Η Βανούλα όλο και ξεθάρρευε και συμμετείχε πιο ενεργά σε όλα. Απολάμβανε κιόλας το παιχνίδι ρόλων, που είχα ξεκινήσει, με εμένα να προσποιούμαι ότι είμαι ο θείος της κι εκείνη να μου μου αντιστέκεται στα παιχνίδια, μέχρι που στο τέλος να μου παραδίνεται και να δέχεται το Αρπακτικό να της παίρνει χωρίς έλεος το μουνάκι, αλλά και το κωλαράκι, που τόσο έχει αρχίσει πια να αποζητά το άγριο σεξ.
Όλη αυτή την εβδομάδα της υπενθύμιζα, ότι για να της συγχωρήσω το ό,τι αφέθηκε τελικά στις ορέξεις του θείου της πριν φύγει από Θεσσαλονίκη, να ετοιμάζεται για να γευτεί έναν άλλο «θείο» εδώ, παρουσία μου. Νόμιζε, ότι το λέω στ’ αστεία και όταν την πίεζα, συμφωνούσε να το κάνει. Όσο περνούσαν οι μέρες η ιδέα αυτή μου έγινε εμμονή σχεδόν και σκεφτόμουν ποια θα ήταν η καλύτερη εναλλακτική μου για τον τυχερό «θείο» εραστή μας. Κάποιος από το παρελθόν μου; Κάποιος εντελώς άγνωστος, που θα γνωρίζαμε τυχαία μαζί σε κάποια βραδινή έξοδο; Και τότε μου ήρθε η εικόνα ενός πιθανού «θείου» για την Βανούλα, αλλά και για μένα.
Λίγες δεκάδες μέτρα μακριά από το εξοχικό μας έχει το δικό του ο κ. Άρης, ένας σχεδόν 60άρης γείτονας, που πριν από ένα χρόνο είχε προκύψει κάποια φάση μεταξύ μας.
Ο κ. Άρης όποτε με έβλεπε με έγδυνε με τα μάτια του. Πολύ θα ήθελε να με έγδυνε και στην πραγματικότητα και είμαι βέβαιη από το άτεχνο φλερτ του, ότι δεν θα ήταν λίγες οι φορές, που θα έκανε μόνος του αταξίες για χάρη μου. Όταν οι γονείς μου δεν ήταν στο εξοχικό, με είχε πολλές φορές επισκεφθεί, συνήθως με αστείες δικαιολογίες, όπως να δει την εγκατάσταση που έχουμε στην πισίνα, αν πέρασαν να μετρήσουν το ρεύμα, αν λειτουργεί το ίντερνετ μας κλπ. Όλες τις φορές προσπαθούσε να παρατείνει την παραμονή του και με κοίταζε με το συνηθισμένο πια βλέμμα του κακού λύκου για την Κοκκινοσκουφίτσα. Το απολάμβανα κι έκανα ότι δεν το καταλαβαίνω.
Πριν κανένα χρόνο όμως είχε γίνει μια πιο προχωρημένη φάση, που τον προσγείωσα ανώμαλα, χωρίς να είμαι σίγουρη αν ήταν σωστό αυτό ή όχι.
Είχα πάρει το ποδήλατο μου εκείνο το απογευματάκι για κάτι ψώνια από το κοντινό σούπερ μάρκετ και γύριζα στο σπίτι. Φορούσα μια πολύ σέξι, σούπερ μίνι, καρό, μωβ φουστίτσα και από πάνω ένα απλό, γαλάζιο, κοντομάνικο μπλουζάκι. Λίγο η απροσεξία μου, λίγο το χάσιμο ισορροπίας από τις τσάντες που κρατούσα και μπουμ, να ‘μαι κάτω από το ποδήλατο, ακριβώς έξω από την αυλή του κ. Άρη, που εκείνη τη στιγμή ήταν στον κήπο και με είδε. Βγήκε έξω και με βοήθησε να σηκωθώ και να μαζέψω τις σακούλες του σούπερ μάρκετ, αλλά εγώ σχεδόν ούρλιαζα από τον πόνο στον αριστερό μου αστράγαλο, μάλλον από κάποιο στραμπούληγμα.
- Μην ανησυχείς Μαράκι, θα σε κάνω εγώ καλά…
μου είπε και με βοήθησε να μπούμε στην αυλή του, βοηθώντας με να καθίσω σε ένα τσιμεντένιο περβάζι, σαν παγκάκι, κάτω από τα δέντρα. Έφερε μέσα στον κήπο το ποδήλατο και τις σακούλες και με καθησύχασε.
