοίρα και δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο εκτός απ’ το καυλί του Γιώργου που μόλις πριν χάιδευε το κορμί μου. Γύρισα το σώμα μου προς την μεριά της παραλίας και με έκπληξη είδα στα δέκα μέτρα τον Γιώργο, να κολυμπά προς το μέρος μου.
Μετά από λίγο βρεθήκαμε πρόσωπο με πρόσωπο. Κολυμπήσαμε αργά προς την πλαζ που ήταν ο άνδρας μου και η Ρίτα. Είδα ένα χαμόγελο να διαγράφεται στα χείλη του. Δυο σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου. Ή κατάλαβε ότι κάτι συμβαίνει μ’ εμένα και τον Γιώργο, ή "τον κούφανε" η Ρίτα με τις απόψεις της περιγράφοντας σεξ και έρωτα, και τα διάφορα ελληνικά σεμνοτυφικά της. Ξάπλωσα δίπλα του στην ξαπλώστρα μου, και το καυτό του φιλί, μάλλον απέκλειε την πρώτη μου σκέψη. Όμως ο ήλιος είχε πλέον χαθεί, και ξεκινήσαμε όλοι μαζί για το ξενοδοχείο μας. Το βράδυ, πήγαμε στο κλαμπ του ξενοδοχείου. Πήρα τον Γιώργο να χορέψουμε κι ο Αλέξης την Ρίτα.
- «Ξέρεις... Συζητούσαμε με τον Αλέξη, το πόσο ωραίο ζευγάρι είσαστε...», του είπα.
- «Αυτό ακριβώς λέγαμε κι εμείς...». μου απάντησε. «Μόνο που εσύ τα έχεις βρει με το κορμί σου και το χαίρεσαι γυμνό, όπως και ο άνδρας σου, αλλά κι όσοι σε βλέπουν όπου κι αν βρίσκεσαι, ενώ η Ρίτα… μου στερεί την ικανοποίηση του να την χαίρομαι και να την λαχταρώ βλέποντας την ντυμένη προκλητικά στις βραδινές μας εξόδους ή να βλέπω άλλους άνδρες να θαυμάζουν το λαχταριστό κορμί της, φορώντας ένα τολμηρό μπικίνι βρε ξαδερφούλα…»
- «Ας την σε μένα Γιώργο μου. Αυτές οι διακοπές είναι η μεγάλη ευκαιρία για να την μεταμορφώσουμε. Τόσο στον τρόπο που ντύνεται, όσοι και στον τρόπο που σκέπτεται…», του είπα.
- «Μακάρι βρε Φρύνη μου, μακάρι…», μου απήντησε.
- «Λοιπόν Γιώργο, αύριο θα προτείνω να πάμε για μπάνιο, σε πλαζ γυμνιστών!», είπα.
- «Α, μπα… τρελάθηκες; Αποκλείεται να δεχτεί. Είμαι σίγουρος!», είπε ο Γιώργος.
- «Άστο σε μένα αγόρι μου… δεν ξέρεις τι πουτάνα είναι η ξαδέλφη σου η Φρύνη. Άμα βάλω κάτι στο μυαλό μου, πρέπει να γίνει!»
Το επόμενο πρωί, αφού πήραμε το πρωινό μας, διακρίνοντας στο βλέμμα του Γιώργου όλη την αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι, είπα στην Ρίτα να πάμε στη ρεσεψιόν να δώσουμε τα κλειδιά των δωματίων μας. Ο ρεσεψιονίστ ήταν ένα όμορφο νέο παλικάρι γύρω στα είκοσι επτά με τριάντα. Αφού έδωσα το κλειδιά μου, έσκυψα λίγο και τον ρώτησα συνωμοτικά και χαμηλόφωνα αλλά σίγουρη ότι θα με άκουγε η Ρίτα που ήταν δίπλα μου.
- Θα μας πείτε που είναι η καλύτερη πλαζ γυμνιστών στο νησί σας;»
- «Μα φυσικά στην Τσαμπίκα, στον δρόμο προς τη Λίνδο», μου απάντησε.
- «Τρελάθηκες τελείως; Παντρεμένες γυναίκες γυμνισμό θα κάνουμε; Εμείς δεν ερχόμαστε, πάρε τον άνδρα σου και πηγαίνετε!», μου είπε εκνευρισμένη.
- «Αυτό κούκλα μου είναι δική σου επιλογή, ή και του άνδρα σου;», ρώτησα.
- «Είμαι σίγουρη ότι κι ο Γιώργος το ίδιο θα σου πει…», απάντησε.
- «Πάμε γλυκιά μου να τον ρωτήσουμε και βλέπουμε…», είπα.
Κατευθυνθήκαμε προς την εξόδους του ξενοδοχείου που μας περίμεναν οι άνδρες μας. Πριν η Ρίτα προλάβει να πει οτιδήποτε, τους άρπαξα από τη μέση τους, και είπα:
- «Οι κουκλάρες σας σήμερα γουστάρουν να τα πετάξουν όλα έξω και να κάνουν μπάνιο σε πλαζ γυμνιστών. Τι λέτε;»
- «Το ωραίο δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, πρέπει να το μοιράζεσαι με όλους!», ήταν η απάντηση του Άλεξ, όπως την περίμενα.
- «Συμφωνώ απολύτως!», είπε ο Γιώργος.
- «Φύγαμε λοιπόν για Τσαμπίκα μεριά…», είπα.
