Άλλη μια ιστορία μου, αυτή την φορά παρτούζα, ο τίτλος τα λέει όλα κυριολεκτικά.
Βρισκόμουν στο καφενεδάκι που διατηρεί ένας φίλος μου. Εκεί μαζεύονται συχνά πυκνά διάφοροι (είτε ταξιδιώτες, είτε ντόπιοι -είναι το μόνο καφενεδάκι κοντά στο ΚΤΕΛ της επαρχιακής μας πόλης. Περπατάς βέβαια λίγο αλλά είναι το μόνο σημείο ξεκούρασης).
Καμιά φορά πήγαινα εκεί να κάνω παρέα στον Βασίλη, τον φίλο μου που έχει το καφέ. Ωραίο παλικάρι, στρέιτ. Ήξερε ότι γαμιέμαι, αλλά είχε ξεκαθαριστεί ότι δεν ήθελε γκέι φάσεις και το δέχτηκα.
Λοιπόν χαζολογούσα σε ένα τραπέζι καθώς ο Βασίλης σέρβιρε ουζάκια, ποτά, αναψυκτικά και κάθε λογής στο κατάμεστο καφενεδάκι. Έφτασε ένα λεωφορείο και είχαν μπει πολλοί πελάτες. Όταν καταλάγιασαν οι πελάτες και κάθισαν όλοι σε τραπέζια μέσα και έξω από το μαγαζί.
Η προσοχή μου έπεσε σε δύο νεαρούς, όχι παραπάνω από 22, ωραία παιδιά γεροδεμένα, και είχαν το κλασσικό κούρεμα του φαντάρου. Η επιβεβαίωση ήρθε όταν κοίταξα στα πόδια τους, όπου είχαν το γνωστό «λουκάνικο» - το σακίδιο δηλαδή με τα ρούχα σε χρώματα παραλλαγής.
Αν και είχα πηδηχτεί και δεν πεινούσα για ψωλή, δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από το τραπέζι τους. Είδα τον Βασίλη να τους πηγαίνει με τον δίσκο ουζάκια και μεζέδες και έκανα τον συνειρμό «πάρτι με ούζα», δεν ξέρω πως, ίσως φταίει που με είχαν καυλώσει και τα έπαιρνα όλα στο πρόστυχο.
Κάποια φάση ο ένας με κοίταξε που τους κοιτούσα, έσκυψε στον φίλο του και μετά με κοίταξαν και οι δύο και γέλασαν με ένα πονηρό χαμόγελο. Εγώ αμέσως κοίταξα αλλού. Μετά από λίγο είδα τον έναν να με πλησιάζει… ήρθε κοντά στο τραπέζι μου και μου είπε:
«Καλησπέρα μικρέ. Επειδή πρόσεξα ότι μας κοίταζες, μήπως θα ήθελες να μας κάνεις παρέα στο τραπέζι μας;»
Εγώ αμέσως σηκώθηκα και ακολούθησα.
- «Είμαι ο Γιάννης!», είπα όταν κάθισα στο τραπέζι τους.
- «Εγώ είμαι ο Κώστας…», είπε ο ένας.
- «Κι εγώ ο Γιώργος…», είπε ο άλλος που είχε έρθει να με προσκαλέσει.
- «Λοιπόν είστε φανταράκια;», ρώτησα δήθεν αδιάφορα.
Εκείνοι κοιτάχτηκαν και χασκογέλασαν.
- «Ναι. Πόσο χρονών είσαι Γιαννάκη;», με ρώτησαν.
Εγώ γέλασα.
- «Δεκαεννέα…», τους είπα.
- «Και πώς και δεν έχεις πάει φαντάρος;», με ρώτησαν πάλι.
- «Έχω αναβολή γιατί πηγαίνω σε ΤΕΙ…», είπα εγώ.
Τους κοίταξα προσεκτικά… και οι δύο τους ήταν άπαιχτα αγόρια, γεροδεμένοι. Ο Γιώργος τσίμπησε ένα λουκάνικο από τους μεζέδες και μου το πρόσφερε.
- «Πάρε λουκανικάκι Γιάννη…», μου είπε.
- «Α, δεν μου αρέσουν αυτά…», είπα, εννοώντας τον τύπο λουκάνικου.
Ο Κώστας, ο άλλος δηλαδή, απάντησε:
- «Μάλλον προτιμάει τα... χωριάτικα. Ε, Γιαννάκη;», με ρώτησε.
