Τον Αντώνη τον γνώρισα μέσω μιας αγγελίας για συγκάτοικο στον πίνακα ανακοινώσεων της σχολής. Ήταν από τις πρώτες φορές που πάτησα το πόδι μου στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης μετά τις εγγραφές και πριν αρχίσουν τα μαθήματα, και μοναδικός λόγος ήταν να δω αν υπάρχει καμία περίπτωση να μοιραστώ τα έξοδα του σπιτιού. Βρήκα 2-3 ενημερώσεις. Μια από αυτές ήταν και του Αντώνη.
Το σπίτι που είχαμε κλείσει ήταν τριάρι με την προοπτική να ανεβαίνουν οι δικοί μου πότε-πότε για ψώνια και να βρισκόμαστε. Αυτό όπως καταλήξαμε δε θα συνέβαινε, καθώς η μάνα μου δεν ταξιδεύει πάνω από 15 μέτρα μακριά από τη γιαγιά μου και ο πατέρας μου είναι πάντα απασχολημένος στο μαγαζί με τις ζωοτροφές που έχουμε στο χωριό.
Κάλεσα και τα τρία άτομα που έψαχναν συγκάτοικο. Ο ένας είχε βρει, ο δεύτερος ήταν καπνιστής και δεν ήθελα ντουμάνι μέσα στο σπίτι και ο τρίτος ήταν ο Αντώνης. Μιλήσαμε πέντε λεπτά στο τηλέφωνο, κανονίσαμε να τα πούμε από κοντά, να δει και το σπίτι.
Το σπίτι ήταν κοντά στον Άγιο Δημήτριο, κοντά σε όλα. Ήταν σχετικά πρόσφατα ανακαινισμένο, με καινούργια κουφώματα, μπάνιο και κουζίνα. Ήταν πραγματική ευκαιρία. Ακόμη και μόνος μου να το κρατούσα, που οικονομικά υπήρχε η δυνατότητα από το σπίτι, δε θα περνούσα άσχημα. Αλλά όταν ο πατέρας μου μού διευκρίνισε πως αν μοιράζομαι τα έξοδα του σπιτιού, τη διαφορά θα την κερδίζω εγώ, δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη.
Βρεθήκαμε με τον Αντώνη μια ώρα αργότερα μπροστά στην εκκλησία. Ήταν στο ύψος μου, γύρω στο 1.80, μελαχρινός, όμορφος και με ωραίο χαμόγελο. Ούτε εγώ ήμουν άσχημος αλλά ο Αντώνης ήταν εξαιρετικός. Είπαμε δυο τρεις κουβέντες στο δρόμο για το σπίτι, του εξήγησα σχετικά με το νοίκι, για τα έξοδα. Μου άρεσε που χαμογελούσε και έκανε αστεία. Είχε ένα τρανταχτό γέλιο που ήταν πολύ μεταδοτικό. Για τα πρώτα πέντε λεπτά ένιωθα αμήχανα, αλλά με κέρδισαν το χιούμορ και η χαλαρότητά του.
Του έδειξα το σπίτι με τα λιγοστά έπιπλα που είχε. Ένας καναπές, μια καρέκλα και ένα τραπεζάκι με τηλεόραση στο σαλόνι. Στη δική μου κρεβατοκάμαρα ένα διπλό κρεβάτι και το κομοδίνο. Ξετρελάθηκε με το σπίτι. Από μόνος του ανέφερε πως είναι το καλύτερο που έχει δει μέχρι στιγμής και το γεγονός πως είναι στον 2ο όροφο και όχι ισόγειο ή υπόγειο το έφερνε πρώτο στις προτιμήσεις του. Έτσι είπαμε να τα βάλουμε όλα κάτω, να δούμε αν θα μπορούσε να δουλέψει η συγκατοίκηση.
- Πες μου τώρα τι μπορεί να μη μου αρέσει στο μέλλον. Αυτό που θα με έκανε να μη θέλω να συγκατοικήσουμε, μου λέει.
Κουμπώθηκα λίγο, αλλά στο κάτω-κάτω δεν είχα και τίποτα να χάσω. Στη χειρότερη δε θα συγκατοικούσαμε.
Του λέω «Είμαι gay, είμαι αντικαπνιστής οπότε τσιγάρο δεν παίζει, και πού και πού μπορεί να έρχονται οι δικοί μου να μένουν μερικές μέρες». Δε φάνηκε να ταράζεται. Μου απαντάει πως δεν μου φαίνεται πως είμαι gay, ούτε εκείνος καπνίζει και προτιμά να μην καπνίζει κανείς στο σπίτι, γιατί έχει άσθμα και πως σίγουρα η αδερφή του θα έρθει για επίσκεψη.
