Το e-mail μου είναι το:
Ανέκαθεν ήξερα πως μου αρέσουν οι άντρες και ποτέ δεν κατάλαβα αυτούς που ισχυρίζονται πως ξαφνικά κάπου στα 27 τους, λόγω κάποιας ομοφυλοφιλικής εμπειρίας ανακάλυψαν πως τους αρέσουν τα ‘‘ξινά’’...
Αν και παθητικός ποτέ δεν θεώρησα πως είμαι ιδιαίτερα θηλυπρεπής και ένιωθα πάντα καλά με τον εαυτό μου.
Το καλοκαίρι λοιπόν δέχτηκα μια πρόσκληση από ένα θείο μου που συνήθιζε να παραθερίζει τα καλοκαίρια στην Κρήτη, κάπου ψηλά στο Ρέθυμνο. Η πρόσκληση ήταν για εμένα και τον αδερφό μου. Μας καλούσε να τον βοηθήσουμε σε κάτι δουλειές ανακαίνισης του σπιτιού του (καθώς ο θείος μου δεν έχει κάνει οικογένεια να τον βοηθήσει) με αντάλλαγμα την διαμονή μας εκεί.
Ο αδερφός μου ωστόσο είχε ήδη κανονίσει για καλοκαίρι και έτσι βρέθηκα να ταξιδεύω μόνος για Κρήτη. Όταν έφτασα στο λιμάνι και κατέβηκα από το πλοίο, ο θείος μου με περίμενε εκεί με την αυτοκινητάρα του.
Ήταν ψηλότερος από εμένα και προφανώς περνούσε περισσότερες ώρες στο γυμναστήριο απ’ ότι εγώ. «Αυτά είναι τα καλά του να είσαι εργένης!», σκέφτηκα. Ήταν 43 απ’ ότι υπολόγισα σε σχέση με την ηλικία του πατέρα μου, αρκετά μελαχρινός με ένα ώριμο και άκρως γοητευτικό πρόσωπο. Είχε σκούρο γκρίζα κοντοκουρεμένα μαλλιά με στενόμακρές φαβορίτες που έφταναν ως το τέλος του σαγονιού του.
Κάτω από τα έντονα και καλοσχηματισμένα φρύδια του βρίσκονταν δυο ώριμα μελί μάτια με έντονες βλεφαρίδες. Η μύτη του ήταν ελάχιστα μεγάλη και το στόμα του με γεμάτα χείλη. Γενικά είχε ελάχιστες ρυτίδες που πρόδιδαν ότι ήταν ένας άντρας με πολλές εμπειρίες από τη ζωή.
Αφού χαιρετηθήκαμε και μου είπε πόσο πολύ είχα αλλάξει από την τελευταία φορά που με είχε δει πριν τέσσερα χρόνια κι εγώ ανταπέδωσα τη φιλοφρόνηση λέγοντας του πως είχε μείνει γοητευτικός και τον ρώτησα:
- «Θείε Χάρη, πώς και δεν έχεις παντρευτεί ακόμα; Σκοπεύεις να μπεις στην λίστα των πιο περιζήτητων εργένηδων;»
- «Άσε με εμένα, έχω δουλειές…», μου είπε χαμογελώντας. «Εσύ έχεις καμιά κοπέλα;»
Δεν απάντησα, απλά χαμογέλασα. Καθώς οδεύαμε με το αυτοκίνητο προς το σπίτι του γύρισα και τον χάζευα με μια γλυκιά μελαγχολική έκφραση. Με είχε γοητεύσει ο θείος. Πέρα από την εμφάνισή του εξέπεμπε μια εσωτερική ομορφιά και είχε πάντα μια σκεπτική έκφραση που πρόσθετε στην γοητεία του. Κάποια στιγμή γύρισε και με κοίταξε με ένα χαμόγελο απορίας επειδή είχα αφαιρεθεί και τον κοίταζα επίμονα.
