Ξεκινώντας πριν 14 χρόνια την Α Λυκείου πήγα σε ένα σχολείο που τα αγόρια ήταν περισσότερα από τα κορίτσια και είχε πολλά μανούλια. Απ' την πρώτη ώρα με έβαλαν να καθίσω στο πρώτο θρανίο, δίπλα στο Δημήτρη τον απουσιολόγο, τον οποίο δεν είδα ερωτικά, σχεδόν δεν είχα προσέξει καθόλου, γιατί το μάτι μου έπεσε στον Θανάση, το παιδί που καθόταν στο θρανίο αριστερά μου μαζί με ένα άλλο γνωστό παιδί τον Αλέξανδρο. Τον Αλέξανδρο τον ήξερα, τους άλλους δύο όχι. Ο Θανάσης ήταν εμφανισιακά σαν κι εμένα, ψηλός, παχουλός, με κοιλίτσα και πεταχτό κώλο, ίδιος σωματότυπος, ίδιο μαλλί, μόνο που είχε και λίγα γένια, ενώ εγώ ακόμα μόνο χνούδι. Ήταν ο κολλητός τους Αλέξανδρου.
Μας σύστησε σε ένα διάλειμμα και κόλλησε στο μυαλό μου σαν τσίχλα. Τις επόμενες μέρες τον έπαιζα συνέχεια και είχα φαντασιώσεις με τον Θανάση. Πότε να ενώνουμε τα χείλη μας και να φιλιόμαστε, πότε να κατεβάζουμε ο ένας τη φόρμα του άλλου, να βλέπουμε τα μποξεράκια μας, να μου κατεβάζει το μποξεράκι κι εγώ το δικό του και να παίρνουμε ο ένας στον άλλο τσιμπούκι. Ως τότε δεν είχα κάνει τίποτα, μόνο κάτι χαμουρέματα με μια κοπέλα στο Γυμνάσιο. Κάτι που μ' έφτιαχνε πολύ στον Θανάση ήταν ότι είχε δικό του στυλ. Φόραγε πάντα φόρμα μαύρη ή καφέ και μποτάκια μαύρα με γκρι κάλτσες από μέσα και από πάνω την αγαπημένη του μπλούζα "fear is in the eye of the beholder", χωρίς να την αποχωρίζεται ποτέ.
Πρώτη φορά που τον πλησίασα ήταν ένα μεσημέρι. Μόλις σχολάσαμε τον είδα ξαφνικά να κρατάει τη μύτη του, η οποία έτρεχε αίμα, πήγα κοντά του και του έδωσα ένα χαρτομάντιλο. Πήγαμε μαζί σε ένα παγκάκι και καθίσαμε για λίγο ώσπου σταμάτησε το αίμα να τρέχει και ειδοποίησα μια καθηγήτρια. Όσο καθόμασταν και είχε ένα χαρτί στη μύτη του πιέζοντας με το χέρι του, εγώ είχα βάλει το ένα μου χέρι στο μπούτι του και με το άλλο του κρατούσα το κεφάλι. Φαίνεται ότι το εκτίμησε γιατί το απόγευμα έσκασε τηλέφωνο από τη μάνα του, η οποία με ευχαρίστησε που βοήθησα τον γιο της.
Έτσι μπήκα κι εγώ στην παρέα και την Παρασκευή οι τρεις μας πήγαμε για καφέ το απόγευμα και πιάσαμε τη συζήτηση. Ο Αλέξανδρος μας έλεγε για την Ελισάβετ, μια χαμηλοβλεπούσα μυξοπαρθένα που τα είχαν, αλλά μόνο χαμουρευόταν. Ο Θανάσης κι εγώ δεν είχαμε κάνει τίποτα. Όταν πρώτος ο Θανάσης είπε ότι δεν τρέχει τίποτα με καμία, μέσα μου πανηγύρισα απ’ τη χαρά μου και σκέφτηκα ότι ίσως είναι κι αυτός bi ή gay και αναπτερώθηκαν οι ελπίδες μου.
