Κέρασα το τραπέζι τους ένα καραφάκι και μετά και δεύτερο. Μετακόμισα μαζί τους. Η Λίζε, μου έριχνε κάτι κρυφές ματιές, αν κι έδειχνε να μην πολύ-πιστεύει ότι θα ασχολιόμουνα μαζί της, κι όχι με κάποια απ’ τις ομορφότερες και νεώτερες. Την κάλεσα να βγούμε το βράδυ. Σιγά μην έλεγε όχι. Είχαν οκτώ μέρες στην Κρήτη και δεν είχε σταυρώσει όχι γκόμενο, ούτε καν κάποιος της είχε απευθύνει το λόγο. Βγήκαμε, και ξαναβγήκαμε και τις υπόλοιπες μέρες που είχαν αποφασίσει για διακοπές. Και συνέβησαν ωραία πράγματα. Χάρηκα για την επιλογή μου. Από τη δεύτερη μέρα (η μάλλον, νύχτα καλύτερα), βρεθήκαμε στο κρεβάτι. Δεν είχε καθόλου θάρρος ούτε και εκεί, (απ’ ότι μου εξομολογήθηκε, είχε να πάει με άντρα, πάνω από τέσσερις μήνες!).
Ένιωσα ότι είχε αρχίσει να με ερωτεύεται. Ήταν πάντα γεμάτη αγωνία, που της έβγαινε κάθε φορά που συναντιόμασταν. Την τρίτη φορά που κάναμε έρωτα, της έχωσα κάτι σφαλιάρες κατά τη διάρκεια της πράξης, στα κωλομάγουλά της, στην αρχή σιγά, δυναμώνοντας τα χτυπήματα, όσο πέρναγε η ώρα. Κρατούσε κλειστά τα μάτια, αλλά ένιωθα το σώμα της να τεντώνεται με ευχαρίστηση και δυνατότερες κραυγούλες και βογκητά να ξεφεύγουν απ’ το στόμα της. «Εδώ είμαστε» σκέφτηκα. Την επομένη, μεσημέρι, γυρίσαμε από φαγητό.
- «Βγάλε μου τα παπούτσια» της λέω.
Γονάτισε μπροστά μου και τα έβγαλε.
- «Μείνε στο πάτωμα, στα τέσσερα!» διέταξα.
Με κοίταξε με απορία, αλλά και με αποχαύνωση στο βλέμμα της. Πήγα κι έβαλα ένα ποτό. Με την άκρη του ματιού μου την είδα να σηκώνεται.
- «Ακίνητη!» της φώναξα.
Έφερα μια πολυθρόνα ακριβώς μπροστά της, γδύθηκα τελείως, άραξα με τα πόδια ανοιχτά και άνοιξα την τηλεόραση. Είχε μπάσκετ.
- Γλείψε με» της είπα.
Άρχισε να με τσιμπουκώνει, ενώ έπινα το ποτό μου και χάζευα το μπασκετάκι μου. Έκανε μια κίνηση να σηκωθεί και να με καβαλήσει. Την ξανάβαλα στη θέση της, μ’ ένα δυνατό χαστούκι. Έγλειψε κανένα δεκάλεπτο. Την κράτησα απ’ τα μαλλιά και της γέμισα το στόμα με χύσια. Απογοητευμένη, περιμένοντας κάτι περισσότερο, ίσως να τη κάνω να χύσει κι αυτή, με κοίταγε με τα μάτια διάπλατα ανοιχτά. Σηκώθηκα και φόρεσα το παντελόνι μου.
- «Ελεύθερη» της είπα.
Μυξοκλαίγοντας, πήγε στην κρεβατοκάμαρα. Τελείωσα το ποτό μου και πήγα να δω τι κάνει. Φορούσε ένα ροζ νυχτικό και κάτι έγραφε στο ημερολόγιό της. «Εδώ έχουμε θέμα» σκέφτηκα. «Και πρέπει να το κρατήσουμε». Η βιντεοκάμερά μου, ήταν ακουμπισμένη πάνω στο έπιπλο, απέναντι απ’ το κρεβάτι. Την άνοιξα με τρόπο.
