Υπόθεση: Ακόμα και όταν έφυγε για λίγο ο Σταύρος από το σπίτι, το κωλαράκι του φίλου μας, δε σταμάτησε να είναι γεμάτο με πούτσα...
Προηγούμενο μέρος: Ο κύριος Σταύρος (3ο μέρος)
Τον άκουσα να βγαίνει από το μπάνιο, τα βήματά του να πλησιάζουν στον καναπέ. Εγώ, ξαπλωμένος μπρούμυτα, ένοιωθα μια τέτοια γλυκιά χαύνωση, που δεν ήθελα να κουνηθώ καθόλου. Κάθισε δίπλα μου στον καναπέ και χαϊδεύοντας τον κώλο μου, μου είπε γελώντας:
- Έλεγα να σε πάρω μαζί μου να πάμε για κάτι ψώνια που θέλω να κάνω, αλλά έτσι που σε βλέπω μου έρχεται να ξαναγδυθώ. Τέλος πάντων, πάω εγώ για τα ψώνια και θα έρθω να συνεχίσω την… περιποίησή σου μόλις τελειώσω. Θα κάνω κοντά στο δίωρο, κάνε ότι θέλεις εσύ, ξεκουράσου. Αλλά όταν γυρίσω, θέλω να σε βρω έτσι ακριβώς. Ποίημα είναι το κωλαράκι σου έτσι όπως είσαι ξαπλωμένο. Μόνο μη βγεις στον κήπο, γιατί άντε να εξηγήσω στο Σάκη από δίπλα τι κάνεις εδώ εσύ. Οκ; Άντε έφυγα.
Μόνος μου στο σπίτι λοιπόν. Πήγα και έκανα ένα ζεστό ντουζάκι, στη διάρκεια του οποίου καύλωσα φτιάχνοντας με το μυαλό μου σενάρια για τη συνέχεια. Νοιώθοντας ακόμα μισοζαλισμένος από την προηγούμενη φάση, πήγα και ξαναξάπλωσα στον καναπέ όπως με είχε αφήσει ο κύριος Σταύρος φεύγοντας. Με πήρε ο ύπνος με την σκέψη του τι θα με έβαζε να κάνω όταν γύριζε. Το μόνο που θυμάμαι ακόμα και σήμερα, ήταν ότι κοιμήθηκα καυλωμένος από τις σκέψεις αυτές, τις εικόνες που έφτιαχνα στην φαντασία μου και λίγο έκπληκτος που αυτό το «θα με έβαζε να κάνω» με ερέθιζε τόσο πολύ. Ξύπνησα με την αίσθηση που με τρέλαινε. Το κεφάλι της πούτσας του πάνω στην τρύπα μου να πιέζει ελαφρά μέσα έξω, έτοιμη να χωθεί μέσα μου πάλι. Έβγαλα ένα «μ…» ευχαρίστησης και τεντώθηκα προς τα πίσω και πάνω, προσφέροντας του το κωλαράκι μου, έτσι όπως είχα καταλάβει ότι του άρεσε. Δε με ακουμπούσε πουθενά αλλού. Ένιωθα το ένα του πόδι να πατάει στον καναπέ και το γόνατό του στην άλλη πλευρά του κώλου μου.
Καβάλημα κανονικό σκέφτηκα, νοιώθοντας να καυλώνω μόνο με τη σκέψη του πώς με έπαιρνε. Νοιώθοντας τον να χώνεται μέσα μου πολύ αργά, με πολύ ελαφρές παλινδρομικές κινήσεις, βόγκηξα και του είπα ξέροντας πόσο τον έφτιαχνε:
- Αχ… κύριε Σταύρο, δεν πρόκειται να το χορτάσω αυτό.
Ένα χέρι μου τράβηξε τα χέρια πίσω στην πλάτη μου τραβώντας τα προς τα πίσω, κάνοντας με να τεντωθώ κι άλλο, με αποτέλεσμα να χωθεί σχεδόν η μισή πουτσα μέσα μου. Έβγαλα ένα βογγητό ευχαρίστησης. Και μία άγνωστη φωνή, βραχνιασμένη, μου είπε χωρίς να σταματήσει η κίνηση μέσα μου:
- Χαίρομαι μικρέ μου. Μόνο που θα προτιμούσα να με φωνάζεις κύριο Σάκη.
