- «Καλημέρα μικρή. Η Β. είμαι».
- «Καλημέρα!», απάντησα. «Πώς και τόσο πρωινή;»
- «Ήθελα μια χάρη…»
- «Ότι θες ρε συ. Φτάνει να μπορώ…»
- «Έρχεται ο ξάδελφος μου και θα μείνει καμία εβδομάδα. Να του έκανες μωρέ λίγο παρέα γιατί εγώ δεν έχω ρεπό κι εσύ είσαι ελεύθερη τα απογεύματα».
- «Αν είναι ωραίος γιατί όχι;», απάντησα γελώντας.
- «Το παραβλέπω και θα έρθω κατά τις τέσσερις να σε πάρω να πάμε στο αεροδρόμιο να τον πάρουμε».
Πράγματι στις τέσσερις ήρθε από το σπίτι και ξεκινήσαμε για το αεροδρόμιο. Στο δρόμο μου έλεγε τα βασικά γι’ αυτόν. Μένει Λάρισα με τους δικούς του και σπουδάζει εκεί. Χωρίζουν οι γονείς του και ήθελε να ξελαμπικάρει από την κατάσταση στο σπίτι. Ότι ακούει κι αυτός την ίδια μουσική με μας, παίζει κιθάρα και έχει και ένα συγκρότημα στην Λάρισα με κάτι άλλα παιδιά. Αυτά μέσες - άκρες.
Φτάσαμε στο αεροδρόμιο. Το αεροπλάνο μόλις είχε προσγειωθεί και ο κόσμος περίμενε τις βαλίτσες του. Εγώ έμεινα παραπίσω να χαζεύω κάτι βιβλία και άφησα την φίλη μου να πάει να τον βρει. Μετά από κανένα δεκάλεπτο τους είδα να έρχονται.
- «Να σου συστήσω τον Αλέξανδρο..»
- «Χάρηκα!», κατάφερα να του πω όταν μου έδωσε το χέρι του.
Ένα υπέροχο μωρό με σκούρα ξανθά μαλλιά λίγο πιο κάτω από τους ώμους, γαλαζοπράσινα μάτια, ψηλός και σχετικά αδύνατος. Η Β. έκρυψε ένα χαμόγελο που όμως δεν ξέφυγε από την προσοχή μου. Μπήκαμε στο αμάξι και πήγαμε προς το σπίτι της. Κάναμε καφέ και αρχίσαμε να λέμε διάφορα και να ψάχνουμε κοινούς γνωστούς από την Λάρισα. Ο πάγος έσπασε εύκολα ανάμεσα μας και αρχίσαμε να λέμε για μουσική, για συναυλίες και άλλα διάφορα.
Η Β. έπρεπε να φύγει για την δουλειά κι εγώ άφησα τον Αλέξανδρο να κάνει ένα μπανάκι και αφού κανονίσαμε για το βράδυ πήγα κι εγώ να ετοιμαστώ. Μου άρεσε πολύ, αλλά δεν έλπιζα σε τίποτα γιατί δεν έχω και τίποτα το αξιοπρόσεκτο πάνω μου, εκτός από το χαμόγελό μου, που όλοι λένε ότι είναι τέλειο. Αλλά νομίζω ότι μόνο αυτό δεν φτάνει για να έχω ελπίδες με ένα τέτοιο μωρό.
Ντύθηκα απλά, μιας και ήταν καθημερινή και πήγα από το σπίτι να τον πάρω. Φορούσε μαύρη μπλούζα και μαύρο δερμάτινο παντελόνι και φαινόταν ακόμα πιο τέλειος.
- «Κούκλα είσαι! Τελείως διαφορετική από το απόγευμα…», μου είπε και μου έδωσε ένα φιλί σου μάγουλο και ανέβηκε στο μηχανάκι.
Χαμογέλασα και σφίχτηκε ελαφρά το στομάχι μου. Πήγαμε στο στέκι μου για καφέ. Μας περίμενε η παρέα της Β. που είναι και δική μου παρέα. Καμιά φορά τον έπιανα να με κοιτάει αλλά δεν έδωσα σημασία ιδιαίτερη, μιας και ήταν όλοι εκεί και είχαμε αρχίσει τα σφηνάκια. Αποφασίσαμε να πάμε λίγο και στο μπαράκι που δουλεύει η Β. Καθίσαμε στο αγαπημένο μου σημείο στην μπάρα και η Β. μας έφερε τα ποτά μας.
