Έτσι, μια μέρα, υποκριθήκαμε ότι είμαι μαυραγορίτης και εκείνη ερχόταν για να της δώσω τρόφιμα. Καθότι, όμως φτωχή, μετά από δισταγμούς, συμφώνησε να με πληρώσει σε είδος.
Την οδήγησα στο δωμάτιο μας και τη διέταξα να βγάλει τα ρούχα της και να γονατίσει. Δεν ήθελε και πολύ να καταλάβει την υπηρεσία που έπρεπε να προσφέρει.
Άρχισε πολύ ντροπαλά να δουλεύει τη γλώσσα της. Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ επιδέξια στη γλώσσα. Έτσι, σε λίγο είχα ανάψει και άρχισα να τρελαίνομαι.
Για να μην τελειώσω στο στόμα της, την πέταξα στο κρεβάτι. Της άνοιξα τα πόδια και άρχισα να την οργώνω. Της τσίμπησα τα στήθια και άρχισε να φωνάζει, να φωνάζει πολύ.
Από τις φωνές της τρελάθηκα, άναψα και με γρηγορότερο ρυθμό της το έβαλα. Τα ζουμιά της έτρεχαν και τα ζουμιά μου επίσης.
Οι φωνές της μεγάλωναν, το ίδιο και η σηκωμάρα μου. Σε λίγο, τη γύρισα μπρούμυτα και της άνοιξα την τρύπα της.
Η "καημένη" για να μην "πεθάνει της πείνας" αναγκάστηκε να μου δοθεί. Η τρύπα της τρελάθηκε από το σκίσιμο και φώναζε από τον πόνο.
Δεν την λυπήθηκα. Συνέχισα το σκίσιμο. Σφιχτός και πρόστυχος κώλος. Δε μπορούσα να τελειώσω… το πράμα μου είχε τρελαθεί από τη σηκωμάρα.
Η δεσποινίς άρχισε να παρακαλάει να συνεχίσω… πόναγε, αλλά τον ήθελε.
Αποκαμωμένοι και οι δύο από το όλο σκηνικό, μπήκαμε για μπάνιο. Σε λίγο "υποτίθεται" ότι την έδιωξα να μη μας δουν. Υποσχέθηκε να "ξανάρθει".
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.