Η ιστορία:
Με την οικογένεια της ιστορίας γνωρίστηκα την πρώτη μέρα μου στην Αθήνα. Ήταν γνωστοί γνωστών, και είχαν συμφωνήσει να μου νοικιάσουν την γκαρσονιέρα δίπλα στο διαμέρισμα τους με σχετικά χαμηλό ενοίκιο. Εγώ ήμουν ιδιαίτερα ευχαριστημένος με αυτό, καθώς το σπίτι βρισκόταν αρκετά κοντά στο Πανεπιστήμιο, στο οποίο από Σεπτέμβρη θα φοιτούσα, αλλά και πολύ κοντά σε γυμναστήριο της γειτονιάς, αφού πάντα μου άρεσε να ασχολούμαι με το σώμα μου. Το εντατικό γυμναστήριο, από μικρή ηλικία, μου χε χαρίσει ένα καλογραμμωμένο και δυνατό σώμα που δεν περνούσε καθόλου απαρατήρητο από τις κοπέλες της Κορίνθου, όπου έμενα μέχρι τα δεκαοκτώ μου.
Στη γκαρσονιέρα με υποδέχτηκε η κυρία του ζευγαριού. Ήταν μια γοητευτικότατη για την ηλικία της ξανθιά σαραντάρα, που αμέσως μου ζήτησε να την φωνάζω Μαίρη. Αφού μου έδειξε το σπίτι με φώναξε δίπλα για να με κεράσει καφέ:
- «Σου άρεσε το σπίτι Κώστα; Δεν είναι και τίποτα σπουδαίο, αλλά για φοιτητή είναι ότι πρέπει νομίζω. Είσαι και γνωστός και έχουμε και μια ανησυχία λιγότερη».
- «Είναι ότι πρέπει κυρία Μαίρη! Είμαι τυχερός που βρέθηκε μια τέτοια περίπτωση».
- «Χαίρομαι Κώστα. Σου έχω πει ότι έχω δυο παιδιά στην ηλικία σου; Δίδυμα: ο Ντίνος και η Στέλλα. Έχουν πάει εκδρομή με την παρέα τους, αλλά επιστρέφουν αύριο».
Μόλις τελείωσε τη φράση της, μου δείχνει μια φωτογραφία ενός δεκαοχτάχρονου αδύνατου ξανθού αγοριού μαζί με μια συνομήλικη κοπέλα. Το κόλλημα που έζησα εκείνη τη στιγμή ακόμα το θυμάμαι. Η κοπέλα αυτή ήταν ότι πιο όμορφο είχα ποτέ δει. Ένιωσα αίμα να ρέει γρήγορα προς το καυλί μου, και άβολα προσπάθησα να το καλύψω. Η κυρία Μαίρη, ακόμα και αν το είδε, δεν είπε τίποτα.
Την επόμενη μέρα πράγματι τα παιδιά επέστρεψαν και τους γνώρισα και επίσημα. Η Στέλλα ήταν παραπάνω απ’ όσα περίμενα. Όμορφη, άνετη και σέξι. Ακόμα και μέσα στο σπίτι φορούσε ρούχα που τόνιζαν τα όμορφα βυζάκια της και αναδείκνυαν τα λεπτά πόδια της. Αυτό που δεν περίμενα ήταν αυτό που είδα στον Ντίνο. Ίσως και να ήταν το πιο θηλυπρεπές αγόρι που είχα δει ποτέ από κοντά. Ήταν πολύ ντροπαλός και σπάνια με κοιτούσε στα μάτια. Αλλά τα πάντα πάνω του φώναζαν γκέι. Ο πατέρας τους ο κύριος Λάμπρος, μας φώναξε στο τραπέζι να φάμε, και γρήγορα φάνηκε το πόσο η Στέλλα κι εγώ ταιριάζαμε.
Για να μην τα πολυλογώ εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα μόνος. Το σεξ ήταν εξαιρετικό. Η Στέλλα αποδείχθηκε μια γνήσια πουτάνα στο κρεβάτι. Κατάπιε το δεκαεννιάποντο χοντρό καυλί μου σαν επαγγελματίας, ενώ δεν υπήρχε σπιθαμή του σώματος μου που δεν έγλειψε. Από τα μπράτσα μου και τους κοιλιακούς μου, μέχρι τα πόδια. Η μεσοτοιχία με το σπίτι που κοιμόντουσαν οι γονείς της, δε φάνηκε να την ενοχλεί καθόλου καθώς βόγκαγε και τσίριζε από τη γλώσσα μου που ήταν βαθιά χωμένη στο μουνάκι της.
