Το e-mail μου είναι το:
Είμαι εικοσιέξι χρονών, μέτρια σε ύψος με καλό σώμα και καστανά μεγάλα μάτια. Αν και δεν μπορώ να με χαρακτηρίσω κουκλάρα ωστόσο ανέκαθεν τραβούσα τα βλέμματα των ανδρών.
Αυτό συνέβαινε ανέκαθεν και η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν έδινα μεγάλη σημασία σε αυτό.
Μη με παρεξηγείτε. Τις σχέσεις μου τις είχα, και η αλήθεια είναι πως όλοι τους ήταν ωραία και καλά παιδιά. Συνδυασμός δύσκολος και σπάνιος!
Απλά, από μικρή με είχαν μεγαλώσει και γαλουχήσει με διαφορετικές αξίες. Που άμα κρίνω από αυτά που διαβάζω, μάλλον ανήκω πλέον στη μειοψηφία.. ήθελα, και η αλήθεια είναι πως ακόμα το επιθυμώ, να με θέλουν για το χαρακτήρα και το μυαλό μου. Ο αδερφός μου και οι φίλοι του συνέχεια λένε πως "τι να την κάνεις την γκόμενα, άμα είναι χαζοβιόλα και το έχει ακατοίκητο; Καλό το γαμ..σι αλλά να μη μπορείς και να την κυκλοφορείς;"
Με αυτά και με εκείνα, πάντα χαιρόμουν που συμφοιτητές και διδακτορικοί φοιτητές με γούσταραν και επεδίωκαν τη συντροφιά μου. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να με ζηλεύουν οι περισσότερες κοπέλες του τμήματος, ακόμα και οι υποτιθέμενες φίλες μου..
Παίρνω λοιπόν το πτυχίο (ΑΣΟΕΕ) και προς πλήρη ευχαρίστηση των φιλενάδων μου μένω άνεργη για τουλάχιστον ενάμισι χρόνο. Έρχεται το καλοκαίρι και μία από αυτές με πληροφορεί πως η Εθνική παίρνει άτομα ως ΔΕ για τρεις μήνες. Φανταστείτε την ξευτίλα!!
Τι να κάνω όμως; Κατέθεσα τα χαρτιά και σε λίγες μέρες παρουσιάζομαι σε ένα μεγάλο κατάστημα (τουλάχιστον 39 άτομα). Υπήρχαν κάποιοι μικροί και πραγματικά κουκλιά! Χαιρόμουν που δούλευα εκεί και για αυτό περιποιόμουν και ιδιαίτερα τον εαυτό μου. Μου άρεσε να ξυρίζω το μουνάκι μου και να φαντασιώνομαι πως κάποιος από αυτούς θα το έβλεπε...
Όπως είπα, μόνο φανταζόμουν. Δυστυχώς οι αναστολές με εμπόδιζαν όχι μόνο να κάνω το πρώτο βήμα αλλά να δώσω και το πράσινο φως σε κανέναν από εκεί μέσα. Τώρα μέσα σε αυτά φανταστείτε ότι το κατάστημα ήταν συνοικιακό και πως όλη η οικογένειά μου αλλά και το μισό σόι και γνωστοί εξυπηρετούνται από αυτό! Δεν ήθελα με τίποτα να ακουστεί το παραμικρό για το άτομό μου!
Για άλλη μια φορά όμως κάποιες άρχισαν να ζηλεύουν και οι, πλέον, κάριες του καταστήματος μου έκαναν το βίο αβίωτο. Έτσι κατέληξα να κάνω παρέα με έναν σαραντάρη, χωρισμένο και καθόλου όμορφο (τον Κώστα).
Με αυτόν πήγαινα για φαγητό και καμιά φορά για καφέ..
Κι έτσι άρχισαν όλα...
Κάποιοι από το τμήμα των στεγαστικών κι ενώ είμαι κοντά δύο μήνες στη δουλειά, κανονίζουν για φαγητό και θα πάω κι εγώ μαζί τους. Ο Κώστας κανονίζει να μπούμε στα αμάξια και να χωριστούμε και με βάζει στο αμάξι του διευθυντή. Ενός, σαρανταπεντάρη ονόματι Γιάννης. Διευθυντής με τζιν παντελόνι και μπλουζάκια. Πού τα παραδοσιακά κουστούμια και οι γραβάτες;!!
Το έπαιζε και χεβιμεταλάς ροκάς και μου έσπαγε τα νεύρα. Όλο ειρωνεία και μπιχτή. Λέω στον Κώστα πως δε μπαίνω στο αμάξι του διευθυντή μα αυτός δεν ακούει τίποτα.
