Η φάτσα της δεν έλεγε πολλά, ελάχιστα μάλλον, θυμίζοντας τραγουδίστρια παρακμιακού σκυλάδικου. Κάτω από το λαιμό, όμως, το… τοπίο άλλαζε. Μέσα από το ντεκολτέ του άσπρου φορέματος φαίνονταν δυο όμορφα σφιχτά, κανονικού μεγέθους, βυζάκια, στη στενή της μέση φορούσε μια μαύρη ζώνη, ενώ τα πόδια της ήταν σμιλεμένα και μαυρισμένα. Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο πάνω της ήταν η κωλάρα της. Μεγάλη, ορθωμένη και σφιχτή, χωρίς ίχνος κυτταρίτιδας. Ασύμμετρη με το υπόλοιπο σώμα της, αλλά άκρως εντυπωσιακή και… καυλωτική. Μάταια προσπαθούσα να πάρω τα μάτια μου από το… επίμαχο σημείο, ιδίως όταν διέκρινα τη γραμμή του λευκού string ανάμεσα στα κωλομέρια της.
Η βραδιά εξελίχτηκε, εν μέσω ποτών, αρκετά βαρετά, όχι λόγω της κουβέντας, αλλά εξαιτίας της μόνιμης αφηρημάδας μου χαζεύοντας τις μπουτάρες της, την ώρα που η γνώριμη ανατριχίλα ανάμεσα στα σκέλια μου, έκανε το μυαλό μου να δουλεύει «στο κόκκινο» ψάχνοντας να βρει τρόπους διείσδυσης του καυλιού μου στην αβυσσαλέα κωλάρα της. Οι ξαπλώστρες, τέτοια περασμένη ώρα, στην πλαζ της Αρετσούς ήταν άδειες, εάν εξαιρέσει κανείς τα ένα δυο ζευγαράκια που κρύβονταν στις σκιές. Καθίσαμε και την ίδια στιγμή η Βίκυ μου άνοιξε τα πόδια και ακούμπησε την πλάτη της στο στέρνο μου.
- «Κρυώνω λίγο…» είπε.
Τα χέρια μου την αγκάλιασαν ακουμπώντας, δήθεν αθώα, τα βυζιά της.
- «Καλύτερα τώρα;» τη ρώτησα και αμέσως, χωρίς να περιμένω απάντηση, ακούμπησα τα χείλια μου στο λαιμό της.
Αμέσως γύρισε και έχωσε τη γλώσσα της στο στόμα μου. Τα χέρια μου -το περίμεναν πολλή ώρα άλλωστε- χούφτωσαν τα βυζιά της. Τύλιξε τα πόδια της γύρω μου και το μικροσκοπικό της φόρεμα σηκώθηκε αποκαλύπτοντας το λευκό βρακάκι της. Οι παλάμες μου κινήθηκαν -πού αλλού; - προς τα υπέροχα κωλομέρια. Απίστευτος κώλος! Τα δάχτυλά μου χούφτωναν τη σκληρή σάρκα και η ρουφιάνα έβγαλε έναν βαθύ αναστεναγμό όταν έτριψα το κορδόνι στη… χαράδρα του κώλου της. Τόσο σφιχτά, όσο και τεράστια, κωλομάγουλα δεν είχα ξαναγγίξει. Από το σφιχτό αγκάλιασμα το φόρεμά της κατέβηκε βγάζοντας στη φόρα μια ερεθισμένη ρώγα που με τις περιποιήσεις της γλώσσας μου και με τη βοήθεια του δροσερού θαλασσινού αέρα έγινε σκληρότερη, φαντάζοντας πολύ εντυπωσιακή κάτω από το φεγγαρόφωτο (Ω! Τι ρομαντισμός!).
- «Πάμε να συνεχίσουμε σπίτι σου;» της πρότεινα.
- «Θέλω να σε δω γυμνή και να σε γλύψω παντού», ενώ συγχρόνως σκεφτόμουν την ασχημόφατσά της πασαλειμμένη με το σπέρμα μου.