- Είμαι ειδικός στα στραμπουλήγματα, σε λίγο όλα θα είναι πάλι καλά.
Από το πέσιμο τα πόδια μου ήταν μέσα στη σκόνη, αλλά παρ’ όλα αυτά ο κ. Άρης δεν έπαυε να χαζεύει τα μπούτια μου, που η κοντή φουστίτσα μου λίγο έκρυβε. Δεν ήξερα αν με ενοχλούσε πιο πολύ ο πόνος από το στραμπούληγμα ή το πεινασμένο βλέμμα του κ. Άρη, αλλά λίγα πράγματα μπορούσα να κάνω γι’ αυτό.
Σε λίγο ήρθε με μια λεκάνη γεμάτη νερό, κάποιο είδος αφρόλουτρου, ένα σφουγγαράκι και μια πετσέτα. Γονάτισε μπροστά στο παγκάκι και μου έβγαλε τα αθλητικά παπούτσια που φορούσα, αφήνοντας γυμνά τα πόδια μου. Με το σφουγγαράκι μέσα στο αφρόλουτρο άρχισε να μου καθαρίζει τα πόδια από τη σκόνη του δρόμου, από τον αστράγαλο μέχρι το γόνατο αρχικά και μετά και πιο πάνω όπου είχε σκόνη. Εγώ ήμουν γερμένη πίσω στο παγκάκι, αλλά πέραν από τον πόνο στον αστράγαλο, ένιωθα και την έξαψη που ένας σχεδόν άγνωστος άντρας, έστω και γείτονας μου «χαϊδεύει» με το σφουγγάρι τα πόδια μέχρι ψηλά στα μπούτια, ενώ είχε ελαφρά ανοίξει και τα πόδια μου και όταν κοίταξα κλεφτά είδα το βλέμμα του καρφωμένο στο εσώρουχο μου, ένα μωβ στρινγκάκι, που φορούσα κάτω από την φουστίτσα. Παίδεψε αρκετή ώρα το σφουγγάρι στα πόδια μου και μετά ανασηκώνοντας λίγο το αριστερό μου πόδι, άρχισε με το χέρι του να μου τρίβει με αφρόλουτρο τον αστράγαλο, αλλά έχοντας πια ανοίξει εντελώς τα πόδια μου και όντας σκυμμένος ανάμεσα τους. Το πρόσωπό του είχε κοκκινίσει και ήξερα γιατί, ενώ και η αναπνοή του ακουγόταν πνιχτή. Σε λίγο τα χέρια του ανέβηκαν στη γάμπα μου, πίσω από το γόνατο και στο εσωτερικό από τα μπούτια μου. Αν τον άφηνα σε λίγο θα έφταναν στο στρινγκάκι μου.
- κ. Άρη φτάνει, δεν έχω εκεί στραμπούληγμα, του φώναξα θυμωμένη και τον έσπρωξα προς τα πίσω, κάνοντας τον να χάσει την ισορροπία του.
Ίσως να ήμουν απότομη, αγνώμων, αγενής, ίσως και όχι, πάντως εκείνη την στιγμή ένιωσα έτσι. Σκούπισα τα πόδια μου στην πετσέτα, μάζεψα τα πράγματα μου και όσο κι αν και πονούσα ακόμη, έφυγα σπρώχνοντας το ποδήλατο, μέσα στα ψελλίσματα του κ. Άρη ότι τον παρεξήγησα. Μπορεί να ήταν αλήθεια, μπορεί και όχι. Τις επόμενες φορές που συναντηθήκαμε ήταν πολύ ευγενικός, χωρίς όμως να πάψει να με τρώει με τα μάτια του. Εγώ πάλι, πολλές φορές φανταζόμουν τι θα είχε συμβεί, αν τον είχα αφήσει να συνεχίσει το μασάζ στα πόδια μου ψηλά και πιο μέσα και τότε έφτανα σ’ ένα άγριο οργασμό.
Ο κ. Άρης λοιπόν μου φάνηκε σαν μια περίπτωση, που θα μπορούσα από τη μια να του δείξω την ευγνωμοσύνη μου για εκείνο το απόγευμα, αλλά και να κάνουμε τα παιχνίδια μας με τη Βανούλα και το θείο της.
