Μια μέρα λοιπόν, είχαμε μαζευτεί εμείς και οι κοπέλες μας στο σπίτι του για να βγούμε. Οι γυναίκες πήγαν στο δωμάτιο για να ετοιμαστούν κι εγώ πήγα να φέρω από το ψυγείο μπύρες για την αναμονή. Ένιωσα ξαφνικά ένα χέρι να μου χαϊδεύει τρυφερά τον κώλο πάνω από το σορτσάκι. Γύρισα και ήταν εκείνος, αναμμένος.
- Τι κάνεις εκεί; Θα μας δουν...
του είπα και έκανα να τραβηχτώ, αλλά εκείνος είχε κολλήσει πίσω μου και με κρατούσε δυνατά.
- Έλα, δε σου έχει λείψει ο πούτσος μου; Δύο μέρες έχω να σου τον καρφώσω…
μου απάντησε τότε και μου τον έτριψε πάνω από τα ρούχα.
- Άσε με…
προσπάθησα πάλι να τραβηχτώ, μα ήταν μάταιο.
- Έλα ίσα να σε καρφώσω για λίγο να μου φύγει και μένα η κάψα με παρακάλεσε.
- Τι δεν καταλαβαίνεις;
- Θα αργήσουν σου λέω μου αποκρίθηκε και με έριξε στο πάτωμα γονατιστό.
Ξεκούμπωσε το φερμουάρ του και τον πέταξε έξω, καυλωμένο και έτοιμο για δράση. Μου τον έφερε στο στόμα και μου τον έτριψε για λίγο στα χείλη.
- Άνοιξε το στόμα σου καύλα μου…
με διέταξε και μου τον έβαλε μέσα για δέκα δευτερόλεπτα. Ύστερα τον τράβηξε, μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί και μου είπε:
- Δεν είναι για χόρταση. Στήσου!
- Ναι, γαμιά μου...
του απάντησα καταφατικά και σαν αποβλακωμένος που ήμουν από την καύλα, ακούμπησα τα χέρια μου στο τραπέζι και στηρίχτηκα σε αυτό. Μου κατέβασε το σορτσάκι ίσα που να αποκαλυφθούν τα κωλομέρια μου και έφερε την πούτσα του στην τρύπα μου. Άρχισε να σπρώχνει. Ήθελα να φωνάξω όπως κάθε φορά, μα δε μπορούσα γιατί θα με άκουγαν. Κάποια στιγμή και ενόσω με πηδούσε ακούστηκε από μέσα μια φωνή:
- Αποστόλη, έρχεσαι λίγο να μου πεις αν μου πάει το φόρεμα;…
ρώτησε η κοπέλα του και εκείνος σταμάτησε να με γαμάει. Έμεινε ακίνητος μέσα μου.
- Ωχού… άσε με ρε Ειρήνη τώρα…
της απάντησε ψύχραιμος εκείνος.
- Καλά, έρχομαι εγώ είπε τότε εκείνη και μου έκοψε τα ύπατα. Ή μάλλον ασ' το. Θα βάλω άλλο… αποφάσισε τελικά και ησύχασα.
- Τι μου 'χεις κάνει, ξεκωλάκι μου; Μου την έχεις σηκώσει τέρμα και τώρα πρέπει να μου τη ρίξεις. Κλαρίνο μου τον έχεις κάνει…
είπε καθώς μου έδινε να καταλάβω τι βαρβάτο αρσενικό είχα ανάμεσα στα πόδια μου. Τα προστυχόλογα που μου έλεγε με έκαναν να ανάβω περισσότερο. Τα χαστούκια στα κωλομάγουλα μου πήγαιναν και έρχονταν. Δεν τον ένοιαζε πια αν μας πάρουν χαμπάρι. Είχε αφηνιάσει. Μετά από ένα τέταρτο περίπου, φώναξε:
- Χύνω μωρό μου…
και ένιωσα κάθε φλέβα του να συσπάται και να με πλημμυρίζει με το πλούσιο σπέρμα του. Τότε τον έβγαλε γρήγορα-γρήγορα έξω και μου σήκωσε τα πόδια ψηλά για να μη χαθεί καμία σταγόνα.
- Σε γκάστρωσα πουστράκι μου…
είπε με ευχαρίστηση και έπειτα μου έδωσε ένα σκαστό φιλί στην τρύπα μου. Ντυθήκαμε στα γρήγορα. Ένιωθα τα πόδια μου να τρέμουν. Οι κοπέλες βγήκαν μετά από λίγο και φύγαμε κατευθείαν για το μπαρ. Εκεί, σε κάποια φάση, πήγαμε τουαλέτα με τον ξάδερφο.
- Μου χρωστάς κάτι εσύ πουτανάκι… μου είπε.
- Τι; τον ρώτησα εγώ.
- Μία πίπα. Έλα παρ' τον μου στο στοματάκι σου…
μου ζήτησε και έτσι έκλεισε η βραδιά, με μένα να τον τσιμπουκώνω. Ήταν η καλύτερη έξοδος και η πιο ευχάριστη αναμονή που είχα ποτέ!
Copyright protected OW ref: 171282
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.