Η ιστορία:
Πριν από 5 χρόνια υπηρετούσα σε μια δημόσια υπηρεσία σε ένα χωριό της ορεινής Εύβοιας. Δεν έμενα στο χωριό, προτιμούσα τη Χαλκίδα καθώς δεν έχω συνηθίσει την κλειστή ζωή της επαρχίας, αλλά και επειδή κάνω χρόνια body-building δε θα μπορούσα να μένω σε μέρος χωρίς γυμναστήριο.
Ήταν σχεδόν καλοκαίρι και η ζέστη ήταν αφόρητη όταν είχα τελειώσει τη δουλειά και κατευθυνόμουν προς το σημείο που είχα παρκάρει. Βλέπω κοντά στο αυτοκίνητό μου ένα γνωστό μου ένστολο που ήξερα ότι έμενε και αυτός Χαλκίδα γιατί πολλές φορές τον παρατηρούσα καθώς τον προσπερνούσα ή με προσπερνούσε στο δρόμο για το χωριό. Ήταν ένας άντρας ψηλός, εύσωμος, γεροδεμένος, γύρω στα 45, μελαχροινός και με μουστάκι. Τον γούσταρα πολύ τον τύπο γιατί ήταν αρρενωπός και αψύς. Με ήξερε φατσικά κι κείνος και που και που λέγαμε μια καλημέρα με ένα νεύμα του κεφαλιού.
Εκείνη τη μέρα όμως φαινόταν πολύ εκνευρισμένος και μιλούσε στο κινητό σε πολύ υψηλούς τόνους. Τον καλημέρισα και γυρνώντας προς το μέρος μου και με το κινητό στο αφτί μου λέει…
- Ρε φίλε συγγνώμη μήπως πας προς Χαλκίδα;
Δεν ήταν δύσκολο να το υποθέσει καθώς όπως είπα ήμασταν γνωστοί από τις διαδρομές.
- Ναι’’ του λέω αμήχανα.
Κλείνει το κινητό και με παρακαλεί να τον μεταφέρω, μια που το αυτοκίνητό του είχε παρουσιάσει βλάβη και με την οδική βοήθεια δε μπορούσε να συνεννοηθεί γιατί έπρεπε να είναι στην πόλη το πολύ σε μία ώρα. Δέχτηκα με χαρά και κάποια νευρικότητα γιατί αυτός ο άντρας δε με άφηνε αδιάφορο. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να μάθω το όνομά του και σίγουρα οι σχέσεις μας από δω και πέρα θα ήταν πιο στενές.
Ξεκινάμε και τον παρατηρούσα με την άκρη του ματιού. Ήταν ιδρωμένος, ξαναμμένος από το στρες και του προσέφερα μερικά χαρτομάντηλα να σκουπίσει το μέτωπό του. Μου είπε ότι όλοι οι συνάδελφοί του έμεναν στο χωριό και ότι αν δεν τον εξυπηρετούσα θα αναγκαζόταν να πάρει ταξί. Με ευχαρίστησε προκαταβολικά και απαντούσα τυπικά γιατί η προσοχή μου είχε πέσει στο βλέμμα του. Εκείνη τη στιγμή παρατήρησα πως είχε γαλάζια μάτια μέσα σε ένα σκληρό αρρενωπό πρόσωπο. Από το υπηρεσιακό του πουκάμισο μπορούσα να διακρίνω ένα τριχωτό στέρνο και αυτό με άναβε περισσότερο. Καθισμένος δίπλα του χάζευα την κοιλίτσα του και σκεφτόμουν πώς να συσφίξω ακόμη περισσότερο τις σχέσεις μας.
