Το e-mail μου είναι το:
Πριν από μερικά χρόνια και συγκεκριμένα τα Χριστούγεννα, είχα πάει με τρεις παιδικούς φίλους (οι δύο είχαν έρθει για τα Χριστούγεννα στην πόλη μας αφού πλέον...
Την επόμενη ημέρα είχαμε πάλι ραντεβού με τους φίλους αλλά εγώ άργησα και τη θέση μου είχε πάρει ένας άλλος φίλος. Οι δύο τύποι πάλι εκεί, έπαιζαν μπιλιάρδο. Εγώ κάθισα σε κάποιο σημείο κοντά τους με τη βότκα λεμονάδα στο χέρι και τους έβλεπα (ο τύπος ο παράξενος ήταν το κάτι άλλο). Κάποια στιγμή μπήκε μέσα ένας κοινός τους φίλος γύρω στα πενήντα που τον ήξερα, αφού κάποτε μου έκανε φροντιστήριο (εγώ είμαι στα σαράντα, ψηλός, αθλητικός, πράσινα μάτια καστανά μαλλιά και διαζευγμένος), ο οποίος άρχισε να φωνάζει (ήταν πάντα φωνακλάς και φιγουρατζής) στα ελληνικά και να πειράζει τον παράξενο τύπο που τον έλεγαν Γιώργο απ' ότι άκουσα, και για πρώτη φορά τον άκουσα να μιλάει ελληνικά, με σαφώς ξενική προφορά.
Ο φίλος του (Νίκος το όνομα του), που ήρθε, ήθελε να παίξει και αυτός και με το έτσι θέλω τους χάλασε το παιγνίδι. Του είπαν αυτοί πως λείπει ένας παίκτης για να κάνουμε τετράδα, και αυτός τους έδειξε εμένα. «Θα παίξει με τον Γιώργο μαζί ο μαθητής μου». Λέει. «Να τον ξεσκίσω!» και γέλασαν όλοι. Πράγματι παίξαμε και με τον τύπο άρχισε μια μεγάλη φιλία με αυτό τον τρόπο.
Μετά από λίγες μέρες μου εκμυστηρεύτηκε πως είχε έρθει, ενώ σπούδαζε στο κολέγιο στην Αμερική ακόμη, για διακοπές στην Ελλάδα. Γνώρισε τη γυναίκα του και την παντρεύτηκε αμέσως. Κατάλαβα αμέσως ποια ήταν η γυναίκα του. Ήταν λίγο μικρότερή του αλλά την θυμόμουν πάντα να οδηγεί καλά αυτοκίνητα. Ξανθιά, γκομενάρα, γι' αυτό και θυμόμουν και αμυδρά και τον ίδιο. Με την πάροδο των ετών γίναμε κολλητοί. Μια δυο φορές που ξενοπήδηξε τον κάλυψα, αλλά γενικά φαινόταν να τρέμει τη Λένα τη γυναίκα του.
Με τον καιρό αντιλήφθηκα πως ο φίλος του ο Νίκος που είχε έρθει και χάλασε την παρτίδα μας, τα είχε με την γυναίκα του φίλου μου, αλλά αυτός πέρα βρέχει. Μετά το θάνατο του πατέρα της, ήρθαν για μόνιμη εγκατάσταση στην πόλη μας. Ήταν μοναχοπαίδι η γυναίκα του, αυτός παραιτήθηκε από τη δουλειά του και ανέλαβε την επιχείρηση του πεθερού του αλλά τα οικονομικά τα είχε η Λένα. Δηλαδή έβαζε χέρι στο ταμείο. Ενώ εμένα μου είχε τρελή συμπάθεια με πείραζε πάντοτε πως εγώ είμαι μεγάλος γυναικάς και θα χαλάσω και τον άντρα της, αλλά γελούσε έντονα διότι ήξερε πως ο άντρας της ήταν ένα γατάκι στα χέρια της, παρότι ήταν μορφωμένος και έξυπνος άνθρωπος αλλά απίστευτα αφελής. Εγώ μια φορά έτυχε να καθίσω στην παρέα τους σε μια καφετέρια και είδα τον φίλο τους τον Νίκο να χουφτώνει τη Λένα.
