Το e-mail μου είναι το:
Έκλεισα τον υπολογιστή, μάζεψα και έβαλα στο συρτάρι του γραφείου κάτι έγγραφα και έκλεισα μερικά φώτα. Έβαλα το μπουφάν και κατευθύνθηκα προς την έξοδο ενώ συνέχεια είχα στο νου μου το μεγάλο καυλί που είχα αρπάξει στο σινεμά. Έριξα μια ματιά στο ρολόι μου, ήταν μάλλον αργά, δεν με έπαιρνε τελικά για σινεμά, απογοητεύθηκα και ήμουν έτοιμος να κλείσω και τα τελευταία φώτα του μαγαζιού και να επιστρέψω στο σπίτι. Το μόνο πράγμα που με έπαιρνε να κάνω από πλευράς ώρας ήταν να κόψω κίνηση στην λίγο πιο πάνω πλατεία.
Άπλωσα το χέρι προς τους διακόπτες, εκείνη την ώρα άκουσα μια φωνή έξω από το μαγαζί να μου λέει: «Φίλο, έχω καινούργιο κυκλοφορίες CD θέλει δει». Γύρισα ξαφνιασμένος. Δύο νεαροί μαύροι, φορτωμένοι με μεγάλες τσάντες στέκονταν έξω από την πόρτα χαμογελαστοί. «Αμάν.», είπα μέσα μου, «.η αδυναμία μου στέκετε μπροστά μου και μάλιστα σε διπλή έκδοση.!».
Παραμέρισα και τους άφησα να περάσουν, δείχνοντας δήθεν το ενδιαφέρον μου για τα CD τους, αλλά εμένα όπως καταλαβαίνετε, το μυαλό μου έτρεχε στο καυλί τους και όχι στο CD τους. Τους έβαλα να καθίσουν και κλείδωσα από μέσα την πόρτα, χωρίς να ανάψω τα φώτα που είχα σβήσει λίγο πριν. Έκλεισα μάλιστα και τα υπόλοιπα και το μόνο φως που άφησα αναμένω ήταν το φως του γραφείου που έτσι και αλλιώς δεν φαίνονταν από τον δρόμο. Περιττό να σας πω ότι η τρύπα μου άρχισε είδη να ανοίγει και να κλείνει σε ξέφρενους ρυθμούς, στην ιδέα και μόνο ότι αν ήμουν τυχερός θα άρπαζα δύο κατάμαυρα καυλιά.
Κάθισαν στις δύο πολυθρόνες που υπήρχαν μπροστά από το γραφείο μου και εγώ κάθισα στην καρέκλα του γραφείου. Δεν ήταν ούτε ψηλοί αλλά ούτε κοντοί, ήταν μετρίου αναστήματος, είχαν και οι δύο αρκετά μακριά και σγουρά μαλλιά, ο ένας μάλιστα από αυτούς τα είχε πλέξει σε μικρές, μικρές κοτσίδες. Έβγαλαν μερικά CD και τα άπλωσαν στο γραφείο. Έκαναν ότι τα κοίταζα, αλλά το μυαλό μου δούλευε στο πώς θα τους έκανα πρόταση να με «πάρουν» και οι δυο μαζί.
Τελικά τους είπα: «Εκτός από CD έχετε τίποτα άλλο;». «Είσαι παντρεμένο φίλο;», με ρώτησε αυτός με τις μικρές κοτσίδες. «Ναι γιατί ρωτάς.», του είπα. «Έχω ωραίο πλαστικό πούτσα για γυναίκα». «Για να δω; Έχεις μεγάλα, μαύρα κλπ;» του είπα χαμογελώντας πονηρά. Άνοιξε την άλλη βαλίτσα και άρχισε να βγάζει κάτι μεγάλα, μαύρα και άσπρα εργαλεία. Πήρα στο χέρι μου το πιο μεγάλο από τα μαύρα και άρχισα να χαϊδεύω το πλαστικό πουτσοκέφαλο.
Με κοίταξαν περίεργα, εγώ τους είπα: «Τι να το κάνει η γυναίκα, εγώ το έχω πιο πολύ ανάγκη», είπα και άρχισα να γελάω. Τους είδα να κοιτά ο ένας τον άλλον. Εκείνη την ώρα αποφάσισα να τα παίξω όλα για όλα και ότι ήταν να γίνει ας γινόταν. Έπιασα τον μαύρο, γυαλιστερό, πλαστικό πούτσο και έβαλα αργά-αργά το πουτσοκέφαλο στο στόμα μου. Άρχισα να κάνω ότι και καλά τον παίρνω πίπα. Με κοίταζαν χωρίς κανένας τους να σηκώνετε από την θέση του. «.χμ, έχω ελπίδες.» είπα μέσα μου. Όσο εγώ έγλυφα τον πλαστικό πούτσο, αυτοί άρχισαν να τρίβουν τα καυλιά τους πάνω από το παντελόνι. Σε λίγο χάιδευε ο ένας τον άλλον. Δεν έχασα άλλο καιρό, και τους είπα: «Μέσα έχω ένα μια μεγάλη πολυθρόνα, που γίνετε κρεβάτι, πάμε;». Συμφώνησαν.