- Θα κάνουμε συμφωνία κυρίων όμως. Άμα είναι να φέρει κανείς στο σπίτι κόσμο, θα ενημερώνει τον άλλον. Μπορεί να έχω τις κλειστές μου και να μη θέλω να δω κανέναν.
Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς ένα παλικάρι τόσο πρόσχαρο και κοινωνικό δε θα ήθελε να δει κόσμο, αλλά η πραγματικότητα είναι πως με έβρισκε σύμφωνο.
- Ισχύει και για γκομενικά αυτό;… ρωτάω.
- Άκου, δε νοιάζει με ποιον πηδιέσαι. Ο καθένας είναι κύριος του εαυτού του. Αν μου φέρεσαι όμορφα, τότε δε θα έχουμε κανένα θέμα. Το ίδιο και από μένα…
και χαμογέλασε. Δύσκολο να αντισταθείς σε αυτό το χαμόγελο. Δώσαμε λοιπόν τα χέρια και κανονίσαμε την άλλη μέρα να μεταφέρει τα ρούχα του από το ξενοδοχείο όπου έμενε.
Ήταν πολύ εύκολη η συγκατοίκηση μαζί του. Ταιριάζαμε σε πολλά. Του άρεσε όντως να διαβάζει και δεν ήρθε μόνο για το φοιτητικό ξεσάλωμα. Πρόσεχε τη διατροφή του αλλά γουρούνιαζε κιόλας. Εκτός από τη συγκατοίκηση βρεθήκαμε να κάνουμε και παρέα πραγματική. Ήταν έξυπνος, με χιούμορ και ήταν πάντα η ψυχή της παρέας. Μαζί με κάτι δικούς του συμφοιτητές κι άλλους τόσους δικούς μου, δημιουργήθηκε μια παρέα που περνούσαμε καλά.
Του Αντώνη του άρεσε να κυκλοφορεί σχεδόν γυμνός μέσα στο σπίτι. Με το εσώρουχο περνούσε όλη τη μέρα αν δε χρειαζόταν να ντυθεί για να βγει έξω. Είχε πολύ ωραίο και γυμνασμένο κορμί. Και φυσικά το ήξερε και δε ντρεπόταν καθόλου. Το δικό μου το κορμί δεν ήταν τόσο γυμνασμένο αλλά ήταν σφιχτό και δεμένο. Η γυμναστική η δική μου ήταν να κουβαλάω σακιά με ζωοτροφή από την αποθήκη. Όταν το κάνεις 2 ώρες την ημέρα είναι αρκετή γυμναστική.
Όταν του επισήμανα πως καλό είναι να βάζει καμιά φόρμα γιατί δεν γίνεται να πηγαινοέρχεται σχεδόν γυμνός, σηκώθηκε από τον καναπέ και κατευθυνόμενος προς την κουζίνα, κατέβασε το μποξεράκι του και συνέχισε με τον κώλο έξω.
- Πολύ ώριμο…
του επεσήμανα και γέλασε. Ομολογώ πως στην αρχή είχα τσιμπηθεί λίγο μαζί του, αλλά όταν είδα τις ορδές από κοπέλες που ερχόντουσαν στο σπίτι, το ξεπέρασα και είπα να συγκεντρωθώ στα δικά μου. Δεν ήταν δύσκολο σε μια πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη να βρεις ερωτικό σύντροφο. Ειδικά εγώ που δεν ήθελα δεσμεύσεις. Είχα στόχο το πτυχίο στα 4 χρόνια και μια σχέση θα μου αποσπούσε την προσοχή.
Ο Αντώνης δεν είχε συνειδητοποιήσει πως η πιθανότητα να φέρνω κόσμο στο σπίτι ήταν τόσο μεγάλη. Την πρώτη φορά νομίζω πραγματικά πιάστηκε εξαπίνης όταν μπήκα στο σπίτι με έναν κούκλο που είχα γνωρίσει σε ένα μαγαζί, το Λουκά. Σηκώθηκε, χαιρέτισε και εμένα και τον Λουκά και πήγε στο δωμάτιό του. Στην αρχή είχα άγχος μην ακουγόμαστε, αλλά μετά το ξεπέρασα. Δε μπορούσα να έχω δυο πράγματα στο μυαλό μου όσο ρουφούσα τον άλλο. Αλλά και ο Λουκάς όσο τον ρουφούσα, δε σταμάτησε λίγο να μιλάει. Όλο βογκούσε και με έλεγε μικρό του γλυκό του πουτανάκι. Εσωτερικά ανατρίχιαζα με τέτοιες αηδίες, αλλά ήταν κούκλος, οπότε για τις τρεις πρώτες φορές του το συγχώρησα. Μετά βρήκα άλλο τρόπο να του το βουλώσω.
