- Χριστόφορος: Καλώς τον μικρό.
- Δημήτρης: Πού είσαι ρε συ;
Μόλις είχα συνέλθει πλήρως.
- Δημήτρης: Έλα λίγο να σου πω θέλω βοήθεια.
Πήγαμε παρακεί. Είχαμε κενό εκείνη την ώρα και όπως περνούσε από τα γραφεία των καθηγητών είδε τον καθηγητή που μας έκανε άλγεβρα και γεωμετρία να βγάζει φωτοτυπίες και μου είπε ότι θα μας έβαζε απροειδοποίητο, αλλά δεν είχε διαβάσει και κάτι έπρεπε να κάνουμε. Ο Χριστόφορος μας έδωσε την ιδέα για το σκονάκι.
Άλγεβρα είχαμε και είχε φέρει το βιβλίο μαζί του ο Δημήτρης. Με τη βοήθεια του Χριστόφορου γράψαμε κάτι τύπους και αποδείξεις σε χαρτάκια και τα βάλαμε στα μανίκια μας. Ο Δημήτρης συνέχισε, αν και ήταν παγωμένος απ το άγχος όπως είπε, και έγραψε ένα ακόμα χαρτάκι και το έβαλε στην κάλτσα του.
- Δημήτρης: Δεν έχω διαβάσει τίποτα άλγεβρα ρε συ, βαρέθηκα κι επειδή με σήκωσε στον πίνακα την προηγούμενη φορά…
- Χριστόφορος: Είπες να μην διαβάσεις;
- Δημήτρης: Ναι. Πού να το ‘ξερα; Θα με σκοτώσει ο πατέρας μου αν δε γράψω καλά.
Κι αυτό ήταν αλήθεια. Εν μέρει. Ο Δημήτρης είχε αυστηρούς γονείς, πατέρα στρατιωτικό και έπρεπε πάντα να είναι διαβασμένος και άριστος μαθητής. Μπήκαμε και γράψαμε όντως απροειδοποίητο. Αλλά ο μαλάκας ο καθηγητής μας είχε χωρίσει σε Α και Β, σε κάθε θρανίο, με διαφορετικά θέματα για να μη μπορούμε να αντιγράψουμε. Χαράμι οι κόποι μου για το σκονάκι, τίποτα δεν έπεσα, αλλά έγραψα καλά. Όμως όλη την ώρα ο μαθηματικός ήταν πάνω απ το θρανίο μας, λες και μας είχε καταλάβει. Πάντως δεν μπόρεσα να βγάλω τα χαρτάκια απ τα μανίκια μου. Αλλά και να τα έβγαζα, άχρηστα ήταν.
Την άλλη μέρα κάποιος σφύριξε στον Δημήτρη ότι ήρθε ο πατέρας του στο σχολείο. Αμέσως πάγωσε και όπως στεκόταν δίπλα μου, μου είπε να πάμε κυλικείο. Αν και βαριόμουν, ακολούθησα, αλλά ξαφνικά στις σκάλες άρχισε να μου λέει «σε παρακαλώ βοήθα με» και ήταν έτοιμος να κλάψει. Πήγαμε κοντά στην αίθουσα πληροφορικής και πάλι άρχισε να κλαψουρίζει σχεδόν «κάναμε μαλακία χθες. Μας κατάλαβε ο μαθηματικός».
- Εγώ: Α γι αυτό ήταν όλη την ώρα στο θρανίο μας;
- Δημήτρης: Ναι!
- Εγώ: Αφού δεν έβγαλα τα χαρτάκια απ τα μανίκια μου, πώς;
- Δημήτρης: Εγώ τα έβγαλα!
- Εγώ: Κάναμε σκονάκια τις βλακείες.
- Δημήτρης: Ναι!
- Εγώ: Τίποτα απ αυτά δε μας έβαλε.
- Δημήτρης: ναι… αλλά εμένα με έπιασε.
- Εγώ: τι;
- Δημήτρης: Ναι!
- Εγώ: Πώς;
- Δημήτρης: έλυσα τις 2 ασκήσεις σωστά και στην τελευταία ήθελα να δω μια απόδειξη που την είχα γράψει στο χαρτί που έκρυψα στην κάλτσα μου. Και όπως το τράβηξα και το ανέβασα στο θρανίο, ήρθε από δίπλα μου, έβαλε το χέρι του πάνω στο δικό μου και το πήρε ενώ όταν τον κοίταξα μου έκανε «σ…».