Ήταν απογευματάκι, όταν του τηλεφώνησα.
- κ. Άρη βοήθεια! Κάτι έχει γίνει εδώ και δεν έχουμε ρεύμα. Εσείς έχετε;
- Ναι Μαράκι! θέλεις να έρθω να δω τι είναι;
- Ναι αν μπορείτε, γιατί δε μπορώ να μας φανταστώ το βράδυ χωρίς ρεύμα.
- Έρχομαι σε λίγα λεπτά.
Βρήκα τη Βανούλα και της εξήγησα το πρόβλημα με το ρεύμα και ότι θα έρθει ένας γείτονας να μας βοηθήσει. Δεν της είπα βέβαια ότι εγώ είχα ρίξει την κεντρική ασφάλεια του σπιτιού. Η Βανούλα ήταν ντυμένη με ένα σούπερ μίνι, πρασινογάλανο, ρομπάκι, που έδενε στη μέση της με μια υφασμάτινη ζωνίτσα, κάνοντας το ακόμη πιο μίνι.
- Είμαι εντάξει έτσι ντυμένη ή να φορέσω κάτι άλλο;… με ρώτησε.
- Μια χαρά είσαι, γνωστός είναι ο κ. Άρης και πολύ ευγενικός. Το πολύ - πολύ να τον τρελάνουμε και λίγο, της είπα κλείνοντας της το μάτι πονηρά. Δε βλέπεις κι εμένα τι φοράω;
Φορούσα ένα πολύ κοντό, λευκό φουστάκι, με λευκό στρινγκάκι από κάτω κι ένα μπεζ, κοντομάνικο μπλουζάκι, χωρίς σουτιέν, με τη μισή πλατούλα γυμνή. Κοιτάζοντας τη Βάνα και μετά και εμένα μέσα στον καθρέπτη, ήμουν βέβαιη ότι ο κ. Άρης θα πάθαινε απόψε πολλά εγκεφαλικά. Τουλάχιστον είχα σκοπό να τον αποζημιώσω. Σε λίγο χτύπησε το κουδούνι και πήγα ν’ ανοίξω.
- Σας ευχαριστώ πολύ που ήρθατε κ. Άρη!
- Τα πάντα για σένα Μαράκι μου…
μου απάντησε κολλώντας το βλέμμα του στο στήθος και στα μπούτια μου ψηλά και μετά στο κωλαράκι μου, ειδικά όταν προχώρησα μπροστά του οδηγώντας τον στο σαλόνι.
- Να σας συστήσω και τη φίλη μου κ. Άρη…
του είπα, δείχνοντας τη Βανούλα, που ανασηκώθηκε να χαιρετίσει. Πανικός, ο κ. Άρης τα είδε όλα. Δεν ήξερε ποια μπούτια να χαζέψει και ήταν πάλι κατακόκκινος, όπως εκείνο το απόγευμα.
- Θα μας βοηθήσετε κ. Άρη;
- Ε…
- Με το ρεύμα, τι έχουμε πάθει;
- Που είναι ο πίνακας; με ρώτησε.
Τον οδήγησα στην άλλη άκρη του σπιτιού ξέροντας ότι απολάμβανε την πίσω όψη μου. Βρήκε αμέσως την πεσμένη ασφάλεια και την σήκωσε ξαναφέρνοντας το ρεύμα στο σπίτι.
- Αυτό ήταν όλο Μαράκι!
- Κ. Άρη! Πόσο καλός είστε!
- Είπαμε τα πάντα για σένα Μαράκι.
- Να σας ρωτήσω κάτι; Κάπως περίεργο;
- Ναι φυσικά, ρώτησέ με, ότι θέλεις.
- Σας αρέσει η φίλη μου η Βανούλα;… τον ρώτησα χαμηλόφωνα.
- Μαράκι, πρώτη φορά στη ζωή μου είμαι ανάμεσα σε δύο τόσο όμορφα κορίτσια…
ψέλλισε απορημένος από την ερώτησή μου.
- Θα σας εξομολογηθώ τότε κάτι. Η Βανούλα έχει κόλλημα με κάποιον που είναι συγγενής της, θείος της. Αν έχετε όρεξη για περιπέτεια, του είπα κλείνοντας του πονηρά το μάτι, θα φτιάξω κατάσταση.
- Αλήθεια το λες Μαράκι;… απάντησε με τα σάλια να τρέχουν ήδη.
- Ναι, πάμε και θα δείτε κ. Άρη.