Μπήκαμε στο τζιπάκι που είχαμε νοικιάσει από την προηγούμενη μέρα, και πήραμε τον δρόμο προς τη Λίνδο. Σε όλη τη διαδρομή των 38 χιλιομέτρων η Ρίτα δεν έβγαλε μιλιά. Μόλις φτάσαμε και κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο, ο Γιώργος κόλλησε επάνω μου, ξεφυσώντας με ανακούφιση.
- «Μπράβο ρε ξαδέλφη, τα κατάφερες!», μου είπε.
- «Έτσι νομίζω…», του απάντησα.
Κατεβήκαμε με τα πόδια στην πλαζ, (καταπληκτική!!!), όπου υπήρχαν ήδη διακόσια με τριακόσια άτομα, άνδρες - γυναίκες, κορμιά ολόγυμνα… ξαπλωμένα… παραδομένα στα καυτά χάδια του ήλιου… Κατεβήκαμε με τα μαγιό μας, εγώ με ένα άσπρο μπικίνι, που άφηνε να διακρίνονται οι σκούρες και μεγάλες θηλές μου, και η Ρίτα όπως πάντα με το ολόσωμο μαγιό της.
- «Καλέ τι κάνουν όλοι αυτοί τσίτσιδοι εδώ;», μίλησε επιτέλους η Ρίτα.
- «Αυτό που θα κάνεις σε λίγο κι εσύ κούκλα μου. Χαίρονται τον ήλιο…», της είπα.
Σε δύο λεπτά είχαμε πετάξει όλα μας τα ρούχα κάνοντας μπάνιο και ηλιοθεραπεία ολόγυμνοι. Ακόμη και η Ρίτα! Εγώ, ξάπλωσα στην άμμο, αποκαλύπτοντας το κορμί μου σε όλους, όσο μπορούσα περισσότερο...
- «Σ’ αρέσει μωρό μου;», άκουσα τον Γιώργο να λέει στην Ρίτα που ήταν καθισμένη δίπλα μου.
- «Καλά είναι…», απάντησε αδιάφορα εκείνη.
- «Ο Αλέξης και η Φρύνη πως σου φαίνονται; Σου αρέσουν;», ρώτησε ο Γιώργος.
- «Πολύ! Ο Αλέξης είναι πολύ γεροδεμένος, αλλά και η Φρύνη, έχει ωραίο προκλητικό σώμα και μουτράκι για φίλημα», του απάντησε μισοκλείνοντας ερωτικά τα μάτια της.
Σ’ αυτό το άκουσμα, άνοιξα ακόμη περισσότερο τα πόδια μου όπως ήμουν μπρούμυτα ξαπλωμένη, κι ανασήκωσα τη λεκάνη μου για να είναι ο κώλος μου ακόμη πιο πεταχτός. Από το αθεράπευτα ερωτικό μου μυαλό πέρασε αστραπιαία η σκέψη, του να κάνουμε έρωτα όλοι μαζί σ ένα δωμάτιο. Κάτι ασύλληπτο βέβαια για τα δεδομένα της Ρίτας. Που ξέρεις όμως; Από σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι, λέει ο λαός!
Η μέρα κυλούσε πολύ όμορφα, με τα χέρια των δυο ανδρών να εναλλάσσονται πάνω στο κορμί μου, βάζοντας μου αντηλιακό, ακόμη και σε σημεία… που δεν ήταν αναγκαίο. Το πιο σπουδαίο όμως ήταν ότι η Ρίτα μας, είχε δεχτεί να της αλείψει την πλάτη με αντηλιακό ο Αλέξης! Κι όχι μόνο αυτό, αλλά έδειχνε να το απολαμβάνει… ιδιαιτέρως. Εκείνος βέβαια, βλέποντας ότι η κυρία το ευχαριστιέται, οδηγούσε τα χέρια του εκεί που κάθε νορμάλ γυναίκα ερεθίζεται. Κάποια στιγμή άκουσα τον άνδρα μου να της λέει ενώ της έβαζε αντηλιακό στα υπέροχα κωλομάγουλα της:
- «Είσαι υπέροχη! Θα μου ανοίξεις και λίγο τα πόδια σου σε παρακαλώ;», τη ρώτησε με αγωνία, περιμένοντας να του το αρνηθεί.
Αντί γι αυτό όμως, η Ρίτα γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος μου, άνοιξε τα πόδια της και του πρόσφερε την υπέροχη θέα απ’ το τριχωτό, ακόμη, μουνάκι της. Εγώ με τον Γιώργο αμίλητοι, μην πιστεύοντας τα όσα συνέβαιναν με την καταπληκτική αυτή γυναίκα, απλά παρακολουθούσαμε τον Αλέξη, να βάζει και να ξαναβάζει αντηλιακό στην Ρίτα, με τα χέρια του να της χαϊδεύουν κάθε τόσο τον κώλο, με τον Γιώργο να το παίζει αδιάφορος, έχοντας ρίξει στο γυμνό του πέος μια πετσέτα, για να κρύψει τον μεγάλο του ερεθισμό!
Η Ρίτα ξαπλωμένη μπρούμυτα και με τα πόδια μισάνοιχτα, σήκωνε τη λεκάνη της ελαφρά κάθε φορά που τα χέρια του Αλέξη άλειφαν με αντηλιακό τον υπέροχο κώλο της, που τον κρόταγε ψηλά μέχρι τα χέρια του άνδρα μου να πάνε σε άλλο μέρος του γυμνού της κορμιού. Τα βυζιά της, πιεσμένα από το βάρος της, ξεχειλώνανε στο πλάι. Η πλάτη της και τα μακριά της πόδια που καταλήγανε στα υπέροχα δάχτυλά της, φάνταζαν σαν ζωγραφικός πίνακας. Το χέρι του Γιώργου, ακούμπησε πάνω στο μπούτι μου, κι άρχισε να το χαϊδεύει, όπως ήμουν στο πλάι ξαπλωμένη, ενώ ένιωθα το σκληρό του πέος, να με αγγίζει από πίσω ανάμεσα στα μπούτια.