- Εγώ: πότε ρε συ έγιναν όλα αυτά;
- Δημήτρης: Ευτυχώς δε με ρεζίλεψε. Και στο τέλος με έπιασε και μου είπε ότι δε θα μου μηδενίσει το γραπτό γιατί δεν πρόλαβα να δω το σκονάκι αλλά και γιατί είχα γράψει πράγματα που δεν χρειαζόταν για το διαγώνισμα.
- Εγώ: πω… ρε συ, τι γκαντεμιά;
- Δημήτρης: δεν είναι μόνο αυτό
- Εγώ: ναι κι εμένα δεν μου χρειάστηκε τίποτα από τύπους κι αποδείξεις, τζάμπα τα κάναμε.
- Δημήτρης: Δεν είναι μόνο αυτό είπα…
κι εκεί σχεδόν άρχισε να ψιλοκλαίει.
- Εγώ: Τι άλλο είναι;
- Δημήτρης: Τώρα κάλεσε τον πατέρα μου κι όταν το μάθει θα με σκοτώσει.
- Εγώ: Σιγά μωρέ, δεν πειράζει, πες του όπως έγινε το σκηνικό κι ότι δεν πρόλαβες να δεις τίποτα και πες ότι λυπάσαι κι ότι δεν θα το ξανακάνεις και τα γνωστά.
- Δημήτρης: Δεν είναι έτσι όμως ο δικός μου.
- Εγώ: Ε… άντε δε θα βγεις 1-2 Σάββατα έξω.
- Δημήτρης: Μακάρι να 'ναι μόνο αυτό!
- Εγώ: Έλα πάμε γιατί χτύπησε κουδούνι και η χημικός δε θέλει να αργούμε.
Το ίδιο σκηνικό συζήτησης συνεχίστηκε και στο επόμενο διάλειμμα. Το μεσημέρι ήταν σχεδόν χλωμός όταν φεύγαμε και μου βγήκε να του πιάσω την πλάτη και να τον χαϊδέψω λίγο λέγοντάς του ότι όλα θα πάνε καλά. Όπως έπιασα την πλάτη του, ένιωσα να καυλώνω. Από κείνη τη στιγμή άρχισα να βλέπω ερωτικά το Δημήτρη. Ήταν ελάχιστα πιο κοντός από μένα, πιο αδύνατος και καστανόξανθος. Παρατήρησα ένα μικρό φούσκωμα στη γκρι του φόρμα εκεί που έκρυβε τον πούτσο του, ενώ όπως τον παρατηρούσα, φανταζόμουν το ολοστρόγγυλο πεταχτό κωλαράκι του… πώς θα ήταν άραγε τελείως γυμνό; Θα είχε τρίχες ή όχι; Τράβηξα δυο μαλακίες για πάρτη του.
Την άλλη μέρα ο Δημήτρης δε μιλιόταν. Στο μεταξύ η Ρία, που γούσταρε το Δημήτρη, ήρθε κάποια στιγμή δίπλα μου και άρχισε να μιλάει και να μου λέει βλακείες, ώσπου κάποια στιγμή μου είπε ότι η Κατερίνα, που με γούσταρε αλλά δεν είχε δείξει κάτι, ήθελε να της δώσω το τετράδιο μου να δει κάτι. Κάπως έτσι άρχισα να μιλάω με την Κατερίνα.
Όλη μέρα ο Δημήτρης σχεδόν αμίλητος. Το μεσημέρι τον πήρε ο πατέρας του απ’ το σχολείο.
Την άλλη μέρα έσκασε ένα κενό. Βάζοντας στην τσάντα μου τα βιβλία, είδα ένα χαρτάκι, το άνοιξα και έγραφε «έλα να σου πω ένα μυστικό στο γυμναστήριο» ανυπόγραφο. Το έδειξα στο Δημήτρη και με τα χίλια ζόρια τον πήρα και πήγαμε έξω απ’ το γυμναστήριο. Ήταν κλειστό γιατί δεν είχε κανείς γυμναστική. Έτσι θα βλέπαμε ποιος μου το έγραψε. Ήταν σκατά ο Δημήτρης και δεν έκανε κάτι να το κρύψει. Με τα πολλά κι αφού βεβαιωθήκαμε ότι ήμασταν μόνοι μας μου είπε γιατί ήταν έτσι. Ο μαθηματικός είχε φωνάξει τον πατέρα του, του πε για το σκονάκι και του το έδειξε. Και του πε μάλιστα ότι θα του έβαζε χαμηλότερο βαθμό για να τιμωρηθεί για το σκονάκι για να μην ξανακάνει. Και μετά στο σπίτι τον σάπισε στο ξύλο και σχεδόν δε μπορούσε να κάτσει απ τον πόνο. Χώρια που για ένα μήνα του απαγόρευσε τις εξόδους.
