Ήμουν σε ένα κλαμπάκι που έπαιζε ροκ και μέταλ. Είχα γνωστούς και κάμποσους φίλους εκεί. Δεν ένοιωθα μόνος. Το θέμα ήταν όμως πως ήμουν είτε ο πιο μεγάλος σε ηλικία στους γνωστούς ή ο πιο μικρός στους φίλους. Οι δύο κολλητές μου ζούσαν μόνιμα στο εξωτερικό και ο κολλητός μου έμενε μόνιμα Κομοτηνή. Οι παλιοί φίλοι είχαν έρθει νωρίς, κατά τις έντεκα μαζί με εμένα και έφυγαν περίπου στη μία. Εγώ είχα αποφασίσει να το ξενυχτίσω.
Στις δύο η μουσική από ροκ γύρισε σε μέταλ. Και με την πρώτη αυτή αλλαγή σκάει η Βάνα στο μαγαζί. Στα 40, με ξανθό σπαστό κατσαρό μαλλί, βαμμένα κόκκινα χείλη και γαλάζια μάτια. Μαύρο δερμάτινο παντελόνι, μαύρες ψηλοτάκουνες μπότες, μαύρη μπλούζα και μαύρο επίσης δερμάτινο μπουφάν. Και για να μαντέψω; Ναι! Μαύρη δερμάτινη γυναικεία τσάντα. Εγώ είμαι παρκαρισμένος σε μια γωνία της μπάρας και αυτή έρχεται δίπλα μου στο άδειο σκαμπό. Με κοιτάει λίγο και λέει:
- Έλα να αλλάξουμε! Θέλω να είμαι στον τοίχο.
Σηκώνομαι και μετατοπίζω μπύρα, σουβέρ, φιστίκια, τσαντάκι μέσης, τσιγάρα κι αναπτήρα μπροστά στο άδειο σκαμπό, καθώς η Βάνα βολεύει την τσάντα της, βγάζει το δερμάτινο και το "στρώνει" στο σκαμπό. Στη συνέχεια βολεύεται, με κοιτάει, πετάει ένα ευχαριστώ και παραγγέλνει ουίσκι στο μπάρμαν.
- Είσαι ο Ιανός σωστά;
- Ναι! Κι εσύ η Βάνα.
- Είχαμε συστηθεί παλιά νομίζω. Ήσουν πιτσιρίκι...
- Ακόμα είμαι, απαντάω χαμογελώντας λοξά.
- Μπα! Μεγάλωσες! Έβαλες και λίγο κρέας πάνω σου. Ήσουν σαν καλάμι...
- Η μπύρα δίνει όγκο.
Έρχεται το ποτό της και τσουγκράμε. Πάει να ανάψει τσιγάρο και της δίνω φωτιά. Πιάνουμε κουβέντα. Το μισό μαγαζί τη ζαχαρώνει και της το λέω. Είναι η σειρά της να χαμογελάσει λοξά και πονηρά. Συνεχίζω ακάθεκτος.
- Οι περισσότεροι θα βαρέσουν μαλακία για πάρτη σου.
- Εσύ όχι;… ρωτάει ειρωνικά, αλλά ακούω την αλλαγή στη φωνή της.
- Εγώ θα το κάνω μαζί σου, οπότε δε χρειάζεται η χειρωνακτική.
- Και πού θα το κάνεις;
- Όχι εδώ πάντως. Οι τουαλέτες έχουν να καθαριστούν από τα πρόπερσι. Σπίτι σου μάλλον.
- Κι αν είμαι παντρεμένη;
- Είσαι χωρισμένη! Δε φοράς βέρα.
- Μπορεί να την έβγαλα!
- Επιμένω!
- Χα, χα, χα! Έχεις πολύ θράσος.
- Έχω αυτοπεποίθηση Βάνα. Μερικοί το παρεξηγούν για θράσος.
- Ο μικρός κοιμάται σπίτι και είναι γκαρσονιέρα.
- Ο γιος σου;
- Ναι.