Τον έλεγαν Γιώργο, ήταν παντρεμένος με 2 παιδιά και του άρεσε το χωριό αλλά προς το παρόν δε μπορούσε να μείνει εκεί λόγω της οικογένειας. Δυστυχώς πιο κάτω δε μπορούσα να δω. Έκρυβε το επίμαχο σημείο με το πηλίκιο του, μια κίνηση που δήλωνε την αμηχανία και την επιφυλακτικότητά του. Κάποια στιγμή το πετάει προς το παρμπρίζ και επιτέλους βλέπω του φούσκωμα στο παντελόνι του. Αν και δε μπορούσα να καταλάβω πολλά, ήταν ένα χάρμα οφθαλμών. Το τριχωτό χέρι του με τα χοντρά δάχτυλα ξεκουραζόταν στο μηρό του και ίσα που ακουμπούσε το εργαλείο του. Κάποια στιγμή παρατηρεί τα μπράτσα μου και με ρωτάει αν γυμνάζομαι και που και πως και τα σχετικά. Παίρνω το θάρρος και του λέω ότι αν και όποτε θελήσει να μου τηλεφωνήσει και να αναλάβω την καθοδήγηση και την προπόνησή του. Απαντάει ένα… «Καλά θα ήταν» και γυρνάει προς το παράθυρο.
Είχα αρχίσει να ανάβω άσχημα και ο πούτσος μου να διαμαρτύρεται μέσα στο ασφυκτικό μου blue jean. Συνεχίσαμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων μέχρι που μου ζήτησε να κάνω μια στάση για να κατουρήσει. Ο δρόμος ήταν έρημος, μέσα σε δάσος και σπάνια θα περνούσε αυτοκίνητο από εκεί. Βρήκα ένα ξέφωτο και πάρκαρα πλαγίως ώστε να έχω την κατάλληλη θέα από το καθρεφτάκι του συνοδηγού. Ο υπαστυνόμος βγήκε έξω και για καλή μου τύχη δε γύρισε την πλάτη. Έχοντας την αίσθηση ότι εγώ δεν κοιτάω ξεκουμπώνει το φερμουάρ και αφήνει να πέσει έξω ένα χορταστικό και χοντρό εργαλείο. Ήταν απόλαυση να βλέπεις αυτόν το σωματώδη άντρα να κατουράει στη φύση. Εγώ κοιτούσα μέσα απ τον καθρέφτη και κάποια στιγμή συναντώνται τα βλέμματά μας. Ένιωσα τόση ντροπή που γύρισα το βλέμμα αμέσως μπροστά και κείνος διακριτικά γυρνάει με την πλάτη προς εμένα μέχρι να τελειώσει. Είχα θυμώσει με τον εαυτό μου και καθώς πλησίαζε στο αυτοκίνητο κουμπώνοντας το φερμουάρ, σκεφτόμουν τι δικαιολογία θα βρω να πω αν μου ζητούσε το λόγο. Δεν έκανε κανένα σχόλιο και απλά συνεχίσαμε σα να μη συνέβη τίποτα.
Το χέρι του πάλι ακουμπισμένο στο επίμαχο σημείο αλλά αυτή τη φορά ήταν πιο τολμηρός. Μου φάνηκε πως το χάιδευε αλλά που να τολμήσω να κοιτάξω. Ευτυχώς ο δρόμος ήταν γεμάτος στροφές και πήγαινα πολύ αργά. Δεν ήθελα να τελειώσει αυτή η διαδρομή. Κάποια στιγμή βεβαιώθηκα. Χάιδευε τον πούτσο του με τον αντίχειρα, που απ’ ό,τι μου φάνηκε είχε αρχίσει να φουσκώνει. Ο δικός μου πούτσος κόντευε να εκραγεί. Όσο μάλιστα κοιτούσα προς το μέρος του, τόσο η κίνησή του ήταν πιο ξεκάθαρη έως και προκλητική. Τώρα πια τον χούφτωνε κανονικά αφήνοντάς τον να διαγραφεί μέσα απ το παντελόνι του, καθώς τεντώνονταν μπροστά απλώνοντας τα πόδια του. Ήταν φανερό ότι του είχε σηκωθεί. Τότε σκέφτηκα να σταματήσω κι εγώ για δήθεν κατούρημα για να κερδίσω χρόνο. Αφήνω πάλι το αυτοκίνητο έτσι ώστε τώρα πια να με βλέπει εκείνος. Πηγαίνω προς το δέντρο και πάντα γυρισμένος προς το μέρος του τον βγάζω έξω σηκωμένο και σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Με μεγάλη μου ικανοποίηση βλέπω ότι με παρακολουθεί απ τον καθρέφτη. ‘‘Τώρα μία σου και μία μου‘‘ σκέφτομαι.