Το πρωί που σηκώθηκα ο Αντώνης ήταν ήδη στην κουζίνα και έφτιαχνε καφέ. Ξυπνούσε πάντα νωρίς και συνήθως νωρίτερα και από εμένα, καθώς έκανε γυμναστική το πρωί. Πήγαινε για τρέξιμο, γύριζε στο σπίτι και έκανε κοιλιακούς και πουσάπς για κανένα μισάωρο. Ο λόγος που το ήξερα αυτό ήταν επειδή μια φορά τον είχα πετύχει ύστερα από ένα ξενύχτι και πήδημα.
Μπήκα στην κουζίνα που μύριζε καφέ φίλτρου και ιδρώτα. Μια γλυκόπικρη μυρωδιά που με αναστάτωνε πάντα. Περιμένοντας τη σειρά μου έβαλα μια κούπα μετά από εκείνον.
- Δεν καταλαβαίνω τι τον χρειάζεσαι τον καφέ μετά από τόσο γυμναστική… σχολίασα.
- Δεν πίνω καφέ από ανάγκη Αχιλλέα, από συνήθεια πίνω. Είναι η ρουτίνα μου μικρό, γλυκό, πουτανάκι.
Μου βγήκε ο καφές από τη μύτη και πνίγηκα. Ο Αντώνης γέλασε δυνατά με το χαρακτηριστικό του γέλιο. Βόγκηξα.
- Ακουγόταν ο μαλάκας; Έλεος.
Ο καιρός γενικά περνούσε στο ίδιο μοτίβο. Αράζαμε σπίτι, διαβάζαμε, βλέπαμε ταινίες και πηγαίναμε για καφέδες με την παρέα. Έφερνα εγώ κόσμο σπίτι, έφερνε και ο Αντώνης, αλλά μετά το φιάσκο της πρώτης φοράς είχαμε κανονίσει να είναι ο άλλος ενήμερος πότε θα έρθει κόσμος στο σπίτι. Τις φορές που ήμουν στο σπίτι και έφερνε κοπέλες ο Αντώνης καθόμουν και τους άκουγα στο δίπλα δωμάτιο.
Όλα άλλαξαν προς το καλοκαίρι. Εκτός από το πολύ διάβασμα, οι καύλες μου είχαν πάθει αμόκ. Όλοι μου φαίνονταν πιο όμορφοι. Είχε τύχει σε μια εβδομάδα να φέρω και τέσσερα άτομα σπίτι. Συνήθως μόνο για καμιά πίπα, καθώς ήταν φοιτητές σε φάση πειραματισμού αλλά δεν παραπονιόμουν. Μια μέρα, τυχαία, έφερα στο σπίτι έναν συμφοιτητή του Αντώνη. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Μόλις είδε όμως τον Αντώνη, χλόμιασε, γύρισε και έφυγε αστραπή. Μείναμε μαλάκες. Ο Αντώνης αποφάνθηκε πως ή ντράπηκε που τον είδε μήπως πει κάτι στη σχολή ή φοβήθηκε πως θα τον βιάσουμε. Του φάνηκε πολύ αστείο και γέλαγε. Εμένα πάλι, καθόλου. Είχα ακόμη πολλές καύλες. Είχε χαλάσει και η διάθεση μου για διάβασμα. Κατευθύνθηκα προς το δωμάτιό μου και στα σκοτεινά κάθισα στο κρεβάτι να βγάλω τα παπούτσια μου. Ξαφνικά βλέπω τη σιλουέτα του Αντώνη στην πόρτα. Ήταν σκοτεινά και δε φαινόταν ούτε το πρόσωπό του, μόνο το περίγραμμα του κορμιού του στην πόρτα.
- Φύγε, του λέω. Δεν έχω διάθεση για χαβαλέ.
- Τι γίνεται;… μου λέει; Έχεις βαλθεί να ρουφήξεις κάθε ψωλή στη σχολή μου;
- Όσες προλαβαίνω μέχρι την εξεταστική, του απάντησα βαριεστημένα.
