Το e-mail μου είναι το:
Δεν είναι αυτό που λέμε «η γκόμενα», είναι όμως ένα καλό μελανούρι. Εκείνο που είναι πολύ εντυπωσιακό επάνω της είναι το στήθος της και τα πολύ όμορφα πόδια της. Εδώ και πέντε χρόνια είναι χωρισμένη από τον άντρα της και πολλές φορές μας λέει ότι έχει εφήμερες σχέσεις.
Πριν ένα μήνα έμαθα ότι οι σχέσεις της είναι συνήθως παντρεμένοι άντρες, επειδή δεν θέλει να κάνει ξανά σταθερό δεσμό.
Όταν το άκουσα αυτό, ξαφνικά μου καρφώθηκε στο μυαλό ότι θα μπορούσα να της προτείνω να βγούμε καμιά φορά μόνοι μας. Αλλά είχα και τον φόβο μήπως η πρόταση μου γνωστοποιηθεί και στην γυναίκα μου. Ποτέ κανείς δεν ξέρει με τις γυναίκες. Για δύο τρεις μέρες προσπαθούσα να βρω τρόπο για να της το πω. Τελικά ένα πρωί μου κατέβηκε μια καλή ιδέα. Δημιούργησα ένα λογαριασμό e-mail στο yahoo και της έστειλα το εξής μήνυμα μέσα από αυτόν τον λογαριασμό μιας και τον δικό μου τον ήξερε. Της έγραφα λοιπόν:
«Καλημέρα, (το όνομα δεν έχει σημασία), είμαι κάποιος πολύ γνωστός σου, και θέλω να βρεθούμε. κλπ, κλπ, και αν θέλεις και εσύ στείλε μου μήνυμα».
Πράγματι την άλλη μέρα μου έστειλε μήνυμα ότι είχε καταλάβει ποιος είμαι και ότι θα μου εξηγούσε και καλά όταν βρισκόμασταν.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας που είχα λάβει το e-mail πήγα στο ραντεβού μας. Σταμάτησε με το αυτοκίνητο της μπροστά μου και μου έκανε νόημα να μπω. Πήγαμε προς την Γλυφάδα, κατά την διαδρομή μου εξήγησε πως είχε καταλάβει αμέσως ποιος ήμουν από τα διάφορα που της είχα γράψει και μάλιστα όταν διάβαζε το μήνυμα μου ή γυναίκα μου ήταν μπροστά, αλλά ευτυχώς εκείνη δεν κατάλαβε τίποτα και όταν την ρώτησε ποιος μπορεί να ήταν ο γνωστός η γυναίκα μου της απάντησε ότι μάλλον πρέπει να ήταν κάποιος φίλος του πρώην άντρα της.
Όση ώρα πίναμε τον καφέ μας, μου έλεγε ότι και καλά δεν ήταν σωστό ούτε εκ μέρους της, ούτε εκ μέρους μου που είχαμε συναντηθεί. Φορούσε ένα γαλάζιο φόρεμα, αρκετά πιο πάνω από τα γόνατα της, ενώ το μπούστο ήταν βαθύ αφήνοντας το υπέροχα μεγάλο και στητό στήθος της να φαίνεται αρκετά. Η αρκετά μελαχρινή επιδερμίδα της τονιζόταν από το χρώμα του φορέματος της. Τα μαλλιά της ήταν λίγο πιο πάνω από τους ώμους της και γυάλιζαν καθώς έπεφταν πάνω τους τα φώτα της καφετέριας. Όσο την κοιτούσα, τόσο το αίμα μου έβραζε. Στην αρχή καθόμουν απέναντι της, ύστερα σηκώθηκα και κάθισα στο δίπλα της, ήθελα να την αγγίξω.
Τώρα μπορούσα να βλέπω αρκετό μέρος από τα μπούτια και τις υπέροχες γάμπες της. Το βλέμμα μου κατέβηκε προς τους αστραγάλους. Φορούσε ψηλοτάκουνα παπούτσια που άφηναν φτέρνες και δάκτυλα έξω, ενώ το λουράκι των παπουτσιών έδενε με χάρη κοντά στους αστραγάλους. Έτσι όπως καθόμουν δίπλα της, της έπιασα το χέρι. Δεν το τράβηξε, αντιθέτως το έσφιξε απαλά στο δικό μου. Έσκυψα στο αφτί της και της ψιθύρισα:
- «Σε θέλω, σε θέλω σαν τρελός!»