Γυρίσαμε στο σαλόνι και πρότεινα στον κ. Άρη να καθίσει δίπλα στη Βανούλα στον καναπέ, φέρνοντας ποτά για όλους και χαλαρώνοντας την ατμόσφαιρα.
- Ο κ. Άρης Βανούλα μας έσωσε πάλι σήμερα! Ο φύλακας άγγελος μου εδώ και «θείος» για σένα, ναι μπορείς να τον φωνάζεις «θείο»… της είπα κλείνοντας της το μάτι και κάνοντας την κατακόκκινη. Α… και για να μην το ξεχάσω κάνει και υπέροχο μασάζ, όταν είχα πέσει τις προάλλες από το ποδήλατο. Θα φέρω το γαλάκτωμα να δείξετε και στη Βανούλα πόσο ωραίο μασάζ κάνετε κ. Άρη;
- Ναι φυσικά, απάντησε, γιατί όχι;
- Μα Μαρία τι λες; Δεν μου χρειάζεται μασάζ.
- Σιωπή! της είπα, ο «θείος» Άρης θα σου κάνει μασάζ…
της έκοψα κάθε προσπάθεια αντίρρησης, πηγαίνοντας στο μπάνιο και φέρνοντας ένα μπουκάλι με λοσιόν σώματος.
- Μα Μαρία…
- Πρέπει να κρατάς τις υποσχέσεις σου, της ψιθύρισα και η Βανούλα μαζεύτηκε στην άκρη του καναπέ, προσπαθώντας μάταια να κατεβάσει όσο γινόταν το ρομπάκι, που φορούσε, αλλά όσο κι αν το τράβαγε δεν κατόρθωνε να καλύψει τα γυμνά της μέχρι ψηλά ελκυστικά μπούτια.
- Ελάτε κ. Άρη…
του είπα, δίνοντας του το μπουκάλι με την λοσιόν σώματος. Είχε πάθει από την φάση, δε μπορούσε να πιστέψει τι του είχα προτείνει, αλλά μπήκε αμέσως στο πετσί του ρόλου του.
- Βανούλα χαλάρωσε, ξάπλωσε πίσω και άφησε το «θείο» Άρη να σου κάνει μασαζάκι.
Γονάτισε μπροστά στα πόδια της Βανούλας και με μπόλικη λοσιόν άρχισε να της χαϊδεύει τις πατούσες, τα δάχτυλα και τις γάμπες. Ήδη ζήλευα. Η Βάνα δε μιλούσε καθόλου, αλλά είμαι σίγουρη ότι ήθελε να το βάλει στα πόδια. Ήταν η πρώτη φορά που ένας άγνωστος άντρας τη χάιδευε στα πόδια. Ο κ. Άρης της λύγισε τα πόδια και τοποθετήθηκε ανάμεσα τους και τώρα το μασάζ ήταν ψηλά στα γυμνά μπουτάκια της Βάνας, επάνω και εσωτερικά, χαζεύοντας το κόκκινο στρινγκάκι της. Η Βανούλα είχε μισοκλείσει τα μάτια και δάγκωνε τα χειλάκια της.
- Σου αρέσει Βανούλα, το μασάζ του «θείου» Άρη;… τν ρώτησε, παίζοντας τον ρόλο του, όπως του είχα πει.
- Ωχ, «θείε» Άρη…
ψέλλισε εκείνη, καθώς τα δάχτυλα του κ. Άρη ήταν πια σε απόσταση αναπνοής από το στρινγκάκι της, στο εσωτερικό των μηρών της, που είχαν ανατριχιάσει.
Βρέθηκα δίπλα τους και με μια κίνηση, πριν προλάβει να διαμαρτυρηθεί η Βάνα, της τράβηξα και της έλυσα την ζωνίτσα από το ρομπάκι, ανοίγοντας το μπροστά στα πεινασμένα μάτια του κ. Άρη. Το κοριτσίστικο κορμάκι της ήταν ολόγυμνο από τη μέση και πάνω, με το στηθάκι της ήδη ερεθισμένο από το μασάζ και το κόκκινο στρινγκάκι ήδη μουσκεμένο. Δεν της έδωσα περιθώριο και άρχισα να την φιλάω ερωτικά ανοίγοντας το στόμα της και συναντώντας με τη γλώσσα μου την δική της. Βόγκηξε κι έκλεισε πάλι τα μάτια. Άρχισα να της χαϊδεύω το αριστερό στήθος, όχι ιδιαίτερα τρυφερά, αλλά μάλλον βίαια, κάνοντας τη να βογκήξει και πάλι μέσα από τα φιλιά και τα χάδια μου. Ο κ. Άρης είχε γίνει τούρμπο και δεν άντεξε άλλο, αλλά τράβηξε προς τα κάτω, κρατώντας το από δεξιά κι αριστερά, το κόκκινο στρινγκάκι της Βανούλας και έχωσε το πρόσωπό του στο πλημμυρισμένο μουνάκι της. Της δάγκωνε την κλειτορίδα, ενώ και δύο δάχτυλα του είχαν αρχίσει να τη γαμάνε με γρήγορο ρυθμό.
