Επειδή, λοιπόν, είχα φτάσει σε μια ηλικία που δε συμβιβαζόταν με την παρθενία, έπρεπε να μυηθώ και εγώ στον έρωτα. Ή έτσι μου έλεγε ο πατέρας μου, που αν και ντροπαλός σε αυτά τα ζητήματα, αισθανόταν ότι είχε υποχρέωση να καθοδηγήσει σωστά τον μοναχογιό του. Είχε βάλει το χεράκι της και η μητέρα μου, γιατί μια φορά τους κρυφάκουσα να κουβεντιάζουν το θέμα μου και του είπε με ένταση:
- Κάνε κάτι ρε Θανάση, πατέρας του είσαι, μη μας βγει ντιγκιντάγκας το παιδί!
Όμως ο πατέρας μου δεν ήξερε πως να χειριστεί το θέμα μου, οπότε με παρέδωσε σε ένα ξάδερφό του, μεγαλύτερο από εκείνον, γύρω στα εξήντα, άνθρωπο της πιάτσας και με πείρα στα νυχτοπερπατήματα.
Ο θείος Πέτρος ήταν αυτό που λέμε αρσενικό παλαιάς κοπής, κοιλαράς, μετρίου αναστήματος, με ένα μουστακάκι που συμπλήρωνε ιδανικά την κλασσική του εμφάνιση και προσέδιδε αυστηρότητα στα κατά τ’ άλλα γλυκά χαρακτηριστικά του. Ήταν εργένης και είχε τη φήμη του γυναικά. Καθώς η δουλειά του είχε να κάνει με τη νύχτα (ήταν συνέταιρος σε ένα κωλόμπαρο με έναν φίλο του, του ιδίου τύπου…), οι γυναίκες στον κύκλο του ήταν άφθονες και κάτι παραπάνω από διαθέσιμες.
Αυτός, λοιπόν, ο άνθρωπος ανέλαβε τη σεξουαλική μου διαπαιδαγώγηση μετά από παράκληση του πατέρα μου, όπως έμαθα αργότερα. Η αφορμή για να ανοίξει το θέμα βρέθηκε σε μια οικογενειακή γιορτή. Είχε… δήθεν τυχαία, καθίσει δίπλα μου και μετά από πολλή ώρα άφθονου φαγητού και ποτού, με τη μουσική και το κέφι στο ζενίθ, άρχισε να με ψαρεύει χαμηλόφωνα:
- Και δεν μου λες Κωστάκη, καμιά τσαχπινούλα έχεις;
Του απάντησα με ειλικρίνεια πως όχι, οπότε πέρασε στο παρασύνθημα:
- Ε, αν δεν έχεις τώρα, όλο και κάποια θα είχες παλιά, έτσι δεν είναι;
- Δεν έτυχε, θείε, ξέρεις τώρα, διάβασμα, υποχρεώσεις…
έλεγα ό,τι βλακεία μου κατέβαινε ως δικαιολογία.
- Α… κατάλαβα, δεν έχεις πηδήσει ακόμα, ε;
Με αυτό, έγινα σαν παντζάρι - πήγα κάτι να ψελλίσω, αλλά συνέχισε ακάθεκτος:
- Μη στενοχωριέσαι αγόρι μου, ο θείος σου θα τα κανονίσει όλα, άσ’ το πάνω μου.
Ανήμπορος να απαντήσω, συνέχισα να τον ακούω να μου λέει για μια «δασκάλα» που ξέρει, με κορμί κόλαση και στόμα «άλλο πράγμα». Η ζάλη από το ποτό σε συνδυασμό με τον συγκεχυμένο ερωτισμό που ένιωθα ακούγοντας τα λόγια του με είχαν σχεδόν παραλύσει. Δεν ήταν η προοπτική να «πηδήσω», αλλά ότι ένα τέτοιο αρσενικό μου μιλούσε για σεξ, που έκαναν την καρδιά μου να χτυπάει ασυνήθιστα και το πόδι μου να μαγνητίζεται από το δικό του. Κάποια στιγμή βρήκα το θάρρος να του πω ότι δε θα μπορούσα να το κάνω μόνος μου, οπότε με τσίμπησε στο μάγουλο και μου είπε συνωμοτικά:
- Καλά πονηρούλη, θα είμαι και εγώ εκεί να μη νιώθεις άγχος.