Κανείς δε μιλούσε... Κοιτούσαμε τα χέρια του Αλέξη, που τώρα χάιδευαν απαλά και διακριτικά τη πλάτη της Ρίτας, κατεβαίνοντας πότε - πότε "τυχαία" και στα πλευρά της, χουφτώνοντας τα πλαϊνά απ τα βυζιά της. Την ανασήκωσε απαλά, έτσι που τα δάχτυλά του να περνάνε κατευθείαν πάνω απ’ τις ρώγες της, τρίβοντάς τες. Το πρόσωπό της είχε μια έκφραση απόλυτης αποχαύνωσης.
Ο Αλέξης, κατέβηκε πιο κάτω στα πόδια της. Αυτή, δεν κουνήθηκε ούτε πόντο. Πρόσθεσε κι άλλο λάδι στα χέρια του κι άρχισε να της τρίβει τα δάχτυλα των ποδιών, τις πατούσες, τις γάμπες και μετά, με κυκλικές κινήσεις, απλώνοντας τα μεγάλα του χέρια, στα μπούτια της, της τα έσπρωξε αριστερά και δεξιά, αποκαλύπτοντας του, το μουνί της.
Τα δάχτυλά του, έφταναν μέχρι το μουνί και τη σχισμή του κώλου της, χωρίς όμως να μπαίνουν μέσα, αφήνοντάς την να βασανίζεται από καύλα και προσμονή. Η Ρίτα είχε φύγει σ’ άλλο κόσμο και δεν έριχνε ούτε μια ματιά προς εμάς. Μόνο βογκούσε κι άνοιγε από μόνη της κι άλλο τα μπούτια της, σπρώχνοντας με τρόπο τον κώλο της, προς την κατεύθυνση που ήξερε πως θα βρει τα χέρια του Αλέξη.
Επιτέλους, μετά από πέντε λεπτά, ο Αλέξης αποφάσισε να της δώσει αυτό που ήθελε... αυτό που με λαχτάρα περίμενε. Έχωσε το ένα χέρι του να ανεβοκατεβαίνει στη σχισμή του κώλου της και, ενώνοντας τρία δάχτυλα του άλλου χεριού του, της τα ακούμπησε στη τρύπα του μουνιού της, βάζοντάς τα ελάχιστα μέσα.
Η Ρίτα δεν μπόρεσε να κρατηθεί... Έσπρωξε με όλη της τη δύναμη προς τα κάτω. Της χώθηκαν και τα τρία μέσα, όσο πιο βαθιά γινόταν, κάνοντάς την να σπαράζει. Ο Αλέξης τα μπαινόβγαζε όσο πιο γρήγορα γινόταν, κάνοντάς την να χτυπιέται. Της ακούμπησε τον αντίχειρα από το άλλο του χέρι, στην κωλοτρυπίδα και όπως τον είχε λαδωμένο, άρχισε να της τον σπρώχνει μέσα. Η Ρίτα έχυσε ποτάμια.
Ο ήλιος όμως ήταν πολύ δυνατός και δεν τον άντεχες για πολλή ώρα κι έτσι αποφασίσαμε να γυρίσουμε. Άλλωστε η ώρα ήταν ήδη έξι το απόγευμα. Σε όλη τη διαδρομή της επιστροφής, το σατανικό μου μυαλό, σχεδίαζε τον τρόπο που θα χαρούμε όλοι μαζί τον έρωτα, κι αυτή την όμορφη γυναίκα, που η νοοτροπία της ήταν φανερό ότι της στερούσε την απόλυτη ηδονή, που τόσο πολύ ήθελε κατά βάθος…
Ήταν φανερό ότι η Ρίτα κι όταν έκανε έρωτα με τον Γιώργο, το έκανε από υποχρέωση στον άνδρα της κι όχι για να απολαύσει τη μεγάλη χαρά και ηδονή που μας δίνει. Και το γαμώτο είναι ότι έχει όλες τις προϋποθέσεις για να δώσει και να πάρει ηδονή, αρκεί το μυαλό της να έκανε… αυτό το «κλικ», και να έβλεπε τον έρωτα σαν διασκέδαση και απόλαυση κι όχι σαν υποχρέωση στον άνδρα της. Ίσως, δεν της είχε δοθεί η ευκαιρία. Ε, αυτή την ευκαιρία, ήμουν αποφασισμένη να της την δώσω! Άλλωστε οι ημέρες των διακοπών, είναι ημέρες γενικής χαλάρωσης… που όλοι κάνουμε πράγματα, που τον υπόλοιπο χρόνο δεν τολμάμε…
Στη διαδρομή σκεφτόμουν τι έπρεπε να κάνουμε με τον Αλέξη και τον Γιώργο, μόλις φτάναμε στο ξενοδοχείο, και σε κάποια στιγμή χωρίς να το καταλάβω έβαλα το χέρι μου στον γυμνό ώμο της Ρίτας, που αμέσως αναστέναξε και μου έπιασε σφιχτά το χέρι μισοκλείνοντας τα μάτια. Χωρίς να χάσω χρόνο, άρχισα να τρίβω απαλά με το ένα χέρι μου τον ώμο της και το λαιμό της και με το άλλο απαλά το στήθος της.