- «Έχεις κάτι;», με ρώτησε.
- «Όχι, αφαιρέθηκα…», απάντησα ντροπαλά και γύρισα μπροστά μου.
Όταν φτάσαμε στο σπίτι του μου πρότεινε να ξεκουραστούμε καθώς κι εγώ αλλά κι αυτός είχαμε κουραστεί από το ταξίδι (εγώ) και από τα μαστορέματα (αυτός). Το σπίτι είχε ήδη αρχίσει να δέχεται διορθώσεις με αποτέλεσμα ο ξενώνας να έχει φρέσκια μπογιά στους τοίχους και να λείπουν κάποιες πόρτες όπως αυτή του μπάνιου. Έτσι ο θείος μου παραχώρησε την κρεβατοκάμαρα του να ξεκουραστώ και πήγε στον καναπέ του σαλονιού να ξεκουραστεί. Ήμουν τόσο κουρασμένος που δεν κατάλαβα το πως κοιμήθηκα.
Μετά από αρκετή ώρα ξύπνησα από ένα βαθύ ύπνο, άκρως ανανεωμένος και φρέσκος. Φορώντας το αγαπημένο μου στενό μποξεράκι και ένα εφαρμοστό φανελάκι βγήκα από το δωμάτιο για να βρω τον θείο μου. Περπατώντας στον διάδρομο άκουσα νερό να χύνεται στο μπάνιο κι έτσι κοίταξα μέσα διακριτικά και είδα κάτι που ποτέ δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ο θείος μου έκανε ντους ολόγυμνος.
Καθώς έπεφτε το νερό στο πρόσωπο του είχε κλειστά τα μάτια και δεν με κατάλαβε κι έτσι τον χάζεψα με την ησυχία μου. Το νερό έτρεχε στο σκούρο γεροδεμένο κορμί του. Είχε γυμνασμένο τριχωτό στήθος, σφιχτό κορμό χωρίς πιασιματάκια και τα πόδια του ήταν επίσης γυμνασμένα. Ανάμεσα στα πόδια του ο θείος μου είχε έναν πούτσο, που αν και πεσμένος, σε προϊδέαζε για το πόσο μεγάλος και γερός θα ήταν όταν ήταν σε στύση. Κάτω από την πουτσάρα του, ο θείος είχε ένα ζευγάρι πλούσια αρχίδια, μακριά και γεμάτα.
Ήθελα τόσο πολύ να τρέξω να τρίψω το πρόσωπό μου στο τριχωτό του στήθος και μου βγήκε ένα παράπονο. Πάντα με τρέλαιναν οι ώριμοι άντρες πολύ περισσότερο από τους συνομηλίκους μου. Κάποια στιγμή ο θείος μου έκλεισε το νερό κι εγώ έσπευσα να κρυφτώ στην κρεβατοκάμαρα όπου είχα κοιμηθεί. Σε λίγο μπήκε ο θείος μου μέσα με μια πετσέτα δεμένη στη μέση.
- «Ξύπνησες εσύ υπναρά;», με ρώτησε. «Ήρθα να πάρω ρούχα από την ντουλάπα μου. Όταν νιώθεις έτοιμος να σηκωθείς από το κρεβάτι, έλα στο σαλόνι. Έχω μαγειρέψει να φάμε, πρέπει να πεινάς…»
- «Ναι θείε…», απάντησα εγώ με ένα ενοχικό βλέμμα κι ένα πονηρό χαμόγελο για την σκανταλιά που είχα κάνει.
- «Λέγε με Χάρη αγόρι μου, μου την δίνει το θείε. Νιώθω εκατό χρονών. Άντε, πάω μέσα να ντυθώ κι εσύ έλα σε λίγο…»
Μετά από δέκα λεπτά τρώγαμε στο σαλόνι. Είχε βραδιάσει και είχε πιάσει κρύο, έτσι στο τζάκι έκαιγε ένα χοντρό κούτσουρο.
