Η ιστορία:
Μετά το ξεπαρθένιασμά μου ξαναβρεθήκαμε μια ακόμη φορά με τον Νίκο, στο ίδιο μέρος στην παραλιακή, για έναν πούτσο στα γρήγορα. Πέρασε ένας μήνας και κάτι, κόντευε να βγει ο Νοέμβρης, αλλά είχε γλυκό καιρό και την Παρασκευή εκείνη κανονίσαμε τα γνωστά, παραλιακή, πριν την Αγία Μαρίνα, για σεξ.
Δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, ένα απλό σεξ ήταν στο πίσω μέρος του αμαξιού.. έως ένα σημείο, το οποίο και θα σας περιγράψω. Ακόμη το θυμάμαι και καυλώνω τρελά, αλλά και ντρέπομαι.
Με γάμαγε στα τέσσερα στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου, γύρω στις δέκα το βράδυ. Αρκετή ώρα μπαινόβγαινε και δεν έλεγε να χύσει. Ακούσαμε έναν ψιλό θόρυβο, σαν από αμάξι, αλλά δεν δώσαμε σημασία, τον εξιτάριζε η ιδέα του σεξ σε δημόσιο χώρο και συνέχισε να με πηδάει ώσπου σε λίγο έχυσε. Μου αράδιασε τις γνωστές του πίπες στο αφτί, πόσο καλό πουτανάκι με είχε κάνει, ότι αυτός ήταν που με ξεπαρθένιασε και που θα μου κάνει την τρυπούλα να ανοίξει σαν δίευρο κλπ.κλπ., όταν πηγαίνοντας να βγει από μέσα μου και πιάνοντας την καπότα να μην φύγει απ’ τον μισοπεσμένο πούτσο του, σηκώσαμε κάπως τα κεφάλια μας και είδαμε δυο σκιές πάνω στο παράθυρο κολλημένες.
- «Μας την έπεσαν οι μπάτσοι! Γρήγορα σήκω μικρέ και μην βγάλεις άχνα!», μου είπε ο Νίκος, εμφανώς τρομαγμένος.
Σηκώθηκε και βγήκε έξω, και τον ακολούθησα κι εγώ. Ήταν δύο παιδιά με το αμάξι και την στολή, ψηλά, ο ένας στην ηλικία μου σχεδόν, ο άλλος 30άρης… σκέτη καύλα! Αφού μας την είπε ο μεγάλος και μας τρομοκράτησε λίγο (νομίζαμε ότι θα περνάγαμε από κανένα απόσπασμα) μας κοίταξε γυμνούς και με έβαλε να κάνω έναν γύρο.
- «Μμμμμμμμ… Τι κωλάρα είναι αυτή!», έκανε.
Μούγκριζε σαν αγελάδα, αλλά προφανώς έβαλε στο μάτι τον κωλαράκο μου. Έκανε νόημα και πλησίασε και ο μικρός. Κάτι έλεγαν στα ψιθυριστά.
- «Εσύ μικρέ τον τρως;», με ρώτησε ο μεγάλος.
- «Εεεεεε...»
Κόμπιασα, δεν ήξερα τι να πω, φοβόμουν, αλλά και θυμόμουν τα λόγια του κυρ Νίκου να μην βγάλω άχνα.
- «Λέγε μικρέ!», έκανε ο μεγάλος αστυνόμος.
Πετάγεται ο κυρ Νίκος:
- «Είναι πρωτάρης. Εγώ του μαθαίνω να τον παίρνει…», είπε, ξέροντας ή υποθέτοντας τι μπορούσε να ακολουθήσει. «Ίσα ίσα που ξεπαρθενιάστηκε…», συνέχισε να λέει.
- «Σκάσε και δεν ρώτησα εσένα! Εσύ λέγε μικρέ. Τώρα ξεπουστεύτηκες;», έκανε ο μεγάλος
- «Εεεεεεεε… Να… Ξέρετε, όχι τώρα.. τώρα… Έχει λίγες μέρες…», τραύλιζα εγώ με σκυμμένο το κεφάλι.