Η Ρίτα δεν άργησε να ανταποδώσει. Με πλησίασε, έγειρε πάνω μου και με τη γλώσσα της άρχισε να μου γλείφει το αφτί, και να τινάζεται κάθε λίγο και λιγάκι.. Κανένας μας δεν μιλούσε μέχρι που φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Τη σιωπή έσπασε η Ρίτα που μας κάλεσε όλους για ένα ποτό στο δωμάτιο τους που ήταν και το μεγαλύτερο, μετά το φαγητό... Αφού κάναμε το μπάνιο μας, βγήκα τυλιγμένη με μια μικρή πετσέτα και καθίσαμε με τον Αλέξη στο μπαλκόνι. Το «θέμα» φυσικά, δεν ήταν άλλο, από τους δυο τους. Ο Αλέξης ήξερε βέβαια για τον εφηβικό μου έρωτα με τον Γιώργο. Ήξερε ότι ήταν ο πρώτος που άγγιξε το μουνάκι μου.
Ο πρώτος που ένιωσε τα καυτά μου υγρά. Ο πρώτος που ζωντάνεψε τη στενή μου τρυπούλα και την έκανε αυτό που έμελε να γίνει. Ένα καυλιάρικο μουνί, πάντα καυτό, πάντα υγρό, πάντα έτοιμο και φυσικά πάντα αχόρταγο!
- «Θέλω να τους καυλώσεις μωρό μου. Θέλω να τους κάνεις να σε σκέφτονται συνέχεια. Θέλω να την κάνεις να νιώσει επιτέλους γυναίκα…», είπε ο Αλέξης.
- «Θέλω να την κάνω να μη με ξεχάσει ποτέ! Να τη μάθω έπιτέλους να γαμιέται!!!», είπα.
Έκανα σαν ερωτευμένη γυναίκα, με πολύ αγωνία και προσμονή. Ήταν κάτι τελείως δικό μου. Ταυτόχρονα όμως, έψαχνα την ευκαιρία για να πηδηχτώ με τον Γιώργο. Στο διπλανό μπαλκόνι άκουγα την Ρίτα να μιλάει χαμηλόφωνα με τον Γιώργο. Την άκουσα να του λέει:
- «Μα τρελάθηκες βρε Γιώργο μου; Εδώ στο μπαλκόνι; Τόσος κόσμος μας βλέπει…»
- «Ποιος μας βλέπεις βρε κούκλα μου; Έχει νυχτώσει πια και είμαστε στον πέμπτο όροφο…»
Σαν να με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Ζήτησα από τον Αλέξη που φορούσε το μπουρνούζι του, να μου φέρει από το μπάνιο την υδατική μου κρέμα για το σώμα. Σε ένα λεπτό, ο γλυκός μου άνδρας ερχόταν με την κρέμα στα χέρια και το μπουρνούζι ανοιχτό.
Για να τον ευχαριστήσω έσφιξα στην παλάμη μου το ωραίο του καυλί, και σκύβοντας λίγο το ρούφηξα με πάθος. Πέταξα την πετσέτα από πάνω μου, γλίστρησα τη λεκάνη μου στην πλαστική πολυθρόνα, άνοιξα τα πόδια μου και κοιτώντας λάγνα τον Αλέξη που καθόταν απέναντί μου έριξα αρκετή ποσότητα κρέμας στο σώμα μου. Τα χέρια μου γλιστρούσαν πάνω στο σώμα μου, μένοντας πολύ περισσότερο χρόνο στα στήθη μου, τρίβοντάς τα κυκλικά, με αποτέλεσμα οι ρώγες μου να ερεθιστούν και να σκληρύνουν.
Στη συνέχεια κατέβηκαν χαμηλά στα πόδια μου, τα μπούτια μου, για να καταλήξουν στην άτριχη ήβη μου και φυσικά στα μουνόχειλα μου. Τα έτριψα απαλά, πολλές φορές, κι έβαλα περισσότερη κρέμα για να γλιστρούν τα χέρια μου. Σήκωσα το ένα μου πόδι ψηλά και άλειψα το πίσω μέρος του μηρού μου μέχρι ψηλά το κωλομέρι μου και με το μεσαίο μου δάκτυλο προσέφερα μια ιδιαίτερη φροντίδα στην ταλαιπωρημένη μου κωλοτρυπίδα, ενώ ο Αλέξης παρακολουθούσε αμίλητος την κάθε μου κίνηση χαϊδεύοντας το ερεθισμένο του καυλί.
Η κλειτορίδα μου είχε βγει πλέον έξω από τα χείλη, σαν μικρό πέος. Όμως δεν ήμουν μόνη… Με την άκρη του ματιού μου, διέκρινα στο διπλανό μπαλκόνι την Ρίτα να μας παρακολουθεί πάνω από τον τοιχίο που χώριζε τα δυο μπαλκόνια!
- «Μμμμμ… ελαχιστοποιήθηκε αγόρι μου. Γλείψε με λίγο…», είπα στον Αλέξη όπως ήμουν σχεδόν ξαπλωμένη στην πολυθρόνα με τα πόδια μου στην αγαπημένη τους θέση… Ορθάνοιχτα. «Πάρε μια πίπα την κλειτορίδα μου…»
Έσκυψε και ξεκίνησε να με πιπιλάει με τέχνη στη κοιλιά και πιο χαμηλά. Δεν άργησε να φτάσει στη κλειτορίδα μου και να αρχίσει να τη ρουφάει και να τη δαγκώνει χαρίζοντας μου απίστευτη καύλα, ενώ με την άκρη του ματιού μου σιγουρευόμουν ότι οι "θεατές" μου η Ρίτα με τον Γιώργο, ήταν στη θέση τους. Όσο τους έβλεπα με τα βλέμματα τους καρφωμένα επάνω μου, τόσο η καύλα μου μεγάλωνε. Το θέαμα για τους "γείτονες" θα πρέπει να ήταν εξαιρετικό αν κρίνω από τα επιφωνήματα που έφταναν στ’ αφτιά μου.
