Η ιστορία:
Είχαμε καμιά δεκαπενταριά χρόνια διαφορά. Εγώ στη δεύτερη δεκαετία της ζωής μου εκείνος πιο μεγάλος. Ήξερα πως θα ζητούσε πολλά. Ήμουν ντροπαλή, όχι άπειρη, είχα αρκετές εμπειρίες αλλά όχι σαν αυτές που επρόκειτο να αποκτήσω. Μπήκα στον πίσω χώρο του μαγαζιού του. Αυτός πίσω μου. Μου ζήτησε να του βάλω ποτό.
- «Γδύσου» με διέταξε.
Το έκανα.
- «Σκύψε στο τραπέζι».
Υπάκουσα. Ήδη τα υγρά μου έσταζαν στα μπούτια μου. Το είδε και εκνευρίστηκε. Πήρε σχοινιά και με έδεσε έτσι όπως ήμουν σκυμμένη να είναι όλα ανοιχτά και έτοιμα να τον δεχτούν. Χέρια και πόδια σε ανατολή και δύση. Φοβήθηκα. Ένιωσα ανήμπορη και τέλεια ερεθισμένη. Συνέχισε να πίνει το ποτό του. Ήρθε και στάθηκε δίπλα μου.
- «Γλείφε».
Είδα τον πούτσο του. Θα μπορούσα να τον χωρέσω στο στόμα μου; Μακρύς και παχύς.. Τι ηδονή να σε γαμήσει ένας τέτοιος πούτσος! Τον πήρα στο στόμα. Εκείνος συνέχιζε να πίνει. Με τραβούσε από την κοτσίδα για να μου δίνει ρυθμό.
- «Κοίτα με όταν με γλείφεις. Μήπως ντρέπεσαι πουτανάκι; Όταν τελειώσουμε μαζί σου θα είσαι το πιο ξεσκισμένο τσουλάκι».
Τρόμαξα με τον πληθυντικό. Ήξερα πως απ’ έξω δούλευε και κρατούσε τσίλιες ένας φίλος του. Σταμάτησα να σκέφτομαι. Θα έκανα ό,τι μου ζητούσε. Ήμουν δική του. Το τσιμπούκι τον ερέθισε πολύ.
- «Μπράβο σκλαβάκι μου! Ξέρεις να τσιμπουκώνεις καλά!»
Με έπνιγε. Πίσω από τα γυαλάκια μου δάκρυζα κι εκείνος επέμενε και μεγάλωνε και σκλήραινε ο πούτσος του. Απομακρύνθηκε. Μου έδωσε δυο τρία χαστούκια στον κώλο. Έτσουξε και φώναξα.
- «Γιατί; δεν έκανα τίποτα κακό».
- «Σκάσε! Σου είπα να μιλήσεις; Θα μας ακούσουν. Θες να μας ακούσουν; Δεν ντρέπεσαι που απ’ έξω είναι ο Βασίλης και ξέρει πως εσύ εδώ μέσα γαμιέσαι;»
Όση ώρα μιλούσε τα χαστούκια στον κώλο μου γίνονταν πιο δυνατά. Ένιωθα πως είχα κοκκινίσει. Η πλάτη μου ήταν γυρισμένη στην πόρτα. Μουνάκι και κωλαράκι εκτεθειμένα σε όποιον έμπαινε από την πόρτα. Ήρθε μπροστά μου ξανά.
- «Γλείφε!»
Η γλώσσα μου λαίμαργα τύλιξε τον πούτσο του. Σχημάτισε έναν αριθμό στο κινητό του.
- «Έλα. Κάτι θέλει να σου πει η Κατερινούλα» τον άκουσα να λέει.
Κόμπιασα.. Τραβήχτηκε από το στόμα μου.
- «Μίλα» μου είπε.
- «Γεια σας κύριε Βαγγέλη».
- «Γεια σου Κατερινάκι. Τι κάνεις;»
- «Ε.. να.. μμμ… (όση ώρα προσπαθούσα να μιλήσω ο κύριος Χάρης έβαζε δάχτυλο στο μουνάκι μου και προσπαθούσα να κρατήσω τα βογκητά μου).. κύριος Χάρης μου ζήτησε να σας πω… Αχ!»