Εκεί τον λυπήθηκα πραγματικά και άρχισα να προσπαθώ να κοιτάξω τον κώλο του και καύλωσα. Ασυναίσθητα του έπιασα τον κώλο με το χέρι μου και του είπα πως ότι θέλει μπορεί να μου το λέει και δεν θα το πω πουθενά. Άλλωστε κι αυτός ήξερε το δικό μου μυστικό που είχα αρχίσει να καπνίζω.
Άρχισα κάθε μέρα να τον σκέφτομαι και να τραβάω μαλακία για την πάρτη του. Κι όσο σκεφτόμουν ότι δεν είχε αντιδράσει όταν του πιασα τον κώλο άρχισα να σκέφτομαι ότι ίσως γουστάρει κι αυτός.
Το μυστήριο με το χαρτάκι για το γυμναστήριο δεν λύθηκε. Ακολούθησαν κι άλλα δύο χαρτάκια παρόμοια και όταν πήγαινα δεν εμφανιζόταν κανείς.
Πέρασε μια βδομάδα και οι δικοί μου έφυγαν για μερικές μέρες στην θεία μου που παντρευόταν για τις ετοιμασίες. Έμεινα μόνος στο σπίτι (και 2 ορόφους παρακάτω οι παππούδες μου). Είχαμε εργασία σ ένα μάθημα εγώ, η Κατερίνα, ο Δημήτρης και ο Γιάννης, ένα χημείο. Κανονίσαμε να βρεθούμε Παρασκευή απόγευμα σπίτι μου. Η Κατερίνα ήρθε αρκετά νωρίτερα δήθεν επειδή μπερδεύτηκε κι εκεί μου έδειξε ότι με γούσταρε και με κολάκευσε. Ωστόσο νωρίτερα ήρθε κι ο Δημήτρης κι έτσι έμεινε στη μέση. Περιμέναμε το Γιάννη που άργησε και χαζολογούσαμε. Τελικά τελειώσαμε την εργασία κι έφυγε ο Γιάννης με το παπάκι του και πήρε μαζί την Κατερίνα. Ο Δημήτρης έμεινε και τότε άναψα τσιγάρο.
- Εγώ: Δεν ήξερα ότι είναι τόσο αυστηροί οι δικοί σου κι ότι σε χτυπάνε ακόμα.
- Δημήτρης: Είναι πολύ αυστηροί.
- Εγώ: Λυπάμαι… δεν προσπάθησες να τους πεις ότι είχες διαβάσει; Κάτι να υπερασπίσεις τον εαυτό σου;
- Δημήτρης: Δεν πιάνουν αυτά.
- Εγώ: Τι σας έπιασε σήμερα και ήρθατε νωρίτερα;
- Δημήτρης: Τι ώρα ήρθε η Κατερίνα;
- Εγώ: Κάνα δεκάλεπτο πριν από σένα… κι εσύ ήρθες σχεδόν μια ώρα πιο νωρίς.
- Δημήτρης: Ήθελα να βγω λίγο απ το σπίτι αφού είμαι τιμωρημένος και δε μπορώ να βγω αύριο βράδυ.
- Εγώ: Καλά μη νομίζεις… κι εγώ δεν θα βγω αύριο, σκότωσα το χαρτζιλίκι μου σε κάτι μπίρες και στο μπιλιαρδάδικο.
- Δημήτρης: Γιατί καπνίζεις;
- Εγώ: Γιατί γουστάρω… θες να σου δώσω ένα;
- Δημήτρης: Όχι! Ά… πα, πα!
- Εγώ: Σιγά ηρέμησε! Θα μας γαμήσεις κιόλας;
- Δημήτρης: Γιατί μου έπιασες τον κώλο;
- Εγώ: Πότε;
- Δημήτρης: Την προηγούμενη βδομάδα. Εκεί έξω απ’ το γυμναστήριο.