Κοκάλωσα. Τρομοκρατημένος, γύρισα πίσω να τον δω. Με την κίνηση μου αυτή το μόνο που κατάφερα, ήταν να τον κάνω να χωθεί κι άλλο μέσα μου κάνοντάς με να βγάλω άλλο ένα «αχ» ευχαρίστησης χωρίς να το θέλω. Ήταν τεράστιος, τετράγωνος, πολύ ψηλός και πολύ σωματώδης σχεδόν διπλός από τον κύριο Σταύρο. Ψέλλισα ένα…
- Τι... τί κάνετε εκεί;…
που την στιγμή που το είπα κατάλαβα πόσο βλακώδες ακούστηκε. Μου απάντησε αμέσως, χαμογελώντας, χωρίς να σταματήσει δευτερόλεπτο το ελαφρό πήγαινε-έλα του μέσα μου.
- Σου γαμάω το κωλαράκι σου μικρέ μου και σε λίγο θα βογκάς όπως πριν με το Σταύρο. Με καύλωσες τρελά έτσι που έκανες πριν. Ήμουν στο παράθυρο σας έπαιρνα μάτι και τον έπαιζα, αλλά πού να φανταστώ ότι θα σε πετύχαινα έτσι μόνο σου. Τι λαβράκι έβγαλε πάλι ο Σταύρος. Να άκουγες πώς βόγκηξες στον ύπνο σου την ώρα που σου τον ακούμπησα στο κωλαράκι.
Κόντεψα να χύσω επιτόπου μόνο και μόνο από αυτό.
- Αλλά… πήγα να πω.
- Δεν υπάρχει αλλά, καυλάκι μου. Ήδη έχεις βραχνιάσει και κουνάς το κωλαράκι σου. Βλέπω ότι σου αρέσει, οπότε παρ’ τον και απόλαυσέ τον. Και έχεις να πάρεις πολύ ακόμα. Δε θα μάθει κανείς τίποτε, ούτε ο Σταύρος αν δεν θέλεις. Αλλά όπως και να χει, εγώ θα σου το ανοίξω καλά το κωλαράκι σου. Οπότε κοίτα να ηρεμήσεις, γιατί αυτό που παίρνεις τώρα, δεν έχει καμία σχέση με του Σταύρου και δεν θέλω να σε πονέσω, ok;
Όσο τα έλεγε αυτά συνέχιζε το ελαφρό πήγαινε-έλα του μέσα μου, κάνοντάς με να αρχίσω να το χάνω. Άρχιζε να με παίρνει πάλι αυτό το κύμα απόλαυσης που μου άρεσε τόσο πολύ. Και είχε δίκιο, κουνιόμουν προς τα πίσω και πάνω, βοηθώντας τον στην ουσία να μου τον βάζει κι άλλο. Κι άλλο; Πόσο; Πρέπει να ήταν μεγάλος, το ένοιωθα. Με ζόριζε, παρόλο που με είχε ανοίξει πριν λίγο ο κύριος Σταύρος..Τι ήταν αυτό; Με γαμούσε ένας άγνωστος στην ουσία άντρας κι εγώ αντί να διαμαρτύρομαι το απολάμβανα και σκεφτόμουν πόσο μεγάλο τον είχε. Δεν το πίστευα το ότι μία τέτοια κατάσταση με είχε καυλώσει τόσο πολύ. Έβαλε το δεξί του χέρι στην μέση μου, σφίγγοντας την σαν μέγγενη. Με το άλλο, μου έπιασε τα μαλλιά και τραβώντας προς τα πίσω με έκανε να λυγίσω την μέση μου. Ταυτόχρονα, με μία κίνηση, χώθηκε κι άλλο μέσα μου κάνοντας με να βγάλω άλλη μία κραυγή, αυτή τη φορά ευχαρίστησης αλλά και πόνου μαζί.
