Για το λόγο αυτό πάντοτε ένιωθα απέραντη μοναξιά. Το όνειρό μου ήταν να φύγω για τη μεγάλη πόλη. Η μεγάλη πόλη που την ήξερα μόνο από εικόνες και περιοδικά φάνταζε στο νεανικό μου μυαλό σαν μια μεγάλη φιέστα με πολλούς και χαρούμενους ανθρώπους, με θόρυβο, κίνηση και θέαμα. Η ευκαιρία μου παρουσιαζόταν τώρα, που θα συνέχιζα σπουδές στο Πανεπιστήμιο. Οι γονείς μου ήδη είχαν νοικιάσει σπίτι. Θα έφευγα το πρωί με ταξί. Το ταξίδι θα κρατούσε 10 ώρες. Η αδημονία να γνωρίσω τον άγνωστο καινούργιο κόσμο με είχε κυριεύσει. Έμεινα όλο το βράδυ ξάγρυπνος.
Στις 8 το πρωί, την επόμενη μέρα, το ταξί βρισκόταν μπροστά στον πύργο. Έτοιμος από τα χαράματα, όρμησα έξω κρατώντας μια μικρή βαλιτσούλα με τα απαραίτητα για τη διαδρομή. Τα βαριά πράγματα είχαν ήδη σταλεί και τακτοποιηθεί στο νέο σπίτι. Χώθηκα όπως-όπως στο ταξί, αφήνοντας τη βαλίτσα στον ταξιτζή να την τακτοποιήσει στο πορτ-μπαγκάζ. Σε λίγο ξεκινούσα για τη μεγάλη περιπέτεια.
Το ταξί έτρεχε γρήγορα σηκώνοντας σύννεφο σκόνης στο πέρασμα του. Γρήγορα μπήκε στη δημοσιά. Δεν χόρταινα αχόρταγα το τοπίο. Μπήκαμε στον εθνικό δρόμο. Ατελείωτος, πλατύς, με πολλά άλλα αυτοκίνητα να κινούνται δίπλα τους. Η χαρά μου δεν περιγραφόταν.
Η ματιά μου καρφώθηκε στον καθρέφτη του αμαξιού. Δυο κατάμαυρα μάτια με κοιτούσαν επίμονα. Για πρώτη φορά πρόσεξα τον ταξιτζή. Δεν φαινόταν πάνω από 40. Με συνοφρυωμένο παρουσιαστικό και τραχύ πρόσωπο, οδηγούσε σταθερά το ταξί καταπίνοντας τα χιλιόμετρα του δρόμου. Μελαχρινός, με μια αυξανόμενη καράφλα στο μέτωπο, με ένα παχύ μαύρο μουστάκι τσιγκελωτό προς τα κάτω και ελαφρά αξύριστος, έδινε την εντύπωση του άξεστου. Με κοιτούσε εξεταστικά, προσέχοντας συγχρόνως μπροστά του. Δεν ανταλλάξαμε καμιά κουβέντα μέχρις ότου φτάσαμε στην πρώτη κωμόπολη αργά το μεσημέρι. Θα τρώγαμε στο μοναδικό ξενοδοχείο, όπου θα ξεκουραζόμασταν για καμιά ώρα και θα ξεκινούσαμε πάλι νωρίς το απόγεμα.
- Νεαρέ, θα πάω να κανονίσω στη ρεσεψιόν, είπε ο ταξιτζής με βαριά φωνή. Μπορείς να περιμένεις στο εστιατόριο. Παράγγειλε και θα επιστρέψω σε λίγο.
- Προτιμώ να φρεσκαριστώ λίγο στο δωμάτιο, του είπα ευγενικά.
Σε λίγο βρισκόμουν σε ένα κατακάθαρο δωμάτιο. Πέταξα τα ρούχα και όρμησα στο μπάνιο. Ήμουν με τις σαπουνάδες όταν κτύπησε ελαφρά η πόρτα. Χωρίς να περιμένει απάντηση μπήκε ο ταξιτζής κουβαλώντας τη βαλίτσα. Μέσα από την ανοικτή πόρτα του μπάνιου με είδε γυμνό μέσα στις σαπουνάδες. Κοντοστάθηκε. Κοίταζε σαν χαζός με τα χείλη μισάνοικτα. «Συγνώμη», ψέλλισε πνιχτά. Εγώ κοκκίνισα και σκέπασα ενστικτωδώς τα αχαμνά μου με τα χέρια. Ο άντρας έκλεισε την πόρτα του μπάνιου. Ξεπλύθηκε με μπόλικο ζεστό νερό και τυλιγμένος σε ένα ελαφρό μπουρνούζι βγήκα για να ντυθώ. Εκεί αντίκρισα τον ταξιτζή να περιμένει υπομονετικά.