Με το χέρι του μου σήκωσε το κεφάλι.
- «Θέλω να σε βλέπω όταν μιλάς. Στις αρχές πρέπει να τα λέμε όλα και με ψηλά το κεφάλι!», είπε με πιο πατρικό ύφος.
Αφού μας άφησε για λίγο σύξυλους και μας περιεργαζόταν, πήρε τον μικρό και πήγαν λίγο παραπέρα κοντά στο αμάξι.
- «Μην φύγετε!», έβγαλε μια αγριοφωνάρα που μου έκοψε τα γόνατα.
Εμείς μόνο που δεν τα κάναμε πάνω μας από τον φόβο μας για το τι μπορούσε να συμβεί. Ο κυρ Νίκος με συμβούλεψε τότε να τους πάρω πίπα αν μου το ζητούσαν και μου είπε ότι είχε και αλοιφή να μου βάλει στην τρυπούλα, αν χρειαζόταν να τους κάτσω, για να μην πονέσω. Εγώ υπάκουσα και προσπάθησα να ηρεμήσω. Αυτοί οι δύο σε λίγο βγήκαν απ’ το περιπολικό και ήρθαν πάλι πίσω. Τώρα ήταν η σειρά του μικρού να μιλήσει.
- «Λοιπόν, αν δεν θέλετε να σας πάμε τώρα στο τμήμα, θα κάνετε ότι σας πούμε και αν είστε υπάκουοι, θα σας την χαρίσουμε…», είπε ο μικρός με άγριο ύφος.
- «Ναι, ναι, εννοείται!», αποκρίθηκε ο κυρ Νίκος.
Τότε ήρθε η σειρά του μεγάλου ένστολου να ανακοινώσει τις εντολές του. Μιας που εγώ ήμουν το εκπαιδευόμενο πουτανάκι, θα έπρεπε να τους πάρω πίπα, μετά να με γαμήσουν και πάλι μετά πίπα, μέχρι να ξεκαυλώσουν τελείως. Ο Νίκος την γλίτωσε, αλλά αν δεν έκανα καλή δουλειά, αυτός θα την πλήρωνε, όπως μας είπαν.
Πρώτα ήταν η σειρά του μικρού. Άνοιξε το φερμουάρ κι έβγαλε ένα μικρό πουλάκι απ’ το μποξεράκι του. Έπεσα στα γόνατα και άρχισα να προσπαθώ να του το γλείψω. Παρόλη την προσπάθειά μου δεν πολυμεγάλωνε, γεγονός που το παρατήρησε ο μεγάλος και του πέταγε διάφορα υπονοούμενα, αγχώνοντάς τον. Τον ένιωθα να ψιλοτρέμει απ’ το άγχος και να μην του πολυσηκώνεται. Τότε αποφάσισα να πάρω πρωτοβουλία και του κατέβασα το παντελόνι της στολής μαζί με το μποξεράκι…
- «Να πάμε απ’ την άλλη μεριά. Ντρέπομαι μπροστά σε τόσο κόσμο…», είπα, αφήνοντας το μισοσηκωμένο πουλάκι του νεαρού και τραβώντας τον στην ουσία απ’ την άλλη μεριά του αμαξιού.
Εκεί τον έβαλα να ακουμπήσει με την πλάτη στην πόρτα και πήρα το πουλάκι του. Τώρα κάπως μεγάλωσε… Άρχισε να γλείφω και προσπαθούσα να βάλω όλη μου την τέχνη. Μπορεί να ήμουν πρωτάρης, αλλά μου έλεγαν ότι κάνω καλή πίπα, και παραξενευόμουν που αυτουνού δεν του σηκωνόταν. Τότε τα χέρια μου ξεκίνησαν να του χαϊδεύουν τα μπούτια, ανέβηκαν πιο ψηλά, έπαιξαν λίγο με τα αρχιδάκια του και πήγαν στον κώλο του. Εκεί ήταν που άρχισε να ανταποκρίνεται! Πρέπει να είχε περάσει λίγη ώρα, γιατί ο άλλος ο μεγάλος ήταν ανυπόμονος και όλο φώναζε.