- "Είναι οκ παιδί. Τον έχεις παρεξηγήσει…"
Το μεσημέρι κύλησε και μας βρήκε το βράδυ στο μαγαζί. Όλο πίναμε, και τρώγαμε… και ξαναπίναμε. Σιγά-σιγά οι παντρεμένοι άρχισαν αν αποχωρούν λέγοντας πως πέρασε η ώρα και πως η επομένη ήταν εργάσιμη μέρα. Στο μαγαζί μείναμε ο Κώστας, ο Γιάννης κι εγώ.
Πηγαίνω στην τουαλέτα κι όταν γυρνάω βρίσκω μόνο το διευθυντή. «Ωχ! Τι κάνουμε τώρα;» σκέφτηκα.
- «Ο Κώστας έφυγε. Τον πήρε τηλέφωνο η αδερφή του ότι κλείστηκε έξω και πάει σπίτι του να της πάει το δεύτερο κλειδί. Θα σε γυρίσω εγώ».
- «Οκ. Μήπως θέλετε να φύγουμε κι εμείς;» λέω και παρακαλώ από μέσα μου να πει το ναι.
«Τι να κάνω με τον παππού και τι θα συζητάμε;» σκέφτομαι.
- «Θα φύγουμε! Κάτσε να τελειώσουμε το κρασί μας και την κάνουμε».
Τσουγκρίζουμε τα ποτήρια και κάνει πρόποση.
- «Μαρίνα, καλώς όρισες στη δουλειά μας. Θέλω να ξέρεις πως είσαι πολύ σημαντική».
- «Τι σημαντική;» τον διακόπτω. «Δεν κάνω και τίποτα εκεί μέσα!»
- «Σκάσε, μαλάκα μου!» (λέει και το λέει σχεδόν τρυφερά. Πρώτη φορά άκουγα κάτι τέτοιο). «Είσαι σημαντική. Και μη νομίζεις πως δεν βλέπω πως βοηθάς και στα ταμεία, τις επιταγές, τα νομικά και τον ΟΑΕΔ. Ο Προϊστάμενος είπε πως έφτιαξες και το αρχείο της καταναλωτικής πίστης!!»
- «Και τι άλλο να κάνω; Τόσες ώρες πως θα κυλήσουν εκεί μέσα;»
- «Το ξέρω, μωρό μου. Είσαι γεννημένη για μεγάλα πράματα! Εδώ είναι απλώς ένας σταθμός στη ζωή σου».
Και λέγοντας αυτά μου πιάνει το χέρι.
Δεν απαντώ. Έχω μείνει και κοιτώ το χέρι του πάνω στο δικό μου.
- «Κακό;» λέει.
- «Τι πράμα;» και έχω ένα ύφος λες και μόλις με ξυπνούν. Δεν καταλάβαινα όμως τι εννοούσε.
- «Λέω, κάνουμε κάτι κακό;»
Και τότε, με πιάνει η μαλακία μου και απαντώ:
- «Ξέρεις πως είναι κακό. Διαφορετικά δε θα είχες την ανάγκη να ρωτήσεις!!»
Πάει κι ο πληθυντικός κι όλα. Ταυτόχρονα σκέφτομαι πως η αυριανή μέρα θα είναι πιο δύσκολη από όσο θα φαντάζομαι. Αυτός εδώ θα μου ψήσει το ψάρι στα χείλη!!
Ο Γιάννης όμως γελά και πίνει λίγο από το κρασί. Δεν έχει νευριάσει. Είναι ολοφάνερο πως γελά και πως διασκεδάζει.
- «Το ήξερα πως είσαι και έξυπνη. Όμορφη και έξυπνη μαζί» και με τα χέρια του μου χαϊδεύει το μάγουλο.
Δεν τραβιέμαι. Χαμογελώ σα δεκάχρονο κοριτσάκι που πήρε την επιβεβαίωση του. «Ναι, ρε μαλάκα! Τώρα το κατάλαβες;» σκέφτομαι.
Παίρνει το χέρι μου και το φιλά. Απαλά. Γλυκά. Το αφήνει. Πιάνει το ποτήρι του, ρίχνει λίγο στο δικό μου που έχει αδειάσει, με τσουγκρίζει και πίνει μια γουλιά. Κατόπιν ξαναπιάνει το χέρι μου και το ξαναφιλά. Λίγο πιο πολύ και στο εσωτερικό του καρπού. Πλησιάζω το κορμί μου προς εκείνον. Είναι τόσο γλυκός! Του χαϊδεύω το μάγουλο και κοκκινίζει…
- «Πάμε. Θα σε γυρίσω σπίτι». Λέει και σηκώνεται ξαφνικά.