Κατεβήκαμε τα σκαλιά και πήγαμε στην αποθήκη, άνοιξα την πολυθρόνα κρεβάτι, έβαλα και ένα μεγάλο αερόθερμο κοντά. Εκείνοι στέκονταν όρθιοι χωρίς να ξέρουν τι να κάνουν. Τους πλησίασα. Πρώτα αυτόν με τις κοτσίδες, άρχισα να του βγάζω την μακό μπλούζα, έκανε την εμφάνιση του ένα καλά γυμνασμένο, γραμμωτό σώμα με κατάμαυρη επιδερμίδα που γυάλιζε στο ημίφως του χώρου. Του έγλυψα το στήθος, με άρπαξε και με φίλησε στο στόμα με τα χοντρά χείλια του. Ο άλλος μας κοιτούσε και γδύνονταν μόνος του. Τον κοίταξα με την άκρη του ματιού μου καθώς ο άλλος μου ρουφούσε την γλώσσα. Με άφησε λίγα λεπτά αργότερα, αφού είχε αφήσει μπόλικα από τα σάλια του στο στόμα μου. Πήγα στον άλλον, είχε και αυτός πολύ όμορφο σώμα, τον έγλυψα και αυτόν στο στήθος. Και οι δύο ήταν γεμάτοι από σκληρούς μυς.
Άρχισα να ξεκουμπώνω το τζιν του ενός ενώ ο άλλος με τις κοτσίδες με γρήγορες κινήσεις κατέβασε το δικό του παντελόνι. Γύρισα και κοίταξα. Μπροστά του κρέμονταν ένα μισό καυλωμένο τεράστιο πράγμα. Άρχισε να το χαϊδεύει, εγώ κατέβασα όσο πιο γρήγορα μπορούσα το παντελόνι του άλλου. Αυτός φορούσε ένα σλιπάκι με έναν ήλιο ζωγραφισμένο μπροστά του. Δεξιά από το σλιπάκι είχε ξεχυθεί ένα χοντρό κατακόκκινο πουτσοκέφαλο.
Κατέβασα το σλιπάκι, αμάν αυτό ήταν λίγο πιο μεγάλο από του άλλου. Το στόμα μου γέμισε σάλια. Καθώς έβγαζε τα πόδια του από το πεσμένο παντελόνι, εγώ μπουκωνόμουν με το πανέμορφο, γυαλιστερό και μαύρο πράγμα. Μας πλησίασε και ο άλλος, εγώ στα γόνατα είδα τα τεράστια όργανα να μεγαλώνουν το ένα μέσα στο υγρό στόμα μου και το άλλο πάνω στο μάγουλο μου.
Με έπιασαν και άρχισαν να με γδύνουν, τα μαύρα χέρια πάνω στο άσπρο κορμί μου με έκαναν να τρελαίνομαι από καύλα. Πέσαμε στο κρεβάτι, με έβαλαν να τουρλώσω τον κώλο μου όσο το δυνατόν πιο ψηλά, αυτός με τα κοτσιδάκια ήρθε από πίσω μου, ο άλλος ξάπλωσε από κάτω μου και εγώ με το τεράστιο όργανο του στο στόμα μου. Τον έγλυφα παντού, η αντίθεση του μαύρου με το άσπρο με τελείωνε. Το γεμάτο από την μαύρη πούτσα στόμα μου έγλυφε ασταμάτητα, η αίσθηση ήταν το κάτι άλλο.
Ξαφνικά, ένοιωσα τα γεροδεμένα χέρια του πίσω μου, να μου ανοίγουν τα κωλομέρια. Πρώτα έχωσε τα δύο δάκτυλα μέσα στην κωλοτρυπίδα μου και κάνοντας τα ψαλίδι μου την άνοιξε διάπλατα. Ξαφνικά ένοιωσα το χοντρό πουτσοκέφαλο στα τοιχώματα της τρύπας μου. Άρχισε να μπαίνει μέσα μου αργά ηδονικά, όσο χωνόταν μέσα, τόσο το κάψιμο γινόταν πιο έντονο.
Το άντερο μου άρχισε να πονάει πλέον σε αφάνταστο βαθμό, όταν μάλιστα άρχισε να κινείται με παλινδρομικές κινήσεις, ένοιωθα τα μάτια μου να πετάγονται από τις κόγχες τους. Η σούφρα μου πρέπει να είχε ανοίξει πιο πολύ και από μουνί, πονούσα πολύ αλλά μου άρεσε τρομερά, η ιδέα και μόνο ότι είχα δύο μαύρους να με σκίζουν με έκανε να χύνω αργά, αργά χωρίς καν να ακουμπήσω τον πούτσο μου. Όσο ο άλλος πίσω μου με ξέσκιζε, εγώ έγλυφα όλο και πιο ηδονικά τον πούτσο του άλλου.