- Εγώ: … δε θυμάμαι.
- Δημήτρης: Έλα που δε θυμάσαι. Μου έπιασες με το χέρι σου τον κώλο και μου τον χάιδεψες.
- Εγώ: Και γούσταρες;
- Δημήτρης: Ναι!
- Εγώ: Ναι;
- Δημήτρης: Όχι ήθελα να πω!
- Εγώ: Όχι;
- Δημήτρης: Δεν είναι αυτό το θέμα μας.
- Εγώ: Γούσταρες ή όχι;
- Δημήτρης: Εσύ γούσταρες ή όχι;
- Εγώ: Γούσταρα γαμώτο!
- Δημήτρης: Κι όταν μου έπιασες την πλάτη γούσταρα κι ήθελα να σου κάνω το ίδιο.
- Εγώ: Καν' το.
Τότε ο Δημήτρης ήρθε δίπλα μου και το ένα του χέρι έπιασε την πλάτη μου ενώ το άλλο τον κώλο μου. Εγώ με τη σειρά μου έβαλα το χέρι μου στον κώλο του και σε λίγο το πήρα και το έβαλα στον πούτσο του. Έτσι όπως καθόμασταν στον καναπέ, έβαλε όλη τη δύναμή του και με έβαλε να πέσω ξαπλώνοντας ανάσκελα στον καναπέ κι αυτός ήρθε από πάνω μου. Ξάπλωσε πάνω μου και τότε τα χέρια μου πήραν το κεφάλι του και το κατέβασαν στο δικό μου και ενώθηκαν τα στόματά μας. Έτσι κάπως αρχίσαμε να δίνουμε το πρώτο μας γλωσσόφιλο. Ενώ φιλιόμασταν, τα χέρια μου άφησαν το κεφάλι του και πήγαν πάνω στον κώλο του. Χτύπησε το σταθερό και μας διέκοψε. Ήταν η μάνα του Δημήτρη, σε λίγο θα ερχόταν να τον πάρει. Έτσι σταματήσαμε ξαφνικά. Από τότε άρχισα να βαράω συνέχεια μαλακία για το Δημήτρη.
Κάθε μέρα μιλάγαμε με το Δημήτρη και προσπαθούσα να τον ψήσω να ζητήσει απ' τους δικούς του να του επιτρέψουν να έρθει να μείνει ένα βράδυ σπίτι μου, δήθεν για να τελειώσουμε την εργασία και επειδή ήμουν μόνος μου. Τελικά ένα απόγευμα ήρθε σπίτι μου φέρνοντας τη τσάντα του κι ένα σάκο με πυτζάμες. Αφού διαβάσαμε τα μαθήματα και βεβαιωθήκαμε ότι δεν θα ξαναρχόταν η γιαγιά μου, πήγαμε στο δωμάτιό μου και καθίσαμε στο κρεβάτι. Αρχίσαμε να βγάζουμε τα ρούχα μας ώσπου έμεινα εγώ τελείως γυμνός κι ο Δημήτρης φόραγε μόνο τις κάλτσες του.
- Εγώ: Βγάλε ρε συ και τις κάλτσες.
- Δημήτρης: Κρυώνουν τα πόδια μου.
Εκεί αντίκρισα για πρώτη φορά τον πούτσο του και άρχισα να τον παρατηρώ, ενώ αυτός παρατηρούσε τον δικό μου. Από μόνος του έσκυψε και πλησίασε τον πούτσο μου και άρχισε να μου τον γλείφει. Σύντομα καύλωσα τέντα κι έγινα τούρμπο.
