Δε ξέρω πως ξεκίνησε η όλη ιστορία ή δεν θυμάμαι πια... Το μόνο όμως που έχει μείνει όμως πια είναι δυο κορμιά στο ίδιο κρεβάτι, εγώ και εκείνη.
- «Καλημέρα Μαρία!»
Κάπως έτσι ξεκίνησε εκείνη η μέρα. Λίγο γνωριμία, λίγο γέλιο, διασκέδαση. Βγήκαμε, γνωριστήκαμε. Ένιωθα τόσο καλά μαζί της τόσο χαλαρά. Ένα τέλειο αγχολυτικό. Εκείνη δεν ξέρω τι ένιωθε τότε. Πάντως όλα καλά μου φάνηκαν. Την επόμενη μέρα το ίδιο σκηνικό. Να τα πούμε για ένα καφέ, ένα ποτό, κάτι τέλος πάντων. Ένας χορός στο μπαράκι ένα χάιδεμα, ένα κοίταγμα στα χείλη, ένα πάθος εμφανίσθηκε στα μάτια. Ένα: «Σε θέλω» κρυβότανε κάπου μέσα και στους δυο μας.
Η νύχτα συνέχισε να είναι φορτισμένη σε καλό κλίμα. Κάπου-κάπου μεν χάλαγε τώρα που το σκέφτομαι. Κάπου μου μουτζούφλιαζε, δεν ξέρω γιατί... ίσως ήταν το τυπάκι εκεί απέναντι που την κοίταγε που και που προκλητικά. Την έβλεπα να ρίχνει και εκείνη καμιά ματιά. Εκεί κάπως φούντωνα. Δεύτερο ραντεβού και να κοιτάει άλλον; Το θεωρούσα απαράδεκτο. Με έπιανε και μένα λοιπόν ένα μικρό νευράκι. Για λιγάκι όμως, μιας και το βλέμμα της άλλαζε τα πάντα…
Το κοίταγμα έγινε χάδι, το χάδι έγινε φιλί, το φιλί παθιάστηκε. Πήρε φωτιά το σύμπαν. Σαν όλα να γυρίζανε γύρω μας. Κόντευαν ξημερώματα όταν ξεκινήσαμε... Κατευθυνθήκαμε προς το σπίτι της. Κάπου στη μέση του δρόμου κάπως όρμηξε κάτι έκανε, σαν να έχασα το κόσμο μου. Φτάνοντας μου έσκασε ένα φιλί στο μάγουλο και έφυγε. Σχεδόν τρέχοντας μπορείς να πεις.
Η σημερινή μέρα ήταν διαφορετική. Ήρθε άλλος άνθρωπος. Ναι, το χαμόγελο εκεί ήταν, η γλύκα επίσης, αλλά κάτι δε μου κόλλαγε στην όλη ιστορία. Μιλήσαμε λιγάκι, και μου είπε πως ήταν λίγο πεσμένη μιας και επαγγελματικά κάποια πράματα πήγαν στραβά. Έτσι με τα λίγα και τα πολλά την κάλεσα στο σπίτι για χαλάρωση, και αποφόρτιση.
- «Έλα, θα σου κάνω και ένα μασαζάκι χαλαρωτικό…»
Δεν αρνήθηκε, το απόγευμα το περάσαμε σπίτι με καφεδάκι, γέλιο, παιχνιδάκια. Τα βλέμματα συνέχιζαν διαπεραστικά, διατρητικά. Δεν άντεχα να μην κοιτώ να θέλω αυτά τα χείλια, να μην θέλω να χαϊδέψω αυτά τα μαλλιά. Έτσι βρεθήκαμε πάλι σε μια παθιασμένη στάση. Τη χάιδευα, τη φιλούσα. Μπορεί όλα να άρχισαν με τα χείλια... αλλά σύντομα εξαπλώθηκαν παντού... σαν φωτιά στο δάσος. Λαιμός, αυτιά, στήθος. Αρχίσαμε κάπως ανυπόμονα να γδύνουμε ο ένας τον άλλο.