- «Περίμενε ρε!», του έκανε ο μικρός τραυλίζοντας και όλη του η στύση άρχισε να πέφτει πάλι.
Άντε πάλι απ’ την αρχή! Ξεκίνησα να του χαϊδεύω το κωλαράκι και γρήγορα ξαναμεγάλωσε. Τώρα έγινε ένας ωραίος πούτσος 19.5 εκατοστών, ούτε παχύς ούτε λεπτός, με ένα ωραίο πουτσοκέφαλο. Ευτυχώς ήταν καθαρός. Άρχισα να τον γλείφω τώρα άγρια και μάλλον τον είχα καταφέρει να τον ξεαγχώσω, γιατί άρχισε να βογκάει. Εντωμεταξύ όσο τα δαχτυλάκια μου χάιδευαν το κωλαράκι του, το γούσταρε, και άρχισα να παίζω με την χαραμάδα του και το γούσταρε τρελά. Σε λίγο άρχισε να χύνει και αποτραβήχτηκα. Έχυσε στο στήθος μου και κάτω, φωνάζοντας από καύλα!
Χωρίς να χάνει χρόνο ήρθε ο μεγάλος μπάτσος κατεβάζοντας το παντελόνι του και βάζοντάς μου με την μία τον πούτσο του. Τίποτε το ιδιαίτερο, ένα παλούκι γύρω στα 11-12 εκατοστά, επίσης ούτε παχύ ούτε λεπτό, αλλά πολύ - πολύ σκληρό. Με μπούκωσε, κόντεψε να με πνίξει, ενώ ξαπέστειλε γρήγορα - γρήγορα τον μικρό, που ακόμη δεν είχε συνέλθει απ’ την καύλα.
Αυτός και μούγκριζε και φώναζε και μου έλεγε διάφορα, πολύ μπήχτης και καυλιάρης άνθρωπος, αλλά κι εγώ του τον έγλειφα, έπαιξα με την γλώσσα μου με τα αρχιδάκια του και του άρεσε, αν κρίνω από το πως μούγκριζε! Ξαναπήρα το πουλάκι του στο στόμα μου και αυτή την φορά τον έπιασα απ’ την μέση και άρχισα να ελέγχω εγώ το παιχνίδι., Απότομα με άφησε.
- «Γύρνα να στον χώσω τώρα!», μου είπε.
Εκεί πάγωσα, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Φοβόμουν όλα αυτά, ότι θα πονέσω κλπ., και ήμουν έτοιμος να αρχίσω να κλαίω. Με ακούμπησε στο πορτμπαγκάζ, μου άνοιξε τα πόδια διάπλατα, άνοιξε τα κωλομάγουλα μου και τον ακούμπησε στο κωλαράκι μου.
- «Μισό. Πάρε και καμιά καπότα!», του φώναξε ο κυρ Νίκος και του έδωσε ένα προφυλακτικό.
Απ’ ότι κατάλαβα το φόρεσε στα γρήγορα και ένιωσα το καυτό του πουτσοκέφαλο στην μόνο τρεις φορές γαμημένη τρυπούλα μου. Ευτυχώς ήταν χαλαρή κάπως από την αλοιφή, αλλά ήταν και μικρός ο πούτσος του, δεν μπορώ να πω ότι πόνεσα ιδιαίτερα. Λίγο στην αρχή, και έβγαλα κάτι αχ και κάτι «μην με πονέσεις…», αλλά αυτός μου τον έχωσε με δυο - τρεις κινήσεις, τον έβγαλε απότομα σχεδόν όλο έξω και ξανά μέσα. Εκεί πόνεσα, αλλά σε λίγο συνήθισα. Το τι μπινελίκι έπεσε, ούτε που θυμάμαι. Μας έκανε επίδειξη, να δείξει στους άλλους δύο πως γαμάει!