- Μαρία σταμάτησε το, τι μου κάνετε;… φτάνει, Θείε Άρη, μη, μη, όχι!
- Σιωπή, απόλαυσε το, της είπα αυστηρά.
- Ωχ, μη…
φώναξε άλλη μια φορά και μετά τραντάχτηκε ολόκληρη κι άρχισε να χύνει στο στόμα και στα δάχτυλα του κ. Άρη, δαγκώνοντας με στο κάτω χείλος καθώς τη φιλούσα.
Ο «θείος» γδύθηκε. Ακόμη, παρά την ηλικία του, καλοδιατηρημένος και της τράβηξε το ρομπάκι εντελώς από το κορμί της. Έβαλε τα πόδια της Βανούλας στους ώμους του και οδήγησε τον σκληρό του πούτσο στο μουνάκι της. Αυτό παρ’ ότι ασυνήθιστο στο αντρικό γαμήσι ήταν ήδη έτοιμο να τον δεχτεί. Την πήρε με την μια και βυθίστηκε μέσα της.
- Σ’ αρέσει, όπως σε γαμάει ο «θείος» Βανούλα;
- Μη, μη σας παρακαλώ, μη μιλάτε έτσι.
- Πες μου αν σου αρέσει!
- Ωχ!
- Λέγε!
- Ωχ, ωχ! Αχ!
Της έστριψα τη ρώγα του στήθους και άρχισα να τη φιλάω και να τη δαγκώνω στο λαιμό. Η Βάνα ζούσε σε ντελίριο, έχοντας ταυτόχρονα το σφυροκόπημα του πεινασμένου για το άγουρο κορμάκι της «θείου» και τα δικά μου φιλιά και χάδια.
- Λέγε ανιψούλα μου σου αρέσει; Σου αρέσει να σε γαμάει ο «θείος» σου;
- Αχ, ναι, ναι, ω «θείε», «θείε», ω Θεέ μου χύνω πάλι…
φώναξε κι έγειρε πίσω παραδομένη. Είχα κι εγώ εντελώς ερεθιστεί και πέταξα με μια κίνηση το μπλουζάκι και στάθηκα δίπλα στον κ. Άρη.
- Γδύσε με, τον πρόσταξα.
Αυτός με μια κίνηση τράβηξε το φουστάκι και το στρινγκάκι μου στο πάτωμα. Ξάπλωσα στον καναπέ και τράβηξα πάνω μου την επίσης ολόγυμνη ερωμένη μου κι άρχισα να τη φιλάω ζητώντας της να αρχίσει να με γαμάει με το Αρπακτικό, που είχα κρυμμένο κάτω από το μαξιλάρι του καναπέ. Ο κ. Άρης μας κοιτούσε μαγεμένος. Ο χρόνιος πόθος του για μένα, το κορίτσι που μόλις του είχε παραδοθεί, η θέα δύο ολόγυμνων κοριτσιών να γαμιούνται δίχως αύριο τον είχαν κάνει σκληρό και έτοιμο για νέο γύρο. Του έδειξα το κωλαράκι της Βανούλας, καθώς εκείνη ήταν απασχολημένη να με γαμάει με το Αρπακτικό στο μουνάκι μου. Κατάλαβε. Άλειψε τον πούτσο του με την λοσιόν και στήθηκε πίσω της. Της τον ακούμπησε στο κωλαράκι της και έσπρωξε.
- Όχι…
- Τι όχι; Όχι «θείε»!
- Όχι «θείε», μη, όχι εκεί!