Είχε πάει η συζήτηση ακριβώς εκεί που περίμενα.
- «Βεβαίως Κώστα. Μήπως σας βρίσκονται τίποτα χωριάτικα εδώ κοντά;», ρώτησα εγώ.
- «Το ήξερα ότι είσαι ρουφηχτράκης!», είπε ο Κώστας, προφανώς εννοούσε γκέι.
Ήπιαν τα ουζάκια τους με τη μία και σηκωθήκαμε. Χαιρέτησα τον Βασίλη και πήραμε ένα ταξί.
- «Πού σας πάω παλικάρια;», ρώτησε ο ταξιτζής.
Ο Κώστας είπε την οδό και μετά μου εξήγησε…
- «Έχω σπίτι, θα είμαστε πιο άνετα…»
φτάσαμε στο σπίτι του. Ήταν ένα ωραίο διαμέρισμα, αλλά δεν με ένοιαζε το διαμέρισμα, αλλά το τι θα κάναμε. Τελικά δεν χάσαμε χρόνο… εγώ κάθισα στον καναπέ, ο Κώστας κάθισε δίπλα μου, και ο Γιώργος μπροστά μου. Είχαν βγάλει τις μπλούζες τους. Καύλα ήταν τα παιδιά! Λίγο τρίχα στο στήθος…
Ο Κώστας έβγαλε την πούτσα του έξω. Μια παχιά, όχι πολύ μακριά πούτσα, με φλέβες, σαν χωριάτικο λουκάνικο. Έσκυψα και άρχισα την πίπα. Αχ! Η γεύση ήταν υπέροχη! Μύριζε πούτσα έντονα. Δεν είχαν προλάβει να κάνουν μπάνιο μετά το ταξίδι, αλλά ήταν υπέροχο. Καύλωνα να γλείφω την ιδρωμένη πούτσα τους.
Ο Γιώργος την είχε μεγαλύτερη λίγο, ήταν μακριά, 18 ποντάκια περίπου, φλέβες και πουτσότριχες. Έγλειψα τα αρχίδια του και μετά σηκώθηκαν και οι δύο και με μπούκωσαν τις ψωλές τους. Και οι δύο πολιορκούσαν το στόμα μου σαν τορπίλες. Το άνοιξα και προσπάθησα να τις κρατήσω και τις δύο μέσα…
Υπέροχη αίσθηση να έχεις δύο καυτές πούτσες στο στόμα σου! Ο Κώστας και ο Γιώργος έσπρωχναν πιο μέσα. Έτσι αποφάσισα να γλείφω μία - μία τις ψωλές, πρώτα του Κώστα. Ξεκίνησα από τα αρχίδια του και ανέβηκα από την κάτω μεριά της πούτσας, στο πουτσοκέφαλο του. Έκανε σαν παλαβός! Έκλεισε τα μάτια και έγειρε πίσω το κεφάλι από καύλα.
Μετά σειρά είχε ο Γιώργος. Ο Κώστας τον έπαιζε όσο εγώ ρούφαγα με μανία την ψωλή του Γιώργου.
- «Πούστη θα με τρελάνεις!», είπε.
Τελικά ο Γιώργος με έγδυσε από πίσω. Έμεινα γυμνός να νιώθω τα δάχτυλα του να με παίζουν στον κώλο όσο έγλειφα τον Κώστα. Τελικά ένιωσα την καυτή αίσθηση της ψωλής ανάμεικτης με το λάτεξ του προφυλακτικού. Έμπαινε μέσα… αχ! Τι καύλα απόλυτη!
Είχα μείνει να βογκάω με την ψωλή του Κώστα στο χέρι, μέχρι που μου την κούνησε επιδεικτικά και άρχισα πάλι την πίπα, αλλά η καύλα μου είχε επικεντρωθεί στον Γιώργο και στην υπέροχη ψωλή του, που με όργωνε με λύσσα στον κώλο. Ήθελα να φωνάξω από καύλα. Τα αρχίδια του χτυπούσαν στον κώλο μου.