- «Πάμε» απάντησε ανυπόμονα.
Όσο και να προσπάθησε να το κρύψει, οι καυλωμένες ρώγες της φαίνονταν μέσα από το φόρεμα, τραβώντας τα βλέμματα, όση ώρα περπατούσαμε προς το αυτοκίνητο.
Φτάσαμε σπίτι, την κάθισα στον καναπέ και αμέσως τράβηξα το φόρεμά της, βγάζοντας στη φόρα τις βυζάρες της. Οι ρώγες ήταν κατάμαυρες και ερεθισμένες. Τις σάλιωσα και η καθηγητριούλα καύλωνε όλο και περισσότερο. Της έβγαλα το ρούχο εντελώς αφήνοντας μόνο το κάτασπρο στρινγκ. Η κωλάρα της ήταν το κάτι άλλο! Χούφτωσα το μουνί της και παραμέρισα το εσώρουχο.
- «Μη! Είμαι στις μέρες μου» είπε, σπρώχνοντας το χέρι μου.
Ξενέρωσα. Δε φορούσε σερβιέτα, αλλά ταμπόν, όπως διαπίστωσα καθώς το μάτι μου έπεσε στο σχοινάκι που έβγαινε από το καλλιτεχνικά ξυρισμένο μουνί της.
- «Δεν πειράζει καύλα μου» απάντησα και άρχισα να χαϊδεύω την κλειτορίδα της.
Μου ξεκούμπωσε το παντελόνι και χώνοντας το χέρι της στο εσώρουχό μου έπιασε σφιχτά τον καυλωμένο πούτσο μου και άρχισε το… παιχνίδι. Την διευκόλυνα βγάζοντας εντελώς τα ρούχα μου, μένοντας με το ολόρθο καυλί μου, υγρό και σκληρό, έτοιμο να εκτοξεύσει ποτάμια σπέρματος. Άρχισε να μου το παίζει με μαεστρία. Μια αργά, μια γρήγορα, τραβούσε το πετσάκι, ενώ με το άλλο ζουλούσε τα πρησμένα αρχίδια μου.
- «Θέλω να μου το γλείψεις» είπα σπρώχνοντας απαλά το κεφάλι της προς την πολυπόθητη κατεύθυνση.
- «Δε νιώθω και πολύ άνετα από την πρώτη φορά» είπε απολογητικά.
Ξενέρωσα για δεύτερη φορά. Ούτε γαμήσι, ούτε τσιμπούκι. Τι σκατά θα κάναμε σήμερα; Με τέτοια πουτανίστικη εμφάνιση πώς γίνεται να μας βγήκε μιξοπαρθένα; Δεν απάντησα. Άρχισα να τη φιλάω παθιασμένα και ανασηκώθηκα λίγο πλησιάζοντας το υγρό πουτσοκέφαλο στα βυζιά της. Πήγε να τραβηχτεί, αλλά δεν την άφησα. Το εργαλείο μου χάιδευε τις καυλωμένες ρώγες της. Αν και αρχικά είχε μια έκφραση αηδίας στη σκυλόφατσά της, μετά από λίγο άρχισε να γουστάρει. Ο πούτσος μου μούσκευε το ένα βυζί της και το χέρι μου τσιμπούσε τη ρώγα του άλλου. Η καύλα μου είχε πλέον φτάσει στο απροχώρητο. Ήθελα να την «τιμωρήσω» που με άφησε έτσι.
- «Πιάσε μου τον πούτσο» είπα.
Χούφτωσε το κοντάρι μου και άρχισε να το παίζει, συνεχίζοντας να το τρίβει στις βυζάρες της. Δεν την προειδοποίησα: άρχισε να φτύνει σπέρμα πάνω στα βυζιά της και στο λαιμό της. Τρόμαξε και σηκώθηκε με αηδία, ενώ το πουτσοκέφαλο έσταζε ακόμη χύσια πάνω στον καναπέ. Έτρεξε προς το μπάνιο. Γύρισε πίσω εμφανώς τσαντισμένη.