Με την πάροδο των ετών γίναμε τόσο κολλητοί με το Γιώργο που πολλές φορές έβγαζα φωτό με το κινητό αυτές που έκανα έρωτα, κυρίως παντρεμένες, αφού πάντοτε είχα ένα κύκλο έξι-επτά γυναικών με τις οποίες είχα απλά σεξουαλικές σχέσεις και τίποτε παραπάνω. Δεν εμπιστευόμουν και δεν εμπιστεύομαι τις γυναίκες. Πολλές φορές, την ώρα που έκανα έρωτα με δύο συγκεκριμένες παντρεμένες (όχι μαζί ταυτόχρονα), του έλεγα να πάρει τηλέφωνο και φτιαχνόταν όταν αυτές μέσα την ηδονή τους του περιέγραφαν τις ερωτικές μας σκηνές.
Φέτος τον Φεβρουάριο, μία Παρασκευή, είχαμε βγει με άλλους δύο φίλους σ' ένα μαγαζί με οριεντάλ μουσική. Περάσαμε απίθανα. Οι χορεύτριες να έρχονται στο τραπέζι μας. Ο φίλος ξετρελάθηκε με μία από αυτές, αλλά και αυτή του έκανε μεγάλο παιγνίδι. Κατά τις τρεις φύγαμε και πηγαίναμε στα σπίτια μας. Εγώ είχα παρκάρει ως συνήθως στο δρόμο που είναι το διαμέρισμα του φίλου μου και στο δρόμο λέγαμε τις φάσεις με την χορεύτρια, αρκετά πιωμένοι και ευτυχισμένοι.
Όταν φτάσαμε κάτω από το σπίτι του (μένει στο κέντρο) μου λέει:
- «Δεν πάμε πάνω να συνεχίσουμε την κουβέντα μας; Τα κορίτσια είναι στην Αθήνα όπου σπουδάζουν και η Λένα κοιμάται».
- «Καλά, είσαι σοβαρός; Η Λένα θα μας πετάξει από το μπαλκόνι!»
- «Έλα, μη φοβάσαι».
Ανεβήκαμε, μου έβαλε ποτό, και από τη βότκα το γυρίσαμε στο ντραμπουί που λατρεύει. Γελούσε σαν παιδί, ήταν τύφλα. Εγώ ήμουν σε καλύτερη σαφώς κατάσταση. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η Λένα φορώντας μια μεταξωτή, ελαφρώς κόκκινη ρόμπα, και γελώντας μας λέει:
- «Καλά τι κάνετε βρε μεθύστακες; Σε λίγο θα ξεσηκώσετε όλη την οικοδομή στο πόδι!»
Εγώ ένιωσα να ανοίγει η γη να με καταπιεί.
- «Συγνώμη…» της λέω και σηκώνομαι να φύγω. «Ήμουν πολύ αγενής που δέχτηκα την πρόταση του Γιώργου, αλλά ήπιαμε λίγο παραπάνω και καταλαβαίνεις…»
- «Έλα… κάθισε».
Με πιάνει από το χέρι και με βάζει να καθίσω πάλι.
- «Καλά, πρώτη φορά έρχεσαι στο σπίτι μας και θα φύγεις έτσι; Πλάκα μου κάνεις; Άσε που έχεις πιει και που να βγεις να οδηγήσεις στην κατάσταση που είσαι; Έλα, θα κοιμηθείς εδώ, σε κάποιο από τα δωμάτια των κοριτσιών».
- «Όχι. Το πρωί πρέπει να πάω να πάρω τα παιδιά γιατί θα τα έχω το σαββατοκύριακο».