Ο Κώστας μου είχε πιάσει τα μαλλιά και έδινε ρυθμό στην πίπα, εφόσον εγώ έδειχνα ανίκανος να συνεχίσω… σαν μια κούκλα για γαμήσι. Με παρτούζωναν δύο υπέροχοι φαντάροι! Ο κώλος μου είχε γεμίσει σπέρμα καθώς ο Γιώργος έχυνε φωνάζοντας και σπάζοντας την καπότα προφανώς, ενώ ο Κώστας ακόμα άντεχε στην πίπα, αν και ένιωθα την σηκωμένη ψωλή του να τσιτώνεται επικίνδυνα…
Τα αρχίδια του κόχλαζαν και τελικά… ψωλοχύματα γέμισαν το στόμα μου. Μικρές - μικρές δόσεις από αντρικό γάλα κατέληγαν μέσα στην γλώσσα μου και έπνιγαν το λαρύγγι μου. Ο Κώστας είχε σφίξει τα μαλλιά μου τόσο που με πονούσαν. Τελικά ο Γιώργος πήγε να πιει νερό μετά το γαμήσι, ενώ ο Κώστας άρχισε να με γαμάει από κώλο…
Κάθισα πάνω του και έτρωγα τον πούτσο με τον κώλο μου. Με γαμούσε πολύ καλά κι αυτός. Είχα ξανακαυλώσει μετά το γαμήσι του Γιώργου.
- «Έλα μανάρι μου, καρφώσου!», μου έλεγε καθώς η ψωλή του χανόταν στα βάθη της κωλάρας μου.
Εγώ βογκούσα μόνο και είχα ιδρώσει ενώ προσπαθούσα να κρατηθώ καθώς τα γόνατα μου έτρεμαν από την πολύ ορθοστασία της προηγούμενης πόζας. Τελικά ο Κώστας έχυσε στην καπότα του, την έβγαλε και καθάρισα τα σπέρματα που απέμειναν πάνω στο πουτσοκέφαλο του. Ο Γιώργος ήρθε πάλι και τον τρόμπαρε. Ήταν προφανές ότι δεν είχε ξεκαυλώσει…
- «Για έλα άλλη μία…», είπε.
Τι να κάνω… στήθηκα στα τέσσερα και ξαναπήρα τον χοντρό μακρύ πούτσο του Γιώργου στα χιλιογαμημένα κωλομέρια μου. Άλλη μια δόση ηδονής με κατέκλυσε με τα γαμήσια του Γιώργου.
- «Πόσο καιρό είχατε να γαμήσετε;», ρώτησα με τρεμάμενη φωνή λόγω που με κουνούσε ο γαμιάς μου.
- «Έξι μήνες. Συσσωρευμένα σπέρματα. Ωωωω! Καύλααααα!!!», φώναξε πάλι και έχυσε στην καπότα του κι αυτός.
Πήγα να καθίσω ξεθεωμένος. Έγλειψα τον Γιώργο να τον καθαρίσω από τα σπέρματα κι ο Κώστας ήρθε δίπλα μου.
- «Θέλω κι εγώ πάλι…», είπε σαν παραπονεμένο αγοράκι που δεν του δώσανε δεύτερο γλειφιτζούρι.
Εγώ ξαπλωμένος στο πλάι στον καναπέ, χτύπησα τον κώλο μου εννοώντας: «Όρμα!». Ο Κώστας μου τον έχωσε πλαγίως. Άντε πάλι… ο κώλος μου δεν είχε προλάβει να ηρεμήσει από τον Γιώργο και τώρα δεχόταν την πούτσα του Κώστα, που έδειχνε πιο σκληρή από πριν.
Ο κώλος μου είχε χάσει την αίσθηση κι εγώ δεν ένιωθα καν καύλα, μόνο κούραση, αλλά βογκούσα για να μην τους χαλάσω στην διάθεση. Τελικά έκανα ένα ντους, με έναν κώλο πηγάδι, κοιμήθηκα λίγο στον καναπέ τους και ξύπνησα επειδή μου έτριβαν τις πούτσες στο πρόσωπο. Προφανώς τους έπαιζαν γιατί ξύπνησα από κάτι καυτό και υγρό στο πρόσωπο… με χύνανε!
- «Πω ρε παιδιά… είστε απίστευτοι! Δεν ξεκαυλώσατε;»
Εκείνοι γέλασαν και είπαν:
- «Τώρα ναι! Άντε να πηγαίνεις κι εσύ ξεκωλάκι γιατί έχουμε και δουλειές…»
Αυτή ήταν η ιστορία μου, απόλυτα αληθινή... Γιώργο και Κώστα αν την διαβάζετε πρέπει να σας πω ότι με ξεθεώσατε!
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.