Άφησα να μου ξεφύγει λίγος αέρας κοντά στο αφτί της. Αυτό την έκανε να ανατριχιάσει γέρνοντας το κεφάλι της προς το στόμα μου.
Την φίλησα απαλά στα μαλλιά της που μύριζαν υπέροχα. Ήταν 28 χρονών και εγώ 47, είχαμε 19 χρόνια διαφορά. Δεν με φόβιζε καθόλου αυτό μιας και τα χρόνια μου δεν φαίνονται, άλλωστε τα ήξερε.
Είχα καταλάβει ότι ο ψίθυρος κοντά στο αφτί της την άναβε, έτσι κάθε τόσο έβρισκα και κάτι για να της λέω. Κάθε τόσο μου έλεγε ότι είναι φίλη με την γυναίκα μου και ότι δεν έπρεπε και ότι και καλά έπρεπε να συγκρατηθούμε και άλλα τέτοια. Έβλεπα ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν όπως θα ήθελα, η ώρα περνούσε. Έτσι μιάμιση ώρα μετά της είπα να φύγουμε κοιτάζοντας το ρολόι μου.
Πράγματι, πλήρωσα και μπήκαμε στο αμάξι της. Σε όλη την διαδρομή δεν ανταλλάξαμε κουβέντα, τα μάτια μου μόνο ήταν καρφωμένα στα υπέροχα πόδια και στις μικρές πεταχτές φλέβες της στο κάτω μέρος των ποδιών της που πετάγονταν ακόμα πιο πολύ καθώς πατούσε τα πεντάλ του αυτοκινήτου. Απογοητευμένος, σκεφτόμουν ότι δεν θα μπορούσα να της τις γλύψω έτσι όπως θα ήθελα με όλη την δύναμη της ψυχής μου.
Μια ώρα αργότερα πλησιάζαμε στην περιοχή μου για να με αφήσει κάπου κοντά στο σπίτι μου. Ξαφνικά την είδα να βγάζει φλας αντίθετα από εκεί που έπρεπε να πάμε. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά, έτοιμη να πεταχτεί από το στήθος μου. Είχα καταλάβει ότι η πορεία που θα ακολουθούσαμε ήταν προς το σπίτι της, αλλά παρ' όλα αυτά την ρώτησα.
- «Που πάμε;».
Γύρισε και με κοίταξε πονηρά κλείνοντας μου το μάτι.
- «Σπίτι μου. Πάμε και δεν βαριέσαι, έτσι και αλλιώς όλοι οι παντρεμένοι το ίδιο είστε. Αν δεν είμαι εγώ θα είναι κάποια άλλη…»
Τα κατατόπια στο σπίτι της τα ήξερα, είχε ένα μικρό μπαράκι. Έβαλα δυο ποτήρια ουίσκι με πάγο και καθίσαμε στον καναπέ του σαλονιού. Όταν κατεβάσαμε το πρώτο ποτήρι, εκείνη σηκώθηκε και έβαλε από ένα ακόμη. Μου έδωσε το ποτήρι και το δικό της το άφησε πάνω στο μικρό τραπεζάκι που βρίσκονταν μπροστά μας.
- «Που πας;», ρώτησα.
- «Πάω να βάλω κάτι πιο άνετο και έρχομαι».
- «Όχι, θέλω να μείνεις έτσι.», της είπα. Την ήθελα έτσι όπως ήταν, το όλο ντύσιμο της με τρέλαινε.
- «Χμ… έχεις και φετίχ ε; Πονηρέ!», είπε και παράλληλα τέντωσε στον αέρα τα πόδια της, κάνοντας να πεταχτούν οι μικρές φλέβες στο κάτω μέρος των ποδιών της.