- «Τι γράφεις εκεί; Για δώσε μου να δω!» φώναξα.
Δεν έβγαζα γρι. Όλα στα Δανέζικα.
- «Γαμημένη! Παράπονα στις φίλες σου γράφεις;» είπα με ένταση. «Τώρα θα δεις! Βγάλε το σλιπ σου και ξάπλωσε μπρούμυτα αμέσως!»
Υπάκουσε χωρίς δεύτερη κουβέντα.
- «Στα γόνατα κουφάλα!» φώναξα.
Πήρα από το ντουλάπι μια ευλύγιστη βίτσα. Η πρώτη βιτσιά, έσκασε με δύναμη στον κώλο της. Έβγαλε ένα δυνατό «Ααααααααα!!!»
- «Βούλωσέ το σκρόφα!» είπα καθώς της έριχνα τη δεύτερη με περισσότερη μανία.
Το νυχτικό της, ανασηκώθηκε ψηλά πάνω απ’ τη μέση της, απ’ τις απεγνωσμένες κινήσεις της να ξεφύγει. Τα πόδια της ανασηκώθηκαν με τα δάχτυλα των ποδιών της σφιγμένα. Ο κώλος της πεταγόταν μπροστά στα μάτια μου, ωραίος, τουρλωτός και κοκκινισμένος απ’ τα χτυπήματα. Δεν ξέρω αν τις έχετε βρέξει ποτέ σε καμία, αλλά σας το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Το συναίσθημα του ελέγχου και η εικόνα ενός κώλου κοκκινισμένου, προσφέρει ανείπωτη ηδονή. Σκεφτόμουν πως θα την κάνει και θα σηκωθεί να φύγει, αλλά αντίθετα έμενε ακίνητη, περιμένοντας το επόμενο χτύπημα, ανήμπορη να αντιδράσει. Και της το προσέφερα με τέτοια δύναμη, που τινάχτηκε μπροστά και έπεσε με τη μούρη στο κρεβάτι, χώνοντας το πρόσωπό της στο κρεβάτι, σφίγγοντας το μαξιλάρι με το στόμα της, για να πνίξει τα ουρλιαχτά της. Καβάλησα με τα πόδια μου ανοιχτά πάνω στα δάχτυλα των ποδιών της, έσκυψα μπροστά κι άρχισα να της γλείφω την κωλοτρυπίδα, ενώ το αριστερό μου χέρι έπαιζε μαλακία στην κλειτορίδα της και το δεξί μου στον πούτσο μου. Της άνοιξα με τα δάχτυλά μου καλά την τρύπα της και της τη γέμισα με χύσια. Ανακάθισε στο κρεβάτι, γεμάτη ντροπή με τον εξευτελισμό ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της.
- «Σκάσε! Κόφτο!» φώναξα. «Που θα μου πεις ότι δε σου άρεσε κιόλας! Αφού τη βρήκες κι εσύ, αλλιώς θα είχες σηκωθεί να φύγεις, κουφάλα!» είπα. «Από δω και μπρος, όποτε κάνεις κάτι που δεν μου αρέσει, αλλά κι όποτε άλλοτε μου τη δίνει, θα τιμωρείσαι όπως σου αξίζει! Κατάλαβες; Και θα με φωνάζεις Αφέντη. Έτσι, μέχρι να συμμορφωθείς!»
Κλαίγοντας, μαζεμένη και κουλουριασμένη, σηκώθηκε, τα μάζεψε κι έφυγε. Πάνε δυο μήνες τώρα, που δεν ξανάκουσα νέα της. βαριέσαι. Ωραία σκλάβα, αλλά δε θα σκάσουμε κιόλας!
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.