- «Σου είπα! Δεν κάνω τέτοια από το πρώτο ραντεβού!» είπε νευριασμένα.
- «Μωρό μου, με ερέθισες τόσο πολύ που ούτε κατάλαβα πως θα τελείωνα τόσο απότομα» απάντησα ψέματα θέλοντας να την καλοπιάσω.
= «Να μην επαναληφθεί και πήγαινε να πλυθείς», πιο ήρεμα αυτή τη φορά.
Αυτό το… «επαναληφθεί», ευτυχώς, μου έδωσε ελπίδες. Δε σηκώθηκε να φύγει, απλά ήθελε να επιβάλλει τους όρους της.
- «Εντάξει μπέμπα μου» είπα, ενώ στο πίσω μέρος του μυαλού μου ήδη φανταζόμουν τον πούτσο μου στη στενή κωλοτρυπίδα της.
Από εκείνη τη μέρα είμαστε μαζί… Ενώ, λοιπόν, η σχέση μας συνεχιζόταν χωρίς ιδιαίτερες… συναισθηματικές εξάρσεις, η κωλάρα της παρέμενε απόρθητη. Όχι ότι δεν με ικανοποιούσε (να μην είμαι αχάριστος), αλλά τα ήθελα όλα από το καυτό κορμί της. Μας βρήκε το καλοκαίρι και αποφάσισα να της κάνω μια έκπληξη κλείνοντας ένα δωμάτιο για hardcore weekend στη Χαλκιδική. Σ’ ένα σχετικά απόμερο μέρος, ένα ολοκάθαρο δωμάτιο (με υπέρδιπλο κρεβάτι -το είχα διευκρινίσει από το τηλέφωνο) και με τη θάλασσα στα 10 μέτρα από τη μικρή αυλίτσα του. Παρασκευή απόγευμα, μόλις φτάσαμε, φόρεσε το μικροσκοπικό μαγιό της και βούτηξε κατευθείαν στο δροσερό νερό. Την ακολούθησα και αμέσως τύλιξε τα πόδια της γύρω μου. Το καυλί μου αμέσως σκλήρυνε.
- «Σε βλέπω έτοιμο για το σαββατοκύριακο» είπε πονηρά και σφίχτηκε περισσότερο πάνω μου.
Αμέσως τράβηξα το μαγιό της και χούφτωσα το μουνάκι της.
- «Υποβρύχιο σεξ δεν έχω κάνει» ξεφύσηξε.
Κατέβασα τη βερμούδα μου και της το έχωσα. Η αντίθεση του κρύου νερού στ’ αρχίδια μου και του ζεστού μουνιού της στην κορυφή του πούτσου μου με απογείωσε! Οι ρώγες της είχαν γίνει πέτρα από τη ψύχρα του νερού και απολάμβανε το underwater fucking χωρίς να κουνιέται η ίδια, αφήνοντας τη θάλασσα να την ανεβοκατεβάζει στο… κατάρτι μου. Δεν άργησα να νιώσω το σπέρμα ν’ ανεβαίνει στο πουτσοκέφαλό μου. Τη σήκωσα και… άρχισα να ταΐζω τα ψάρια με το γαλακτώδες υγρό μου. Η πλάκα ήταν πως οι ελάχιστοι λουόμενοι είχαν πάρει χαμπάρι τι γινόταν, αλλά ποιος τους έχεζε;; Εμείς απολαμβάναμε μακαρίως τις αχαλίνωτες καύλες μας.