Ξαφνικά, χαμηλώνοντας τον τόνο της φωνής του, με ρωτάει:
- Τη δική μου πότε θα τη ρουφήξεις;
Κόλλησα μερικά δευτερόλεπτα και όταν συνήλθα και συνειδητοποίησα ποιος είναι και πως μου κάνει πλάκα, του είπα να κόψει τις μαλακίες και πως πραγματικά δεν έχω διάθεση.
Πλησίασε προς το μέρος μου στο κρεβάτι, έσκυψε λίγο, έπιασε το χέρι μου και το έβαλε πάνω στο μποξεράκι του για να νιώσω κάτω από το λεπτό ύφασμα τον καυλωμένο πούτσο του. Με το άλλο χέρι, κατέβασε αργά το εσώρουχο μέχρι τα μπούτια και στο χέρι μου ένιωσα ένα γεμάτο, χοντρό και μακρύ καυλί.
- Τι κάνεις;… τον ρωτάω.
Με το χέρι του πάνω από το δικό μου με κατεύθυνε να τον μαλακίσω ελαφρά.
- Αντώνη κόψε τις μαλακίες πριν γίνει κάτι που δεν θες…
του είπα και έστρεψα το κεφάλι μου να τον κοιτάξω. Το λιγοστό φως που έμπαινε απ’ έξω έκανε τα μάτια του να λαμπυρίζουν. Σταμάτησε για ένα δευτερόλεπτο και μετά πήρε το χέρι του από το δικό μου. Νόμισα πως τελείωσε η φάση και πραγματικά μέσα μου έτρεμα. Στο διάστημα που χρειάστηκε για να αρχίσω να λαμβάνω τα σωστά σήματα, εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω, έβγαλε τελείως το εσώρουχο και το άφησε να πέσει στο πάτωμα. Πλησίασε κοντά μου, μου χάιδεψε το μάγουλο με την παλάμη και απαλά μου πίεσε το σαγόνι προς τα κάτω.
- Σκάσε και ρούφηξε με…
είπε και ένιωσα το κεφάλι του πούτσου του στα χείλια μου. Το ένστικτο μου υπερίσχυσε και διστακτικά ξεκίνησα να τον γλείφω. Ήταν πολύ καυλωμένος. Βογκούσε ελαφρά και η φωνή του ακουγόταν πιο μπάσα από ό,τι συνήθως. Ήταν μεγάλο το καυλί του. Το υποψιαζόμουν από κλεφτές ματιές όταν καθόταν με το μποξεράκι, αλλά η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Ήταν μεγάλος και χοντρός, αλλά εγώ ήμουν μαθημένος. Αφού έκανα τα κόλπα με τη γλώσσα άρχισα να τον ετοιμάζω για να τον πάρω βαθιά στο στόμα. Είχα καβλώσει τόσο που ένιωθα στον πούτσο μου πάνω τα κουμπιά του τζιν μου.
Με αργές και σχεδιασμένες κινήσεις τον έβαλα όλο μέσα. Όταν έφτασε λαρύγγι και μπορούσα να μυρίσω πλέον τις τρίχες της βάσης, ο Αντώνης έβγαλε ένα βογγητό όλο καύλα. Τόση ώρα αμίλητος, η πρώτη του κουβέντα ήταν:
- Τον πήρες όλο, εντυπωσιακό!
Απαλά, έβγαλε τα χέρια μου από τη βάση και τα αρχίδια που κρατούσα και έπιασε το κεφάλι μου. Σιγά-σιγά άρχισε να μου γαμάει το στόμα. Αργά στην αρχή, αλλά μετά με περισσότερη ταχύτητα και δύναμη. Ήξερε μέχρι πού να φτάσει και πόσο να μείνει για να πάρω ανάσα. Ήταν λες και ήταν ένας χορός που τον κάναμε καιρό. Έμπαινε και μου γαμούσε το στόμα για 20-30 δευτερόλεπτα. Έβγαινε για να πάρω ανάσα και ξανά.
Όταν πίεζε το κεφάλι μου, δεν το έκανε με δύναμη, αλλά με αυτοπεποίθηση. Ήξερε τι έκανε.
- Σου αρέσει να σου γαμάνε το στόμα;…
με ρώτησε. Με ένα βογκητό απάντησα καταφατικά. Δε σταμάτησε ούτε λεπτό να χώνει ξανά και ξανά το καυλί του στο στόμα μου.
- Σου αρέσει που σου γαμάω εγώ το στόμα;
Με ένα πιο μακρόσυρτο βογκητό απάντησα πάλι καταφατικά.