Τότε ήταν που παρέλυσα τελείως, για τον επιπλέον λόγο ότι φοβήθηκα πως είχα εκτεθεί. Η ώρα όμως είχε περάσει, οπότε σηκώθηκε να φύγει ψιθυρίζοντάς μου στο αυτί:
- Πάρε με τηλέφωνο να κανονίσουμε, το μουνάκι της ζεματάει και μας περιμένει, έτσι όμορφε;
Όλη την εβδομάδα βασανιζόμουν από τις φαντασιώσεις για το θείο μου. Πλέον είχα καταλάβει τι ήθελα. Η ιδέα ότι θα τον έβλεπα γυμνό, ότι θα τον έβλεπα να πηδάει τη «δασκάλα» μπροστά μου, με ξεσήκωνε και δε μπορούσα να συγκεντρωθώ σε τίποτα. Όμως φοβόμουν ότι δε θα μπορούσα να ανταποκριθώ στις απαιτήσεις του και ότι στην καλύτερη περίπτωση θα γελοιοποιούμουν, ενώ στη χειρότερη θα μου έβγαινε το όνομα. Τελικά ο πόθος υπερίσχυσε του φόβου και σήκωσα το ακουστικό. Όταν έφτασε η ώρα να αναχωρήσω από το σπίτι για το ραντεβού με τον θείο, οι γονείς μου με αποχαιρέτησαν χωρίς να μου κάνουν καμία ερώτηση για το που πάω και με μια συγκαλυμμένη χαρά στα πρόσωπά τους. Τα ήξεραν όλα… ή έτσι νόμιζαν.
Φθάσαμε, βραδάκι, έξω από μια παλιά μικρή μονοκατοικία. Ο θείος μου είχε φροντίσει να μου περιγράψει το σπίτι της ενώ με διαβεβαίωνε διαρκώς πόσο ωραία θα περάσουμε και με ενθάρρυνε να «κάνω ό,τι γουστάρω». Αν κάνω ό,τι γουστάρω, σκέφτηκα, με βλέπω κρεμασμένο από τσιγκέλι. Μας άνοιξε μια γυναίκα γύρω στα 35, μελαχρινή, με χυμώδη μπούστο, σαρκώδη χείλη και με κινήσεις που απέπνεαν έναν ανατολίτικο αέρα. Ο χαμηλός φωτισμός στο εσωτερικό και ένα απαλό άρωμα προσέδιδαν λάγνο ερωτισμό στην ατμόσφαιρα του σπιτιού. Η «δασκάλα» (ποτέ δεν έμαθα το όνομά της) φορούσε μια δικτυωτή ρόμπα που μετά βίας έκρυβε την απόλυτη γύμνια της από μέσα. Ήταν πραγματική γυναίκα! Όμως, επιθυμία δεν ένιωσα. Καθίσαμε σε ένα σαλόνι σαν οντά και περιμέναμε για λίγο να μας ετοιμάσει ποτά.
- Πώς σου φαίνεται ανιψιέ;… καυλιάρα δεν είναι;…
μου ψιθύρισε ο μπάρμπας μου.
- Ωραία, ωραία είναι…
τραύλισα χωρίς να το νιώθω. Η ώρα της κρίσεως είχε φθάσει.
- Ώστε, αυτός λοιπόν είναι ο όμορφος ανιψιός σου που θα ξεπαρθενέψω απόψε…
έκανε η «δασκάλα» προς τον θείο μου.
- Έλα μωρό μου, πάρε το ποτάκι σου να χαλαρώσεις, θα περάσεις υπέροχα. Θέλω να νιώθεις σαν να με ξέρεις χρόνια. Να, ο θείος σου από εδώ, ξέρει πόση ευχαρίστηση ξέρω να δίνω στους άντρες, έτσι δεν είναι κύριε Πέτρο;…
και του έκλεισε το μάτι. Ο θείος μου ανακάθισε λίγο στη θέση του και έσφιξε τον καβάλο του ενώ σχεδόν του έτρεχαν τα σάλια.
- Έλα μανάρα μου, κάνε το παιγνίδι σου…
Η «δασκάλα» κάθισε δίπλα μου και κόλλησε το βυζί της επάνω μου. Άρχισε να με χαϊδεύει νωχελικά και να μου ξεκουμπώνει το πουκάμισο και το παντελόνι. Έβγαλε έξω τον πούτσο μου και έπιασε να τον γλείφει ενώ ο θείος μου απολάμβανε το θέαμα και γδυνόταν και αυτός. Όταν άρχισε να με γλείφει με κυρίεψε ένας φόβος ότι δε θα μου σηκωνόταν καθόλου, μέχρι που είδα το θείο μου να αποκαλύπτει το σώμα του. Είχα μισοκλείσει τα μάτια δήθεν καυλωμένος από το τσιμπούκι της «δασκάλας», στην πραγματικότητα όμως για να μπορώ να παρακολουθώ με τρόπο τον θείο μου. Κάθε φορά που έβγαζε και από κάτι, καύλωνα όλο και περισσότερο. Το στήθος του, οι ρώγες του, η λεία κοιλάρα του, τα ερωτικά του δάχτυλα καθώς έβγαζε το σλιπάκι του, και τέλος ένα πανέμορφο χοντρό καυλί στητό πάνω από δυο ζουμερά αρχίδια μου πρόσφεραν το καλύτερο θέαμα στη ζωή μου.