Όλο το Σαββατοκύριακο το πέρασα έχοντας φαντασιώσεις με τον Θανάση. Κάθε μέρα άρχισα όλο και πιο φανερά, αλλά ασυναίσθητα να παρατηρώ τον Θανάση. Σίγουρα στην αρχή δεν το είχε παρατηρήσει. Θα 'χε περάσει κάνας μήνας όταν το πήρε πρέφα. Κάναμε Αγγλικά και τον κοίταγα. Ξεκίνησα να τον γδύνω με τα μάτια μου από τα παπούτσια προς τα πάνω. Όταν έφτασα στη φόρμα στο σημείο της πούτσας του είδα για πρώτη φορά ένα μικρό φούσκωμα. Σίγουρα είχε σηκωμάρες και στυλώθηκε εκεί το μάτι μου. Κάποια στιγμή κατέβασε το χέρι του και έξυσε την πούτσα του πάνω απ τη φόρμα και εκεί με κοίταξε και είδε ότι κοίταγα επίμονα την ψωλή του. Απομάκρυνε το χέρι του και σε λίγο τον είδα να το βάζει μέσα απ τη φόρμα και το εσώρουχο και να ξύνει την ψωλή του. Εκεί τα είδα όλα! Αυτόματα μου έγινε τούρμπο ο δικός μου ψώλος και καύλωσα τέρμα.
Μάλλον το απολάμβανε και έξυνε για αρκετά δευτερόλεπτα την ψωλή του, που εμένα μου φανήκαν ώρες. Ξαφνικά έβγαλε το χέρι του απότομα και το κοπάνησε στο θρανίο κάνοντας θόρυβο. Αυτό κάπως με ξύπνησε απ' την έξαψη μαζί με το σχόλιο της Αγγλικούς για το πόσο άγαρμποι είναι μερικοί. Μέχρι το διάλειμμα δεν είχα καταλάβει ότι με είχε πάρει πρέφα. Στο διάλειμμα με πλησίασε και μου είπε ότι του πονάει το χέρι επειδή το χτύπησε και να πάμε μαζί στις τουαλέτες να ρίξει κρύο νερό να υποχωρήσει ο πόνος. Δέχτηκα και πήγαμε ενώ λέγαμε διάφορες μαλακίες. Το έβαλε κάτω από μια βρύση και ανοίξαμε το νερό στο κρύο να τρέχει και μου έλεγε ότι τον ανακούφιζε αυτό.
- Σε είδα που κοιτούσες τον πούτσο μου όσο τον έξυνα…
μου είπε ξαφνικά. Εκεί πάγωσα. Μάλλον κι αυτός δεν ήξερε πώς να το συνεχίσει.
- Εμ... έκανα εγώ.
- Μα...
συνέχισε και για λίγο ήμασταν κι οι δυο αμήχανοι. Ώσπου συνέχισε…
- και γαμώτο, μου σηκώνονταν όσο έβλεπα ότι γουστάρεις να τον κοιτάς.
- Ε... ναι...
δεν βρήκα τίποτα άλλο να πω. Μας διέκοψε το κουδούνι που χτύπησε. Φοβισμένος και έχοντάς τα τελείως χαμένα έφυγα για την τάξη. Δε μιλήσαμε τις άλλες ώρες ώσπου σχολάσαμε. Το απόγευμα μου πήρε τηλέφωνο και είπε να πάω απ' το σπίτι του θα ήταν μόνος. Δε με έπαιρνε να του φέρω αντίρρηση. Πήγα σπίτι του και μου είπε ότι θέλει να μιλήσουμε γι’ αυτό που έγινε το πρωί. Τώρα ήμουν κι εγώ κάπως πιο χαλαρός, αν και αμήχανος ακόμα. Μέσα μου πάντα ήλπιζα να είναι bi ή gay και να τα φτιάξουμε. Καθίσαμε στον καναπέ στο σαλόνι. Ξεκίνησε λέγοντάς μου ότι θα είμαστε για λίγο ακόμα μόνοι μέχρι να σχολάσει η μάνα του, οπότε να μην καθυστερούσε με ψέματα και μαλακίες.
