Το e-mail μου είναι το:
Όταν στα 18 μου έφυγα στον Καναδά για σπουδές ο Αλέξανδρος ήταν μόλις 11 ετών και εγώ πια ως έφηβος είχα προ πολλού πάψει να ασχολούμαι μαζί του. Στον Καναδά έμεινα περίπου 10 χρόνια, πτυχίο-μεταπτυχιακά-διδακτορικό συν ένα χρόνο δουλειά. Δεν μπορώ να πω ότι πέρασα άσχημα. Οι συνθήκες στο Πανεπιστήμιο ήταν καλές και το επίπεδο ζωής πολύ ανεβασμένο. Εκεί μακριά από την αδιάκριτη ελληνική κοινωνία εκδήλωσα όλη μου τη σεξουαλικότητα και πέρασα απίθανες στιγμές ερωτικής έντασης. Το ότι ήμουν Έλληνας, μελαχρινός και με καλό σώμα, λόγω του πάθους μου για την κολύμβηση, μου έδωσε τη δυνατότητα να πάω στο κρεβάτι με πολλούς και ωραίους άντρες.
Στα 28 επέστρεψα στην Ελλάδα, πήγα αμέσως στρατό και μετά ρίχτηκα στη δουλειά. Εκτός από μερικές ξεπέτες δεν μπορώ να πω ότι σεξουαλικά ήμουν καλυμμένος, είχα αρχίσει να νοσταλγώ πολύ τον Καναδά και σκεπτόμουν να γυρίσω πίσω αφού θα μπορούσα να βρω αμέσως δουλειά… Όμως μια ξαφνική αρρώστια της μάνας μου, ένα ελαφρύ έμφραγμα, μου ανέτρεψε ριζικά τα σχέδια και τη ζωή…
Η ανάρρωση της μητέρας μου πήγαινε καλά και αρχίσαμε να δεχόμαστε κόσμο στο σπίτι για επισκέψεις.
-Σήμερα, θα έρθουν και οι Α….. μου είπε μαζί με τον Αλέξανδρο. Τον θυμάσαι; Με ρώτησε η μάνα μου.
-Ποιόν; Αυτό το σπαστικό χοντρό; Δεν έχω καμία όρεξη.
-Σε παρακαλώ να μείνεις, μου είπε, οι άνθρωποι έχουν τόσα χρόνια να σε δουν.
Δέχτηκα απρόθυμα και την έπεσα για ύπνο αφού θα έρχονταν σχετικά αργά το απόγευμα. Κοιμήθηκα και ξύπνησα με κάτι καύλες τρελές. Έκανα μπάνιο και ετοιμάστηκα. «Τί επισκέψεις και μαλακίες», σκεφτόμουν. Το μόνο που ήθελα εκείνη τη στιγμή ήταν να γαμήσω… Τις σκέψεις μου διέκοψε η φωνή της μάνας μου.
-Άντε ακόμα δεν ετοιμάστηκες;
-Τώρα κατεβαίνω, είπα εκνευρισμένος, και ντύθηκα προσπαθώντας να βολέψω μέσα στο μποξεράκι μου την πούτσα μου δεν έλεγε να ξεκαυλώσει.
Όταν χτύπησε το κουδούνι και άνοιξα την πόρτα έπαθα σοκ… Ανάμεσα σε ένα ζευγάρι μεσηλίκων στεκόταν ένας ημίθεος!!! Ευτυχώς, που η μητέρα του Αλέξανδρου, γιατί περί αυτών επρόκειτο, ήταν πολύ εκδηλωτική και άρχισε να με αγκαλιάζει και να με φιλάει οπότε η ταραχή και η έκπληξή μου δε φάνηκαν. Κατόπιν με χαιρέτησε πατέρας του και ύστερα μου έδωσε το χέρι του ο μικρός. Τι μικρός δηλαδή τώρα ήταν 21-22 και είχε γίνει κουκλί. Ψηλός, ψηλότερος από μένα, υπέροχο πρόσωπο, ανοιχτές πλάτες, σίγουρα έκανε αθλητισμό, υπέροχα πράσινα μάτια και ακόμα πιο υπέροχο χαμόγελο! Με λίγα λόγια ένας αρχαίος Έλληνας θεός!
-Χαίρομαι πολύ που σε ξαναβλέπω Γιώργο, μου είπε, με κοιτούσε σταθερά στα μάτια. Αυτό το βλέμμα πετούσε φωτιές…
-Κι εγώ χαίρομαι που σε ξαναβλέπω μικρέ, απάντησα χαμογελώντας.