Για κάποια στιγμή σάστισα καθώς δεν περίμενα σίγουρα να ακούσω κάτι τέτοιο αλλά μάζεψα τα πράγματά μου κι έφυγα. Με αφήνει σπίτι και πριν καλά-καλά προλάβω να ξεντυθώ λαβαίνω ένα μήνυμα στο κινητό μου: «Σήμερα ήσουν πολύ γλυκιά. Είμαι τυχερός που μπήκες στη ζωή μου».
Ούτε που ξέρω πόση ώρα κατάφερα να κοιμηθώ εκείνο το βράδυ. Ξύπνησα αξημέρωτα για να ετοιμαστώ και να πάω στη δουλειά. Οκτώ παρά τέταρτο άνοιγε η τράπεζα, από τις επτά παρά ήμουν κιόλας εκεί. Και να 'σου και ο Γιάννης!
Παρκάρει και ενώ πλησιάζει να ανοίξει, τότε συνειδητοποιεί πως είμαι κι εγώ εκεί. Μένει και με κοιτά. Πλησιάζει και ενώ σκύβει για να ανοίξει την κάτω κλειδαρότρυπα με ρωτά πώς και πήγα από τόσο νωρίς.. Αντί να απαντήσω απλά κεντράρω στο ποπουδάκι του. Δεν φορά εσώρουχο και ξεπρόβαλε με το σκύψιμο.
- «Το ίδιο θα μπορούσα να ρωτήσω κι εγώ», λέω και παράλληλα σκέφτομαι πως αυτός ο άνθρωπος δεν έχει καθόλου τρίχες στο σώμα του. Όλο είναι λείο και αστράφτει.
- «Κάθε μέρα τέτοια ώρα έρχομαι. Μέχρι να φτιάξω καφέ, να ανοίξω κάσες και ταμεία.. Μη φανταστείς, περνά η ώρα».
Ανοίγει και μπαίνουμε και οι δύο μέσα. Ανεβαίνουμε στον όροφο από το ασανσέρ.
- «Ωραίο άρωμα!», λέει.
- «Αλήθεια;» και πλησιάζω το χέρι μου για να το μυρίσει καλύτερα. Μια κίνηση τελείως ασυναίσθητη.
- «Ναι. Αλήθεια»
Φιλά το χέρι μου ευγενικά και σκύβει να φιλήσει και το λαιμό μου. Με αρπάζει από τη μέση και με φιλά στο στήθος μου.
Έχω καυλώσει. Ο παππούς φιλά υπέροχα! Τρυφερά. Τον φιλώ κι εγώ. Για αρκετή ώρα το ασανσέρ έχει σταματήσει αλλά εμείς φιλιόμαστε σαν σχολιαρόπαιδα.
Κάποια στιγμή, και μόνο επειδή θέλω να τυλίξω το πόδι μου γύρω από τη μέση του, ανοίγω την πόρτα και κατεβαίνουμε στον όροφο.
- «Καύλα μου!» λέει. «Κάτσε να σε γλύψω…»
Και σκύβει να γλύψει το μουνάκι μου. Το νιώθω να σπαρταράει στο άγγιγμά του.
- «Είσαι πολύ γλυκιά. Να καύλα μου, πάρε τα χύσια σου στο στοματάκι σου. Δικά σου είναι. Βλέπεις πόσο γλυκά είναι;»
Ντρέπομαι αλλά έχω καυλώσει. Με τα χέρια μου πιάνω το κεφάλι του και το χαϊδεύω. Κινούμαι ρυθμικά μπρος πίσω. Καταλαβαίνει πως μου αρέσει. Με πιάνει και με ανεβάζει στο γραφείο του.
- «Μου αρέσει», λέει. «Έχεις πολύ γλυκό μουνί». Και συνεχίζει να το γλύφει.
Βάζω κάποια στιγμή το δάχτυλό στο μουνάκι μου, παίρνω κάποια από τα υγρά και του σηκώνω το κεφάλι. Τον βάζω να πιπιλίσει το δάκτυλό μου και το μπαινοβγάζω μέσα από το στόμα του. Το μάτι του έχει θολώσει! Με γλύφει και με τα χέρια του αγγίζει το στήθος μου.
- «Βγάλτο!», μου λέει. «Βγάλε το φόρεμά σου».
Σηκώνομαι για να το βγάλω κι αυτός έχει κατεβάσει το παντελόνι του.
- «Πούτσος καθαρός!»
Δηλώνει και βλέπω ξυρισμένα αρχιδάκια και ένα μακρύ αλλά όχι πολύ χοντρό πούτσο.
- «Να στο βάλω αυτό μέσα μωρό μου, να δεις!»