- Είδα που κοίταζες όταν έξυνα την ψωλή μου και κάβλωνα που με έβλεπες.
- Κι εγώ καύλωσα…
του είπα και κάπως έτσι, όπως καθόμασταν στον καναπέ, πήρε το χέρι μου και το έβαλε πάνω στο μπούτι του. Ασυναίσθητα έβαλα κι εγώ το χέρι του πάνω στο δικό μου μπούτι. Μοιραία τα χέρια μας κινήθηκαν προς τις ψωλές. Έπιασα την δικιά του που ήταν μισοσηκωμένη κι αυτός τη δικιά μου.
- Δεν το έχω ξανακάνει…
του είπα, νομίζοντας ότι θα με έβαζε όπως στις φαντασιώσεις μου να τον τσιμπουκώσω και μετά να με γαμήσει.
- Τώρα τελευταία έχω κάποιες φαντασιώσεις να με πιπώσει ένα πουστράκι. Μόνο με γυναίκες μου σηκωνόταν…
είπε ο Θανάσης. Στο μεταξύ είχαν σηκωθεί τέντα οι ψωλές μας και ο ένας χάιδευε του άλλου πάνω απ' τις φόρμες μας. Μας διέκοψε το κλειδί που άνοιγε την πόρτα.
Πέρασαν λίγες μέρες και δεν το συζητήσαμε, ενώ αποφεύγαμε να μιλάμε πολύ. Ο Αλέξανδρος κατάλαβε ότι κάτι είχε παιχτεί κι αφού πίεσε τον Θανάση, του τα ξέρασε όλα, αλλά κάπως διαφορετικά, ότι και καλά του την έπεσα εγώ, του ζήτησα να του τον πιπώσω αλλά μέχρι εκεί. Δεν προχωρήσαμε. Περιέργως ο Αλέξανδρος φάνηκε αρκετά open-minded και δεν είχε πρόβλημα. Με έπιασε και μου είπε ότι τα ξέρει όλα και δεν θα τα ξεράσει, αρκεί να μην τον ενοχλήσω ποτέ, γιατί ήδη προχωρούσε το πράγμα με την Ελισάβετ και γιατί δεν γούσταρε άντρες. Κάπως έτσι και μετά από κάποιες ακόμα διαβεβαιώσεις του Αλέξανδρου, έσπασε ο πάγος μεταξύ μας και δεθήκαμε και πάλι.
Έμπαινε Νοέμβριος όταν μας κάλεσε ο Θανάσης σπίτι του για καφέ γιατί έλλειπαν οι δικοί του και θα γύρναγαν αργά το βράδυ. Πήγα και βρήκα τον απουσιολόγο τον Δημήτρη, τη Ρία (που ακουγόταν ότι γούσταρε τον Δημήτρη), Αλέξανδρο και Θανάση, να πίνουν ήδη καφέ, γιατί ο Αλέξανδρος θα έφευγε σε λίγο να βγει με την Ελισάβετ. Ο πατέρας του Δημήτρη πέρασε και τον πήρε και από πίσω έφυγε κι η Ρία με μια γελοία δικαιολογία. Έτσι μείναμε μόνοι μας και μόνο τότε ο Θανάσης έβαλε το χέρι του μπήκε μέσα απ’ τη φόρμα του και άρχισε να ξύνει την ψωλή του. Κι οι δυο καυλώσαμε.
