Ο καιρός πέρναγε και εγώ δεν είχα κάνει κάτι για καιρό. Με απορρόφησε η δουλειά και η καθημερινότητα.
Η μέρα δε ξεκίνησε καλά. Από το πρωί έβριζα που με έχωσαν υπηρεσία στο φυλάκιο. Τι δουλειά είχα να πάω εγώ και γιατί δε πάει κανένας άλλος. Αυτά έλεγα, αλλά η σκοπιά θα εξελισσόταν διαφορετικά.
Έφτασα με την καναδέζα πρωί-πρωί και αφού μας μίλησε ο αρχιφύλακας πήγα στο θαλαμάκι να αφήσω τα πράγματα μου. Όλοι και όλοι 4 σκοποί.
Η μέρα περνούσε με σκοπιά και παρέα με τους υπόλοιπους σκοπούς σε ένα δωματιάκι που είχε μια τηλεόραση, βλέποντας και σχολιάζοντας ότι κουτσομπολίστικη εκπομπή είχε. Ήμουν τυχερός γιατί φιλούσα σκοπιά 10 με 12 το βράδυ οπότε θα είχα αρκετές ώρες ύπνου. Επίσης θα είχα και παρέα μια και το βράδυ κάνουμε σκοπιά μαζί με εθνοφύλακα.
Ξεκινώ για τη σκοπιά. Ο εθνοφύλακας ήταν ήδη εκεί. Με το που τον είδα έπαθα την πλάκα μου. Γύρω στα 45, ψηλός, γεροδεμένος και ελαφρώς γκρίζα μαλλιά. Η ώρα περνούσε μιλώντας. Τον έλεγαν Γιώργο και ήταν από το διπλανό χωριό. Έκανε καλό χαβαλέ. Παρατήρησα όμως ότι με κοιτούσε κάπως περίεργα και κάπου-κάπου πετούσε και κανένα έξυπνο υπονοούμενο. Δε με πείραζε. Ίσα-ίσα που το γούσταρα.
Λίγο πριν τελειώσει το νούμερο μας, με πλησιάζει και φυσάει το καπνό από το τσιγάρο στο πρόσωπό μου. Εγώ αποσβολωμένος έμεινα να τον κοιτάω.
- Με γουστάρεις;
- Ε...
κόλλησα. Έχασα τη λαλιά μου. Με πιάνει από τη ζώνη και με φέρνει ακόμα πιο κοντά.
- Με γουστάρεις;… ξαναρωτά.
- Πεθαίνω!
Πιάνει το χέρι μου και το βάζει μέσα στο παντελόνι του. Τον ένιωθα. Ήταν μεγάλος και καυλωμένος.
- Περίμενε… μου λέει. Σε λίγο θα μας αλλάξουν.
Δεν ήξερα τι είχε στο νου του. Αλλά το ήθελα πολύ. Είχα αρκετό καιρό να κάνω κάτι. Όντως σε λίγο μας άλλαξαν. Πήγαμε να κλειδώσουμε τα όπλα μας και μου είπε να τον ακολουθήσω. Οι υπόλοιποι κοιμόντουσαν και δεν πήραν είδηση. Πλέον είχε αλλάξει. Ήταν αυστηρός και απαιτητικός και μου άρεζε. Πήγαμε πίσω από μια αποθήκη αρκετά απομονωμένη που δε πατούσε κανείς. Με κολλάει στον τοίχο και την πετάει έξω.
- Έλεος. Τι είναι αυτό!
- Το κατάλαβα ότι γουστάρεις να τον πάρεις. Σκύψε και ρούφα το καβλί μου.
Ήταν σίγουρα 22 πόντοι και χοντρό. Μετά βίας μπορούσα να βάλω το μισό στο στόμα μου.
- Αχ... ναι... έτσι πουστάρα... ναι... συνέχισε…
και όλο και με πίεζε παραπάνω.
- Γαμιόλη... θα χύσω...
και όλο το πρόσωπο μου γέμισε με τα πηχτά του χύσια. Σκουπίστηκα με το φανελάκι μου και πήγα να φύγω.
- Κάτσε που πας; Δε τελειώσαμε. Εδώ θα είσαι μέχρι να σε γαμήσω. Γλείφε το καβλί μου. Ετοίμασε το!
Δεν είχα άλλη επιλογή. Με είχε υπνωτίσει. Άναψε ένα τσιγάρο και του έπαιρνα πίπα. Δεν άργησε να καυλώσει. Ξαναέγινε το θηρίο που ήταν και πριν.
- Τώρα πουστράκι γύρνα να δω τον κώλο σου.
Γύρισα και στήθηκα στον τοίχο. Μου κατέβασε το παντελόνι και αντίκρισε το ξυρισμένο κωλαράκι μου.
- Μ... είσαι μεγάλο πουτανάκι...
είπε και άρχισε να γλείφει τη κωλοτρυπίδα μου. Εγώ άρχισα να αναστενάζω από κάβλα.
- Τώρα θα σε κάνω πουτάνα μου…
είπε και φόρεσε καπότα. Άρχισε να μπαίνει σιγά-σιγά. Εγώ κόντεψα να πεθάνω, ώσπου μπήκε όλο μέσα και άρχισε να με γαμάει και όλο και αύξανε ταχύτητα.
- Ναι... σκίσε με την πουτάνα, μη σταματάς!
- Γαμιόλα... θα σε γαμάω συνέχεια πούστη μου.
- Ναι πασά μου... αχ…
- Θα σε κάνω δικιά μου πουτάνα... θα σε γαμάω όπου βρω.
Πέρασαν 30 λεπτά ασταμάτητου σεξ. Και επιτέλους ήρθε η ώρα να τελειώσει. Βγήκε, έβγαλε την καπότα και έλουσε το γαμημένο κωλαράκι μου με τα χύσια του.
- Παρ’ τα μωρή καριόλα, δικά σου είναι!
Αράξαμε για λίγο να κάνει τσιγάρο και μέχρι να το τελειώσει είχα ξαπλώσει πάνω του, πτώμα από το γαμήσι. Μετά ξεκινήσαμε για να φύγουμε. Εγώ για το θάλαμο και αυτός για το σπίτι του. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα με αμοιβαίες υποσχέσεις ότι θα ξαναβρεθούμε.
Μπήκα στο θάλαμο και έπεσα ξερός στο κρεβάτι. Γαμημένος, χυμένος και απόλυτα ευχαριστημένος.
Copyright protected OW ref: 103781
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.