Ένα χρόνο αργότερα, πολλά είχαν αλλάξει… Πλέον η Στέλλα ήταν επίσημα κοπέλα μου. Ένιωθα σχεδόν μέλος της οικογένειας. Έτρωγα καθημερινά εκεί, ενώ η κυρία Μαίρη είχε σχεδόν αναλάβει όλες τις δουλειές και του δικού μου σπιτιού. Το σεξ ήταν καθημερινό και δυνατό. Η Στέλλα πλέον σχεδόν έμενε μαζί μου, αφού κατάκοποι μετά από σκληρά γαμήσια κοιμόμασταν μαζί.
Ένα τέτοιο βράδυ μόλις τελείωνε και γυμνοί πέσαμε ξεροί για ύπνο. Δεν ένιωσα να είχαν περάσει δυο ώρες από την ώρα που κοιμηθήκαμε, αλλά ήταν πρωί όταν το κουδούνι της γκαρσονιέρας άρχισε να χτυπάει. Χτύπησε μία, χτύπησε δυο... Ζαλισμένος σηκώθηκα και πήγα στα γρήγορα να ανοίξω για να σταματήσει αυτός ο θόρυβος που μου έδινε στα νεύρα.
- «Ποιος είναι γαμότο μου πρωί - πρωί;» είπα ανοίγοντας την πόρτα και βλέποντας τον Ντίνο, να κοιτάει κάτω το πάτωμα.
- «Συγνώμη. Η μαμά με έστειλε».
- «Μπες μέσα» του είπα απότομα.
Μόλις μπήκε, άρχισε να κοκκινίζει παράξενα και να με κοιτάει στη μέση. Μόλις τότε κατάλαβα, πως είχα σηκωθεί από το κρεβάτι, και είχα ξεχάσει να φορέσω κάτι. Ο Ντίνος κοίταζε σαν υπνωτισμένος το ημίσκληρο (απ’ το πρωινό ξύπνημα) καυλί μου κοκκινισμένος.
- «Σιγά ρε Ντινούκο. Πρώτη φορά βλέπεις αντρική πούτσα; Πάρ’ το πιο χαλαρά» του κάνω ενώ εκείνος δεν αντέδρασε καθόλου.
Τότε είναι που βγήκε και η Στέλλα από το δωμάτιο. Γυμνή, τυλιγμένη με ένα σεντόνι που έκρυβε τα απαραίτητα. Άνετη ήρθε δίπλα μου:
- «Τι έγινε αδερφούλη; Μας πείραξε η λειψανδρία και κοιτάμε σαν απελπισμένοι;» του είπε και με φίλησε βαθιά στο στόμα μπροστά στον υπνωτισμένο από το καυλί μου δίδυμο αδερφό της.
- «Όχι... Όχι. Η μαμά με έστειλε. Θέλει να δει αν ο Κώστας έχει ρούχα για πλύσιμο. Βάζει λευκά, και ξέρει ότι ο Κώστας προτιμάει λευκά μποξεράκια και με έστειλε να τα μαζέψω».
- «Εδώ είσαι για να μαζέψεις τα βρώμικα μποξεράκια μου ε; Τι άντρας!» λέω και με πιάνει νευρικό γέλιο μαζί με τη Στέλλα. «Έχω ένα πεταμένο δίπλα στο κρεβάτι. Με κάτι έπρεπε να σκουπίσω τα χύσια από την πλάτη της αδερφής σου πουστάκι!» συνεχίζω γελώντας.
Και τότε ήταν που η Στέλλα άλλαξε τη ροή της ερωτικής μας ζωής για πάντα.
- «Νόστιμο είναι αδερφούλη. Δοκίμασε λίγο. Έχεις την άδεια μου. Γλείψε λίγο το κεφαλάκι». Είπε.
Και παρά την έκπληξη μου, περπάτησε αργά προς τον αδερφό της και με μια μαλακή κίνηση τον έκανε να γονατίσει μπροστά μου, και του άνοιξε το στόμα. Σχεδόν σαν επαγγελματίας, ο Ντίνος λύθηκε, πρώτα αργά και μετά πιο γρήγορα, κάνοντας μου ένα από τα καλύτερα τσιμπούκια που μου είχαν κάνει ποτέ μέχρι τότε... Η αδερφή του, άφησε το σεντόνι να πέσει κάτω, και γυμνή ήρθε δίπλα μου να με φιλήσει. Καυλωμένος εγώ όμως από την όλη κατάσταση, είχα άλλα σχέδια. Σχεδόν υπνωτισμένος από την καύλα, την έσπρωξα προς τα κάτω.