Δεν άντεξα άλλο, σηκώθηκα και γονάτισα μπροστά της, πήρα τα πόδια της μαζί με τα παπούτσια και άρχισα να γλύφω τις φλέβες που τόσο ποθούσα.
- «Περίμενε μωράκι μου, μη βιάζεσαι, περίμενε να βγάλουμε το καλσόν…»
Το έβγαλε, μετά φόρεσε και πάλι τα παπούτσια της. Εγώ ακόμα πεσμένος στα γόνατα, έγλυφα, έγλυφα, της έβγαλα το ένα παπούτσι και έβαλα τα όμορφα δάκτυλα των ποδιών της ένα-ένα στο στόμα μου. Την είδα να πιάνει τα βυζιά της και να τα χαϊδεύει απαλά. Άρχισα να ανεβαίνω προς τα πάνω με την γλώσσα μου να σαλιώνει τις υπέροχες γάμπες της, τους βελούδινους μηρούς της, που τώρα είχαν ανοίξει και περίμεναν με λαχτάρα την γλώσσα μου στην κλειτορίδα της.
Φορούσε ένα μαύρο δαντελωτό βρακάκι. Έβαλα τα χείλια μου απαλά πάνω από την δαντέλα και την φίλησα. Μια γλυκιά μυρωδιά μου γαργαλούσε την μύτη. Τα χείλια μου αισθάνθηκαν υγρασία… τράβηξα στην άκρη το βρακάκι της. Τα μουνόχειλα είχαν υγρανθεί, ακούμπησα με την άκρη της γλώσσας μου την κλειτορίδα που ήταν έτοιμη να στάξει. Έβαλε το δάκτυλο στο στόμα της και άφησε ένα πνιχτώ βόγκο να της ξεφύγει, ενώ στο σώμα της συσπάστηκε. Άρχισα να γλύφω την κλειτορίδα ενώ το χέρι μου τραβούσε το δέρμα προς τα επάνω ώστε να γίνει όσο το δυνατόν πιο ορατή. Την άκουσα να μου λέει, ανάμεσα σε πνιχτά βογκητά:
- «Με πεθαίνεις… δάκτυλο. Βάλε το δάκτυλο σου μέσα μου. Χάνομαι!»
Έβαλα το δάκτυλο του αριστερού μου χεριού μέσα στο υγρό μουνάκι της, ενώ με το δεξί προσπαθούσα να φθάσω στα υπέροχα βυζιά της. Της χούφτωσα το ένα. Η ρώγα ήταν μεγάλη και είχε γίνει σαν πέτρα από την καύλα της. Έκανε έναν σπασμό και η γλώσσα μου γέμισε με υγρό, ακολούθησαν και άλλοι, συνεχείς σπασμοί και κάθε τόσο κατάπινα τα υγρά της, μόρφαζε από καύλα.
- «Στάσου λίγο, σε παρακαλώ. Δεν αντέχω, στάσου, έλα μέσα μου, σε θέλω, τώρα έλα…»
Τα μάγουλα, το στόμα μου κόλλαγαν από τα υγρά της. Η μυρωδιά τους με έκανε να καυλώνω τρελά. Έβγαλα το χέρι μου από το μουνάκι της και ενώ συνέχιζα να πιπιλάω την υπέροχη κλειτορίδα της, παράλληλα άρχισα να ξεκουμπώνω το παντελόνι μου.
Το κατέβασα μέχρι τα γόνατα, δεν φορούσα σλιπάκι και ο πούτσος μου πετάχτηκε έξω, έτοιμος να σκάσει από την καύλα.
- «Θέλω να σου τον γλύψω…» μου είπε.
- «Όχι τώρα», της είπα.
Ήξερα ότι μόλις με άγγιζε με τα απίθανα χείλια της δεν θα άντεχα καθόλου και θα έχυνα. Πήρα το πουτσοκέφαλο μου και άρχισα να το τρίβω αργά-αργά πάνω στα μουνόχειλα και στην κλειτορίδα, ενώ συγχρόνως έπαιρνα βαθιές ανάσες για να κρατήσω τον ποταμό χυσιού που ερχόταν όλο και πιο ψηλά. Το πουτσοκέφαλο είχε γίνει μούσκεμα από τα υγρά της, γλιστρούσε μέσα στο χέρι μου. Πίεζα το μυαλό μου να σκεφτεί οτιδήποτε άλλο για να μπορέσω να συγκρατηθώ. Έτριβα, έτριβα συνέχεια το πουτσοκέφαλο στα μουνόχειλα και έπαιρνα βαθιές εισπνοές.