- «Αγάπη μου, πάμε δίπλα;», του ψιθύρισα.
- «Πάμε μωρό μου…», μου απάντησε.
Σηκώθηκα όπως ήμουν γυμνή και πλησίασα στον τοίχο-χώρισμα, από το οποίο μόλις είχαν φύγει… και κάθονταν δήθεν αδιάφοροι.
- «Καυλίτσες, κερνάτε ποτάκι;» ρώτησα.
- «Φυσικά γλυκιά μου! Ελάτε...», είπε η Ρίτα.
Έβαλα ένα λευκό κοντό μακό μπλουζάκι που μόλις κάλυπτε τους γλουτούς μου κι ένα κόκκινο στρινγκάκι, έτσι για να φαίνεται και να προκαλεί. Σε λίγο, σηκωθήκαμε με τον Αλέξη και πήγαμε στο δωμάτιο τους. Μπαίνοντας, δέχτηκα ένα φιλί στα χείλη από την Ρίτα.
- «Έχω την αίσθηση ότι θα περάσουμε εξαιρετικά καλά οι τέσσερις μας…!». είπα.
Τα χέρια μου εντωμεταξύ, ανεβοκατέβαιναν στη πλάτη της Ρίτας, που φορούσε ένα αθλητικό φανελάκι, μάλλον του Γιώργου, με τις υπέροχες βυζάρες της ελεύθερες, να φαίνονται σχεδόν ολόκληρες από τα πλάγια, και έφτανε μέχρι εκεί που άρχιζε ο ωραίος κώλος της. Αρχίσαμε να πίνουμε παγωμένη μπίρα στο μπαλκόνι έχοντας δίπλα μου τον Αλέξη να μου χαϊδεύει απαλά τα μπούτια, κι εγώ τα δικά του. Η Ρίτα που καθόταν απέναντι με το ένα πόδι πάνω στο άλλο, τα άλλαζε συνεχώς με τρόπο που φαινόταν καθαρά ότι δεν φορούσε κιλοτάκι, πράγμα συνηθισμένο για μένα, αλλά εξαιρετικά προχωρημένο για εκείνη.
Ήταν φανερό ότι η Ρίτα ήθελε να προκαλέσει. Ποιον όμως; Εμένα ή τον Αλέξη; Μήπως και τους δύο…; Και φυσικά δεν θα αφήναμε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Προφασιζόμενη την μεγάλη ζέστη της βραδιάς, πήρα την πρωτοβουλία και έβγαλα το μπλουζάκι μου μένοντας μόνο με το στρινγκάκι μου και άρχισα να λικνίζομαι προκλητικά, πότε μπροστά στον Αλέξη, και πότε στον Γιώργο, ενώ σχεδόν αμέσως με ακολούθησε η Ρίτα που δεν φορούσε τίποτε κάτω από το φανελάκι της.
Ο Αλέξης, μόλις έβγαλα το μπλουζάκι μου, άρχισε να με φιλάει παθιασμένα σε όλο μου το σώμα, στο λαιμό και στις καυλωμένες σκληρές μου ρώγες. Έσκυψε και ξεκίνησε να με πιπιλάει με τέχνη στη κοιλιά και πιο χαμηλά… δεν άργησε να φτάσει στη κλειτορίδα μου και να αρχίσει να τη ρουφάει και να τη δαγκώνει χαρίζοντας μου απίστευτη καύλα. Η Ρίτα είχε αρχίσει να χαϊδεύει τα βυζιά της με το ένα χέρι ενώ με το άλλο χάιδευε τα μαλλιά μου. Κι όλα αυτά εκεί… έξω… στο μπαλκόνι!
Οι δύο άνδρες μας παρακολουθούσαν με μεγάλη ευχαρίστηση. Ξαφνικά, το φως από το διπλανό μπαλκόνι άναψε και γέλια και κουβέντες στη σουηδική γλώσσα μας υποχρέωσαν να σταματήσουμε. Όμως η αρχή είχε γίνει... Την πήρα τρυφερά από το χέρι και την τράβηξα στο κρεβάτι. Ξαπλώσαμε και κυλιστήκαμε αγκαλιασμένες για πολλή ώρα.
Μπλέξαμε τα μπούτια μας η μία με της άλλης και αρχίσαμε να τριβόμαστε σαν τρελές, η μια να τρίβει την κλειτορίδα της στο μπούτι της άλλης και ταυτόχρονα φιλιόμασταν, χωρίς να παίρνουμε ανάσα, με τα χέρια η μια να τραβά και να πιέζει με δύναμη το κεφάλι της άλλης, τα μαλλιά μας να ανακατεύονται, τα στήθη μας να πιέζονται μεταξύ τους, οι ρώγες να πονούν από την ηδονή και οι οργασμοί να έρχονται σαν θύελλες, απανωτά ο ένας μετά τον άλλο.
Άρχισα να την φιλάω στο λαιμό και μετά να της γλείφω τα βυζιά. Σε μια στιγμή, έχωσα το κεφάλι μου ανάμεσα στα μπούτια της και άρχισα να της γλείφω το μουνί.