Όταν πήγαινε να χύσει, σταμάταγε, πήγαινε με πολύ αργό ρυθμό και πάλι μετά δυνάμωνε. Περίπου τέσσερις φορές έκανε αυτό που απέφυγε το χύσιμο, έχοντάς με κάνει να χύσω μία φορά, ώσπου με έπιασε δυνατά απ’ τη μέση, μπήκε τέρμα μέσα μου (όσο του έφτανε) και άρχισε να ουρλιάζει ότι χύνει. Βγήκε με τη μία, ρίχνοντάς μου ένα γερό φούσκο στο κωλαράκι.
Πήγε για λίγο προς το αμάξι τους, δίνοντας εντολή στον μικρό να με περιποιηθεί. Ήρθε ο μικρός με μισοσηκωμένο τον μακρύ πούτσο του και φανερά αμήχανος. Ο μικρός δεν πρέπει να είχε και πολλές εμπειρίες, αλλά και πρέπει να ντρεπόταν. Του πήρα λίγο πίπα και του ψιθύρισα στο αφτί:
- «Μην φοβάσαι, αν δεν σου βγαίνει, θα σε καλύψω εγώ. Αλλά αν μπεις μέσα μου, σε παρακαλώ να γαμάς αργά - αργά και να μην με πονέσεις…», του είπα και του έριξα ένα χουφτωματάκι στο κωλαράκι.
Με λίγη ακόμη πίπα του σηκώθηκε και έβαλε κι αυτός καπότα. Εκείνη την στιγμή επέστρεφε ο άλλος.
- «Ακόμη να του τον βάλεις ρε μικρέ;», είπε και κάγχασε.
- «Εεε...», πήγε κάτι να απαντήσει ο μικρός.
- «Άντε, τέλειωνε! Έχω κι άλλες καύλες!», του είπε και κάθισε παραδίπλα με τον κυρ Νίκο να μας παρακολουθούν.
Έκανα νόημα στον μικρό, του έγλειψα λίγο τα αρχιδάκια και ήταν έτοιμος για δράση. Πάλι ακούμπησα στο πορτμπαγκάζ, άνοιξα τα πόδια και νιώθω το παλούκι του να ακουμπάει την τρυπούλα μου. Σιγά - σιγά το νιώθω να μπαίνει μέσα μου. Παρόλο που είχε περάσει ώρα από τότε που έβαλα την αλοιφή και είχα ήδη φάει δύο πούτσες, έκανε δουλειά, εδώ σχεδόν δεν πόνεσα, γιατί ο μικρός ακολούθησε αυτά που του είπα και μπήκε λίγος - λίγος μέσα μου. Ήταν και τεράστια η πούτσα του και άργησε να μπει.
Στην αρχή έμπαινε και έβγαινε σιγά - σιγά και άρχισε να επιταχύνει ρυθμό. Σίγουρα πρώτη φορά γάμαγε κωλαράκι, φαινόταν αυτό! Δεν έβριζε, δεν μίλαγε, κάτι που μου άρεσε. Είχαν πιάσει κι οι άλλοι δύο την ψιλοσυζήτηση και μας άφησαν στην ησυχία μας. Σε λίγο έπεσε σχεδόν πάνω μου ο μικρός.
- «Δεν μπορώ να χύσω. Τι να κάνω…;», μου ψιθύρισε.
- «Κλείσε τα μάτια και φαντάσου πως πηδάς το αγαπημένου σου μουνάκι…», του είπα.