- Έτσι μπράβο μικρέ μου, φώναξε. Μου αρέσει να σε ακούω να φωνάζεις έτσι. Σαν πουτανίτσα κάνεις. Αν σταματήσεις να βογκάς και να φωνάζεις, θα σε πονέσω. Το κατάλαβες;
Με αυτό, με άλλη μία απότομη κίνηση τραβώντας με προς τα πίσω συγχρόνως και από την μέση και από τα μαλλιά καρφώνοντας με, ένοιωσα το μέσα δαχτυλίδι του κώλου μου να υποχωρεί και αμέσως να ξανασφίγγει γύρω του. «Χριστέ μου πόσος είναι;» σκέφτηκα μέσα μου την ώρα που φώναζα ένα ανακατεμένο με πόνο και καύλα «αχ… κύριε Σάκη!» Κρατώντας με έτσι σφιχτά, άρχισε να πηγαινοέρχεται μέσα μου. Είχε μείνει ακίνητος και με πηγαινοέφερνε πάνω του, τραβώντας με από τα μαλλιά και τη μέση, ανοίγοντάς με στα δύο. Πονούσα και καύλωνα, καύλωνα που πονούσα. Τον ένοιωθα να γλιστράει μέσα έξω. Μιλώντας μου, λέγοντάς μου τέτοια πράγματα που δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα με ερέθιζαν. Αλλά με καύλωνε τρελά έτσι όπως μου μιλούσε.
- Αχ κύριε Σάκη, ε πουτάνα; Θα σε ξεκωλιάσω, θα σου το τρελάνω το κωλαράκι σου! Ψοφάς για πούτσα πουτανίτσα, ε; Πάρε πούτσα λοιπόν! Θα σε κάνω εγώ να παίρνεις λεωφορεία και να έρχεσαι να σε γαμάω. Πες το! Πες μου αρέσει που με γαμάτε κύριε Σάκη! Πες το πουτάνα!
Εκεί, κάτι έσπασε μέσα μου. Άρχισα να φωνάζω σαν τρελός, χωρίς να σκέφτομαι ή να με νοιάζει τίποτε. Άρχισα να κουνιέμαι μόνος μου στον ρυθμό που μου έδινε. Δεν το πίστευα! Με ξέσκιζε, με άνοιγε στα δύο, με έβριζε και Χριστέ μου, ναι μου άρεσε!
- Αχ… ναι! Κι άλλο κύριε Σάκη! Γάμα με, πήδα με κι άλλο! Όπως θέλεις εσύ! Όσο θέλεις! Μόνο πήδα με!
Τα χέρια του έσφιξαν σαν τανάλιες τη μέση μου. Σηκώθηκε όρθιος σε βαθύ κάθισμα πίσω μου και στηριγμένος στην μέση μου έκανε αυτό που του ζήτησα. Άρχισε να με γαμάει δυνατά, μουγκρίζοντας στέλνοντας με, με το κάθε σπρώξιμό του, σε ένα σύμπαν καθαρής απόλαυσης που ούτε καν φανταζόμουν ότι υπάρχει. Με γαμούσε έτσι για κανένα πεντάλεπτο, μέχρι που τον ένοιωσα να σκληραίνει κι άλλο, να χώνεται βαθιά μέσα μου και με ένα μουγκρητό «μ… έτσι, στην κολάρα σου πουτάνα!» άρχισε να χύνει βαθιά μέσα μου. Ήταν απίστευτό! Με κάθε σύσπαση του, με κάθε ποσότητα σπέρματος που ένιωθα βαθειά μέσα μου, έχυνα κι εγώ πάνω στον καναπέ όχι φωνάζοντας πια, σχεδόν κλαψουρίζοντας με λυγμούς από την ένταση αυτού του ξεσπάσματος που ένοιωθα.
Μόλις τελείωσε, τραβήχτηκε αργά από μέσα μου. Με άφησε μπρούμυτα, όπως με είχε βρει. Σηκώθηκε, ντύθηκε και πριν φύγει έκατσε δίπλα μου και χουφτώνοντας σφιχτά τον κώλο μου, μου είπε:
- Τέλεια ήσουν πουτανίτσα μου. Αποκάλυψη σκέτη! Εγώ δε θα πω τίποτε πουθενά. Αν θέλεις όμως να το πεις στον Σταύρο, στα σίγουρα θα με φωνάξει να σε παρτουζώσουμε. Έχουμε πάρει πολλές γκόμενες μαζί. Σκέψου το!
Με αυτό και με ένα παιχνιδιάρικο χαστούκι στον κώλο μου, έφυγε.
(Copyright protected OW ref: 87601)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.