- «Γλείψε με καύλα μου! Με γλείφεις καλύτερα και από τον άνδρα μου. Πάρε με, ξέσκισε με! Χώσε όλη την γλώσσα σου στο μουνί μου. Τι έχανα τόσο καιρό!»
Σε λίγο το κορμί της έτρεμε… ήταν φανερό ότι έχυνε... αγκαλιαστήκαμε και άρχισε η μία να γλείφει την γλώσσα της άλλης. Στο τέλος δεν αντέξαμε και γαμήσαμε η μία την άλλη, οργιαστικά, χώνοντας βαθιά στα μουνάκια μας τέσσερα δάχτυλα. Και εγώ και εκείνη έχουμε πανέμορφα μακριά περιποιημένα δάχτυλα, χωρίς καν να βγάζουμε τα δακτυλίδια μας τα οποία, θα έλεγα, ότι μας χαρίζουν μια έξτρα ηδονή, ακόμα και στην σκέψη ότι κοσμήματα χώνονται μέσα στο μουνί μας και μας ξεσκίζουν!
Σήκωσα το χέρι μου, το πλησίασα κοντά της και τόλμησα να της αγγίξω τρυφερά τα κωλομέρια. Τρέλα! Υπέροχο βελούδο, σάρκα τρυφερή. Άρχισα να την χαϊδεύω εκεί και εκείνη έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό. Με το άλλο χέρι, με το νύχι του δείκτη μου άρχισα να της πειράζω την καυλωμένη της ρώγα που εξείχε από το πλάι του ενός βυζιού της. Πάλι αναστεναγμός... Όλο καύλα. Άρχισα να γίνομαι πιο τολμηρή... Το μουνί μου έτρεχε σαν βρύση και ένιωθα τον κώλο μου ορθάνοιχτο και έτοιμο να ρουφήξει ολόκληρη κολόνα. Οι αναστεναγμοί έγιναν βογκητά.
Με τα δάχτυλα του άλλου χεριού βρήκα την κλειτορίδα της. Ο οργασμός μου ήρθε σαν κεραυνός χωρίς καν να αγγίξω το μουνί μου, για πρώτη φορά στην ζωή μου! Η Ρίτα άρχισε να κουνάει τη λεκάνη της και το μουνάκι της να ρουφάει τα δάχτυλα μου με λύσσα. Εντελώς ξαφνικά, γύρισε ανάσκελα και άνοιξε τα πόδια της διάπλατα, έπιασε με τα δαχτυλάκια της τις ρώγες της και άρχισε να τις τσιμπάει με μανία. Το στόμα της άνοιξε, έγλειψε τα χείλια της και ξεψυχισμένα είπε:
- «Γάμησε με… γάμησε με Φρύνη μου! Γάμησε με να χύσω! Σε παρακαλώ... Σε ικετεύω... γλείψε μου τον κώλο... Γλείψε τον και μετά γάμησε τον... Γάμησε μου το μουνί από πίσω. Γάμησε μου και τον κώλο μαζί. Σε ικετεύω... Είμαι δικιά σου! Κάνε με να πονέσω. Πάρε μου τον κώλο. Εσένα περίμενα να με γαμήσεις. Σε παρακαλώ Φρύνη μου... Γάμησε με και ξέσκισε με όπως γαμάς και ξεσκίζεις τον άνδρα σου! Ναι! Όπως τον Άλεξ!»
Τρελάθηκα εντελώς! Ο Άλεξ με τον Γιώργο, ξαπλωμένοι στις δύο πολυθρόνες, μας παρακολουθούσαν, ενώ τα καυλιά τους μελανιασμένα προσπαθούσαν να βρουν διέξοδο στα δυο τους χέρια… Έχωσα την γλώσσα μου βαθιά στον κώλο της και άρχισα να της σκίζω το μουνάκι από πίσω με όλα μου τα δάχτυλα! Κάθε λίγο τα έβγαζα και της ρουφούσα τα υγρά που έτρεχαν από την τρύπα του μουνιού της. Μετά από λίγο και μετά από πολλά παρακάλια της, άρχισα να της ρουφάω την κλειτορίδα και ξεπαρθένεψα τον κώλο της.
Την έστησα στα τέσσερα και ξάπλωσα ανάσκελα στο κρεβάτι, μπήκα κάτω από το μουνί της όπως ήταν αυτή στα τέσσερα και κατέβασα την μεσούλα της τόσο όσο να γλείφω την κλειτορίδα της. Με το ένα χέρι πήρα υγρά και σάλιο και άρχισα να της περιποιούμαι την τρυπούλα του κώλου της. Μια τρυπούλα ζωγραφισμένη από τον Θεό της ομορφιάς! Η Ρίτα άρχισε να κουνάει με ηδυπάθεια τα κωλομέρια της και να με ικετεύει κλαίγοντας:
- «Σκίσε με! Σκίσε με! Σκίσε μου το μουνάκι!»
Μόλις της έχωσα λίγο το δάχτυλο μου στον κώλο, έσπρωξε απότομα και με δύναμη την λεκάνη της προς τα πίσω και το πήρε όλο μέσα. Όλο! Μόνη της! Άρχισα να την γαμάω με λύσσα! Είχε χάσει τον έλεγχο εντελώς και με τα δαχτυλάκια του ενός χεριού της έπαιζε με την κλειτορίδα και το στόμα μου που την έγλειφα. Μάζευε υγρά της και μου τα έχωνε στο στόμα. Με το άλλο είχε μαζέψει λίγο σεντόνι και το είχε χώσει στο στόμα της. Εγώ ήμουν από κάτω της και δεν μπορούσα να δω τίποτα. Η κοιλίτσα της ακουμπούσε στα μάτια μου.