Πριν προλάβω να ολοκληρώσω την φράση μου άρχισε να συσπάται μέσα μου και να χύνει.. μάλλον απ’ το άγχος τα είχε χαμένα ο μικρός. Μια χαρά έχυνε μέσα στην καπότα πάντως. Παρόλο που ήταν πρωτάρης, το ευχαριστήθηκα το πούτσωμα που μου έκανε. Τότε ήρθε ο μεγάλος για να τον ειρωνευτεί που άργησε. Άρχισε να λέει τα δικά του, ώσπου δεν ξέρω πως μου ήρθε, και του είπα:
- «Δύο φορές με έχυσε. Με ξέσκισε ο μικρός. Δεν με λυπήθηκε καθόλου. Τέλειωσε μια φορά και καπάκι και δεύτερη. Πονάει ο κωλαράκος μου…»
- «Αλήθεια λέει ρε;», τον ρώτησε ο μεγάλος.
Ο μικρός έγνεψε το κεφάλι καταφατικά, ενώ ο πούτσος του πρώτη φορά που σηκώθηκε από μόνος του!
- «Και ακόμη δεν ξεκαύλωσες ρε μαλάκα;», του είπε, βλέποντας τις καύλες του.
Συνεχίσαμε εμείς. Ο μικρός πήγε να προσέχει το όχημά τους, εμείς κάναμε ένα μικρό διαλειμματάκι και τώρα ξεκίνησα να παίρνω εναλλάξ πίπα, μία στον Νίκο και μία στον Τάσο, τον μεγάλο μπάτσο, όπως τον έλεγαν. Το έκανα τελείως μηχανικά, ελπίζοντας να χύσουν γρήγορα, αλλά άλλα ήταν τα σχέδιά τους…
Με έβαλαν σε στάση Γ, άνοιξα τα πόδια μου και όρθιος ως την μέση και ήρθε από πίσω μου και μπήκε ο Τάσος, ενώ εγώ έπαιρνα ταυτόχρονα πίπα στον Νίκο. Άρχισε ένα σφυροκόπημα πίσω στο κωλαράκι μου απ’ το πολύ σκληρό παλούκι του Τάσου. Μπορεί να ήταν γύρω στα 12 εκατοστά που είπα, αλλά ήταν πολύ σκληρό.. πιο σκληρό δεν έχω φάει! Δεν άντεξε πολύ και σύντομα έχυσε, μετά από πέντε - έξι μπες - βγες έχυσε.
Τότε ήρθε η σειρά του Νίκου να με πηδήξει από πίσω. Εγώ έπρεπε να καθαρίσω την πούτσα του Τάσου και ο Νίκος μπήκε προσεχτικά πίσω μου και άρχισε να με γαμάει. Κι αυτός με πέντε - έξι φορές έχυσε. Μας είχαν τελειώσει και οι καπότες και ήταν τα δεύτερα χύσια που δεχόταν μέσα σε λίγη ώρα ο κωλαράκος μου. Πάνω στην ώρα, σαν από μηχανής Θεός, ήρθε ο μικρός και φώναζε τον Τάσο ότι τον έψαχναν απ’ το τμήμα. Είχε περάσει η ώρα, είχε πάει λέει δ’υο και τα μεσάνυχτα!
- «Πες τους ότι είχαμε σταματήσει για χοντρό και πάμε!», φώναξε ο Τάσος. «Και έλα μετά εδώ!», τον διέταξε και σύντομα ήρθε ο μικρός. «Μέχρι να μας ξαναψάξουν έχεις λίγη ώρα για ένα ακόμη. Εσύ διάλεξε: Θες να σε τσιμπουκώσει η πουτανίτσα ή να της ξεσκίσεις το πίσω μουνάκι;», του είπε.
Με πήρε απ’ το χέρι ο μικρός και πήγαμε απ’ την αντίθετη μεριά του αμαξιού, να μην μας έχουν φάτσα μπροστά τους. Ήταν πάλι αγχωμένος και ψιλοέτρεμε αυτή τη φορά. Του κατέβασα το παντελόνι και το μποξεράκι και άρχισα να του χαϊδεύω το κωλαράκι, αλλά με δυσκολία σηκωνόταν.
- «Μικρέ, θα κάνουμε μια συμφωνία, αλλά μην βγάλεις κιχ γιατί θα σε κάνω μαύρο στο ξύλο…», άρχισε να λέει ψιθυριστά αλλά με άγριο τόνο φωνής.