- Δυο φορές τον έπαιξα σήμερα…
μου είπε, κατέβασε την φόρμα του κι ένα πρασινωπό μποξεράκι αποκαλύφθηκε. Κάβλωσα απίστευτα και μου σηκώθηκε. Έτσι κατέβασα κι εγώ το παντελόνι μου και μου πρότεινε να βγάλουμε τα μποξεράκια μας. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα γυμνό ένα άλλο αγόρι. Είχε αρκετές τρίχες γύρω και πάνω απ τον πούτσο του αλλά και στα αρχίδια. Εγώ ήμουν πιο άτριχος. Είδα έναν ωραίο εφηβικό πούτσο καυλωμένο, σχετικά χοντρό και φυσιολογικό μέγεθος και με τα χέρια του έπιασε το κεφάλι μου και μου ζήτησε να του τον γλείψω. Ξεκίνησα να του κάνω κάπως άγαρμπα τσιμπούκι και τον είδα που άνοιξε όσο πιο πολύ μπορούσε τα μπούτια του. Βολεύτηκα κάπως καλύτερα και άρχισα να ανακαλύπτω τον πούτσο του. Τον είχε φρεσκοπλυμένο γιατί μύριζε σαπούνι και κάποια κολόνια που είχε ρίξει για να μυρίζει καλά. Είχε δυσανάλογα μεγάλο πουτσοκέφαλο σχετικά με τον υπόλοιπο κορμό.
Προσπαθούσα να του κάνω τσιμπούκι, τον έγλειφα, τον ρούφαγα, τον έβαζα όλο σχεδόν στο στόμα μου όσο μπορούσα και άκουγα τον Θανάση να βγάζει άναρθρους φθόγγους και βογκητά. Μετά από λίγο μου είπε ότι θέλει να χύσει, σηκωθήκαμε και πήγαμε στο μπάνιο, τον έπαιξε λίγο κι έχυσε. Τον έβλεπα να χύνει και να συσπάται. Όλη αυτή την ώρα ήμουν κι εγώ καυλωμένος. Έπιασε με δυσκολία τη δικιά μου ψωλή, τη χάιδεψε λίγο και μου είπε να μου τον παίξει να χύσω. Μπήκα όρθιος μπροστά απ την λεκάνη, άνοιξα λίγο τα πόδια μου και ήρθε κόλλησε πίσω μου. Με το ένα του χέρι με έπιανε στο στήθος, ενώ το άλλο άρπαξε την πούτσα μου κι άρχισε να την μαλακίζει. Ο μισοσηκωμένος ψώλος του ακουμπούσε στον κώλο μου. Δε χρειάστηκε και πολύ για να χύσω.
Πήγαμε στο σαλόνι και βάλαμε μποξεράκια και φόρμες. Τον ρώτησα αν του άρεσε και μου είπε πολύ. Μείναμε για λίγη ώρα αμήχανοι και μετά έφυγα γιατί είχε περάσει η ώρα κι έπρεπε να γυρίσω σπίτι.
Την άλλη μέρα δεν ήρθε στο σχολείο ο Θανάσης. Πέρασε και το Σαββατοκύριακο χωρίς να τον δω ή να τον βρω στο τηλέφωνο. Την Δευτέρα που βρεθήκαμε με έπιασε και πήγαμε στο καπνιστήριο του σχολείου, κάνοντας κοπάνα από το μάθημα και μου είπε ότι αποφάσισε ότι τελικά του αρέσουν μόνο οι γυναίκες, ότι δεν πρέπει να ξαναβρεθούμε και δεν πρέπει να ξανακάνουμε τίποτα. Αποφασίσαμε να το ξεχάσουμε κι οι δυο μας. Και ο Αλέξανδρος επίσης, ο οποίος ήταν κάπου εκεί κρυμμένος προφανώς για να βοηθήσει τον κολλητό του αν κάτι στράβωνε. Και όπως συμφωνήσαμε, το θάψαμε και δεν κάναμε παρά ελάχιστη παρέα μετά, αν και ταιριάζαμε σαν παρέα, από φόβο για το τι θα μπορούσε να γίνει. Ενώ έμεινα μόνος στο καπνιστήριο. Σε λίγο εμφανίστηκε ο Χριστόφορος απ' τη Γ’ Λυκείου, μου έπιασε την κουβέντα κι εκεί άναψα το πρώτο μου τσιγάρο.
Copyright protected OW ref: 102655
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.