Το e-mail μου είναι το:
-Σου αρέσει;
-Καλό είναι. Και πόσο θέλει το μήνα;
-……350
-Από τα υπόλοιπα μπουντρούμια, αυτό είναι το καλύτερο.
-Αφού θέλεις γκαρσονιέρα και να είναι απόμερη……. έχεις παράπονο ρε μαλάκα;
-Από εσένα ποτέ!
Της έδωσα ένα φιλί στο πουδραρισμένο μαγουλάκι της. Ήταν η μόνη που με νοιαζόταν αν και πρώην ερωμένη μου. Ευτυχώς χωρίσαμε γρήγορα, λόγω των εκρηκτικών μας χαρακτήρων μέχρι που σταματήσαμε την συγκατοίκηση και απελευθερωθήκαμε. Σίγουρα την προτιμούσα για φίλη μου παρά για ταίρι…
Η γυναίκα αυτή δεν είναι για δεσμό. Της αρέσει να ζει με τον δικό της ιδιότυπο τρόπο όπου, το ιδιότυπο μεταφράζεται με ατελείωτα ξενύχτια, ατελείωτα ψώνια και -κάτι που είναι πάνω από την λέξη ατελείωτο- sex!
Χτύπησε το τηλέφωνό της και μας έκοψε την ώρα που άρχιζα να της χαϊδεύω τα στήθη, πάνω από την πανάκριβη -ο μαλάκας πληρώνει- ψαλιδισμένη μπλούζα!
Κάπου-κάπου ρίχναμε και κανένα πήδημα στο ξεκάρφωτο. Δεν είχε κανένα πρόβλημα, μα γιατί άλλωστε; Απολαμβάναμε την στιγμή και μετά ο καθένας πήγαινε σπιτάκι του. Ούτε δεσμεύσεις, ούτε ζήλιες…
Στο τηλέφωνο ήταν ο ολόφρεσκος γκόμενος που είχε την διάθεση να χαλάσει λεφτά για την Σοφία, η οποία τον έπαιζε σαν μικρό παιδάκι. Απομακρύνθηκε, όσο μπορούσε να το κάνει, σε αυτήν την γκαρσονιέρα για να του μιλήσει ιδιαιτέρως.
Η συζήτηση δεν κράτησε πολύ. Μου έδωσε ένα φιλί και έφυγε γιατί βιαζόταν. Δεν είχε πολύ ώρα να αφιερώσει στα ψώνια και εγώ δεν είχα πολύ χρόνο για την μετακόμιση, που έγινε τις επόμενες μέρες.
Λόγω δουλειάς, είχα αφήσει μερικές εκκρεμότητες για το σπίτι, όπως μερικά έπιπλα που έπρεπε να αγοράσω.
Ευτυχώς η Σοφία, μου είχε συστήσει ένα μαγαζί της γειτονιάς που είχε έπιπλα και έτσι την επόμενη μέρα, πήγα να διαλέξω. Εκεί την είδα μια πολύ όμορφη πωλήτρια. Την χάζευα και αυτή νόμιζε ότι κοίταζα τον καναπέ μπροστά της. Βγήκε στην είσοδο και με μια αφέλεια, που δεν ξέρω αν ήταν ηθελημένη, με χαιρέτησε με ένα πλατύ χαμόγελο! Ήταν πολύ κομψά ντυμένη και ευωδίαζε ολόκληρη, η μελαχρινή της ύπαρξη. Πάνω στη συζήτηση για τον καναπέ την γνώρισα. Δυστυχώς ήταν παντρεμένη και ευτυχώς έμενε στην ίδια πολυκατοικία με εμένα. Μου εξήγησε, λόγω της ειδικότητας της στο ντιζάιν, για το χρωματικό διάκοσμο του διαμερίσματος μου και της ανάγκες μου για ένα τριθέσιο καναπέ με γωνιά, μέσα στην γκαρσονιέρα. Θα ήταν υπερβολή μα εγώ σκεφτόμουν να την είχα πάνω σε αυτόν τον καναπέ γυμνούλα…
Οι σκέψεις ταξίδευαν και μαζί τους ήταν και η Φωτεινή -έτσι την έλεγαν- πάνω στον καναπέ……………… τυχερός ο άντρας της να έχει τέτοια γυναίκα στο σπίτι να τον φροντίζει, γιατί είμαι σίγουρος από την μειλίχια συμπεριφορά της, ότι αυτός πρέπει να ήταν ο χαρακτήρας της. Επεξεργαζόμουν στο μυαλό μου το ψυχολογικό της προφίλ μαζί με το γυμνό της κορμί της, όταν με πήρε η Σοφία στο τηλέφωνο. Ήθελε να έρθει και αυτή να με βοηθήσει στις αγορές… έτσι, την καληνύχτισα και δώσαμε ραντεβού για την επόμενη μέρα.