- «Σου άρεσε το φαΐ;», με ρώτησε με ενδιαφέρον καθώς μάζευε τα πιάτα.
- «Ήταν τέλειο!», είπα με ευγένεια και γλύκα και τον βοήθησα με τα πιάτα και τα ποτήρια.
Πόσο με εξίταρε η ιδέα ότι ο άντρας που μάλλον είχα ερωτευτεί μου μαγείρεψε για να φάω. Αν και είχα χάσει την παρθενιά μου δύο χρόνια πριν, εξακολουθούσα να έχω τον ρομαντισμό μου ανέπαφο. Κάτσαμε στο ξύλινο πάτωμα πλάι στο τζάκι πάνω σε δύο μαξιλάρες και αρχίσαμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων.
Συνειδητοποίησα ότι τον θείο μου τον διέκρινε μια ευγένεια και μια λεπτότητα στους τρόπους σε αντίθεση με πολλούς άντρες που ήξερα, είτε γνωστούς είτε συγγενείς, έτσι άρχισα να νιώθω πιο ελεύθερος να του ανοιχτώ, όχι ότι είχα σκοπό να του πω ότι μου αρέσουν οι άντρες αλλά να μοιραστώ μαζί του την γενικότερη φιλοσοφία μου που είχα αναπτύξει μέχρι τότε.
- «Είσαι έξυπνος πιτσιρίκο!», γύρισε και μου είπε κάποια στιγμή μετά από κάποια αμπελοφιλοσοφία μου για κάποιο κοινωνικό θέμα.
Πήγα να πω κάποια εξυπνάδα να αυτοσαρκαστώ από αμηχανία όμως ο θείος Χάρης με έπιασε από το σβέρκο και με τράβηξε στο στόμα του και με φίλησε στο στόμα με πάθος. Άρχισα να τρέμω από αυτό που συνέβη, ήταν τόσο τρομερό αυτό που ένιωσα. Παραδόθηκα στο φιλί του χωρίς αναστολή και ενδοιασμό. Κατάλαβα πως ο θείος μου που προφανώς δεν είχε παντρευτεί λόγω της κοινής μας ιδιαιτερότητας. Τόσα χρόνια το είχε ιδιαίτερα ανεπτυγμένο. Όταν το καυτό φιλί τελείωσε, με ρώτησε:
- «Πως νιώθεις αγόρι μου; Ελπίζω να μην σε τρόμαξα…»
- «Όχι θείε μου, το ήθελα τόσο πολύ! Πιστεύω το κατάλαβες…», απάντησα μέσα στη γλύκα.
- «Σου άρεσε αυτό που είδες πριν στο μπάνιο; Όταν έκανα ντους;»
Ντράπηκα αλλά χαμογέλασα.
- «Έχεις τέλειο κορμί θείε! Δεν ήταν σωστό που κοίταξα…»
- «Μην νιώθεις άσχημα, έλα…», είπε ενθαρρυντικά και με σήκωσε τραβώντας με από το χέρι και με οδήγησε στην κρεβατοκάμαρα του.
Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι και κάναμε αγκάλισα και φιλία για περισσότερο από τρία τέταρτα. Κάποια στιγμή έβαλε το χέρι του μέσα στο μποξεράκι μου και άρχισε να παίζει με τα αρχίδια μου. Τότε πήρα θάρρος και ξεκούμπωσα το παντελόνι του και του το κατέβασα ενώ είχε σηκωθεί όρθιος.
Κατέβασα και το εσώρουχο του προσεκτικά και πετάχτηκε ένα καυλί, που μόνο τέλειο θα μπορούσα να το περιγράψω. Έχωσα το πρόσωπο μου στο τριχωτό του εφηβαίου του και πήρα μια βαθιά ανάσα από τη μύτη. Μοσχοβόλαγε από το μοναδικό άρωμα που έχει κάθε άντρας στην περιοχή των γεννητικών οργάνων του.