- Αφού σ’ αρέσει πουτανάκι, της είπα, γιατί το αρνείσαι στο «θείο» σου;
Η Βανούλα κοκκίνισε από την ντροπή ακούγοντας με να λέω σε έναν άγνωστο ότι της άρεσε το σεξ από πίσω και σε αντίδραση άρχισε να βάζει και να βγάζει το Αρπακτικό με μεγαλύτερη ταχύτητα και πιο βίαια στο μουνάκι μου. Ο κ. Άρης έσπρωξε ακούγοντας τη συζήτηση και ότι άρεσε στη μικρή το γαμήσι από το κωλαράκι και χώθηκε ολόκληρος μέσα της, ενώ οι παλάμες του βασάνιζαν ταυτόχρονα το στήθος της. Σε λίγο τα τρία κορμιά είχαμε συντονιστεί στον ίδιο ερωτικό ρυθμό.
«Αχ, αχ, ωχ» ακουγόταν μόνο μέσα στο δωμάτιο και μετά τρεις διαφορετικοί άνθρωποι φτάναμε σε έναν άγριο οργασμό.
Η Βανούλα σηκώθηκε και κόκκινη στο πρόσωπο για ότι είχε συμβεί, μάζεψε το ρομπάκι της κι έτρεξε στο μπάνιο. Εγώ φόρεσα το λευκό φουστάκι, χωρίς να έχω βάλει ακόμη το μπλουζάκι ή το στρινγκάκι από κάτω. Το στήθος μου ήταν ακόμη ερεθισμένο και ολόγυμνο και ένιωθα ότι ήθελα κάτι ακόμα. Ο κ. Άρης έπλεε σε πελάγη ευτυχίας, είχε γονατίσει μπροστά μου και ανασηκώνοντας λίγο τη φουστίτσα μου κόλλησε τα χείλη του και τη γλώσσα του στο μουνάκι μου. Τα χέρια του χούφτωσαν το κωλαράκι μου κάτω από τη φουστίτσα κι άρχισαν να το ζουλάνε και να με τραβάει προς το στόμα του. Είχα ανατριχιάσει, ήθελα κι άλλο, να μου φύγει κι εμένα η καύλα για τον κ. Άρη, αφού ένα χρόνο τώρα και οι δύο το ζούσαμε μόνο στη φαντασία. Δεν χρειάστηκε να του ζητήσω κάτι, είχε έτοιμη την ατζέντα του τι ήθελε από εμένα.
Ανασηκώθηκε, με γύρισε με την πλάτη προς το μέρος του και με έγειρε στο μπράτσο του καναπέ. Ένιωσα να με πλημμυρίζει πίσω με όση λοσιόν είχε μείνει μέσα στο μπουκάλι. Ήθελε και το δικό μου κωλαράκι, αυτό ποθούσε περισσότερο. Δεν αντιστάθηκα… κι εγώ τον ήθελα κι ας μου έκανε απόψε ό,τι ήθελε. Τα χέρια του άνοιξαν τον κώλο μου και ο πούτσος του είχε σκληρύνει και πάλι και ακούμπησε στην τρυπούλα μου, χωρίς να μου βγάλει τη φουστίτσα.
- «Θείε» Άρη, το ρεύμα ζητήσαμε να μας φτιάξεις και εσύ μας αλλάζεις τα φώτα απόψε.
- Μαράκι ξέρεις πόσο σε θέλω, αν μπορούσες μόνο να ξέρεις, πόσες βραδιές έχυσα για σένα και πόσες φαντασιώσεις έχω μαζί σου.
Με αυτό έσπρωξε βίαια μέσα στο κωλαράκι μου και άρχισε να με γαμάει χωρίς έλεος, βγάζοντας τον καταπιεσμένο του πόθο και πάθος. Του είχα παραδοθεί και αυτή τη φορά δεν τον έσπρωξα μακριά, όπως τότε στον κήπο. Αυτή τη στιγμή με είχε υποτάξει. Βογκούσαμε κι οι δύο καθώς μπαινόβγαινε μέσα μου, όταν είδα την Βανούλα να μας κοιτάζει κρυφά από την πόρτα του σαλονιού. Είχε πετάξει ένα μαύρο σατέν νυχτικάκι, που φορούσε και με τα δάχτυλά της έπαιζε με μανία με το μουνάκι της και με το στήθος της, χωρίς να πάψει να μας κοιτάζει.
Αυτό ήταν. Για άλλη μια φορά ο κ. Άρης κι οι ανιψιές του χύναμε ανεξέλεγκτα.
Copyright protected OW ref: 185649
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.