Το e-mail μου είναι το:
Είχα πάει για καφεδάκι σε μια καφετέρια. Εκεί είδα πολλούς διαθέσιμους να τους πάρω πίπα, αλλά όλοι μα όλοι είχαν καρφιτσωθεί στα μουνάκια που συνόδευαν και δεν τους αδικώ.
Εκεί που έπεσε το μάτι μου ήταν ένας παχουλούλης. Είχε κοιλιά αυτό δεν μπορώ να το παραβλέψω αλλά ήταν και ωραίο παιδί. Σκέφτηκα: «Μόνος του είναι, άρα… πίπα!». Έτσι έδειξα κινητικότητα.
Ο παχουλούλης απέναντι, μου είπε να πάω να καθίσω μαζί του, από ότι έμαθα ήταν 25άρης και τον έλεγαν Κωστή. Είχε χωρίσει και έδειχνε ερεθισμένος, αλλά δεν το παραδεχόταν.
Ήπιε το καφεδάκι του, τα μιλήσαμε και δέχτηκε να μου προσφέρει το καυλί του. Ο μόνος του κανόνας ήταν να του τον πάρω πίπα κάπου έξω. Δεν ξέρω γιατί τον άναψε αλλά δεν πειράχτηκα, γιατί όπως είπε δεν ήταν ανάγκη σε κόσμο. Αρκεί να ήμασταν κάπου έξω.
Εγώ σκέφτηκα αλλά δεν μου ερχόταν μέρος. Ο Κωστής κάτι σκέφτηκε και μου λέει:
- «Μπες στο αμάξι».
Μπήκα στο γαμάτο αμάξι του και κάθισα στο μπροστινό κάθισμα. Ο Κωστής φαινόταν ανυπόμονος να μου τον δώσει. Το έβλεπα και στις βεβιασμένες κινήσεις του αλλά και στο φουσκωτό παντελόνι του. Αν αυτό που έβλεπα δεν με απατούσε, τότε θα έτρωγα πολλά κιλά «κρέας» στο στόμα.
Οδηγούσε αμίλητος. Το φούσκωμα στο παντελόνι όλο και μεγάλωνε. Εγώ είχα και λίγο τρακ. Πρώτη πίπα ήτανε. Τελικά κάπου έστριψε σε κάτι στενά που ειλικρινά δεν θα τα έβρισκα ακόμα και χάρτη να μου έδινες και φτάσαμε σε ένα σημείο όπου είχε λίγα σπίτια. Τα περισσότερα με λίγα ή καθόλου φως. Ο Κωστής είπε:
- «Βγες!», και βγήκε από το αμάξι.
Η ψυχρούλα δεν πτόησε καθόλου τον «Κωστάκη» στο παντελόνι του. Προχώρησε λίγο λέγοντας μου να τον ακολουθήσω. Μπήκαμε σε ένα κτήμα. Φοβήθηκα λίγο γιατί είπαμε να του πάρω πίπα αλλά όχι και να μας φάνε τα άγρια ζώα.
Ο Κωστής κάθισε και ακούμπησε την πλάτη του σε μια ελιά και είπε:
- «Εδώ, γονάτισε!»
Εγώ γονάτισα στο υγρό από την υγρασία χώμα και ήρθα στο ύψος του φουσκώματος στο παντελόνι του. Ο Κωστής με κοίταξε και άρχισε να λύνει την ζώνη του μετά κατέβασε το παντελόνι μέχρι τα μπούτια του, μαζί με το μαύρο μποξεράκι του.
Μου ήρθε μια μυρωδιά πούτσας αμέσως. Το μακρινάρι του έστεκε καμαρωτό μπροστά στο πρόσωπο μου. Εγώ έπιασα την βάση, ήταν καυτή, και τράβηξα το πετσάκι πίσω. Άνοιξα το στόμα μου και έγλειψα ελαφρά το πουτσοκέφαλο από την βάση και μετά πάλι πουτσοκέφαλο. Ο Κωστής με κοίταξε και μετά από λίγο μου είπε:
- «Τώρα τι κάνεις; Πίπα;»
Εγώ κατάλαβα που το πήγαινε. Όντως, για πίπα το πήγαινα χάλια. Ο Κωστής πέταξε το τσιγάρο του και έπιασε με το ένα χέρι το καυλί του και με το άλλο εμένα. Με φόρα με μπούκωσε με το βοδίσιο κυριολεκτικά πούτσο του.
Το πουτσοκέφαλο άγγιζε μέσα - μέσα και ένιωθα την μεστή γεύση της ψωλής του μαζί με την ζέστη που παρήγαγε. Όταν έβγαλα έξω τον πούτσο του, είχε γεμίσει σάλια και τον ξαναρούφηξα μέσα. Τι πούτσος!
Ο άνθρωπος μπορεί να ήταν παχουλός αλλά η ψωλή του ήταν βοδίσια. Τα αρχίδια του χτυπούσανε το σαγόνι μου. Η μύτη μου άγγιζε τις άγριες πουτσότριχες του. Ο Κωστής άρχιζε να αναστενάζει…
- «Έτσι μπράβο!», είπε.
Και συνέχισα να παίρνω πίπα το θεόρατο καυλί του. Αργούσε να χύσει. Άρχισε να ξεκουμπώνει πουκάμισο. Είχε ανάψει. Ένιωσα κάτι να συσπάται στο στόμα μου. Ερχόταν από μια φλέβα της πούτσας του. Δεν χρειάζεται να σας πω τι βοδίσιο χυμό κατάπια.
Όταν τελείωσε σκουπίστηκε και πήγαμε σπίτι του. Με πήδηξε αλλά αυτό είναι ιστορία που θα σας πω άλλη στιγμή…
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.