- «Αγορίνα μου!», αναστέναξε με πάθος.
- «Αχ! Μπαμπάκα μου!», μου ξέφυγε εμένα.
Πάντα μου άρεσε να αποκαλώ τους ηλικιακά μεγαλύτερους εραστές μου "μπαμπάκα". Ο θείος χαμογελώντας μου απάντησε:
- «Ναι αγορίνα μου, θα είμαι ο μπαμπάκας σου αν το θες. Θα σε προσέχω και θα σε προστατεύω…»
Τότε έβαλα το καυτό του καυλί που ήταν και χοντρό και περίπου 22 εκατοστά μακρύ στο υγρό μου στόμα. Πρώτα το πρησμένο σαν μανιτάρι πουτσοκέφαλό του και στην συνέχεια τον μακρύ κορμό της πούτσας του. Είχε μια φλέβα στο πάνω μέρος πράγμα που με τρέλανε ακόμα περισσότερο. Έχοντας βάλει τα χέρια του στο κεφάλι μου και σπρώχνοντάς με, με δύναμη στην πούτσα του αναστέναζε με τη βαριά φωνή του και με αποκαλούσε "γιόκα μου" που και που.
Μετά από αιρετή ώρα τσιμπουκιού, με έπιασε από το σαγόνι κε με οδήγησε να σηκωθώ ορφικός και άρχισε να με φιλάει με πάθος. Μετά με έβαλε να ξαπλώσω μπρούμυτα στο κρεβάτι και άρχισε να μου γλείφει τον κωλαράκο μου. Η ηδονή ήταν απερίγραπτη!
- «Μπαμπάκα, τι μου κάνεις; Δεν πρέπει, δεν είναι σωστό…»
Είχα παραδοθεί τελείως στο ρόλο του ανυπεράσπιστου νεαρού που έγινε θύμα ενός διεστραμμένου διακορευτή. Όσο συνέχιζα να τον λέω μπαμπάκα με τόση περισσότερη λαιμαργία δεχόμουν "επίθεση". Κάποια στιγμή ξάπλωσε από πάνω μου και έβαλε την πουτσάρα του ανάμεσα από τα κωλομάγουλα μου. Τρελάθηκα. Το βίωνα όλο το σκηνικό τόσο εγκεφαλικά πέρα από την σωματική ηδονή με τρόπο που δεν το είχα ξανανιώσει.
Τι ηδονή να υποτάσσομαι στο θείο μου, που ήταν συγγενής μου και μου έδινε ένα αίσθημα ασφάλειας. Ένιωθα το βάρος του σφιχτού κορμιού του να με πλακώνει, ήταν τόσο επιβλητικός που ήθελα να μου κάνει τα πιο βίαια αλλά και τα πιο τρυφερά πράγματα ταυτόχρονα.
Ξαφνικά σηκώνεται και με πιάνει από τη μέση και με μια απότομη κίνηση με γυρνάει ανάσκελα με μεγάλη ευκολία σαν να μην ζύγιζα τίποτα. Μετά γονατίζει πάνω στο κρεβάτι μπροστά μου όπως ήμουν ξαπλωμένος και πιάνει τα πόδια μου και τα βάζει στους ώμους του.
- «Τώρα αγόρι μου ο μπαμπάς θα σε μάθει πως γαμάνε οι άντρες!», μου λέει με ένα πρόστυχο και παθιασμένο ύφος.
- «Μπαμπάκα μου, αχ μπαμπά! Μην με πονέσεις, δεν πρέπει… είμαι μικρός ακόμα. Μη μου φερθείς βίαια…», αποκρίθηκα σε αυτό που μου είπε.
- «Όχι αγορίνα μου, δεν θα σε πόναγα ποτέ...»
- «Το ξέρω μπαμπάκα, σε εμπιστεύομαι».
