Οι γκόμενες στο μαγαζί ερχόντουσαν αλλά εγώ από την θέση που ήμουνα (αρκετά ψηλά) δεν μπορούσα να κάνω παιχνίδι εύκολα αλλά μόνο από μακριά με βλέμματα, κάνα κέρασμα τα οποία εννιά στις δέκα δεν κατέληγαν πουθενά. Πρέπει να ήμουν ο dj όλης της Αθήνας που γαμούσε λιγότερο από όλους.
Εν πάση περιπτώσει υπήρχε ένα γκομενάκι σκέτο μπιμπελό το οποίο ερχόταν με παρέα ανά τακτά χρονικά διαστήματα και με το οποίο παίζανε τα βλέμματα μας. εγώ το γούσταρα πολύ αλλά και άλλοι συνάδελφοι μου. Χόρευε πολύ, ντύνονταν σέξι αλλά όχι πρόστυχα πεταχτό στρουμπουλό σφιχτό κωλαράκι, ύψος γύρω στο 1. 65, 1.72 με τακούνι, τέλειο βυζί και γυαλιά. Αυτά τα γυαλιά ήταν που πρόσθεταν μια αθωότητα στο γλυκύτατο προσωπάκι της που σε καύλωνε πιο πολύ τίποτα. Μέχρι...
Μέχρι που το αφεντικό αποφάσισε να κάνει ανακαίνιση. Και τι καλύτερο για μένα όταν είδα ότι η θέση του dj ήταν σε προσδόκιμο από τους πελάτες σημείο με μια μπάρα γύρω - γύρω ούτως ώστε και μια παρέα μου να έρθει να με δει να μπορούμε να πούμε δυο κουβέντες.
Οι μέρες κύλησαν ήσυχα ώσπου ένα βράδυ ήρθε το μωρό μαζί με την παρέα της και καθίσανε στο απέναντι τραπέζι. Το κέφι ανέβαινε, τα βλέμματα έπαιζαν εκατέρωθεν και σε μια στιγμή έρχεται για παραγγελιά.
- «Γεια σου. Με λένε Νατάσσα!»
- «Κώστας!», της απαντάω. «Χάρηκα πολύ!»
- «Μήπως θα μπορούσες να βάλεις καμία ροκιά γιατί όλο house δεν γίνεται. Να αλλάξουμε και λίγο…»
Το μαγαζί έπαιζε ροκιές αλλά πολύ κλασσικά πράγματα. Της είπα να μείνει ήσυχη και της χαμογέλασα. Μου ανταπόδωσε και γύρισε στην παρέα της. Σιγά - σιγά το γύρισα με Eric Clapton "Tearing us apart" μέχρι που πέσαμε στα βαριά White Stripes και ACDC (παρά λίγο να με απολύσουν εκείνο το βράδυ αν και ο κόσμος έδειχνε να το απολαμβάνει και να χορεύει) και τα σφηνάκια έφυγαν από αυτούς για μένα και τούμπαλιν. Κατά τις τέσσερις με χαιρέτησαν και φύγανε. «Πάλι με το πουλί στο χέρι!», σκέφτηκα. Στις τέσσερις και μισή μάζεψα τα cd μου, πληρώθηκα και σηκώθηκα να φύγω. Απ’ έξω ήταν η Νατάσσα και έψαχνε για ταξί.
- «Τι κάνεις; Εδώ ακόμα;», ρώτησα χαμογελαστά.
- «Οι άλλοι φύγανε προς άλλη κατεύθυνση και εδώ και μισή ώρα δεν έχει σταματήσει κανείς».
- «Θες να σε πάω εγώ κάπου;»
- «Πάω Ψυχικό».
- «Κανένα πρόβλημα, εγώ πάω Χαλάνδρι, θα σε πετάξω αν δεν έχεις πρόβλημα».
- «Οκ μόνο που πεινάω λίγο μετά από τόσο ποτό».