- Εγώ: Θέλεις να κάνουμε σεξ;
- Δημήτρης: Ναι… εσύ;
- Εγώ: Ναι…
είπα και πήγα στο μπάνιο. Ήρθε από πίσω μου και μου χούφτωνε τον κώλο. Πήρα μια κρέμα που βρήκα κι ένα σαμπουάν και πήγαμε πίσω στο δωμάτιο. Μου πήρε λίγο ακόμα πίπα και μετά κάθισα στο κρεβάτι και τον ξάπλωσα μπρούμυτα πάνω στα γόνατά μου, άνοιξα το σχεδόν άτριχο κωλαράκι του και έριξα μπόλικη κρέμα. Άρχισα να του βάζω στην τρυπούλα του κρέμα με το δάχτυλό και ο Δημήτρης βόγκαγε. Άρχισε να κουνιέται μπρος πίσω επειδή έτσουζε αλλά η τριβή της πούτσας του στα γόνατά μου την έκανε να θεριέψει. Τότε με το ένα χέρι μου τον έπιασα απ’ τον σβέρκο και έχωσα το δάχτυλό μου πιο βαθιά στον κώλο του. Προσπάθησε να ξεφύγει αλλά ήταν αδύνατον. Του έβαλα κι άλλη κρέμα κι άλλη κρέμα και έδειχνε η στενή τρυπούλα του σχεδόν άτριχου κώλου του να ανοίγει και να μην πονάει πια. Έτσι όπως ήμασταν, τον ανασήκωσα λίγο και βγήκα, τον άφησα να είναι ξαπλωμένος μπρούμυτα και πήγα από πάνω του. Του έκλεισα τα μπούτια και τα πόδια και σχεδόν ξάπλωσα πάνω του έτσι που ο πούτσος μου να είναι στην κωλοχαράδρα του και τον αγκάλιασα.
Αρχίσαμε να ανασαίνουμε πιο βαθιά και του έγλειψα το αυτί λέγοντάς του ότι θέλω να τον γαμήσω. Σηκώθηκα στα γόνατά μου και άνοιξα τα κωλομάγουλα του βλέποντας την τρύπα του και οδήγησα τον πούτσο μου εκεί. Έχω πούτσο κανονικό σε μέγεθος αλλά αρκετά χοντρό. Έτσι όταν του έβαλα το πουτσοκέφαλο πόνεσε. Προσπάθησε να ξεφύγει αλλά ήταν αδύνατο. Μου έλεγε ότι πονάει και ότι θέλει να τον αφήσω. Αντί γι αυτό όμως ένιωσα τον πούτσο μου να σκληραίνει περισσότερο κι ένιωσα να καυλώνω αφάνταστα έτσι όπως με παρακάλαγε. Πήγε με τα χέρια του να ανοίξει τα κωλομάγουλα του αλλά τον πρόλαβα κι έπεσα πάνω του με το σώμα μου ενώ τα χέρια μου έπιασαν τα χέρια του. Χωρίς να το επιδιώκω του έχωσα τον μισό πούτσο μέσα και το κατάλαβα μόνο από τα βογκητά και τους πόνους του.
- Δημήτρης: Μη, όχι άλλο… ένα διάλειμμα!
Εγώ δεν μίλαγα, μόνο έμεινα ακίνητος. Τα χέρια μου, πιο δυνατός καθώς ήμουν, επιβλήθηκαν στα χέρια του και τα εγκλώβισα στο κεφάλι του κοντά. Ο κώλος του αντισκετόταν στην πίεση του πούτσου μου. Προσπαθούσε καθώς σφιγγόταν να με βγάλει, αλλά δεν γινόταν. Η παρθένα του τρυπούλα είχε αρχίσει να ξεπαρθενεύεται και όσο σφιχτή κι αν ήταν, δεν θα την άφηνα. Δε θυμάμαι τι μου έλεγε, αλλά είχα καυλώσει τρελά, ενώ λίγο-λίγο του έβαζα και τον υπόλοιπο πούτσο μου μέσα του. Άρχισα να του γλείφω το αυτί και να του λέω ότι γουστάρω που κάνουμε σεξ. Άρχισα να μπαινοβγαίνω μέσα του. Ήταν ζόρικα γιατί ήταν στενός αλλά και σφιγγόταν. Πολύ γρήγορα ένιωσα την ψωλή μου να τινάζεται και να αρχίζει να του χύνει τον κώλο. Έχυσα μέσα του και μόλις τέλειωσα το χύσιμο και χαλάρωσα, ένιωσα έναν πόνο στον πούτσο απ’ το σφίξιμο που με πέταξε έξω απ την τρύπα του. Μόλις τον είχα ξεπαρθενέψει και δεν το πίστευα ακόμα. Έτσι όπως ήμουν χαλαρός, με μια κίνηση του κορμιού του γύρισε και με έριξε από πάνω του, ευτυχώς ήμουν ακόμα στο στρώμα και δεν έπεσα στο κρεβάτι.