Δεν ξέρω τι συνέβη, αλλά καθώς αυτός που μου ξέσκιζε την σούφρα προσπάθησε να σταθεί λίγο πιο καλά στα γόνατα, γλίστρησε και από ότι κατάλαβα όλο το εργαλείο του χώθηκε βαθιά μέσα, μέχρι την βάση του πούτσου του, ζαλίστηκα από τον πόνο, αν και είχα περάσει άλλη μια τέτοια εμπειρία με τον μαύρο που είχα γράψει στην ιστορία μου με τίτλο «ΤΟ ΘΗΡΙΟ», αυτή την φορά ο πόνος ήταν ακόμα πιο τρομερός. Δάκρυσα από τον πόνο και με κομμένη την ανάσα είπα: «Τι έγινε; Πονάω πολύ.».
Άφησα τον καυλωμένο πούτσο του άλλου και γύρισα να κοιτάξω τι έκανε ο γαμιάς μου. «Δεν είναι τίποτα, φίλο, γλίστρησα και μπήκε όλο μέσα, λίγο αίμα έχεις.» είπε και συνέχισε χωρίς να σταματήσει καθόλου να με ξεσκίζει.
Λίγα λεπτά αργότερα, βγήκε, πήρε την θέση του άλλου και ο άλλος την δική του. Μέχρι να μου βουλώσει την τρύπα ο άλλος, ένοιωθα τόσο ανοιχτός που λες και έμπαινε αέρας μέσα μου. Μόλις μπήκε μέσα μου η άλλη πούτσα ο πόνος έγινε ακόμα πιο έντονος, αλλά τώρα ήταν και πολύ γλυκός, καθώς το έμβολο γλιστρούσε από τα σάλια μου που είχε πάνω του. Έγλυφα τον πούτσο που μόλις πριν από λίγο μου είχε κτυπήσει το άντερο μου, κάτι είπαν στην γλώσσα τους και μάλλον συμφώνησαν.
Για δέκα λεπτά ένοιωθα σαν τον Αθανάσιο Διάκο, αλλά παράλληλα άφηνα τα χύσια μου να στάζουν σαν γυναικεία κλειτορίδα. Στα δέκα λεπτά που με ξέσκιζε ο άλλος έβλεπα τα μαύρα, γεμάτα δυνατές φλέβες χέρια να οργώνουν το άσπρο μου κορμί. Ξαφνικά το άντερο μου άδειασε, η καυτή γεμάτη καύλα πούτσα είχε βγει. Με ξάπλωσαν και πήραν θέση δεξιά και αριστερά μου με τις πούτσες τους έτοιμες να χύσουν μέσα στο ανοιχτό στόμα μου. Τις κρατούσαν σφικτά, θέλοντας να με χύσουν ταυτόχρονα.
Τα πρώτα αραιά ψωλοχύματα έπεσαν πάνω στην γλώσσα μου και ξαφνικά οι κρουνοί άρχισαν να με καταβρέχουν με δύναμη, η κατάμαυρες ψωλές με έκαιγαν με το λευκό, πηχτό, αφρισμένο χύση τους. Άρπαξα αυτού με τις κοτσίδες και την έχωσα μέσα στο στόμα μου, κάθε τόσο αισθανόμουν το καυτό υγρό να με πνίγει, αλλά κατάπινα όλο και πιο γρήγορα, ο άλλος δε με είχε κάνει μούσκεμα όλο το πρόσωπο μου, άρχισαν να μαζεύουν όσα ψωλοχύματα είχα στο πρόσωπο και να μου τα βάζουν με τα χέρια τους στο στόμα μου, πιέζοντας ταυτόχρονα τα χοντρά πουτσοκέφαλα να αφήσουν πάνω στην μούρη μου και την τελευταία σταγόνα.
Σε λίγο είχαν ντυθεί και έφευγαν. Έβαλα πρόχειρα το παντελόνι μου, ανέβηκα επάνω μαζί τους, όταν βγήκαν, κλείδωσα και κατέβηκα πάλι κάτω. Κατέβασα το παντελόνι και με το δάκτυλο άρχισα να σκαλίζω την τρύπα μου. Είχα ανοίξει σαν μπουκέτο, έτσι όπως ήταν μπορούσε άνετα να μπει μέσα όλος ο καρπός μου. Αισθανόμουν υπέροχα και κάκιζα τις γυναίκες που ενώ μπορούν να γαμιούνται όλη μέρα δεν το κάνουν με τις χαζές αναστολές τους.
Μακάρι να είχα γεννηθεί γυναίκα και να είχα τα μυαλά που έχω τώρα. Άλλο πράγμα δεν θα έκανα, παρά να «παίρνω» σκληρά και μεγάλα καυλιά.
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.