Αντί για κάτι τέτοιο όμως, απότομα βάζει δάκτυλο μέσα στο μουνί μου. Ένα «αχ!», ξεφεύγει από τα χείλη μου.
- «Ξέρω πως σου αρέσει, ηρέμησε…»
- «Ναι, μου αρέσει…» ομολογώ σιγανά.
- «Κι εμένα με έβαλες στο μάτι από την πρώτη στιγμή καύλα μου;»
- «Όχι», σπεύδω να απαντήσω.
- «Το ξέρω μωρό μου… δεν ξέρεις..»
Βγάζει το δάκτυλο και ακουμπά τον πούτσο του πάνω μου. Δεν το βάζει μέσα, απλά με χαϊδεύει με αυτό. Τα δάχτυλά του στο στόμα μου και το χέρι του στα βυζιά μου. Τα μαλάζει και τα πιπιλάει.
Και τότε άγρια, με αρπάζει από τα μαλλιά και τον χώνει μέσα μου. Τραβά τα πόδια μου και τα σηκώνει. Οι φτέρνες μου ακουμπούν στους ώμους του και αυτός με σφυροκοπά.
Γρήγορα… Άγρια…
Νιώθω το καυλί του μέσα μου, ακουμπά στα τοιχώματα της μήτρας και με πονά. Δεν του λέω όμως τίποτα. Μόνο: «Έλα, παππού! Δώστα όλα παππού!» , «Έε… Ελα!», «απογειωνόμαστε μωρό μου!» και παράλληλα κουνάω τη λεκάνη μου. Συγχρονίζομαι με αυτόν. Πιάνω τα βυζιά του και τα χουφτώνω.
- «Έτσι! Πιο γρήγορα γαμιά μου!! Πιο γρήγορα! Ναι!»
Ρίχνει το βάρος του στο σώμα μου. Με πιάνει από τα μαλλιά. Τα κάνει αλογοουρά και τα τραβά. Τώρα βάζει και τα δυο του χέρια και με πιάνει από την κορφή του κεφαλιού μου. Γρήγορα μπαινοβγαίνει μέσα μου. Με τα δάκτυλά μου προσπαθώ να του αγγίξω τα αρχιδάκια.. Να τα παίξω..
- «Καύλα μου! Μωρό μου! Πάρτα! Δικά σου είναι…»
Ο πούτσος του αδειάζει πάνω στην κοιλιά μου. Με το χέρι του αλείφει τις ρώγες μου, τα απλώνει παντού. Δεν έχω χύσει όμως! Το καταλαβαίνει και κοκκινίζει. Ο παππούς όμως είναι αρκετά άντρας να μην κωλώσει. Είναι δοτικός στον έρωτα. Πέφτει και αρχίζει το γλυφομούνι. Που και που βάζει και κανένα δάχτυλο.
Ήμουν έτοιμη να χύσω. Το καταλάβαινα αλλά δεν του είπα τίποτα. Έχυνα ενώ έγλυφε. Και τα ήπιε όλα!!! Όταν σηκώθηκε του έδωσα ένα παθιασμένο γλωσσόφιλο. Με τη γλώσσα μου καθάρισα και τον πούτσο του. Χωρίς καν να του το ζητήσω έκανε το ίδιο.
Ίσα-ίσα που προλάβαμε να ντυθούμε. Σε λίγο ακούγαμε κτυπήματα στην τζαμαρία. Είχαν έρθει και οι υπόλοιποι υπάλληλοι και ήθελαν να μπουν. Ο Κώστας κατάλαβε τι είχε γίνει γιατί μπήκε σχετικά νωρίς στο γραφείο του Γιάννη και η μυρωδιά από το σεξ ήταν σχετικά νωπή…
Δεν του είπα τίποτα αν και με πίεσε αρκετά. Τον είδα που πειράχτηκε. Με γούσταρε κι αυτός και περίμενε να περάσει λίγος χρόνος για να κάνει κίνηση. Ο Γιάννης, ο κολλητός διευθυντής του έφαγε τη γκόμενα.
Με το Γιάννη είμαστε μαζί ακόμη. Στην ΕΤΕ έμεινα για επτά μήνες, αντί για τρεις. Και κυριολεκτικά δεν αφήσαμε κανένα χώρο ανεκμετάλλευτο!!
Πλέον, δεν με νοιάζει αν ο άλλος με θέλει για την προσωπικότητά μου. Δε ξέρω πως να το εξηγήσω αλλά μόνο και μόνο το γεγονός πως κάνω ένα σαρανταεφτάρη, πλέον, να τραβά μαλακία για πάρτη μου και να γαμιόμαστε στο αμάξι σα έφηβοι με ικανοποιεί και με γεμίζει. Αυτό δεν κάνει μια γυναίκα;
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.