- «Αλήθεια, έχεις δει το κρεβάτι με το στρώμα νερού που έχουμε;»
Είχα ακούσει για το κρεβάτι με το στρώμα νερού που έχουν αλλά δεν με ενδιέφερε.
- «Γιώργο! Θα δείξεις στον Κωνσταντίνο το στρώμα νερού που κοιμόμαστε;»
Αυτός κουρασμένος της λέει:
- «Δείξτο εσύ και έρχομαι και εγώ».
Με πήρε από το χέρι η άτιμη η γυναίκα και με οδήγησε εκεί, ενώ εγώ άρχισα να ανατριχιάζω και να την επιθυμώ. Παρά τα σαράντα έξι της χρόνια μετρούσε η άτιμη. Πάμε στο δωμάτιο…
- «Πως σου φαίνεται;» μου λέει.
- «Πως να μου φαίνεται;» απαντώ ενώ ήδη είχα καυλώσει και μάλιστα άγρια.
- «Κάθισε να το νιώσεις», μου λέει.
Σχεδόν με έσπρωξε και εγώ κάθισα. Τότε μου λέει:
- «Όχι έτσι, ξάπλωσε».
Κάνω να ξαπλώσω με τα πόδια στο πάτωμα να μην λερώσω και μου λέει:
- «Και τα πόδια πάνω».
Ενώ κάνω πιο πάνω, βγάζει τη ρόμπα και είδα ότι φορούσε μαύρα εσώρουχα. Ξάπλωσε πάνω μου και άρχισε να με γδύνει με μανία. Αφέθηκα σε αυτή ενώ άρχισα να σκέφτομαι πως είτε είχε σκοπό να πει στον άντρα της πως της επιτέθηκα εγώ, οπότε πάει η φιλία μας με το Γιώργο και όχι μόνο, είτε και ο Γιώργος δεν ήταν αρνητικός, διότι πολλές φορές λέγαμε πως θέλαμε να πηδήξουμε μαζί τις δυο συγκεκριμένες γυναίκες που ερωτοτροπούσε τηλεφωνικά. Αφού με έγδυσε, τον πήρε στο στόμα της και άρχισε να τον γλύφει και να τον ρουφάει σαν τρελή. Εγώ αφήνιασα και την γύρισα και ανέβηκα πάνω της…
Χωρίς να σκεφτώ τίποτα, της τον κάρφωσα με μανία. Ένιωσα την ξαφνική ηδονή που δοκίμασε με το βίαιο κάρφωμα μου. Τότε σαν να άκουσα βήματα… είδα το φίλο μου και σύζυγό της να μπαίνει με το ποτό μέσα με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Ήρθε κοντά μας και της ψιθυρίζει στο αφτί:
- «Σου αρέσει μωράκι μου; Είναι δυνατό;»
- «Ναι! Ναι!» του φώναζε σαν υστερική αυτή.
Πήγε πίσω και κάθισε στην πολυθρόνα που έχουν στο δωμάτιο, ξεκούμπωσε το παντελόνι και τον έπαιζε. Εγώ τρελάθηκα εντελώς! Κατάλαβα πως η τύπισσα, πέραν του ότι τον είχε ευνουχίσει από χρόνια και τον έκανε ότι ήθελε, ουσιαστικά οργάνωσε τα πάντα. Σήκωσα τα πόδια της ψηλά και άρχισα να την καρφώνω άγρια. Τότε σκέφτηκα, όπως ήταν σηκωμένα τα πόδια της, να της τον χώσω από πίσω και το δοκίμασα. Η τύπισσα πετάχτηκε σαν ελατήριο και με έσπρωξε. Τότε εκνευρίστηκα. Της έριξα κάτι χαστούκια που ήταν όλα δικά της.