Μόλις αισθάνθηκα λίγο πιο χαλαρός, έσπρωξα τον πούτσο μου μέσα της. Έμπαινα και έβγαινα με συγκρατημένο ρυθμό στην αρχή. Την άκουγα να βογκάει από καύλα. Έβαλα το χέρι μου κοντά στο μουνάκι της. Γέμισε με υγρά… μετά έτσι όπως ήταν μούσκεμα το έχωσα στο στόμα μου και άρχισα να το γλύφω. Μόλις με είδε να κάνω κάτι τέτοιο συσπάστηκε και ένιωσα να χύνει ακόμα μια φορά. Με πνιγμένη φωνή την άκουσα να μου λέει:
- «Όταν είναι να τελειώσεις σε παρακαλώ… θέλω να τελειώσεις στο στόμα μου. Θέλω να πάρω την γεύση σου όπως πήρες την δική μου…»
Καθώς έλεγε αυτά, περνούσε την γλώσσα της πάνω από τα χείλια της, ενώ παράλληλα έβαζε τον δείκτη του χεριού της στο στόμα της. Σήκωσα το φόρεμα όσο πιο ψηλά γίνονταν, μέχρι το λαιμό της.
Τώρα είχα μπροστά μου δύο μεγάλα υπέροχα βυζιά, με αρκετά μεγάλες και σκληρές ρώγες, έσκυψα και πήρα μια από αυτές στο στόμα μου και άρχισα να την πιπιλάω. Άφησα την ρώγα δύο λεπτά αργότερα, έπιασα τα πόδια της και τα σήκωσα βάζοντας τα πάνω στους ώμους μου, τώρα μπορούσα να της γλύφω τις βελούδινες γάμπες της.
Ο πούτσος μου δεν άντεχε άλλο, όσο και να προσπαθούσα κατάλαβα ότι ήταν αδύνατον να συγκρατήσω τα χύσια μου. Βγήκα απότομα, σηκώθηκα όρθιος και τώρα ήταν εκείνη που βρίσκονταν γονατιστή μπροστά μου. Μου άρπαξε τον πούτσο και τον έχωσε λαίμαργα μέσα στο στόμα της.
Σφίχτηκα, προσπαθώντας να συγκρατηθώ λίγο ακόμα, να την δω να μου τον γλύφει. Την είδα να περνάει με μαεστρία την γλώσσα της πάνω από το πουτσοκέφαλο που κουνιόταν σύμφωνα με τους σφυγμούς της καρδιάς μου, μετά τον πήρε μέσα στο στόμα της και άρχισε να τον μαλάζει με τα χείλια της.
Αυτό ήταν, άφησα μια κραυγή απόγνωσης και μαζί με την κραυγή άρχισαν να πετάγονται τα χύσια μου μέσα στο στόμα της. Δεν τον έβγαλε παρά μόνο όταν τον είδε να μικραίνει. Αφέθηκα, έπεσα δίπλα της στον καναπέ, δεν είχα άλλο αέρα μέσα μου.
- «Ήσουν υπέροχη βασίλισσα μου, πραγματικά υπέροχη!», της είπα ξέπνοα.
- «Και εσύ μωρό μου, και εσύ βασιλιά μου. Ποτέ δεν είχα τόσους οργασμούς! Σε θέλω…»
Με αγκάλιασε, και με φίλησε τρυφερά.
Κοίταξα το ρολόι, η ώρα είχε πάει ένεκα, είχα αργήσει. Με πήγε στο σπίτι, αφού πρώτα έκανα ένα μπάνιο. Από τότε μέχρι σήμερα, συναντιόμαστε σχεδόν κάθε μέρα.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.