Έτσι και έγινε. Το επόμενο απόγευμα, μπήκα στο μαγαζί μαζί με την Σοφία, μόνο που δεν ήταν η Φωτεινή στο μαγαζί ήταν ο άντρας της. Ένας μεσήλικας ευπαρουσίαστος και ευγενής τύπος που άρχισε να τον ξερογλύφει το Σοφάκι…
Τελικά μετά από αρκετό φλερτ με τον τύπο, παράγγειλα τον καναπέ. Μας έκανε και καλή τιμή, χάρη στα τσαλίμια της Σοφίας που, με το μαύρο κολλητό φόρεμα και τα χιλιάδες κολιέ, θα πρέπει να ζαλίστηκε ο άνθρωπος!
Οι μέρες περνούσαν… η γκαρσονιέρα μου απέκτησε ένα τεράστιο καναπέ κρεβάτι, στο χρώμα της φρέσκιας λάσπης, με μαξιλάρια στο χρώμα του σάπιου μήλου, που τα διάλεξε για μένα η Φωτεινή. Μόνο για αυτό τα λάτρευα! Κάθομαι στον καναπέ τις νύχτες και την σκέφτομαι… αν και είχα τόσα πολλά στο κεφάλι μου, τα έδιωχνα όλα και την φανταζόμουν γυμνή και υπάκουη… είχα κολλήσει άσχημα μαζί της… ήθελα να την ξαναδώ… να μιλήσω μαζί της… και αυτό έγινε ένα καταραμένο πρωί που ξύπνησα….. κάποιος, έξω από το μπαλκόνι μου, πουλούσε ψάρια, γιατί ήταν η λαϊκή της Πέμπτης που γινόταν στο δρόμο ακριβώς από έξω. Ο τύπος φώναζε, διαλαλούσε τα σάπια ψάρια που βρωμοκοπούσαν… δεν έχω κοιμηθεί ούτε δυο ώρες και όπως φάνηκε δεν θα κοιμόμουν άλλο…
Βγήκα έξω. Ήθελα καθαρό αέρα….. έπεσα πάνω σε ένα πάγκο με γυναικεία εσώρουχα και κάλτσες ακριβώς στην είσοδο…. η ζαλάδα μου ήταν απίστευτη και μέσα σε αυτή την πρωινή μου θολούρα, αντίκρισα το φως μου! Για την ακρίβεια την Φωτεινή, που με την εστέτ τσαντούλα της έπιανε απαλά τα αφράτα λαχανικά…… τρεις πάγκους μακριά μου… απέναντι μου, ένα καλάθι με ροζ κιλότες έπεσε στο δρόμο προς το φως μου. Ο ψαράς μου φώναζε δίπλα από τις νεκραναστημένες τσιπούρες, που έσταζαν τα ζουμιά τους στην άσφαλτο, αλλά δεν έδινα σημασία. Εγώ συνέχιζα σαν υπνωτισμένος. Πήγα κοντά της και της μίλησα. Γύρισε προς τα μένα και με ένα μικρό χαμόγελο μου μίλησε.