Ο πούτσος του έσκισε το μουνάκι μου. Γύρισα και τον κοίταξα.
- «Μίλα του. Πες του τι κάνεις!»
- «Μου ζήτησε να σας πω κύριε Βασίλη. Πώς εδώ μέσα… Αχ.. ναι! Με γαμάει».
- «Και σ’ αρέσει Κατερινάκι;»
- «Πολύ. Αχ!»
- «Θες κι άλλο Μικρούλα;»
- «Μάλιστα κύριε Βασίλη».
- «Κλείσ’ το! Φτάνει τόσο!» μου είπε ο κύριος Χάρης.
Τα χέρια του τραβούσαν τις ρώγες μου που από την τριβή στο κρύο τραπέζι είχαν γίνει σκληρές και μεγάλες. Ο πούτσος του με έσκιζε πλέον.
- «Αχ… σας παρακαλώ.. μη σταματάτε. Γαμήστε με κι άλλο!»
Μέχρι τον πάτο μου έφτανε. Πονούσα κι ένιωθα ανυπεράσπιστη όπως ήμουν δεμένη.
- «Έτσι σκύλα! Θα έρχεσαι να σε γαμάω και θα λες και ευχαριστώ».
- «Μάλιστα κύριε Χάρη. Ό,τι πείτε».
Βγήκε και ήρθε μπροστά μου.
- «Άνοιξε το στόμα σου μωρή».
Το άνοιξα.
- «Χύνω καυλάκι μου. Πάρ’ τα όλα στο στόμα σου!»
Έχυνα κι εγώ. Μου φάνηκε απίστευτο. Τον έπινα τον ρουφούσα κι έχυνα. Είχα σπασμούς αλλά όπως ήμουν δεμένη ένιωθα το μουνάκι μου να ανοιγοκλείνει. Συνέχισα να τον γλείφω. Τον καθάρισα. Δεν έβγαινε ούτε σταγόνα αλλά συνέχισα. Ήταν ακόμη σκληρός και μεγάλος. Τον κοίταξα..
- «Μ’ αρέσεις μικρούλα μου. Όπως με κοιτάς μέσα από τα γυαλάκια σου. Όπως είσαι ντροπαλή αλλά δίνεσαι και είσαι έτοιμη για όλα».
Του χαμογέλασα. Ήπιε το ποτό του. Έριξε λίγο στον πούτσο του. Ήπια κι εγώ. Σήκωσε το τηλέφωνό του, κάλεσε έναν αριθμό και το έβαλε στο αφτί μου.
- «Παρακάλεσε τον κύριο Βασίλη να έρθει».
- «Ορίστε;» άκουσα στην άλλη άκρη της γραμμής.
- «Ε… κύριε Βασίλη;»
- «Ορίστε Κατερινάκι;»
- «Μήπως θα μπορούσατε να…»
- «Τι θες Κατερινάκι;»
- «Να ο κύριος Χάρης μου ζήτησε να σας πω να έρθετε».
- «Εσύ θέλεις;»
- «Μάλιστα».
Μετά από κανένα πεντάλεπτο, άνοιξε η πόρτα. Προσπάθησα να κλείσω τα πόδια μου αλλά δεν μπορούσα. Τα σχοινιά με είχαν ακινητοποιημένη.
- «Καλώς τον Βασίλη!»
Ο κύριος Χάρης απομακρύνθηκε. Κουνώντας μόνο το κεφάλι μου τον είδα να βάζει ποτό στον κύριο Βασίλη και να κάθονται πίσω μου. Του έδειχνε τις τρυπούλες μου.
- «Δεν είναι για γαμήσι αυτές οι τρύπες;»
Δάχτυλα έμπαιναν μέσα μου.. με εξέταζαν.
- «Πιο πολύ σκεφτόμουν τα τσιμπούκια που είπες πως κάνει» είπε ο κύριος Βασίλης.
- «Ετοιμάσου τότε…»
Είχα γίνει κόκκινη από την ντροπή μου.
- «Ντρέπεσαι μικρούλα μου;» ρώτησε ο κύριος Χάρης. «Κανόνισε να ευχαριστήσεις το φίλο μου».