Δυσκολευόμουν να κατουρήσω και τον βλέπω να ανοίγει την πόρτα, να βγαίνει έξω και να κατευθύνεται προς το μέρος μου. Δεν έκανα καμία κίνηση να κρύψω τη στύση μου.
- Ας κάνουμε ένα τσιγαράκι εδώ στη φύση, μου λέει.
Ανάβει τσιγάρο με το βλέμμα του καρφωμένο στον πούτσο μου.
- Σηκωμάρες ε;
- Ναι…
του λέω μη μπορώντας να πω τίποτε άλλο απ’ την καύλα.
- Ε και τι κάθεσαι; παίξε μια μαλακία. Θα σου κάνω παρέα. Μην κολώνεις, άντρες είμαστε και καταλαβαινόμαστε…
και πριν προλάβει να ολοκληρώσει τη φράση έχει ήδη βγάλει έξω το χοντρό του εργαλείο που σηκωμένο δεν ήταν τεράστιο σε μέγεθος αλλά έβαζα στοίχημα ότι το χέρι μου δε θα μπορούσε να το κλείσει. Με πλησίασε και μου είπε συνωμοτικά στο αφτί.
- Πάμε πιο μέσα, μην περάσει κανείς και γίνουμε ρόμπες.
Κλειδώνω το αμάξι και κατευθυνόμαστε βαθιά μέσα στο πυκνό δάσος με τις πούτσες σηκωμένες να χοροπηδάνε από καύλα. Βεβαιωνόμαστε ότι είμαστε απόλυτα μόνοι μας. Χωρίς δεύτερη σκέψη του τον χουφτώνω και αρχίζω να του την παίζω. Ήταν πέτρα και με δυσκολία μπορούσα να φέρω βόλτα αυτόν τον πούτσο. Μου πιάνει και αυτός τη δική μου και με πιο αργές κινήσεις μου την έπαιζε.
- Μη βιάζεσαι…
μου είπε βαριανασαίνοντας και νιώθω στα χείλη μου τα δικά του. Χαθήκαμε σε ένα παθιάρικο φιλί με το μουστακαλή υπαστυνόμο και οι γλώσσες μας πάλευαν η μία με την άλλη να σβήσουν το πάθος. Οι πούτσες μας τρίβονταν μεταξύ τους καθώς τα χοντρά μας πουτσοκέφαλα πίεζαν το ένα το άλλο.
- Καυλιάρη μπρατσαρά μου με τρελαίνεις, μου λέει…
και μου φιλούσε τα μπράτσα. Με μια αποφασιστική κίνηση μου τραβάει το μπλουζάκι δείχνοντάς μου ότι με διατάζει να το βγάλω. Υπάκουσα πρόθυμα και χύθηκε πάνω μου γλείφοντας μου το στήθος και τις ρώγες. Κατευθύνεται προς τα κάτω και του δείχνω ότι θέλω να βγάλει και κείνος το πουκάμισό του. Διστάζει λίγο αλλά τελικά το βγάζει όπως και το φανελάκι. Τώρα μπορούσα να απολαύσω εκείνο το δασύτριχο αρρενωπό στέρνο, που μύριζε ιδρώτα και αποσμητικό καθώς το φιλούσα. Εκείνος μου χάιδευε το κεφάλι και με κατεύθυνε προς τα κάτω. Άνοιξα τα κουμπιά του παντελονιού του, που έπεσε κάτω αφήνοντάς τον μόνο με το σώβρακο. Πήρα τον πούτσο του στο στόμα μου και με αργές κινήσεις προσπαθούσα να τον καυλώσω ακόμη περισσότερο. Το έπαιρνα σιγά, σιγά στο στόμα αλλά από ένα σημείο και μετά ήταν αδύνατο λόγω της διαμέτρου αυτού του εργαλείου. Εκείνος βόγκαγε και με παρότρυνε για ακόμη περισσότερο. Μου έσπρωχνε το κεφάλι για να τον πάρω βαθιά όσο περισσότερο γινόταν. Είχε μεγάλα και βαριά αρχίδια και τριχωτά μπούτια.