- Κοίτα καύλες που έχει ο ανιψιός σου, κύριε Πέτρο! Άναψε το αγόρι μας! Έλα να σε περιποιηθώ κι σένα γιατί αν συνεχίσω θα χύσει και είναι νωρίς ακόμα.
Την πλησίασε και της τον έδωσε στο στόμα χωρίς καθυστέρηση. Δεν πίστευα στα μάτια μου! Στο μισό μέτρο μπροστά μου είχα τον θείο μου να σπρώχνει την ψωλάρα του στο στόμα της πουτανάρας, να της χαϊδεύει τα βυζιά, να της λέει βρομόλογα και να βογκάει από την καύλα:
- Ώχ… ρούφα τον, τσιμπουκλού μου όμορφη, αχ, απ’ όλες τις τρύπες θα σε πάρουμε σήμερα, δυο πούτσες μαζί θα φας στην κωλάρα σου!
Εκείνη αναστέναζε όποτε τον έβγαζε για λίγο να αναπνεύσει. Έκανα μεγάλη προσπάθεια για να μη χύσω, αλλά ευτυχώς το τσιμπούκι σταμάτησε σε λίγο. Της ζήτησε να ασχοληθεί πάλι μαζί μου, ενώ γυρνώντας σε μένα:
- Έλα ανιψιέ, ήρθε η ώρα να γαμήσεις το μουνάκι της, βαλ’ τη κάτω και έμπαινε!
Η «δασκάλα» ξάπλωσε δίπλα μου και με τράβηξε επάνω της. Όταν έχασα τη θέα του θείου μου και βρέθηκα αντιμέτωπος μαζί της, στη σκέψη και μόνο ότι «έπρεπε» να τη γαμήσω, μου έπεσε τελείως. Το στήθος της, όσο ποθητό ήταν για τον θείο μου, τόσο αδιάφορο ήταν για μένα. Εκείνη τη στιγμή το μόνο που σκεφτόμουν με χαρά ήταν ότι ο θείος μου στεκόταν πίσω μου με την πούτσα σηκωμένη και κοίταζε τον κώλο μου, περιμένοντάς με να γαμήσω. Ήταν εμφανές ότι δε μπορούσα.
- Έχει τρακ το παιδί κύριε Πέτρο, έλα εσύ να του δείξεις πως γίνεται…
είπε η «δασκάλα» προσπαθώντας να μη φανεί ότι δυσανασχετεί. Έπεσε επάνω της και άρχισε να την γαμάει επιδέξια, παρά τα κιλά και την ηλικία του, κοιτώντας με κλεφτά κάθε τόσο για να δει αν παίρνω το μάθημα. Δεν ήθελα πολύ για να ξανακαυλώσω – το θέαμα με τρέλαινε. Υποκρινόμουν ότι κοιτάζω με σχεδόν ακαδημαϊκό ενδιαφέρον πώς γίνεται η πράξη, ενώ ένιωθα απίστευτη επιθυμία να είμαι στη θέση της πουτανάρας. Έβλεπα τη χοντροπούτσα του να σφυροκοπάει το μουνί της και με πλημύριζαν κύματα ηδονής, σαν να τον έχωνε σε μένα.
Όταν ο θείος μου είδε ότι μου έχει ξανασηκωθεί, βγήκε από μέσα της και παραμέρισε για να πάρω πάλι θέση.
- Έλα Κωστάκη, σκισ' τη!
Πήγα πάλι από πάνω της μήπως και τα καταφέρω αυτή τη φορά, αλλά πάλι μου έπεσε. Η «δασκάλα» είχε καταλάβει ότι δε γούσταρα και με πήρε στην αγκαλιά της χώνοντάς μου το κεφάλι στα στήθη της για να με παρηγορήσει.
- Έλα, μωρό μου, δεν πειράζει, δεν είναι όλα τα αρσενικά ίδια με τις γυναίκες. Μερικοί άντρες είναι αλλιώς… ε κύριε Πέτρο; Κοίτα τι όμορφο αγόρι έχω στην αγκαλιά μου…
και έκανε ένα νεύμα στον θείο μου που στεκόταν από πίσω μου με την πούτσα κάγκελο. Τότε ένιωσα τα δυνατά χέρια του θείου μου να χουφτώνουν να κωλομέρια μου. Σταμάτησε για λίγο, ενώ η δασκάλα με καθησύχαζε:
- Χαλάρωσε και θα δεις τι γλυκιά πούτσα έχει ο θείος σου!