Η μουσική ήταν λίγο δυνατά και έπρεπε να πλησιάζουμε πολύ ο ένας τον άλλον για να ακουγόμαστε. Ούτε που κατάλαβα πως μου έπιασε το χέρι και τα δάχτυλα μας βρέθηκαν σφιχτά μπλεγμένα. Είχαμε πιει πολύ και οι δυο κι αυτός ήταν λίγο κουρασμένος από το ταξίδι κι εγώ είχα δουλειά την άλλη μέρα. Αποφασίσαμε να γυρίσουμε σπίτι. Στο δρόμο δεν μιλούσε κανείς μας.
Όταν φτάσαμε σπίτι κατέβηκε από το μηχανάκι, με κοίταξε και μόλις πήγα να του πω καληνύχτα έσκυψε και με φίλησε απαλά, με καληνύχτισε και μπήκε στο σπίτι. Πού να καταφέρω να κοιμηθώ μετά...; Ευτυχώς η επόμενη μέρα ήταν Παρασκευή. Έτσι από νωρίς είχαμε κανονίσει για το βράδυ μας. Ετοιμάστηκα, λίγο πιο σχολαστικά αυτή τη φορά, και πήγα από το σπίτι της φίλης μου να τον πάρω. Χτύπησα το κουδούνι, μου άνοιξε. Η φίλη μου είχε φύγει ήδη για δουλειά.
- «Μισό να τελειώσω ένα mail και φύγαμε».
Κάθισα κοντά του. Έστειλε το mail και σηκώθηκε.
- «Μυρίζεις υπέροχα!», μου είπε.
Σήκωσα τα μάτια μου και τον κοίταξα και ένιωσα να χάνομαι μέσα στο γαλαζοπράσινο των ματιών του. Έσκυψε και με φίλησε. Ανταποκρίθηκα έντονα. Σηκώθηκα όρθια και τον αγκάλιασα. Τα χέρια του άρχισαν να τρέχουν πάνω στο σώμα μου που έτρεμε μέσα στην αγκαλιά του. Άρχισα να του φιλάω τον λαιμό καθώς τα χέρια του ξεκούμπωναν το σουτιέν μου. Άγγιξε το στήθος μου και άρχισε να παίζει με τις ρώγες μου.
Του έβγαλα την μπλούζα και μου έβγαλε κι εκείνος την δικιά μου. Ντράπηκα λίγο. Με αγκάλιασε και με παρέσυρε στον καναπέ. Με ξάπλωσε και ήρθε από πάνω μου. Άρχισε να με φιλάει στο πρόσωπο ενώ με το ένα χέρι ξεκούμπωνε στο παντελόνι μου. Η αίσθηση από το εσώρουχο μου τον παραξένεψε λίγο. Ανασηκώθηκε να το δει.
- «Είναι τέλειο! Πολύ καυλωτικό!», μου είπε.
- «Είναι το αγαπημένο μου!», του απάντησα.
Για μερικά λεπτά είχε κολλήσει το βλέμμα του στο μαύρο σι-θρου εσώρουχο μου που άφηνε τελείως ακάλυπτο το φρεσκοξυρισμένο μουνάκι μου. Άρχισε να με χαϊδεύει πάνω από το εσώρουχο, το οποίο είχε αρχίσει να γίνεται μούσκεμα. Το χάδι του έγινε πιο έντονο. Έσκυψε και άρχισε να με γλείφει χωρίς να μου το βγάλει. Η αίσθηση αυτή με τρέλαινε. Με το πόδι μου τον έσπρωξα απαλά να σηκωθεί. Δεν κρατιόμουνα άλλο. Ήθελα να τον νιώσω στο στόμα μου.