Πήγαμε τουαλέτα εγώ για κατούρημα κι ο Δημήτρης για να δούμε τον κώλο του. Άνοιξα τα κωλομέρια του και είδαμε την τρύπα του, ήταν κατακόκκινη. Μου είπε ότι έτσουζε πολύ αλλά του έπιασα το κεφάλι και το ένωσα με το δικό μου και έληξε το θέμα με ένα γλωσσόφιλο.
Γυρίσαμε στο δωμάτιο και ξαπλώσαμε στο κρεβάτι. Είπε ότι ήρθε και η ώρα μου να τον φάω. Με έβαλε πάνω στα γόνατά του και μου έριξε δυο σφαλιάρες στον κώλο μου και μου άνοιξε με τα χέρια του τα κωλομάγουλα. Έριξε σαμπουάν και κρέμα και γέμισε η κωλοχαράδρα μου. Με το δάχτυλο του άρχισε να μου βάζει μέσα στην τρυπούλα. Στην αρχή έτσουζε αλλά μετά μου άρεσε. Όμως με είχε γεμίσει σαμπουάν και πήγα στο μπάνιο λίγο να καθαριστώ, σκούπισα το σαμπουάν που είχε φτάσει μέχρι τα μπούτια μου και γύρισα πίσω. Στεκόταν όρθιος και μου είπε να γονατίσω.
- Εγώ: Γιατί δεν βγάζεις τις κάλτσες;
- Δημήτρης: Κρυώνω σου είπα. Γλείψε μου την πούτσα .
Άρχισα να του γλείφω τη μισοσηκωμένη πούτσα του. Ήταν αρκετά μακριά και ευτυχώς όχι πολύ χοντρή σαν τη δικιά μου. Είχε και αρκετές τρίχες ειδικά στα αρχίδια που με έπνιγαν.
- Δημήτρης: Θέλω να σε γαμήσω, σειρά μου.
- Εγώ: Σειρά μου μωρό μου.
Με έβαλε να ξαπλώσω ανάσκελα απ' την μέση και πάνω στο κρεβάτι και με πλησίασε, σήκωσε τα πόδια μου στους ώμους του και τα άνοιξε. Τώρα η πούτσα του ακουμπούσε στη δικιά μου που είχε αρχίσει πάλι να καυλώνει. Με βοήθησε να ανοίξω τον κώλο μου και οδήγησε τον πούτσο του στην τρυπούλα μου. Ένιωσα έναν έντονο πόνο όταν μου τον έβαλε αλλά ένιωσα να με κρατάει με όλη του την δύναμη. Προσπάθησα να ξεφύγω αλλά ήταν αδύνατο. Έτσουζε και τον παρακαλούσα να με αφήσει αλλά αντί γι' αυτό ένιωσα τον πούτσο του να μπαίνει ολόκληρος στην τρύπα του κώλο μου. Δεν περίμενε καθόλου και μου τον έβαλε ολόκληρο, ενώ ο κώλος μου αντιστεκόταν στις πιέσεις της ψωλής του, αλλά μάταια. Σφιγγόμουν γιατί πόναγα και πήρα ένα μαξιλάρι για να δαγκώνω, σφιγγόμουν που πόναγα αλλά δεν έβγαινε. Η σφιχτή παρθένα τρύπα μου έκαιγε. Τον ένιωσα να τεντώνεται και αισθάνθηκα τα χέρια του να χαϊδεύουν τα κωλομέρια μου.
- Δημήτρης: Κώλο μωρού έχεις αγορίνα μου…
μου είπε ενώ εγώ δάγκωνα το μαξιλάρι. Ένιωθα τον πούτσο του να με ανοίγει, όπως πριν από λίγο ο δικός μου πούτσος άνοιγε την τρυπούλα του. Όταν άρχισε να μπαινοβγαίνει, ο πόνος έγινε αφόρητος. Άρχισα να εύχομαι να σταματήσει και να τον παρακαλάω να βγει, αλλά τίποτα. Μου είπε να δαγκώσω το μαξιλάρι. Όσο περισσότερο έμπαινε τόσο πιο πολύ σφιγγόμουν και πονούσα. Νόμιζα ότι θα μου σκίσει τον κώλο. Ξαφνικά μπήκε όλος μέσα μου κι έμεινε ακίνητος.