Ένιωσα τα δάχτυλά του να παραβιάζουν την τρύπα μου αλείφοντάς την με λιπαντικό και μετά από λίγο το πουτσοκέφαλό του να πιέζει την παρθενιά μου.
- Αχ, πούτσο θέλεις Κωστάκη;… τώρα θα τον φας…
και μου έχωσε την ψωλάρα του σιγά-σιγά». Η «δασκάλα» με κοίταζε στα μάτια και με ενθάρρυνε:
- Βαθιές ανάσες να τον φας όλο, θα σ’ αρέσει.
Πόνεσα, αλλά αυτό που ζούσα ήταν πέρα από κάθε φαντασία μου. Ο θείος μου άρχισε να δυναμώνει το ρυθμό και να με γαμάει όπως γαμούσε πριν τη «δασκάλα». Η σούφρα μου είχε διασταλεί και ένιωθα την απόλυτη ένωση με το αρσενικό των ονείρων μου.
- Παρ’ τον πουστράκι, παρ’ τον αφού τον θες, αχ… σε γαμάω, πουτάνα!
Η κοιλιά του χτυπούσε πάνω στα κωλομέρια μου, ενώ ένιωθα τα αρχίδια του στη χούφτα μου και τον πούτσο του να μπαινοβγαίνει σαν έμβολο στη κωλοτρυπίδα μου. Το καυλί μου είχε πέσει στην αρχή, αλλά μετά από λίγο ξανάγινε πέτρα – ζούσα την απόλυτη ηδονή! Ήταν απίστευτες οι αντοχές του μπάρμπα μου, είχα χάσει την αίσθηση του χρόνου. Ξαφνικά σταμάτησε και με γύρισε προς το μέρος του:
- Κατάπιε τον, είναι δικός σου όλος…
και μου τον έχωσε στο στόμα. Μου κράτησε το κεφάλι και άρχισε να μου γαμάει το στόμα με τον ίδιο ρυθμό που πριν γαμούσε τον κώλο μου ενώ κάθε τόσο τον έβγαζε και μου τον χτύπαγε στο πρόσωπο, στα χείλη, στα μάγουλα, τον ξανάβαζε και πάλι τα ίδια. «Είχα καταλάβει ότι είσαι πουστράκι…». Κόντευα να λιποθυμήσω από ευχαρίστηση, ιδίως αφού τώρα έβλεπα το αυταρχικό του βλέμμα να πέφτει πάνω μου ενώ έγλειφα τη χοντρή του ψωλή και τον χάιδευα όπου έφτανε το χέρι μου.
Σταμάτησε πάλι και με έριξε ανάσκελα στο κρεβάτι ενώ η «δασκάλα» κοίταζε εκστασιασμένη τρίβοντας το μουνί της.
- Μας αφήνεις λίγο μόνους;…
την παρακάλεσε και εκείνη έφυγε διακριτικά. Ήρθε από πάνω μου και μου τον έχωσε αμέσως χωρίς χρόνο προσαρμογής αυτή τη φορά. Με γαμούσε και με κοίταζε στα μάτια σαν να μου έλεγε «εσένα ήθελα από την αρχή!».
- Σε θέλω αγόρι μου, με καυλώνεις απίστευτα! Ήθελα τόσο πολύ καιρό να μπω μέσα σου!
Η απουσία της «δασκάλας» τον έκανε πιο τρυφερό και απελευθέρωσε ένα πόθο προς εμένα που δεν ήταν απλώς μια διέγερση της στιγμής. Συνέχισε να με γαμάει με πάθος μέχρι που με πλημμύρισε βαθιά, σπαρταρώντας επάνω μου, ενώ μετά από λίγο έχυσα επιτέλους και εγώ νιώθοντας τον πιο δυνατό οργασμό της ζωής μου. Όταν σηκώθηκε, δε μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από πάνω του. Ήμουν ερωτευμένος.
Φύγαμε από το σπίτι της «δασκάλας» με την αίσθηση της απόλυτης ηδονής να μας διακατέχει για ώρα. Η τελετή της μύησης είχε λάβει τέλος με τον πιο απροσδόκητο τρόπο. Είχα βρει τον δρόμο μου και κυρίως έναν εραστή που θα μου χάριζε πολλές όμορφες στιγμές έκτοτε.
Copyright protected OW ref: 171497
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.