- Ξενοδοχείο;… ρωτάω.
- Δε γουστάρω.
- Πιες ένα ακόμα ουίσκι να ζεσταθείς γιατί θα πάμε να πηδηχτούμε στη φύση τότε.
Ήπιαμε ένα ποτό στα γρήγορα, πλήρωσα τα δικά μου και το τελευταίο δικό της και φύγαμε. Περπατήσαμε γρήγορα προς κάτι ερημιές και περάσαμε ανάμεσα από τα κάγκελα που έλειπαν και περιτριγύριζαν το κάστρο. Την οδήγησα κοντά σε ένα μέρος του πεσμένου τείχους και εκεί της κατέβασα το παντελόνι και της έβαλα δάχτυλο ενώ φιλιόμασταν με πάθος. Με βοήθησε να κατεβάσω το δικό μου, φόρεσα ένα προφυλακτικό και μπήκα μέσα της πισωκολλητά. Είχε γύρει το λαιμό της για να μπορούμε να φιλιόμαστε. Σε αυτή τη στάση χύσαμε κι οι δυο μαζί κραυγάζοντας μετά από κανένα τέταρτο. Ευτυχώς η καπότα άντεξε και δεν έσπασε, γιατί ήταν κάπως άβολα.
Στη συνέχεια κατηφορίσαμε προς τα κάτω μαζί κι εγώ πέταξα το πειστήριο σε ένα κάδο. Κατευθυνθήκαμε προς μια τρύπα που έπαιζε λαϊκά διάφορα αλλά ξέραμε κι οι δυο τον ιδιοκτήτη-ντιτζέι. Ήπιαμε δύο ουϊσκάκια ακόμα και της είπα ότι θέλω να την ξαναγαμήσω. Οι διπλανοί θαμώνες μας κοίταξαν, το ίδιο και ο ιδιοκτήτης.
- Ναι ρε, γύρισε η Βάνα και του είπε. Με ξέσκισε στο κάστρο, αλλά θέλει κι άλλο. Το μουνί μου είναι γλύκα.
Μας κέρασε ένα ποτό γελώντας και αφού το ήπιαμε στα γρήγορα, φύγαμε από το μαγαζί, πήραμε ένα ταξί και την πήγα σπίτι της. Μπήκαμε στην πολυκατοικία, πήραμε το ασανσέρ και σταματήσαμε ανάμεσα στον τέταρτο και πέμπτο όροφο, κατεβάζοντας το διακόπτη της ασφάλειας. Αυτή τη φορά έβγαλε το μισό παντελόνι της. Έσκυψα και της έγλειψα το μουνάκι, ενώ το ελεύθερο πόδι της είχε κρεμαστεί πάνω από τον ώμο μου. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα ήταν στα γόνατα και με τσιμπούκωνε.
- Θα χύσεις στο στόμα μου, δήλωσε.
Φυσικά και της έκανα το χατίρι. Λίγο αργότερα κατεβήκαμε στο σωστό όροφο και μπήκαμε στο σπίτι της. Πήγαμε ήσυχα-ήσυχα στη μικρή κουζίνα και κάναμε τσιγάρο, ενώ μου έβαζε ένα κονιάκ. Ο γιος της είχε το μοναδικό δωμάτιο και σίγουρα δεν κοιμόταν. Βάλαμε και οι δυο τα γέλια και προσπαθήσαμε να κλείσουμε τα στόματά μας. Το παλικάρι γαμούσε την κοπέλα του. Πριν φύγω η Βάνα μου είπε το εξής:
- Πέρασα καλά μαζί σου. Που και που πρέπει να ξεκαυλώνω κι εγώ, αλλά δε θέλω σχέσεις. Κι εσύ τουλάχιστον δεν προσπαθούσες να μου κάνεις καμάκι μία ώρα. Μίλησες στα ίσια και μου άρεσε. Ίσως να το ξανακάνουμε ή και όχι. Καληνύχτα.
Έφυγα ικανοποιημένος.
Copyright protected OW ref: 181052
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.