Τώρα όλο της το κορμί ήταν στη διάθεσή μου. Εκμεταλλεύτηκα κάθε χιλιοστό της, σαν ένα πάθος απωθημένο, κρατημένο μέσα να απελευθερώθηκε. Τη φίλαγα τη δάγκωνα παντού. Στο στήθος, στην κοιλιά, στα πόδια, στο μουνάκι της... παντού!
Βούτηξα τα δάχτυλά μου μέσα της. Την ένιωθα να ερεθίζεται, να διαστέλλεται. Πρώτα ένα δάχτυλο, μετά δύο, και μετά τρία. Την έβλεπα να κλείνει τα μάτια της και σιγανές κραυγές να βγαίνουν από μέσα της. Κάνα δυο πνιγμένα: «Κι άλλο…», «Πιο δυνατά!», «Πιο γρήγορα!».. ένα βλέμμα της.. «Σταμάτα τώρα!» με πάγωσε.... «Πάρε με!» σαν εντολή, σαν υποταγή. Σαν να με νευρίασε που ήθελε το δικό της.
Με πιο άγριο τώρα τρόπο την ξαπλώνω. Σχεδόν απότομα βρίσκομαι από πάνω της. Κρατώντας της τα χέρια πάνω από το κεφάλι της. εκείνη Ανήμπορη να αντιδράσει. Με ένα άγριο βλέμμα μπαίνω απότομα μέσα της. Βγαίνω σιγά-σιγά, και ξανά με δύναμη. Δυναμώνω τον ρυθμό. Τα χέρια μου σφίγγουν τώρα το κορμί της και την παίρνω με τόση αγριάδα. Φαινότανε πάνω μου. Γρήγορα μέσα-έξω... ανά διαστήματα έμενα μέσα με μικρές κινήσεις κυκλικά.. βασανιστικά. Χαϊδεύω το κορμί της κάπου το βασάνιζα το πονάω. Μπαίνω μέσα της άγρια και γρήγορα.
Μου δείχνει να τελειώνει. Είμαι και εγώ στα όρια. Πιο δυνατά, πιο γρήγορα. Αρπάζω το στήθος της, το σφίγγω. Με το άλλο χέρι της κρατώ το μαλλί της. Δυναμώνω.. Την ακούω να τελειώνει και συνεχίζω πιο άγρια. Όσο κρατεί ο οργασμός της... όσο κρατάει για να τελειώσω ακριβώς μαζί της. Να σωριαστώ πάνω της σαν εξαντλημένος. Παραμένω μέσα της... λίγα χάδια, πάλι λίγα φιλιά, και τα αίματα ανάβουν.
Τώρα σηκώνομαι και την παίρνω μαζί μου. Καταλήγουμε να το κάνουμε κόντρα στους τοίχους, σε έπιπλα, στο πάτωμα, παντού. Γύρω στο πρωί είμαστε στο κρεβάτι. Τι ωραία εμπειρία! Πόσο καυτό μπορεί να είναι το σεξ... πόσο άγριο... πόσο παθιασμένο.
Την επόμενη, σαν να μη μιλάμε τόσο..
Το απόγευμα έφτασε μόνο με τυπικές κουβέντες. Ένας τυπάκος, γνωστός στη φάτσα έρχεται να την πάρει.
- «Καλή συνέχεια» λέει και φεύγει..
- «Ρε ξέρεις ποιος είναι αυτός;»
- «Ναι ρε! Ο άντρας της. Παράξενο ζευγάρι... εκείνη σε εξωθεί στα όριά σου και ο άλλος γουστάρει να παρακολουθεί. Καλά θυμόμουν τη φάτσα του.. το τυπάκι από το μπαράκι ήταν...»
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.