Από το κομοδίνο έβγαλε μια λιπαντική αλοιφή και άρχισε να παίζει με τον κώλο μου βάζοντας μου τα χοντρά του δάχτυλα για να με χαλαρώσει. Όταν πλέον τα κατάφερε, ακούμπησε το πουτσοκέφαλό του στην χαλαρωμένη τρυπούλα και μετά έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπό μου. Με μια πολύ αργή κίνηση άρχισε να διεισδύει το κορμί μου με τον πρησμένο του πούτσο. Κάποια στιγμή σκεφτικά πόσο καλά έκανα και πάντα καθάριζα τον ποπό μου καλά με νερό μετά από κάθε αφόδευση.
Γλίστραγε σαν χέλι μέσα μου σιγά, σαν τον όφη της αμαρτίας μέχρι που κάποια στιγμή είχε μπει μέχρι την ρίζα του μέσα μου. Με ένα βλέμμα γεμάτο αγωνία για το πως ένιωθα που είχε μπει μέσα μου η πελώρια πούτσα του, αλλά και μια γλύκα στον τόνο της φωνής μου, τον κοίταξα κατάματα και του είπα:
- «Άντρα μου, είσαι μέσα μου. Δεν θέλω να βγεις ποτέ! Μου γεμίζεις το κενό μου…»
Με κοίταξε πίσω με ένα αγαπησιάρικο βλέμμα και με χάιδεψε και με φίλησε στο στόμα. Μετά άρχισε σιγά - σιγά να μπαίνει και να βγαίνει με την πούτσα του στο κωλαράκι μου.
- «Γάμα με άντρα μου. Πιο γρήγορα… έχω χαλαρώσει αρκετά…»
- «Παιδί μου, τώρα θα σε γαμήσω τόσο δυνατά να με νιώσεις για τα καλά μέσα σου!»
Έτσι με τα λόγια αυτά άρχισε να με γαμάει με φόρα και με δύναμη. Ένιωθα στην κάθε εισβολή του ένα ζευγάρι καυτά αρχίδια να σκάνε σαν το κύμα στα κωλομέρια μου, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να μου τραβήξει μαλακία κατά διαστήματα. Είχα καυλώσει τόσο πολύ, που ένιωθα πως κόντευα να τελειώσω.
- «Αχ! Μπαμπάκα θα χύσω! Δεν είμαι μακριά…», είπα με αγωνία.
- «Ναι αγόρι μου, ούτε κι εγώ αργώ. Χύσε αγορίνα μου. Χύσε να σε καμαρώσω!»
Τα λόγια του αυτά ήταν το κερασάκι στην τούρτα άρχισα να χύνω σπέρμα που είχα μαζέψει από την ώρα που τον έπαιρνα μάτι στο μπάνιο.
- «Χύνωωω πατερούλη μου!!!», ούρλιαζα καθώς ένιωθα τους σπασμούς του σφικτήρα του κώλου μου να βρίσκουν αντίσταση στην πουτσάρα του θείου-εραστή μου.
Το σπέρμα πεταγόταν μέχρι το στήθος μου και το λαιμό μου. Οι σπασμοί του κώλου μου ερέθισαν πολύ τον θείο μου και άρχισε να φωνάζει:
- «Είσαι τόσο σφιχτός αγάπη μου, δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο, Χύνω, Χύνωωω, παρ’ τα αγόρι μου, πάρε τα χύσια μου μέσα σου. Ααααα!!!»
Ένιωσα μια σπερμική έκρηξη μέσα μου, που σύντομα λόγω της κίνησης άρχισε να τρέχει καυτό σπέρμα από την πρώην τρυπούλα μου, και νυν τρυπάρα μου.
Αυτό ήταν, είχα παραδοθεί στον θείο μου. Αφέθηκα στα χέρια του και με έκανε δικό του. Από σχέση αίματος είχαμε φτάσει σε σχέση σπέρματος. Εκείνο το βράδυ κοιμηθήκαμε αγκαλίτσα μετά από πολλά καυτά φιλιά.
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.