- «Θα προσπαθήσω κύριε».
Ήρθε μπροστά μου ο κύριος Βασίλης και είδα έναν πούτσο όχι παχύ αλλά πολύ μακρύ. «Νέο μαρτύριο για το λαρύγγι μου», σκέφτηκα. Μ’ αρέσει να έχω πούτσους στο στόμα μου κι έτσι όσο τον έγλειφα έβγαζα βογκητά και άναρθρες κραυγές.
- «Δες το πουτανάκι. Θέλει πάλι γαμήσι» λέει ο κύριος Χάρης και τον νιώθω να με πλησιάζει.
Χωρίς βιασύνη γλίστρησε στο μουνάκι μου που έσταζε.
- «Αχ.. Αχ».
Κι ενώ το στόμα μου άνοιξε πιο πολύ, χώθηκε ο πούτσος πιο βαθιά. Κράτησε το κεφάλι μου εκεί και έχυσε στο λαρύγγι μου με φωνές. Ο κύριος Χάρης που με γαμούσε πια κανονικά με παρότρυνε:
- «Έτσι μικρό μου, πιες τα όλα!»
Κι ενώ χαστούκιζε το κωλαράκι μου:
- «Κοίτα τον. Στα μάτια. Ευχαρίστησέ τον. Αυτός σου έδωσε να πιεις τα χύσια του».
Με ντροπή τον κοίταξα. Μου χάιδεψε το πρόσωπο και συνέχισε να μπαινοβγαίνει στο στόμα μου. Ο κύριος Χάρης επιτάχυνε. Το μουνάκι μου ήταν έτοιμο να χύσει. Έριξε λίγο από το ποτό του στον πούτσο του κι όπως μπαινόβγαινε στο μουνάκι μου, έτσουξα και τρελάθηκα. Τράβηξα το κεφάλι μου και φώναξα:
- «Σας παρακαλώ, θέλω να χύσω. Κι άλλο. Γαμήστε με! Έτσι.. δυνατά. Σας ικετεύω.. κι άλλο…»
Εγώ μιλούσα;
- «Κοίτα να δεις τη μικρή, τον πήρε πάλι στο στόμα. Τι πουτάνα είναι αυτή ρε συ Χάρη;» άκουσα να λέει ο κύριος Βασίλης.
- «Έτσι μικρούλα μου.. χύσε στον πούτσο του γαμιά σου. Χύσε πουτανάκι μου!»
Έχυσα με δυο πούτσους μέσα μου. Έναν στο στόμα και έναν στο μουνάκι μου. Τραβήχτηκε ο κύριος Χάρης και ήρθε μπροστά μου. Τα ήπια όλα για άλλη μια φορά. Τη θέση του στο μουνί μου που είχε σπασμούς ακόμη πήρε ο κύριος Βασίλης. Πόνος μεγάλος αφού το καυλί του ήταν πολύ μακρύ. Με έσκισε πρώτα ο κύριος Χάρης γενικά και τώρα αυτό έμπαινε ακόμη πιο βαθιά. Όσο είχε σπασμούς ακόμη άρχισε να μπαινοβγαίνει στο μουνάκι μου ο πούτσος του κυρίου Βασίλη γρήγορα και δυνατά. Ήθελα να ξαναχύσω.. και το έκανα. Τρελάθηκε.
- «Χύνω πουτάνα. Χύνω!»
Και έχυσε μέσα μου, στο προφυλακτικό που φορούσε. Ο κύριος Χάρης με έλυσε. Με χάιδεψε.
- «Ήσουν καλή για πρώτη φορά. Βάλε μας τώρα κανένα ποτάκι».
Έβαλα τα ποτά. Ντύθηκαν. Τους τα προσέφερα γυμνή.
- «Στην υγειά σου μικρούλα».
Προσπαθούσα να κρύψω τα επίμαχα και κόκκινη από ντροπή ψέλλισα:
- «Σας ευχαριστώ».
Πού να ήξερα πως αυτή θα ήταν μόνο η αρχή; Πως θα με έκανε να νιώσω πραγματική πουτάνα;
(Copyright protected OW ref: 52604)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.