Τότε αυτή, αντί να μου επιτεθεί όπως περίμενα, έγινε τόσο γλυκιά και τρυφερή, εντελώς πειθήνιο όργανο στις ορέξεις μου. Τότε την γύρισα στα τέσσερα και άρχισα να της πηδάω το μουνί. Αφού φώναζε σαν τρελή, άρχισα να τον ακουμπάω στην πίσω τρύπα της πάλι.
- «Όχι έτσι…» μου λέει. «Ξάπλωσε».
Υπάκουσα. Ανέβηκε πάνω μου και το έβαλε μόνη της στον κώλο της. Τρελάθηκε! Έχυνε συνέχεια και από μπρος και από πίσω. Σε κάποια στιγμή άρχισε να φωνάζει σαν τρελή…
- «Αχ! Αχ! Με ξεκωλιάζεις γαμιόλη!»
Τότε σαν να ξύπνησε από λήθαργο ο άντρας της, μας πλησίασε και άρχισε να την φιλάει.
- «Τι κάνεις;» της λέει. «Στο έχει βάλει πίσω; Εγώ ποτέ δεν το έκανα. Πως είναι;»
Τότε αυτή του απαντά:
- «Δεν το έκανες γιατί είμαι πολύ στενή και πρώτη φορά το κάνω (ψέμα μεγάλο ήταν αρκετά μεταχειρισμένη η πίσω τρύπα) και δεν είσαι αρκετά δυνατός να μου ανοίξεις τον κώλο».
Αυτός παρότι τον πρόσβαλε, ήταν στον κόσμο του.
- «Θέλεις να σε γλύψω;» της λέει.
- «Μετά…» του απαντά αυτή. «Μόλις χύσει ο Κωνσταντίνος».
Και άρχισε να κουνιέται για να χύσω. Τότε την σπρώχνω από πάνω μου, την ξαπλώνω και ανεβαίνω πάνω της και της το βάζω στο μουνί πάλι, παρά της αντιρρήσεις της ότι μπορεί να κολλήσει τίποτε. Όταν ένιωσα να τελειώνω, έχυσα στην κοιλιά της, στο στήθος της, στο πρόσωπό της και σηκώθηκα απότομα. Βγήκα από το δωμάτιο ψάχνοντας το μπάνιο, όπου έκανα ντους και ξαναγύρισα να ντυθώ. Ο φίλος μου είχε σκύψει πάνω της και την έγλυφε σαν τρελός. Η θέα με διέγειρε. Τότε αυτή του λέει:
- «Έλα, μπες τώρα μέσα μου».
Μπήκε μέσα της αλλά κατά παράξενο τρόπο τελείωσε μέσα σε πολύ ελάχιστο χρόνο. Αυτή γέλασε.
- «Να! Αυτά μου κάνει» μου λέει. «Είναι τόσο τρελαμένο το μωρό μου μαζί μου, που δεν κρατιέται και τελειώνει αμέσως. Έλα να με γαμήσεις και άλλο!» μου λέει.
- «Δεν γίνεται» της απαντώ. «Είναι πρωί πλέον. Πρέπει να πάω να αλλάξω, να πιω ένα καφέ και στις οκτώ να πάω να πάρω τα παιδιά από τη μάνα τους. Την Κυριακή το βράδυ σας περιμένω σπίτι μου για κρασάκι και πίτσα. Μόνο που μετά τη πίτσα θα ‘χει και πούτσα!» και γελώντας έφυγα.
Από τότε βρισκόμαστε συνέχεια είτε οι τρεις μας, σπάνια, αλλά πολύ συχνά με τη Λένα κρυφά από το Γιώργο. Ενώ της είπα να κόψει και τα άλλα γκομενικά διότι έμαθα και για μια άλλη ιστορία. Μου λέει: «Φυσικά και θα το κάνω. Αυτοί μπροστά σου δεν μετράνε». Σε λίγες ημέρες είμαι καλεσμένος στο εξοχικό τους. Θα έχουν φύγει οι κόρες τους με τους φίλους τους, θα περάσουμε δέκα φοβερές μέρες.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.