- Θα σε χύσω στο στόμα, μου είπε.
Δε με ρώτησε. Με ενημέρωσε. Δεν άλλαξα ρυθμό. Το παιχνίδι ήταν δικό του. Άρχισαν να τρέμουν λίγο τα πόδια του, αλλά δε σταμάτησε.
- Ετοιμάσου…
μου λέει. Ήξερα τι σήμαινε αυτό. Στην τελευταία έξοδο πριν μπει πάλι, παίρνω βαθιά ανάσα, τον χώνει όλο μέσα, μου γέρνει λίγο το κεφάλι στο πλάι και αρχίζει να μου πηδάει το στόμα πιο γρήγορα. Σε μερικά δευτερόλεπτα νιώθω τον λαιμό μου να γεμίζει. Ξανά και ξανά. Κάθε σταγόνα πήγαινε γρήγορα κάτω. Τα βογκητά του ήταν καταπληκτικά. Βογκούσε σε συγχρονισμό με τις φορές που γέμιζε τον λαιμό μου χύσι.
Τώρα που ήταν ελεύθερα τα χέρια μου, προσπάθησα να ανοίξω το τζιν μου. Με μια απότομη κίνηση, βγήκε όλος από το στόμα μου και έκανε δυο βήματα πίσω.
- Θες να χύσεις;… με ρωτάει.
- Εννοείται, του λέω.
Σα να ξύπνησε από έκσταση μου λέει, τι χρειάζεσαι;
- Τίποτα παραπάνω από αυτό που έκανες τόση ώρα.
Έβγαλα το τζιν και το εσώρουχο μέχρι τα γόνατα και του λέω έλα πιο κοντά. Το καυλί του ακόμη έσταζε. Τον πήρα λίγο στο στόμα μου και αναρίγησε. Δεν είχε πέσει καθόλου. Ήταν ακόμη καυλωμένος. Με κοιτούσε που τον έπαιζα.
- Μαλάκα το πουλί σου είναι μεγαλύτερο από το δικό μου…
μου είπε και με μια κίνηση όσο του έγλειφα τα αρχίδια μου τον έπιασε. Βόγκηξα. Ήμουν πολύ κοντά στο να χύσω. Τον περιεργαζόταν με το χέρι του. Τον πίεζε. Ακούμπησε το κεφάλι που είχε βγάλει υγρά. Τα μάζεψε με το δάχτυλό του και αφού με ξεκόλλησε από τα αρχίδια του, μου έβαλε το δάχτυλό του στο στόμα να πιπιλήσω. Τράβηξε το δάχτυλό του και έβαλε πάλι το καυλί του στο στόμα μου.
- Ρούφα, μου λέει, θέλω να χύσω πάλι.
Έβαλα πάλι το καυλί του στο στόμα μου και περίμενα να αρχίσει πάλι να μου γαμάει το στόμα.
- Όχι, μου λέει. Όπως θες εσύ. Όπως γουστάρεις εσύ να παίρνεις τσιμπούκι.
Έπιασα το κεφάλι του πούτσου του και άρχισα να το πιπιλάω καθώς του έτριβα τα αρχίδια. Έτσι, βόγκηξε. Γύρισε και έφτυσε στο χέρι του και άρχισε πάλι να μου τον παίζει. Η εμπειρία ενός άντρα που ξέρει να παίζει ένα πουλί είναι πάντα εμφανής. Άρχισα να βογκάω καθώς πλησίαζα σε οργασμό και ήθελα να φέρω και αυτόν πάλι. Άρχισε και αυτός να βογκάει. Ο συνδυασμός να τον ακούω να βογκάει και να μου τον παίζει, δεν άργησε να με φέρει στον οργασμό. Όταν άρχισα να χύνω πάνω στο χέρι του, άρχισε και αυτός να χύνει πάλι στο στόμα μου. Αυτή τη φορά κατάλαβα και την γλυκόξινη γεύση τους πριν τα πιω όλα. Το χέρι του γέμισε με τα χύσια μου.
- Μαλάκα, πολύ χυσίδι. Μπράβο αρχηγέ μου…
μου είπε και με το ένα χέρι ανέβασε το μποξεράκι του και κατευθύνθηκε προς το μπάνιο. Νομίζω χρειάστηκα 5 ολόκληρα λεπτά για να συνειδητοποιήσω τι είχε γίνει. Αυτή ήταν η πρώτη φορά.
Copyright protected OW ref: 142783
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.