Με σηκώνει επάνω και αρχίζουμε πάλι να φιλιόμαστε απεγνωσμένα θέλοντας να χορτάσουμε ο ένας τον άλλον. Γονατίζει κάτω, μου κατεβάζει λίγο το παντελόνι και αρχίζει να μου τον παίρνει στο στόμα του. Βλέπω την τριχωτή του πλάτη και τρελαίνομαι από καύλα. Αυτός ο άντρας είναι γορίλας. Ήμουν τόσο καυλωμένος που κόντευα να χύσω στο στόμα του. Τον απομακρύνω και σταματάω για λίγο γιατί ήμουν έτοιμος. Εκείνος το κατάλαβε, σηκώνεται όρθιος και αρχίζει να παίζει τον πούτσο του πάνω στο δικό μου. Τρίβουμε τα κατακόκκινα πουτσοκέφαλα μας, ενώ φιλιόμαστε και είμαστε έτοιμοι να τα δώσουμε.
- Περίμενε, του λέω. Θέλω να σε κάνω να χύσεις απ τα δικά μου χέρια.
- Έλα καυλιάρη, μου λέει… κάνε το μπάτσο σου να χύσει.
Μου είχε παραδοθεί. Γονατίζω και με μεγάλη δεξιοτεχνία και μερικά τσιμπούκια του τον έπαιζα μέχρι που ένιωσα ότι όπου να ναι μου τα δίνει. Βγάζει μια κραυγή φωνάζοντας…
- Παρ’ τα άντρα μου παρ’ τα μπρατσαρά μου…
και νιώθω μια σειρά από δυνατές ριπές να εκτοξεύονται στο πρόσωπό μου από το περίστροφό του.
Έμεινα εκεί και εκείνος έχωνε τις χοντοδαχτυλάρες του στο στόμα μου αναγκάζοντάς με να δοκιμάσω τα χύσια του. Μετά με σηκώνει όρθιο και με το χέρι του μέσα στα χύσια τα πασαλείβει στον πούτσο μου. Αρχίζει να μου την παίζει ενώ φιλιόμαστε και δεν άντεξα άλλο. Εκείνος με εμψύχωνε.
- Χύσε άντρα μου, χύσε μωρό μου για πάρτη μου.
Με μια εκπνοή κι εγώ φωνάζοντας «παρ’ τα ρε υπαστυνόμε, όλα για σένα καυλιάρη μου» άδειασα πάνω στον πεσμένο του πούτσο το βαρύ μου φορτίο. Μείναμε όρθιοι και γυμνοί για μερικά δευτερόλεπτα και μετά ξεσπάσαμε σε νευρικά γέλια. Τότε ανακαλύψαμε ότι δεν είχαμε τίποτε να σκουπιστούμε, αλλά δε μπορούσαμε και να ντυθούμε έτσι γιατί ήμασταν μέσα στα χύσια. Τελικά σκουπιστήκαμε με τα σώβρακά μας και ντυθήκαμε χωρίς αυτά. Ο μπάτσος δε μπορούσε να πάει με το βρακί στο χέρι στο σπίτι του και τότε του ζήτησα να μου το χαρίσει. Μου το έτριψε παιχνιδιάρικα στο πρόσωπο και μου είπε να το έχω και να τον θυμάμαι.
- Φυσικά δε βιαζόμουν για τη Χαλκίδα αλλά ήταν μια πρόφαση για να με πας εσύ και να γνωριστούμε…
μου είπε καθώς άναβε τσιγάρο.
Στην υπόλοιπη διαδρομή ανταλλάξαμε τηλέφωνα και μου είπε ότι θα με προτιμούσε σε ένα κρεβάτι για να κάνουμε περισσότερα. Ήμουν πανευτυχής γιατί η συνέχεια αναμενόταν πιο συναρπαστική.
(Copyright protected OW ref: 22272)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.