Την γάμησα πολύ... Πάρα πολύ... Κάτι έπρεπε να κάνω όμως με το πυρακτωμένο μουνί μου. Οι δυο άνδρες που τόση ώρα μας παρακολουθούσαν άφωνοι, σε κατάσταση υπερδιέγερσης, ήταν λίγα μόνο μέτρα μακριά… Φώναξα τον Αλέξη. Έπεσα ανάσκελα και άνοιξα τα πόδια τέρμα. Τα γόνατα μου άγγιξαν τους ώμους μου και οι πατούσες μου ακούμπησαν στον τοίχο πίσω μου.
- «Ω! Πόσο όμορφη είσαι αγάπη μου! Ααααχ, μουνάρα μου! Θέλω να σε γαμάω συνέχεια! Ω, θα τρελαθώ!» είπε, κοιτώντας με γουρλωμένα μάτια το μουνί μου και την κωλότρυπα μου, όπως ήμουν ορθάνοικτη και όπως τα φώτιζε το φως του φεγγαριού.
Ήρθε επάνω μου με ορμή. Έχωσε όλο το καυλί του στο ορθάνοικτο μουνί μου και με γάμησε σκληρά, με παραφορά... Λυσσασμένα! Έχυσα! Έχυσα σαν πουτάνα σκύλα! Τράβαγα τη λεκάνη μου με όλη μου την δύναμη και ο πούτσος του μου χτύπαγε αλύπητα τη μήτρα. Πόναγα, πόναγα, πόναγα! Τρελαινόμουνα από τον γλυκό πόνο του οργιαστικού γαμησιού που μου έκανε ο κατακαυλωμένος πούτσος του άνδρα μου.
Δεν άντεξα πολύ. Οι οργασμοί ήταν απανωτοί. Τον έσπρωξα να βγει. Αυτός δεν έβγαινε. Με γαμούσε αλύπητα. Τον έσπρωξα με όλη μου την δύναμη..! Εκείνος επέμενε… δεν χόρταινε… τραβήχτηκα απότομα και το καυλί του βγήκε από το μουνί μου με ένα πλοπ!
- «Σκίσε μου τον κώλο τώρα!», την διέταξα.
Άνοιξα τα κωλομέρια μου και εκείνος μπήκε μονομιάς, απότομα και με όλη του την δύναμη. Με ξέσκισε. Οι όρχεις του χτυπούσαν στο ορθάνοικτο μουνί μου. Βόγκηξα πνιχτά, με το σεντόνι στο στόμα μου. Άρχισε να με γαμάει στον κώλο με μια ταχύτητα τρομερή, αδυσώπητη. Έχυσα απανωτά αμέτρητες φορές. Με γαμούσε υπέροχα, τα πανέμορφα βυζιά μου χοροπηδούσαν ρυθμικά και ο κώλος μου τον ρουφούσε χωρίς να χορταίνει.
Δεν έχω ξαναγαμηθεί έτσι... Όχι! Έχασα κάθε επαφή με τον κόσμο... Ήθελα αυτό το γαμήσι να κρατήσει ώρες! Το καυτό του σπέρμα δεν άργησε να πλημυρίσει τα σωθικά μου. Αλλά κι εγώ… άρχισα να χύνω ποτάμια...
Δεν ξέρω πότε και πως συνήλθα, μέσα σε μια τεράστια κηλίδα από υγρά... Φορέσαμε από ένα στρινγκάκι, κι όπως ήμασταν γυμνές, καθίσαμε στο μπαλκόνι, κατ’ απαίτηση και επιθυμία των δύο ανδρών. Άλλωστε, οι διπλανοί μας ήταν Σουηδοί. Δεν αποκλείεται σε λίγο να έκαναν κι αυτοί το ίδιο! Μόλις καθίσαμε την ρώτησα:
- «Πες μου βρε Ρίτα, αφού σου αρέσουν οι γυναίκες γιατί καταπιέζεις τον εαυτό σου;»
- «Δεν θέλω να χαλάσω την σχέση με τον άνδρα μου. Ξέρω ότι του αρέσει αφού μου το ζητάει αλλά φοβάμαι την παρουσία και άλλης γυναίκας ανάμεσά μας. Φοβάμαι μην τον χάσω… Με εσένα δεν υπάρχει αυτός ο κίνδυνος. Φοβάμαι και τον ίδιο μου τον εαυτό. Να ήξερες πόσο μου είχε λείψει όλα αυτά τα χρόνια το γυναικείο κορμί. Από τότε που ήμουν μαθήτρια, στο σχολείο. Μια φορά αν έχεις δοκιμάσει το γυναικείο χάδι και γλείψιμο δεν μπορείς να το ξεχάσεις όλη σου τη ζωή…»
- «Τώρα καταλαβαίνω γιατί αντέδρασες έτσι πριν λίγο κι άρχισες να με γλείφεις», της είπα. «Τι θα έκανες όμως αν δεν ερχόμασταν στο δωμάτιό σας;», την ρώτησα.
- «Θα σας άκουγα, και θα σκεφτόμουν τι κάνετε δίπλα, και αφού πηδιόμουν με τον Γιώργο, θα μαλακιζόμουνα ως το πρωί!», απάντησε.
- «Τι μου λες; Αυτό με εκπλήσσει! Αν είναι δυνατόν μια τόσο όμορφη παντρεμένη γυναίκα να μην χορταίνει τον έρωτα!», είπα.