-Επ…! Καλημέρα! Ψώνια, ψώνια;
-Καλημέρα Φωτεινή…
Γέλασε, και το γέλιο της ήταν μια μελωδία στα βουισμένα μου αφτιά. Το μωρό μου! Την σκέφτομαι να φτιάχνει φαγητό για μένα στην κουζίνα, να είναι γυμνή και να με φροντίζει. Φανταζόμουν άσχετα πράγματα ή αυτά που μου έλειπαν, γιατί κάτι τέτοιο σίγουρα θα το ήθελα αλλά μόνο με αυτήν μέσα… άρχισα πάλι να ερωτεύομαι………..
Προχωρήσαμε μαζί στα ψώνια και συζητάγαμε. Όταν τελείωσε η μικρή μας βόλτα, την αποχαιρέτησα στην είσοδο και μπήκα στο σπίτι μόνος μου. Άφησα τα αλλοπρόσαλλα ψώνια στην κουζίνα. Ούτε θυμάμαι να τα είχα αγοράσει….. εγώ πρόσεχα μόνο αυτήν και μηχανικά είχα αγοράσει πατάτες, σαγιονάρες και ένα ραδιοφωνάκι μαζί με μια γλάστρα.
Η Φωτεινή με είχε καλέσει για φαγητό μαζί με την Σοφία για το βράδυ. Περίμενα να περάσει με ανυπομονησία η ώρα μέχρι να πάω σπίτι της, μόνο που η Σοφία δεν απαντούσε στο τηλέφωνο…. έμεινα στο δωμάτιο φορώντας τις σαγιονάρες, τρώγοντας πατάτες και ακούγοντας μουσική από ένα άθλιο ραδιόφωνο, καθώς κοίταζα μπροστά μου πάνω στην τηλεόραση ένα μαραμένο φίκο…………
Στις εννιά ακριβώς, στεκόμουν έξω από την πόρτα της, κρατώντας μια μεγάλη ασπροροζέ τούρτα. Χτύπησα το κουδούνι… μου άνοιξε η Φωτεινή, ντυμένη με ένα μπορντό φόρεμα μανδύα. Έλαμπε ολόκληρη! Μια λάμψη που με ερέθισε επικίνδυνα! Μπήκα στο καταπληκτικό της πεντακάθαρο σπίτι. Μου εξήγησε ότι ο άντρας της θα αργούσε για κάποια ώρα, γιατί είχε πάει στο Λαύριο για μια δουλειά. Έτσι της εξήγησα και εγώ ότι και η Σοφία είχε κάποια επείγουσα δουλειά.
Τέλεια! Είμαστε μόνοι μας! Κατά ένα παράξενο παιχνίδι της τύχης, ή από ηθελημένη προσδοκία για να μείνουμε μόνοι; Δεν ξέρω και ούτε με ενδιέφερε. Έκατσα στον αναπαυτικό καναπέ της και με σέρβιρε το μωρό μου ένα ποτό. Έσκυψε να μου το προσφέρει… εγώ ήμουνα ακίνητος στον καναπέ, σοβαρός όσο ποτέ και την κοίταζα επίμονα. Σίγουρα θα έχει καταλάβει ότι την θέλω. Άπλωσα το χέρι μου να πιάσω το ποτήρι, που μαζί με αυτό χάιδεψα και το χέρι της… είδα το ανασηκωμένο μακρύ της φρύδι… όταν ένιωσε το χάδι μου. Αλλά έφυγε προς την κουζίνα…
Ήπια την βότκα αμέσως και σηκώθηκα. Πήγα προς την κουζίνα της, όπου τη είδα σκυμμένη πάνω σε μιαν αχνιστή κατσαρόλα…
Πόσο δύσκολο είναι να βλέπω την Φωτεινούλα σκυμμένη και μάλιστα στην κουζίνα… η φαντασίωσή μου για αυτήν άρχισε να ξετυλίγεται μπροστά μου ζωντανά…
Άρχισε να μου μιλάει, έτσι όπως ήταν γυρισμένη με την πλάτη προς εμένα, όταν άρχισα να της χαϊδεύω την πλάτη με τα νύχια μου. Ανατρίχιασε! Έβαλε το χέρι της πάνω στο δικό μου… εκεί της φίλησα την ανοιχτή της πλάτη… μικρά φιλιά κατά μήκος της, μέχρι που έφτασα στην μέση της… έσκυψα, την αγκάλιασα και την έστρεψα προς τα μένα… άρχισα να την δαγκώνω στην κοιλιά της… σήκωσα το φόρεμά της και της έγλυφα τους μηρούς της… έκανε να τραβηχτεί μα, δεν υπήρχε επιστροφή. Μετά από αυτό, όλα ή τίποτα, σκέφτηκα όταν της κατέβασα την κάτασπρη κιλότα της με τα δόντια μου… από αυτό το σημείο και μετά, η Φωτεινή με κράταγε από το κεφάλι κολλημένο πάνω στο μουνί της, που άρχισα να το γεύομαι με τη γλώσσα μου...