Ξάπλωσε ανάσκελα και του ξεκούμπωσα το δερμάτινο παντελόνι. Με βοήθησε να του το βγάλω μαζί με τον εσώρουχο του. Πήρα τον πούτσο του στο στόμα μου και άρχισα να τον ρουφάω απαλά.. ήθελα να νιώσω κάθε εκατοστό του.. να τον γευτώ. Τον φιλούσα και τον έγλειφα ενώ με το ένα χέρι μου χάιδευα πότε απαλά και πότε πιο άγρια τα αρχίδια του. Είχε ανασηκωθεί ελαφρά και με κοιτούσε. Δεν μιλούσε κανείς μας.. είχαμε αφεθεί και οι δυο στις αισθήσεις μας νιώθοντας ότι και η παραμικρή λέξη θα τα κατέστρεφε όλα.
- «Σε θέλω…», μου είπε με φωνή βραχνή από τον πόθο.
Με έπιασε και με τράβηξε πάνω του. Αγκαλιαστήκαμε και με το χέρι του οδήγησε τον πούτσο του στο υγρό μουνάκι μου. Έβλεπα την καύλα στο πρόσωπο του όταν μπήκε ολόκληρος μέσα μου. Μείναμε και οι δυο χωρίς να κουνιόμαστε για μερικά λεπτά. Θέλαμε να νιώσουμε ο ένας τον άλλον, αλλά ταυτόχρονα και να παρατείνουμε την ένταση που ήταν έτοιμη να ξεσπάσει. Άρχισα να κουνιέμαι αργά πάνω τον πούτσο του. Τα κορμιά μας συντονίστηκαν αμέσως όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο δυνατά. Τα λόγια μας μπερδεύονταν με τις αναπνοές μας και τα βογκητά καύλας.
Ανασήκωσα το σώμα μου και τον κοίταξα στα μάτια. Ανασηκώθηκε κι αυτός και τύλιξα τα πόδια μου στην μέση του. Τώρα ένιωθα τον πούτσο του να μπαίνει ολόκληρος μέσα μου.. να με γεμίζει. Έκλεισα τα μάτια και αφέθηκα. Ξαφνικά ένιωσα να σηκώνομαι στον αέρα. Με είχε σηκώσει στην αγκαλιά του και κάνοντας μερικά βήματα με κόλλησε με την πλάτη στον τοίχο. Οι ρώγες μου αμέσως ξανασκλήρυναν από την επαφή με τον κρύο τοίχο και εκείνος συνέχισε να τις ρουφάει δυνατά.
- «Θα χύσω μωρό μου…», του είπα με κομμένη ανάσα.
- «Χύσε με καύλα μου! Χύσε πάνω στον πούτσο μου. Χύσε για μένα…»
- «Ναι μωρό μου… Για σένα μόνο…»
Σε ελάχιστα λεπτά, δυνατά κύματα οργασμού τίναξαν το κορμί μου και εκείνος με ακινητοποίησε πάνω του για να νιώσει καλύτερα τις συσπάσεις από το μουνάκι μου στον πούτσο του. Κατέβηκα από πάνω του και γονάτισα μπροστά του. Τον πήρα στο στόμα μου δοκιμάζοντας τα υγρά μου. Τον ρουφούσα άγρια και εκείνος είχε το χέρι του μπλεγμένο στα μαλλιά μου.
- «Έτσι… ρούφα τον! Θέλω να σου χύσω το στόμα. Κάνεις τέλειο τσιμπούκι! Με τρελαίνεις!», τον άκουγα να μου λέει.
Όσο μου μιλούσε τόσο πιο έντονα τον ρούφαγα και τον έπαιζα μέσα στο στόμα μου. Με ένα παρατεταμένο βογκητό ένιωσα το σπέρμα του να γεμίζει το στόμα μου. Τα κατάπια όλα και συνέχισα να τον έχω στο στόμα μου μέχρι που ηρέμισε τελείως. Με σήκωσε απαλά και άρχισε να με φιλάει. Χτύπησε το κινητό του, ήταν η ξαδέρφη του.
- «Ξεχαστήκαμε στο ίντερνετ ρε συ…», τον άκουσα να της λέει.
Μπορούσα να άκουσα το γέλιο της έτσι όπως με είχε αγκαλιά.
- «Ναι Αλέξανδρε. Ξέρω, ξέρω. Ίντερνετ το λέμε τώρα. Άντε, ελάτε. Σας περιμένουμε…»
Η ώρα είχε πιει έντεκα και μισή.
- «Άντε, πάμε!», του λέω.
Με φίλησε ξανά και βγήκαμε από το σπίτι.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.