- «Πέσε στα γόνατα καριόλα. Μόνο μια αληθινή πουτάνα θα ζητούσε από το δίδυμο αδερφό της να της τσιμπουκώσει το γκόμενο. Η θέση σου μαλακισμένη είναι γονατιστή δίπλα του!», της είπα και με μια απότομη κίνηση, έσπρωξα τη φάτσα της προς τις τριχωτές μου μπάλες.
Συντονισμένα τα δυο πουτσόδουλα αδέρφια, συνέχισαν να λατρεύουν την σκληρή ψωλή μου. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί πως θα άφηνα ένα αγόρι, ακόμα και ένα τελείως θηλυπρεπές, να με γλείψει. Όμως εκείνη τη στιγμή τίποτα δε με ένοιαζε, και ένα ζωώδες ένστικτο καύλας με εξουσίαζε. Τραβώντας τον από τα ξανθά μαλλιά, τον σήκωσα, ενώ έσπρωξα το κεφάλι της πουτάνας αδερφής του στο καυλί μου. Τον κοίταξα καρφωτά στα μάτια του και είπα μόνο μια λέξη:
- «Γδύσου!»
Μέχρι τώρα ο θηλυπρεπής Ντινούκος, δεν είχε βγάλει τίποτα όσο ήταν γονατισμένος. Γρήγορα έβγαλε την μπλούζα του, το τζιν, και με μεγαλύτερο δισταγμό έβγαλε το κίτρινο σλιπάκι που φορούσε αποκαλύπτοντας ένα άτριχο σκληρό καυλάκι το πολύ δεκατεσσάρων εκατοστών. Καυλωμένος από το καλό τσιμπούκι που συνέχιζε να μου δίνει η αδερφή του, πέρασα τον αγκώνα μου γύρω από το λαιμό του. Τον έφερα κολλητά στο κεφάλι μου και του ψιθύρισα:
- «Από δω και πέρα, μου ανήκεις».
Του έδωσα ένα πεταχτό φιλί στα χείλια και τον έσπρωξα με δύναμη δίπλα στην αδερφή του.
- «Εκεί είναι η θέση σου κι εσένα».
Κρατώντας με δύναμη τα μαλλιά της Στέλλας με το δεξί χέρι και τα μαλλιά του Ντίνου με το αριστερό, καθοδηγούσα τα κεφάλια τους στην πούτσα μου και στο υπόλοιπο γυμνασμένο μου σώμα.
- «Μόνο οι μεγαλύτερες πουτσόδουλες θα κάνανε τις ανωμαλίες που κάνετε εσείς τώρα. Πόσο πουτάνα πρέπει να ‘ναι κανείς για να κάνει πίπα μαζί με το δίδυμο του. Δεν είστε τίποτα παραπάνω από δυο ξεφωνημένες καριόλες. Εσένα…» και τράβηξα δυνατά τα μαλλιά της Στέλλας, «…σε έχουνε μάθει όλοι πια τι τσουλί είσαι, έτσι που βογκάς σαν την τελευταία πουτάνα κάθε βράδυ ένα χρόνο τώρα. Κι εσένα…» και τράβηξα δυνατά τα μαλλιά του Ντίνου, «..όλη η γειτονιά σε βλέπει και γελάει με τον τρόπο που κουνιέσαι όταν περπατάς. Όλοι ξέρουν ότι είσαι γεννημένη πουτάνα για ψωλές. Είστε δυο καυλιάρες πουτάνες και ανήκετε μόνο σε μένα!»
Και τραβώντας ταυτόχρονα τα κεφάλια τους προς τα πάνω, έφτυσα με δύναμη από μια φορά στα πρόσωπα τους.
- «Θα χύσω καριόλες. Θέλω να παλέψετε για το σπέρμα μου. Είναι ότι πιο πολύτιμο θα έχετε ποτέ στη ζωή σας!»
Και με αυτό, έκανα ένα βήμα πίσω, και με δυο κινήσεις του χεριού μου, άρχισα να χύνω με δύναμη πάνω τους. Πράγματι, τα δυο αδέρφια πάλεψαν για το σπέρμα μου, πιάνοντας το όσο μπορούσαν με τα χέρια τους και γλείφοντας το. Με χαρά είδα το Ντίνο, πεσμένο στα τέσσερα, να γλείφει από το πάτωμα τα χύσια που είχαν απομείνει.
Περιμένω σχόλια...
(Copyright protected OW ref: 45232)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.