- «Πάμε από Κολωνάκι στο γνωστό φαστ φουντ;»
Όντως πήγαμε. Αρχίσαμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων. Αυτή ήταν Ιταλίδα και την είχανε στείλει από εκεί στην Ελλάδα να αναλάβει ένα πρότζεκτ με την εδώ συνεργαζόμενη εταιρία και θα έμενε περί τα τρία χρόνια. ήταν καταπληκτική. Καταρχήν είχε αυτό που λέμε class. Το ντύσιμο της ήταν πανάκριβο. Το άρωμα της μεθυστικό. Η φωνή της αγγέλου. Μίλαγε και κρεμόμουνα από τα χείλη της. Καλά για το σώμα της δεν λέω κουβέντα. Ήταν… Μετά από καμιά ώρα φύγαμε και την πήγα σπίτι. Κατεβαίνοντας από την μηχανή μου είπε ότι πέρασε καταπληκτικά και με φίλησε στο στόμα.
- «Θα τα πούμε…»
Και μου έδωσε το τηλέφωνο της να την πάρω την άλλη μέρα. Έτοιμο το είχε διότι ήταν σε χαρτοπετσέτα του μαγαζιού που δούλευα. Δεν μου είπε να ανέβω επάνω και εγώ άρχισα να την ερωτεύομαι. Την άλλη μέρα την πήρα κατά τις πέντε το απόγευμα αλλά μου το έκλεισε γιατί είχε δουλεία. Απογοητεύτηκα αλλά σε τρεις ώρες χτύπησε το κινητό μου.
- «Συγνώμη αν ήμουν λίγο απότομη αλλά ήμουν σε μια σύσκεψη και δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου. Τι κάνεις το βράδυ;»
Και το ραντεβού κλείστηκε. Πήγαμε σε ένα ρεστοράν από αυτά που πληρώνεις 150 ευρώ το άτομο. Μετά για ποτό και κατά τις τρεις βρεθήκαμε να μπαλαμουτιαζόμαστε σε ένα παγκάκι σε μια Πλατεία κοντά στο σπίτι της. Εγώ είχα γίνει τούρμπο. Αυτή επίσης. Αλλά δεν με άφηνε να προχωρήσω.
- «Δεν μπορώ έτσι… Θέλω να γνωριστούμε καλύτερα».
Την ήθελα όμως πολύ και έκανα τα στραβά μάτια. Σας είπα ότι την ερωτευόμουνα; Έτσι πήγε ο επόμενος μήνας. Πλέον είχα δαγκώσει γερά την λαμαρίνα. Βγαίναμε και το βράδυ πήγαινα σπίτι και τον έπαιζα. Μέχρι που ένα βράδυ βγήκαμε και θα άλλαζε η ζωή μου. Ήταν ιδιαιτέρως σέξι ντυμένη, τόσο που το πρόσεξα αμέσως. Την ώρα που τρώγαμε μου είπε:
- «Θες να μείνεις σπίτι μου απόψε;»
Έχασα το φως μου.
- «Εννοείται!» της απάντησα.
- «Πρέπει όμως να μάθεις κάτι πρώτα που δεν το ξέρεις. Ξέρεις.. πριν 28 χρόνια όταν γεννήθηκα δεν ήμουν όπως σήμερα… Γεννήθηκα ως αγόρι μπλα, μπλα…»
Μέχρι εκεί άκουσα. Μετά δεν θυμάμαι τίποτα. Κάποια στιγμή ψέλλισα:
- «Έχεις κάνει εγχείρηση αλλαγής φύλου;»
- «Όχι…»
Χιλιάδες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου. Καταρχήν πως δεν το κατάλαβα. Αυτή έχει πούτσο ανάμεσα στα πόδια της. Αλλά εγώ δεν έβαλα το χέρι μου εκεί. Δεν είμαι αδερφή. Δεν μου αρέσουν οι άντρες. Βέβαια αυτή δεν μοιάζει με άντρα. Τα πόδια μου τρέμουν, κρύος ιδρώτας με λούζει όταν η Νατάσσα διακόπτει τον ειρμό των σκέψεων μου.
- «Αγάπη μου, είμαι η Νατάσσα που ξέρεις. Τίποτα δεν άλλαξε. Είμαι γυναίκα 100%».
Πλάκα μου κάνουνε.