Το βράδυ μείναμε στο δωμάτιο και γαμιόμασταν συνεχώς, όμως τη σκούρα κωλοτρυπίδα της δεν την είχα γευτεί ακόμη… μέχρι το επόμενο πρωί… Ξύπνησα, κοιμόμασταν ολόγυμνοι, έχοντας αξημέρωτες κατουρόκαυλες! Ο πούτσος μου ήταν ολόρθος, ενώ ο κώλος της Βίκυς τουρλωμένος προς τη μεριά μου, μου έκλεινε το μάτι! Άρχισα να την ξυπνάω με τρυφερά χαδάκια. Αναστέναξε.
- «Τι συμβαίνει μωρό μου; Πρωινές σηκωμάρες;» ρώτησε αγγίζοντας το παλούκι μου.
- «Δε σε χορταίνω καύλα μου» και άρχισα να χαϊδεύω την κωλάρα της.
Έτσι όπως ήταν μπρούμυτα, ανέβηκα πάνω της και ακούμπησα το καυλί μου στην ποθητή τρυπούλα της, προσπαθώντας να την υγράνω με τα ζουμιά του πουτσοκέφαλου.
- «Όχι από ‘κει μωρό μου, θα πονέσω» είπε προσπαθώντας να με διώξει από πάνω της.
- «Μη φοβάσαι γλυκιά μου, θα σε προετοιμάσω κατάλληλα» και έγλειψα τη σκουρόχρωμη τρυπούλα της.
Παρόλες τις αντιδράσεις έσπρωξα το πουτσοκέφαλο σιγά-σιγά. Συνάντησα μεγάλη αντίσταση από το σφιγκτήρα της. Ούτε το μισό κεφάλι μπήκε μέσα και βόγκηξε με πόνο. Έπρεπε να βρω κάτι να την λιπάνω περισσότερο. Χωρίς πολύ σκέψη άρπαξα το… αντηλιακό από το κομοδίνο και πασάλειψα την κωλοτρυπίδα της βάζοντας δυο δάχτυλα μέσα. Σχεδόν αμέσως, πριν προλάβει να πει τίποτα, έχωσα το παλούκι μου μέσα. Επιτέλους! Γλίστρησε σχετικά εύκολα.
- «Σε πονάω;» τη ρώτησα σε μια αναλαμπή τρυφερότητας.
- «Ναι, αλλά όχι όπως πριν…»
Αυτό ήταν. Μπήκα λίγο πιο βαθειά και άρχισα να μπαινοβγαίνω ρυθμικά. Τώρα βογκούσε από καύλα και όχι από πόνο. Χούφτωσα τις βυζάρες και άρχισα να τσιμπάω τις καυλωμένες ρώγες της. Ήταν τέλεια! Η κωλοτρυπίδα της σφιγγόταν γύρω από τον πούτσο μου σαν τανάλια και έστελνε απίστευτες ανατριχίλες καύλας στην πλάτη μου. Ούτε πέντε λεπτά άντεξα. Το σπέρμα άρχισε να τρέχει μέσα στην σπηλιά της. Κόντευα να πάθω εγκεφαλικό από την καύλα! Τραβήχτηκα και από τη μισάνοιχτη τρύπα της έτρεχαν τα ζουμιά μου ανακατεμένα με το γλοιώδες αντηλιακό.
- «Με τρέλανες μωράκι μου!» της είπα.
Γύρισε και με κοίταξε με πονεμένο βλέμμα.
- «Δε θέλω να το ξανακάνουμε έτσι» είπε σχεδόν κλαίγοντας. «Πόνεσα και δε μ’ άρεσε καθόλου. Τί νόμιζες; Καμιά πουτάνα είμαι;»
- «Εμ, τι είσαι;» μου ήρθε να πω, αλλά κρατήθηκα.
Ήμουν ένα ευτυχισμένος άνθρωπος και δεν ήθελα να χαλάσω τη στιγμή με νεύρα και καυγάδες. Μετά από εκείνο το σαββατοκύριακο δεν ξαναβρεθήκαμε ποτέ. Φαίνεται πως οι… αυξημένες σεξουαλικές απαιτήσεις μου δεν ήταν του γούστου της.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.