Περάσαμε μέσα, καθίσαμε και ευτυχώς οι γονείς του Αλέξανδρου ρωτούσαν τα της υγείας της τη μητέρα μου οπότε εγώ μονοπώλησα τον Αλέξανδρο. Μου είπε ότι σπουδάζει και εκείνος οικονομικά οπότε αρχίσαμε μια τέτοια κουβέντα. Το κλίμα ήταν πολύ καλό αλλά στο μυαλό μου γύριζε συνεχώς εκείνο το βλέμμα. Η ώρα πέρασε και έπρεπε να φύγουν, ο Αλέξανδρος με ξαναχαιρέτησε θερμά και με κοίταξε με εκείνο το φλογερό βλέμμα. Δεν κρατήθηκα…
-Γράψε το κινητό μου, του είπα, να πάμε για καφέ και να τα πούμε καμιά μέρα.
-Ό, τι θα στο έλεγα, απάντησε.
Την επομένη το μεσημεράκι είχα κιόλας τηλέφωνο για καφέ. Πρότεινα φαγητό και εκείνος δέχτηκε όλο χαρά μιας και την επομένη δεν είχε Πανεπιστήμιο αφού ήταν Σάββατο. Πέρασα να τον πάρω με το αυτοκίνητο. Μπήκε μέσα χαμογελαστός, πανέμορφος, με ένα υπέροχο άρωμα. Κι εγώ ήμουν στις ομορφιές μου εκείνο το βράδυ, καινούργιο κοστούμι, ακριβό άρωμα και απίστευτη διάθεση. Το εστιατόριο ήταν τέλειο, το φαγητό τελειότερο και ο Αλέξανδρος ακόμα τελειότερος. Η πούτσα μου ήταν συνεχώς καυλωμένη και όσο ο μικρός με κοίταζε βαθιά στα μάτια τόσο περισσότερο ερεθιζόμουν. Φύγαμε και έπρεπε να το γυρίζω στο σπίτι του, φτάσαμε και γύρισα να τον καληνυχτίσω.
-Πέρασα πολύ καλά είπα, ενώ ήθελα να του δώσω το πιο βαθύ γλωσσόφιλο της ζωής μου.
-Γιώργο, μου είπε, είσαι πολύ ωραίος άντρας και κατάλαβα ότι κι εγώ δε σου είμαι αδιάφορος.
Πάγωσα, δεν ήξερα τι να κάνω… Μου λέει αλήθεια η με παίζει το μαλακισμένο; Δεν απάντησα. Ο μικρός κόλλησε νόμισε ότι έκανε χοντρή μαλακία και τα μάτια του υγράνθηκαν. Πλησίασα το προσωπό μου στο δικό του, τον φίλησα… Το πιο αισθησιακό φιλί της ζωής μου. Το στόμα του είχε ακόμη το γεύση από το παγωτό λεμόνι που είχαμε φάει. Η γλώσσα μου έπαιξε με τη δικιά του και τον ρούφηξα λαίμαργα. Το ήθελα τρελά αυτό το αγόρι. Η πούτσα μου είχε γίνει πύραυλος, νόμιζα ότι θα χύσω. Η λογική κυριάρχησε, ήμασταν στη μέση του δρόμου κάποιος μπορεί να μας έβλεπε.
-Είσαι ο άντρας που πάντα ήθελα μου είπε, κοιτώντας με με αυτό το βλέμμα της πρώτης μας συνάντησης, από την πρώτη στιγμή κόλλησα μαζί σου.
-Κι εγώ μωρό μου, απάντησα, καθώς το χέρι μου χάιδευε το μπούτι και όλο ανέβαινε πιο πάνω.
-Οι δικοί μου είναι στο χωριό, μου είπε, πάμε πάνω, απόψε υπάρχω μόνο για σένα.
Πάρκαρα όπου βρήκα και ανεβήκαμε τρέχοντας. Μπήκαμε σπίτι του και όλα τότε πήραν το δρόμο τους. Τον γύρισα πάνω στην πόρτα και κόλλησα πίσω. Η πούτσα μου καυλωμένη ακουμπούσε στο κωλαράκι ενώ του έγλυφα το λαιμό. Η καύλα μας ήταν φοβερή καίγαμε και οι δύο. Ήταν η σειρά του, γύρισε προς το μέρος μου και άρχισε να με φιλάει παθιασμένα, κοντεύαμε να πνιγούμε, οι ψωλάρες μας ακουμπούσαν μεταξύ τους και αυτό μας απογείωνε. Έσκυψε μπροστά μου και με ξεκούμπωσε, η πούτσα μου ήταν κάγκελο, η φύση στάθηκε πολύ καλή μαζί μου, 18 πόντοι χοντρό ψωλοκέφαλο και σχήμα μπανάνας. Αυτό το καβλί είχε κάνει πολλά αγόρια να σπαρταράνε από ηδονή.
-Παιδαρά μου, μου είπε, αυτή η πούτσα θα είναι μόνο δική μου από δω και μπρός.