- «Ότι και αν αποφασίσεις να ξέρεις θα καταλάβω. Αν αποφάσισα να σου μιλήσω ανοιχτά είναι γιατί τον τελευταίο μήνα νομίζω πως σε ερωτεύτηκα. Δεν το κάνω συχνά γιατί ξέρω ότι ο πολύς ο κόσμος δεν θα καταλάβει…»
Ενώ εγώ θα καταλάβω. Συνέχισα να μην μιλάω. Εκείνη ζήτησε το λογαριασμό. Πλήρωσε, σηκώθηκε και βουρκωμένη με φίλησε στο μάγουλο και μου είπε:
- «Αντίο αγάπη μου…», και έφυγε.
Έμεινα μόνος μου. Σηκώθηκα από το τραπέζι και κάθισα στο μπαρ. Παρήγγειλα ουίσκι και χάθηκα στις σκέψεις μου. Στο μυαλό μου είχε κολλήσει το τραγούδι των Scorpions "He is a woman, she is a man" μόνο που ο Κλάους το είχε καταλάβει από την αρχή. Η αλήθεια είναι πως δεν την μισούσα. Μαζί περνάγαμε πολύ καλά. Εγώ στις σκέψεις μου είχα προχωρήσει και σκεφτόμουν μέχρι και οικογένεια. Οικογένεια. Χα χα χα! Τι μου έτυχε στα καλά του καθουμένου!
Μετά όμως ήρθε το βουρκωμένο μουτράκι της στο μυαλό μου. Βούρκωσα κι εγώ. Τι μου συμβαίνει; Δυο η ώρα και είμαι απ’ έξω από το σπίτι της. Χτυπάω. Μου ανοίγει και μπαίνω στο σπίτι της. Φαίνεται ψύχραιμη και λίγο απόμακρη.
- «Θες ένα ποτό;»
Γνέφω καταφατικά. Την πλησιάζω και την παίρνω στη αγκαλιά μου. Την πηγαίνω στο κρεβάτι όπου και την αφήνω μαλακά. Της χαϊδεύω τα πανέμορφα λεία πόδια της. Αναστέναζε από πόθο. Την γυρίζω ανάποδα και της χαϊδεύω τον κωλαράκο της. Ξεκινάω από την πλάτη και της ξεκουμπώνω το σουτιέν. Την γυρίζω πάλι και την παρακολουθώ. Είναι γυμνή. Τα μάτια της κλειστά. Το μόνο που φοράει πια είναι το κιλοτάκι της. Είναι μια οπτασία. Σπάνια γυναίκες είναι τόσο όμορφες.
The last frontier.
Σιγά - σιγά της κατεβάζω την κιλότα. Είναι τελείως ξυρισμένη. Ο πούτσος της σιγά - σιγά αποκαλύπτεται. Είναι όμορφος και καθαρός. Όλο της το σώμα μυρίζει αφρόλουτρο και αρωματικά λάδια. Τον παίρνω στο χέρι μου και τον βάζω στο στόμα μου. Το όργανο άρχισε να παίρνει φωτιά. Μεγάλωσε μέσα μου αλλά πια δεν με ένοιαζε. Την αγαπούσα. Και της το έδειξα με τον ποιο απόλυτο τρόπο. Ανέβηκα προς τα πάνω και αγκαλιαστήκαμε παθιασμένα. Κρατούσαμε ο ένας το καυλί του άλλου και φιλιόμασταν συνεχώς. Μου πήρε το καυλί μου στο στόμα και μου το σάλιωσε καλά.
- «Κάνε με δική σου αγάπη μου. Κάνε μου έρωτα επιτέλους!»
Αμέσως της τον κάρφωσα στον κώλο. Τύλιξε τα πόδια της γύρω μου και με έσπρωξε να μπω πιο μέσα. Ένιωθα το καυλί της πάνω στην κοιλιά μου να σπαρταράει. Χύσαμε ταυτόχρονα. εγώ στον κώλο της κι αυτή παίζοντας τον.
Όλο το βράδυ το περάσαμε κάνοντας έρωτα μην σκεφτόμασταν τίποτα άλλο. Μετά χουχούλιασε στην αγκαλιά μου και κοιμηθήκαμε μέχρι το πρωί.
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.