Η ιστορία:
Η μέρα κυλούσε ήσυχα... ρουτίνα θα έλεγα. Τίποτα δεν προμήνυε ότι θα εξελισσόταν όπως εξελίχθηκε. Τελείωσα από τη δουλειά γύρω στις πέντε το απόγευμα και σκέφτηκα να πάω στα μαγαζιά (ήταν Τρίτη απόγευμα πριν από τις εκλογές). Ανέβηκα τη Σταδίου και χάζευα τις βιτρίνες (όσες βέβαια έχουν απομείνει λόγω της κρίσης).
Στην πλατεία Κλαυθμώνος είδα μια συγκέντρωση. Όσο πλησίαζα άρχιζα να ξεκαθαρίζω ποιου κόμματος ήταν. Ο κόσμος που παρακολουθούσε ήταν όλοι με ξυρισμένα κεφάλια και με τατουάζ. Πολλά τατουάζ. Ντερέκια οι περισσότεροι και γυμνασμένοι. Μπλέχτηκα με τον κόσμο προκειμένου να παρακολουθήσω (από περιέργεια περισσότερο) τι θα πουν. Τα συνθήματα έπεφταν βροχή. Συνθήματα εναντίων των μεταναστών, συνθήματα εναντίον των ομοφυλόφιλων, εναντίων των κραταιών πολιτικών...
Όπως ήμουν ανάμεσα στο πλήθος που εξακολουθούσε να φωνάζει τσαμπουκαλεμένα συνθήματα (πούστηδες θα σας γαμήσουμε κλπ.) ένα "ντούκι" που στεκόταν δίπλα μου σκύβει (ήταν κοντά στα δυο μέτρα) στο αφτί μου και μου λέει:
- «Τι έγινε αγορίνα; Εσύ δεν συμμετέχεις; Κάνεις αφωνία; Δεν γουστάρεις τα συνθήματα;»
Μούδιασα προς στιγμή ενώ σκέφτηκα: «Καιρός είναι να βρω τον μπελά μου στα καλά καθούμενα!».
- «Παρακολουθώ» του λέω. «Θέλω να ακούσω τις προγραμματικές δηλώσεις του κόμματος».
- «Χα χα χα χα!» βροντογέλασε το "ντούκι". «Ποιες προγραμματικές και παπαριές ρε φίλε; Τα πράγματα είναι απλά.. Γαμάμε και δέρνουμε όλη την λέρα! Ασάλιωτο γαμήσι! Γαμάμε τους μετανάστες, γαμάμε και τα πουσταρέλια...»
Γέλασα -δήθεν- και του απάντησα:
- «Κυριολεκτικά ή μεταφορικά;»
- «Τους μετανάστες τους γαμάμε μεταφορικά, αλλά τα πουστράκια άμα λάχει τα γαμάμε και κυριολεκτικά!», μου είπε.
- «Το έχεις ήδη κάνει;» του λέω.
Με κοίταξε βαθιά στα μάτια και μου έκλεισε το μάτι λέγοντάς μου:
- «Αυτό θέλει κουβέντα και όχι εδώ. Αν γουστάρεις έλα το βραδάκι στο σπίτι μου...»
Δεν είπαμε πολλά. Μου έδωσε την διεύθυνσή του, ανταλλάξαμε κινητά για να μην χαθούμε και χωρίσαμε. Μέχρι να βραδιάσει ήμουν σαν υπνωτισμένος, ενώ δεν είχα αποφασίσει αν θα πάω... ήθελα αλλά από την άλλη κώλωνα. Τελικά το αποφάσισα.. θα είναι μια κοινωνική επίσκεψη. Στο χέρι μου είναι να εξελιχθεί ως μια απλή συζήτηση. Ετοιμάστηκα και ξεκίνησα για το σπίτι του... Ο τύπος (ας τον λέμε Νίκο) μένει σε ένα ωραίο σπίτι (διώροφη μεζονέτα στο Γκύζη). Χτύπησα το κουδούνι και περίμενα με αγωνία. Προς έκπληξη μου αυτός που άνοιξε δεν ήταν ο Νίκος. Προς στιγμή σάστισα.
- «Εεεεε…» είπα. «Τον Νίκο θα ήθελα...»