- Νεαρέ, δυστυχώς θα μείνουμε στο ίδιο δωμάτιο. Δεν υπήρχε άλλο διαθέσιμο.
- Δεν πειράζει, είπα φανερά ενοχλημένος από την παρουσία του. Πού θα ξαπλώσεις όμως, ρώτησα με απορία, διαπιστώνοντας ότι υπήρχε ένα μόνο διπλό κρεβάτι στο δωμάτιο.
- Όπως βλέπεις υπάρχει ένα μόνο κρεβάτι, δεν πιστεύω να θέλεις να τη βγάλω στο πάτωμα; ειρωνεύτηκε ο ταξιτζής.
Δεν απάντησα, όμως κάτι μου κτυπούσε παράξενα, αλλά δεν κάθισα να προβληματιστώ παραπέρα. Γύρισα την πλάτη, πέταξα το μπουρνούζι, άνοιξα τη βαλίτσα και βάλθηκα να διαλέξω να φορέσω μια κόκκινη αθλητική μπλούζα. Έψαχνα εναγωνίως να βρω κι ένα σλιπ όταν ένιωσα δυο πελώρια χέρια να με τυλίγουν από πίσω. Ξαφνιάστηκα. Ένας τεράστιος πούτσος τριβόταν ήδη στα κωλομέρια μου. Ο ταξιτζής ξαναμμένος μου είχε επιτεθεί ασυγκράτητος. Με φίλησε πίσω από το αυτί και το λαιμό για να καταλήξει να με δαγκώνει μαλακά στο σβέρκο. Λιγωμένος από επιθυμία μου ψιθύριζε πνιχτά βρωμόλογα.
- Καύλα μου, θα σε χορτάσω γαμήσι! Θα σου ξεσκίσω το κωλαράκι με τη χοντρόπουτσα μου!
- Τι κάνεις; Μη, σε παρακαλώ. Δεν θέλω. Μηηη! φώναξα απελπισμένα.
Ήδη το πουτσοκέφαλο του είχε μισοχωθεί στη χαραμάδα μου. Συστρεφόμουν πανικόβλητος, διαμαρτυρόμενος έντονα, ανάβοντας έτσι περισσότερο την επιθυμία του μαινόμενου άντρα, ο οποίος ακάθεκτος μου ξέσκιζε το μπλουζάκι και φρόντιζε συγχρόνως να απαλλαγεί κι ο ίδιος από τα ρούχα του. Γυμνοί κι οι δυο παλεύαμε ο καθένας για πάρτη του. Ο ταξιτζής ξαναμμένος με το καυλί προτεταμένο προσπαθούσε να χώσει το πρησμένο πουτσοκέφαλο του στο κωλάκι μου κι εγώ αγωνιζόμουν να αποφύγω το μοιραίο. Με εγκλώβισε στην άκρη του κρεβατιού τραβώντας με με το ένα του χέρι, ενώ με το άλλο φρόντισε να μου κλείσει το στόμα πνίγοντάς μου κάθε διαμαρτυρία. Συγχρόνως με φιλούσε στο σβέρκο και τα μάγουλα ανασαίνοντας βαριά και λέγοντας ασυνάρτητα ερωτόλογα ανακατωμένα με βρωμόλογα. Μου ακινητοποίησε εύκολα με τον τεράστιο όγκο του το ντελικάτο κορμί και με μια άγρια κίνηση κατάφερε να βυθίσει μεμιάς το πρησμένο καυλί του μέχρι τη ρίζα στο κωλαράκι μου. Η προνοητικότητα να πάρει αυτές τις προφυλάξεις αποδείχτηκε σοφή.
Ο πόνος ήταν οξύς. Μούγκρισα από τον πόνο. Ένιωθα να ανοίγω στα δυο από τη χοντρόπουτσα του αγριάνθρωπου. Εκείνος άρχισε με λαχτάρα ένα ανελέητο σφυροκόπημα. Είχε καιρό φαίνεται να γαμήσει και τώρα είχε αδράξει την ευκαιρία για τα καλά. Παραλίγο να έχυνε από την πολλή λαχτάρα. Κρατήθηκε όμως. Προτίμησε να απολαύσει το γαμήσι. Το σφικτό κωλαράκι μου τον τρέλαινε.