- Δημήτρης: Τι έχεις μέσα στον κώλο σου;
Δεν είπα τίποτα, πόναγα. Έτσι τραβήχτηκε προς τα πίσω και πάλι μου τον ξανά έχωσε ολόκληρο.
- Εγώ: Μη σταμάτα! Πονάω!
Ξαναβγήκε και ξαναμπήκε μέσα μου με φόρα, σχεδόν ζαλίστηκα
- Δημήτρης: τι έχεις μέσα στον κώλο σου;
- Εγώ: Τον πούτσο σου!
- Δημήτρης: τι έχεις μέσα στον κώλο σου;
είπε ενώ βγήκε και ξαναμπήκε με δύναμη μέσα μου
- Δημήτρης: Ποιος είναι μέσα στον κώλο σου;
- Εγώ: Ο πούτσος σου!
- Δημήτρης: Ο μικρός Δημήτρης θα λες!
- Εγώ: Ναι…
ξαναβγήκε και ξαναμπήκε μέσα μου με πιο πολύ δύναμη.
- Δημήτρης: Ποιος είναι μέσα στον κώλο σου;
- Εγώ: Ο μικρός Δημήτρης…
- Δημήτρης: Τι κάνει ο μικρός Δημήτρης μέσα στον κώλο σου;
- Εγώ: Μου γαμάει τον κώλο.
- Δημήτρης: Τι κάνει ο μικρός Δημήτρης στον κώλο σου;
- Εγώ: Μου τον γαμάει;
- Δημήτρης: Τι κάνει ο μικρός Δημήτρης μέσα στον κώλο σου;
- Εγώ: Μου παίρνει την παρθενιά.
- Δημήτρης: Γουστάρεις που σου παίρνει την παρθενιά;
- Εγώ: Ναι αχ…
τραβήχτηκε απότομα έξω και μου τον κάρφωσε πάλι με δύναμη και πόνεσα πιο πολύ
- Εγώ: Αχ…
- Δημήτρης: Σκάσε! Τι κάνει ο μικρός Δημήτρης στην τρύπα σου;
- Εγώ: Μου την ξεπαρθενεύει.
- Δημήτρης: σε ποιον ανήκει η γαμημένη τρύπα σου;
- Εγώ: Σε σένα… αχ!
Ένιωσα κάτι να σκληραίνει στον κώλο μου και αμέσως κάτι υγρό να τρέχει μέσα μου. Ένιωσα τα αρχίδια του να ακουμπάνε την τρυπούλα μου και τα χύσια του να τινάζονται βαθιά μέσα στον κώλο μου. Μόλις έχυσε, τραβήχτηκε έξω απ’ τον κώλο μου, ένιωσα ένα κενό, ένα τσούξιμο και μια ανακούφιση παράλληλα ενώ τα πόδια μου προσγειώθηκαν απότομα στο πάτωμα. Ήρθε και ξάπλωσε δίπλα μου κι αυτός όπως κι εγώ, απ την μέση και πάνω στο κρεβάτι κι ο υπόλοιπος στον αέρα.
- Δημήτρης: εδώ και μέρες ήθελα να σου ξεσκίσω τον κώλο.
- Εγώ: κι εγώ το δικό σου.
Πήγαμε στο μπάνιο και τώρα είδαμε πώς είχε γίνει η δική μου τρύπα. Ήταν κατακόκκινη και ανοιχτή και έτσουζε. Ξεπλυθήκαμε πρόχειρα κυρίως να φύγουν οι κρέμες και τα σαμπουάν και γυρίσαμε στο κρεβάτι μου. Δε χωράγαμε κι οι δυο γιατί ήταν μικρό κι έτσι καθίσαμε λίγο αγκαλιά και γυμνοί. Οι κώλοι μας πονούσαν, ιδίως ο δικός μου και οι πούτσες μας ήταν πάλι καυλωμένες. Χαϊδεύαμε ο ένας τον πούτσο του άλλου και όταν καυλώσαμε κάργα, τραβήξαμε μαλακία και χύσαμε.
Όλο αυτό δεν είχε κρατήσει περισσότερο από μιάμιση ώρα κι ας μας φάνηκε σαν αιώνας. Κοιμηθήκαμε φορώντας ο ένας το μποξεράκι του άλλου. Το τι όνειρα είδα εκείνο το βράδυ δε λέγεται.
Copyright protected OW ref: 103670
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.