- «Ναι φίλε, πέρνα. Εδώ είναι, απλά είναι στο μπάνιο και μου είπε να ανοίξω εγώ. Θα πρέπει να είσαι ο Γιάννης. Μας μίλησε ο Νίκος για εσένα. Εγώ είμαι ο Θοδωρής...»
Και όσο περπατούσαμε με έβγαλε σε μια πίσω αυλή και μου είπε:
- «..και τα παιδιά, είναι ο Κώστας και ο Πέτρος».
Κορμάρες όλοι, ξυρισμένοι όλοι, με κάτι χερούκλες σαν κουπιά (όταν μου έκαναν την χειραψία, ένιωθα τα κόκκαλα της παλάμης μου να υποχωρούν!).
- «Ο Νίκος…;» ρώτησα.
- «Έρχεται ρε φίλε, χαλάρωσε. Εμείς δεν σου κάνουμε;» είπε ο Θοδωρής ενώ οι υπόλοιποι κάγχασαν.
Όντως δεν πέρασαν τρία λεπτά και παρουσιάστηκε ο Νίκος με μια πετσέτα τυλιγμένη στην μέση του. Τα άτριχο κορμί του γυάλιζε από το νερό που είχε αφήσει ασκούπιστο πάνω του, ενώ τα μάτια μου -ενστικτωδώς- έπεσαν πάνω στο εξόγκωμα που άφηνε να διαφαίνεται η χνουδωτή πετσέτα. Κόλαση ο Νίκος!
- «Τι κάνεις Γιαννάκο; Το βρήκες εύκολα;» με ρώτησε.
- «Το ταξί το βρήκε» του είπα.
Και μόνο αυτό τον έκανε να ανοίξει διάπλατα το καλοσχηματισμένο του στόμα και να φανούν τα συμμετρικά του δόντια. Κόλαση γενική ο Νίκος!
- «Ρε μαλάκες, δεν κεράσατε κάτι το Γιαννάκο; Τόσο γουρούνια είστε; Τι θα πιεις αγορίνα; Τι θέλεις για να δροσιστείς;»
- «Προτιμώ κάτι δροσερό, όχι παγωμένο, γιατί η εποχή είναι ύπουλη και οι φαρυγγίτιδα προ των πυλών…» του είπα.
- «Γουστάρεις ζεστά ροφήματα;» ρωτάει ο Πέτρος, ο οποίος εκείνη τη στιγμή έφτιαχνε τα αρχίδια του στον καβάλο του.
- «Καλά κάνεις Γιάννη» λέει ο Κώστας ο οποίος σκούντηξε ελαφρά τον Πέτρο που καθόταν δίπλα του.
Σκέφτηκα αυτόματα: «Εδώ κάτι γίνεται.. τα υπονοούμενα πέφτουν βροχή! Αλλά είπα από μέσα μου, μην δείξω ότι κωλώνω, ας το πάω μέχρι τέρμα».
- «Και ζεστά ροφήματα, και καυτά ενίοτε...»
Ο Νίκος εκείνη τη στιγμή ήρθε και στάθηκε από πάνω μου.
- « Γιαννάκο, από την πρώτη στιγμή σε πήγα γιατί είσαι έξυπνο αγόρι. επομένως πας κατευθείαν στο ψητό. Γουστάρεις;»
Και με τη μία λύνει την πετσέτα από τη μέση του και αφήνει να πέσει με ένα πλαφ...ένα παλαμάρι πολλά υποσχόμενο...
- «Τι…;» ψέλλισα.
- «Πούτσο ρε καυλάκι. Γουστάρεις;»
Κοίταξα ολόγυρα μου και οι άλλοι τρεις είχαν ήδη ξεκινήσει να τρίβουν τα καυλιά τους πάνω από τα παντελόνια τους.
- «Γουστάρω» του λέω.
Και με την μία του αρπάζω την ψώλα και άρχισα να την τρομπάρω. Το παλαμάρι του άρχισε να φουσκώνει επικίνδυνα και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό όπου με το ζόρι έβαζα το πουτσοκέφαλο στο στόμα μου. Θα πρέπει να είναι 24 πόντους μήκος και 17 πόντους διάμετρος.
Το τι επακολούθησε στη συνέχεια...
(Copyright protected OW ref: 46009)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.