Την έπαιξε λίγο και όταν ακούμπησε τη γλωσσίτσα του στο πουτσοκέφαλό μου για να γλείψει τα προσπερματικά μου υγρά έχασα τον κόσμο. Την πήρε όλη στο στόμα του, είχα χάσει την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Με τσιμπούκωνε και χάιδευε τα κωλομέρια του ενώ εγώ του κρατούσα το κεφάλι και του έδινα ρυθμό. Το έβγαλε από το στόμα του και το έφτυσε, τα σάλια του έτρεξαν πάνω στα ξυρισμένα μου αρχίδια. Άρχισε να τα γλείφει, να τα παίρνει στο στόμα του, παραληρούσα… Ξαναπήρε την ψωλή μου στο στόμα του βαθιά, ένιωθα το πουτσοκέφαλο μου να ακουμπάει στο λαρύγγι του. Δε κρατιόμουν, ήθελα να χύσω. Έκανα να τραβηχτώ για να χύσω, δε με άφησε, η πούτσα μου συσπάστηκε και άρχισα να χύνω, μου κόπηκε η αναπνοή… Έχυσα μέσα στο υπέροχο στοματάκι του, δεν έβγαλε καθόλου το καβλί μου έξω. Τον ανασήκωσα και με τα χύσια στο στόμα τον φίλησα. Η απόλυτη κάβλα!!!
-Μωρό μου, τώρα είναι η σειρά μου, είπα. Του έβαλα το κολλητό του μπλουζάκι. Είχε ιδρώσει, μύριζε αυτήν την υπέροχη αντρική μυρωδιά. Το στήθος του ήταν καύλα… Γυμνασμένο με λίγες τρίχες και υπέροχες ρώγες. Άρχισα να τις γλείφω λυσσαμένα, έτρεμε από κάβλα. Κατέβηκα πιο κάτω, φίλησα την κοιλίτσα του και τον ξεκούμπωσα. Η πούτσα του είχε σχεδόν μισοβγεί απ΄ το μποξεράκι του. Του έβγαλα το παντελόνι αυτό που με τρέλανε ήταν τα γυμνασμένα του αντρικά μπούτια. Τα χάιδεψα εκστατικός και άρχισα να τα πιπιλάω στο μέσα μέρος τους. Ο παιδαράς μου μούγγριζε. Η μυρωδιά της πούτσας του με τρέλαινε. Του έγλειψα απαλά τα αρχίδια, μεγάλα και ξυρισμένα, τα έπαιξα με τη γλώσσα μου και τα έβαλα στο στόμα μου, τα πιπίλησα σαν καραμέλες, ήθελα να τα φάω!!! Νομίζω ότι τον είχα απογειώσει… Είχα μπροστά μου την ψωλάρα του καβλωμένη, δεν έπρεπε να την αφήσω έτσι… Του έγλειψα απαλά το κεφαλάκι που ήταν γεμάτο υγρά.
-Έλα καύλα μου, μου είπε λαχανιασμένα, δείξε μου πόσο σ’ αρέσει η πούτσα μου.
-Θα στην φάω όλη παιδαρά μου, απάντησα, και την έβαλα όλη στο στόμα μου. Ήταν το πιο γλυκό καβλί που έχω δοκιμάσει!!! Το ρουφούσα με όλη μου τη δύναμη, σαν τρελός, με μανία. Ήθελα να δείξω στον άντρακλά μου ότι εκείνη τη στιγμή μόνο η ψωλή του υπήρχε για μένα. Κατάλαβα ότι όπου να ‘ναι θα έχυνε, σάλιωσα το δάχτυλό μου και άρχισα να εξερευνώ την τρυπούλα του, το έσπρωξα μέσα, ο Αλέξανδρος άρχισε να τρέμει.
-Γαμιά μου, κατάφερε να πει, και η φωνή του κόπηκε…
Κατάλαβα ότι θα έχυνε, τον ρούφηξα πιο δυνάτα και η γλώσσα μου πιπίλαγε με μανία το ψωλοκέφαλό του που έκαιγε από την κάβλα. Τα πόδια του έτρεμαν και μούγγριζε σαν ταυράκι. Το ψωλόχυμά του μου πλημμύρισε το στόμα, τα κατάπια λαίμαργα, για αυτόν τον άντρα θα έκανα τα πάντα. Ανασηκώθηκα και κόλλησα το κορμί μου στο δικό του, τον φίλησα παθιασμένα, η καύλα μας δεν έλεγε να σβήσει. Με κοίταξε στα μάτια:
-Σε λατρεύω καρδιά μου, μου είπε, και τα μάτια του ήταν υγρά.
-Από σήμερα και πέρα υπάρχω μόνο για σένα, απάντησα…
Ξαπλώσαμε αγκαλιασμένοι στον καναπέ, δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που ζούσα, είχα αγκαλιά έναν θεό που με λάτρευε και μόλις μου το είχε αποδείξει.
-Σε θέλω, αγόρι μου, μου είπε ενώ μου χάιδευε το στέρνο, κάνε με δικό σου απόψε.
-Είσαι δικός μου, καρδιά μου, του είπα και η γλώσσα μου άρχισε μια νέα εξερεύνηση στο κορμί του…
(Συνεχίζεται…)
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.