- «Εσύ Φρύνη μου είσαι τυχερή που έχεις έναν άνδρα τόσο ανοιχτόμυαλο σαν τον Άλεξ… ενώ ο Γιώργος…»
- «Δηλαδή; Τι ο Γιώργος γλυκιά μου;», ρώτησα.
- «Εεε… να βρε Φρύνη μου… δεν είναι σαν τον Άλεξ…»
- «Δηλαδή;», ξαναρώτησα.
- «Φρύνη μου ο Άλεξ χαίρεται, απ’ ότι κατάλαβα, να σε βλέπει προκλητικά ντυμένη, ακόμη και γυμνή όπως σήμερα στη θάλασσα κι όχι μόνο αυτό, αλλά ερεθίζεται κιόλας όταν τα μάτια άλλων ανδρών χαϊδεύουν το γυμνό κορμί σου…»
- «Γιατί Ρίτα μου; Με τον Γιώργο δεν συμβαίνει το ίδιο;»
- «Δεν νομίζω Φρύνη μου. Ο Γιώργος ζηλεύει. Άσε που δεν του αρέσει να ντύνομαι προκλητικά και να φοράω μαγιό σαν τα δικά σου…»
- «Σοβαρά εεε; Γι’ αυτό τρελάθηκε όταν σε είδε με το στρινγκ μαγιό μου το πρωί; Γι’ αυτό συμφώνησε αμέσως όταν είπα να πάμε σε πλαζ γυμνιστών; Γι' αυτό σε παρακαλούσε στην πλαζ να βγάλεις το σουτιέν απ’ το μαγιό σου; Γι’ αυτό όταν έβλεπε τον Αλέξη να σου βάζει αντηλιακό και να χώνει τα χέρια του ανάμεσα στα μπούτια σου και στο μουνάκι σου, είχε κολάσει πίσω μου όπως ήμουν στο πλάι ξαπλωμένη, κι ένιωθα το σκληρό του καυλί ανάμεσα στα μπούτια μου; Έλα βρε κούκλα μου, ξεκόλλα απ’ αυτές σου τις ιδέες και κοίτα να χαρείς τη ζωή σου και τον έρωτα όσο είσαι νέα. Ο άνδρας σου είναι υπέροχος και λαχταράει να βλέπει άλλους άνδρες να καυλώνουν για σένα. Είμαι βέβαιη Ρίτα μου, ότι η μεγαλύτερη του ηδονή θα ήταν να σε δει να πηδιέσαι με άλλον άνδρα!»
- «Μην το ξαναπείς αυτό! Ποτέ δεν θ’ απατήσω τον άνδρα μου!», ήρθε ξερή η απάντηση της.
- «Ποτέ μην λες ποτέ, Ρίτα μου. Δεν ξέρεις τι γίνεται… τι μπορεί να μας συμβεί την επόμενη στιγμή… Μην ξεχνάς ότι σήμερα, στα τριάντα πέντε σου, εμφανίστηκες γυμνή μπροστά σε τόσο κόσμο, και άνοιξες ηδονικά τα πόδια σου, όταν ο Άλεξ σου έβαζε αντηλιακό στην πλάτη, στα μπούτια, στον υπέροχο κώλο σου… ακόμη και στα μουνόχειλα σου γλυκιά μου. Ο δε άνδρας σου προσπαθούσε να κρύψει με τις πετσέτες την καύλα του και ακουμπούσε το καυλί του στα μπούτια μου βλέποντάς σε να το απολαμβάνεις...!», της είπα.
- «Ναι… έτσι είναι. Ήταν υπέροχα! Αλλά ντρέπομαι… Αν είναι θα σου πω εγώ. Θέλω όμως πολύ να τα πούμε ξανά οι δυο μας. Άλλωστε σε περίμενα να έρθεις για να μου πεις για την περίφημη περσινή σας επέτειο, για τα είκοσι χρόνια του γάμου σας…», είπε εκείνη.
- «Μη φοβάσαι… θα μείνουμε στο νησί αρκετές μέρες και σίγουρα θα βρούμε κάποια ευκαιρία και να τα πούμε, αλλά και να κάνουμε πολλά… Εσύ, εκείνο που έχεις να κάνεις, είναι να βγάλεις από μέσα σου την Ρίτα όπως την χαρήκαμε όλοι χθες στην πλαζ… αλλά και πριν λίγο… και πιο πολύ απ’ όλους ο άνδρας σου…», της απάντησα.
Την επομένη το πρωί, η Ρίτα με εντελώς διαφορετική ψυχολογία, αλλά και εμφάνιση, μ’ ένα υπέροχο μπικίνι που αναδείκνυε το ωραίο και ζουμερό κορμί της και μ’ ένα παρεό δεμένο στη μέση της, εμφανίστηκε για το πρωινό. Είχε κατέβει πρωί - πρωί και τα αγόρασε. Σηκωθήκαμε και βγαίνοντας από το ξενοδοχείο ρώτησα που θα κάνουμε μπάνιο σήμερα. Η απάντηση ήρθε από τη Ρίτα.
- «Μα… στην Τσαμπίκα φυσικά!»
Η μέρα πέρασε πολύ όμορφα, με πολύ μπάνιο, πολλά σεξουαλικά υπονοούμενα και πολλά χουφτώματα κάτω από το νερό από όλους… σε όλους! Αργά το απόγευμα, επιστρέφοντας, αποφασίσαμε να πάμε το βράδυ για χορό.
(Copyright protected OW ref: 8320 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.