- Μην αντιδράς. Θα περάσουμε ωραία. Θα σου αρέσει. απόλαυσέ το, με καθησύχασε ο ταξιτζής.
Καμώθηκα ότι πείθομαι και, φοβούμενος μην τραυματιστώ από την πάλη με το δυνατό άντρα, χαλάρωσα. Εκείνος αισθανόμενος την υπεροχή του επιβήτορα έγινε πιο τρυφερός μαζί μου. Βγήκε από μέσα μου, με γύρισε μαλακά προς το μέρος του και μου σφράγισε το στόμα μ’ ένα καυτό φιλί. Η γλώσσα του ανίχνευε με πάθος κάθε σημείο μέσα στο στόμα μου. Τα σάλια μας ανακατώθηκαν. Άνοιξε με τα δυνατά του χέρια τα σκέλια μου και έπλεξε τα πόδια μου γύρω από τη μέση του. Ξαναχώθηκε στη γλυκιά τρυπούλα μου ασυγκράτητος. Ούρλιαξα από τον πόνο. Αναγκάστηκε να μου ξανακλείσει το στόμα με τη τεράστια παλάμη του.
Αγκομαχώντας ξεστόμιζε πνιχτά ερωτόλογα, με ακατέργαστες λέξεις. Με χειριζόταν σαν γυναίκα. Μπαινόβγαινε στο λαχταριστό κωλί μου με φούρια, γαμώντας με άγρια. Έκλαιγα με λυγμούς. Πονούσα αφόρητα. Σε λίγο σταμάτησα κάθε διαμαρτυρία. Ήταν ανώφελο. Ο γεροδεμένος ταξιτζής, τεράστιος από πάνω μου, γαμούσε ανενόχλητος σαν καθαρόαιμο αρσενικό. Το μόνο που τον απασχολούσε ήταν η τρύπα που εμβόλιζε. Και γαμούσε καλά, με επιδεξιότητα, αχόρταγα. Η ψωλάρα του έκανε καλή δουλειά. Σε λίγο, βογκούσα από ευχαρίστηση όμως. Είχα καυλώσει και ο ίδιος. Η πρωτόγνωρη σαρκική επαφή με είχε εξιτάρει. Η ανείπωτη καύλα που με είχε κυριεύσει με οδηγούσε να παρακαλώ γοερά τον γαμιά μου να τελειώνει.
- Σε παρακαλώ, τέλειωνε. Θα λιποθυμήσω. Αααχ! Θεέ μου, τι είναι αυτό που μου συμβαίνει. Αααχ! Πεθαίνω!
- Σου αρέσει, μικρέ; καμάρωνε λαχανιασμένος ο ταξιτζής. Το είχα ανάγκη. Τέτοιο κωλαράκι είχα να γαμήσω χρόνια, συνέχισε επιταχύνοντας το ρυθμό του.
Και με μια πνιχτή κραυγή άρχισε να χύνει ποταμό καυτού σπέρματος μέσα στο κωλάντερο μου, φτάνοντας κι εγώ με τη σειρά του σε οργασμό πνιγμένος από ανείπωτη καύλα.
Σε λίγο ξεθεωμένοι και οι δυο ήμασταν ξαπλωμένοι αγκαλιά στο κρεβάτι. Ένιωθα το κωλί μου να καίει από το άγριο γαμήσι, ενώ ο ταξιτζής φανερά ευχαριστημένος άναβε απολαυστικά τσιγάρο.
- Πρέπει να φεύγουμε, κατάφερα να ψελλίσω.
- Άσε, δε μας βιάζει τίποτα, μου αντιγύρισε με νόημα ο ταξιτζής. Έχουμε όλο το βράδυ δικό μας.
Τότε κατάλαβα ότι ο παλιάνθρωπος τα είχε σχεδιάσει όλα εκ των προτέρων. Χωρίς να φέρω την παραμικρή αντίρρηση γύρισα πλευρό και αποκοιμήθηκα. Όλη τη νύκτα μου έκανε έρωτα. Άπραγος νεαρός εγώ μάθαινα τα μυστικά του και ο επιβήτοράς μου ήταν πράγματι πολύ καλός δάσκαλος.
Την επόμενη μέρα συνεχίσαμε το δρόμο μας σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Είχαμε διαφορετικούς προορισμούς και ξέραμε καλά και οι δυο.
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.