Ήθελα να την κάνω να καυλώσει πολύ… τόσο, όσο θα έκανε ότι ήθελα μετά… έπρεπε να διώξω τις όποιες ενοχές της και να την κάνω να αφεθεί στα χέρια μου… οι ενοχές της έφευγαν μαζί με τον αναστεναγμό της, σε κάθε σύσπαση της μέσης της. Την έγλυφα και της έπαιζα ρυθμικά την κλειτορίδα της με το δάχτυλο μου… είχε πιαστεί από τον πάγκο της κουζίνας σφιχτά και λαχανιασμένη όπως ήταν, μου έσφιγγε με τους μηρούς της το κεφάλι μου, που είχε χωθεί μέσα στα πόδια της… το άρωμα του κορμιού της, μπερδευόταν με τις μυρωδιές της κουζίνας στην μύτη μου……..
Το θεσπέσιο και γευστικότατο γλυφομούνι της Φωτεινής, τελείωσε όταν την έκανα να χύσει! Σπαρτάραγε η καλή μου σε αυτήν την ηδονή. Της είχα ανοίξει τα μουνόχειλά της και την ρούφαγα μέχρι να σταματήσει και ο τελευταίος σπασμός του οργασμού της! Σηκώθηκα όρθιος, της κατέβασα το φόρεμα, ενώ αυτή με κοίταζε με απέραντη ευχαρίστηση. Είχε χαλαρώσει… την έπιασα απαλά από τα μαλλιά και την έκανα να σκύψει… έβγαλα την πούτσα μου μπροστά στο αναψοκοκκινισμένο πρόσωπό της… την έτριβα στα χείλια… η Φωτεινή άρχισε να βγάζει την καυτή της γλώσσα σε αυτό το παιχνίδι που της έκανα… της έβαλα το χέρι να σφίξει την πούτσα μου, ενώ με το άλλο, την έβαλα να μου τρίβει τα αρχίδια μου. Την έπαιζε δυνατά όταν της την έδωσα να την γευτεί βαθιά στο δροσερό της στόμα, μέσα σε βαριά λαχανητά……
Όλα έγιναν ξαφνικά μέχρι που κάτι μας διέκοψε απότομα! Ακούστηκε το κλειδί στην πόρτα. Η Φωτεινή πετάχτηκε όρθια! Έφτιαξε το φόρεμά της και πήγε προς το σαλόνι. Μου ψιθύρισε βιαστικά να κρυφτώ στο μπάνιο και αυτό έκανα αμέσως. Είχε έρθει ο άντρας της μάλλον, τους άκουγα να μιλάνε στο σαλόνι ενώ εγώ, από την καύλα μου άρχισα να την παίζω μέσα στο μπάνιο τους. Ήθελα να χύσω… να μου σβήσει επιτέλους αυτή η καύλα! Μαλακιζόμουν σαν τρελός μέσα σε ξένο σπίτι! Μια τρέλα με είχε πιάσει…. όταν άνοιξε η πόρτα απότομα……….
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.