Έγνεψα το κεφάλι σαν να συναινώ.
- «Θα κάνεις ότι με τσιμπουκώνεις. Θα πούμε σε λίγο ότι έχυσα και φύγαμε. Δεν μου βγαίνει έτσι να μου ξανασηκωθεί και δεν θέλω μετά να με κοροϊδεύει ο άλλος…», είπε.
Τον διέκοψα πριν συνεχίσει…
- «Έγινε! Και θα μείνει μεταξύ μας, μην ανησυχείς…», του είπα. «Αλλά κάνε και λίγο ότι βογκάς, για να μας πιστέψουν…», συνέχισα.
Κάθισα λοιπόν στα γόνατα σε στάση πίπας κι αυτός έβγαζε κανένα βογγητό που και που. Ανεβάζοντας το παντελόνι του, του έπεσε το κινητό και το σήκωσα. Τότε μου ήρθε η φαεινή ιδέα, έχοντας καυλώσει τρομερά, και του πρότεινα να ανταλλάξουμε κινητά. Μην μπορώντας να μου πει όχι, πήρα το κινητό του και έστειλα ένα κενό μήνυμα στο δικό μου και του αποθήκευσα τον αριθμό μου στο δικό του. Έμαθα και το όνομά του, Νάσο τον έλεγαν.
Ψιλοανοίξαμε συζήτηση ψιθυριστά και έμαθα ότι τον είχε 19.5 εκατοστά (που προανέφερα στην αρχή). Ήταν 22 χρονών το παιδί και δεν είχε καμιά εμπειρία με γκέι, ούτε είχε γαμήσει ξανά κώλο, είτε αντρικό, είτε γυναικείο. Καθώς τα ψιλολέγαμε, του σηκώθηκε! Πήγα να του κατεβάσω το παντελόνι για να του πάρω πίπα, αυτή τη φορά επειδή το γούσταρα, αλλά με διέκοψε, βγάζοντας βογγητά και φωνάζοντας:
- «Χύνω! Χύνω! Χύνωωωωωωωω!!!»
Γύρισε και μου ψιθύρισε:
- «Θα τα πούμε από κοντά άλλη φορά, δεν έχουμε χρόνο τώρα…»
Έφυγε, λέγοντας πόσο το απόλαυσε αυτό το τσιμπούκι. Σηκώθηκαν κι έφυγαν γρήγορα - γρήγορα τα δυο παιδιά και ήρθε μετά ο κυρ Νίκος από πίσω και μου ζήτησε συγγνώμη για όλα. Ντύθηκα. Η ώρα ήταν ήδη τρεις και. Με ανέβασε ως τη Γλυφάδα αυτή τη φορά. Δεν ανταλλάξαμε ούτε κουβέντα στον δρόμο. Πήρα νυχτερινό λεωφορείο και ταξί ως το σπίτι. Μέχρι κι ο ταρίφας κατάλαβε ότι κάτι είχα. Του πέταξα μια αηδία του τύπου ότι έριξα γερό καβγά και το 'χαψε. Γυρίζοντας σπίτι, άρχισα να βήχω που και που… την ψιλοάρπαξα.
...........................................................
Ομολογώ πως μου άρεσε εκείνη η εμπειρία, αν ήταν όμως σε κανένα κρεβάτι, νομίζω θα το απολάμβανα καλύτερα. Έτσι θύμωσα με τον κυρ Νίκο και τον έγραφα. Έστελνε μηνύματα, έπαιρνε τηλέφωνα και για αρκετό καιρό δεν απάνταγα. Στο μεταξύ μια μέρα χτύπησε ένα μήνυμα στο κινητό μου… ήταν ο Νάσος!
Αν σας άρεσε η ιστορία μου και θέλετε να σας πω τι έγινε και με τον μικρό Νάσο, πείτε μου να συνεχίσω.
(Copyright protected OW ref: 12623)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.