Το e-mail μου είναι το:
Ποιος είναι εκείνος; Εκείνος είναι η αφορμή που ζητούσα για να τα βροντήξω όλα και να τρέξω πίσω απο την ζωή που τόσο καιρό κυλούσε μέσα απο τα χέρια μου. Η αφορμή για να σταματήσω πια να συμβιβάζομαι με λίγες κλεμμένες στιγμές και να αρχίσω να ζω πάλι. Κάποιος απο εδώ μέσα, με τον οποίο όλα ξεκίνησαν για πλάκα. Αλλά τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ακόμα αναρωτιέμαι πως είναι δυνατόν να έγιναν έτσι τα πράγματα. Βγήκαμε ένα ζεστό απόγευμα του Ιουλίου για καφέ, μετά απο δική του πρόταση, κι απο τότε είμαστε σχεδόν συνέχεια μαζί. Σε κάποια απο όλες αυτές τις εξόδους μου έκανε έρωτα. Κι ένιωσα πως έπρεπε να ζήσω την σχέση αυτή στο μέγιστο της. Κι έτσι έφυγα- τους παράτησα όλους για να είμαι μαζί του. Όχι με την κλασσική έννοια της σχέσης, αλλά απλώς μαζί του. Δεν μπορούσα άλλο τις δικαιολογίες και τα ψέμματα. ’λλωστε μετά απο κάποιο σημείο, ξέχασα και το παρελθόν. Σαν κάποιος να πήρε γομολάστιχα και να έσβησε όλα τα συναισθήματα. Θυμάμαι που και που σκηνές απο την προηγούμενη ζωή μου, μα είναι σαν να έχουν μεσολαβήσει χρόνια, ενώ έχει περάσει μόλις ένας μήνας. Και κάπως έτσι, πολύ απλά τον κάλεσα στην Μυτιλήνη. Και το ίδιο απλά, εκείνος δέχτηκε.
Σάββατο πρωί θα ερχόταν με το καράβι και θα φεύγαμε μαζί το επόμενο Σάββατο με το ίδιο καράβι. Όταν τον είδα, ήμουν σίγουρη πως η καρδιά μου θα έσπαγε. Φορούσε ένα μαύρο μπλουζάκι και ήταν αξύριστος, αλλά εξέπεμπε μια παράξενη γοητεία. Παραγγείλαμε καφέ και μείναμε να χαζεύουμε το λιμάνι της Μυτιλήνης που είναι πραγματικά πολύ όμορφο, σπαρμένο αρχοντικά σπίτια και γραφικά κτίρια. Πέρασα επτά υπέροχες ημέρες γεμάτες έρωτα, τρυφερότητα, θαλασσα, χορό και πάθος. Μακάρι να μην έπρεπε ποτέ να γυρίσω. Μακάρι να μέναμε εκεί για πάντα και κάθε βράδυ να τον έβλεπα να ξυρίζεται και να φτιάχνεται για να βγούμε και να ένιωθα πως θα τον βιάσω εκεί επιτόπου, ενώ εκείνος θα μου έλεγε δήθεν αυστηρά πως μας περιμένουν οι άλλοι και πρέπει να φύγουμε. Μακάρι κάθε μέρα να ξαπλώναμε στο ίδιο κρεβάτι και να έκανε πως κοιμάται, μέχρι να ανακαλύψω χαιδευοντάς τον πως είναι ερεθισμένος και να τον έπιαναν τα γέλια, λίγο πριν να ξανακαρφωθεί μέσα μου και να τελειώσω ουρλιάζοντας. ’λλο τρελό κι αυτό- μέσα σε επτά ημέρες, πρέπει να τελείωσα τουλάχιστον δέκα φορές. Υπόψιν ότι αδιαθέτησα κιόλας όσο ήμουν εκεί, οπότε τρεις ημέρες, το μενού είχε μόνο πίπα! :-)
Ξεκίνησα όμως να γράφω, για να σας περιγράψω τι έγινε την τελευταία νύχτα που είμασταν μαζί στην Μυτιλήνη. Ο Φώτης, για να αποκτήσει επιτέλους και όνομα και να πάψει να είναι «εκείνος», την προηγούμενη μέρα είχε δεχτεί ένα τηλεφώνημα απο κάποιον ξάδερφο του, ο οποίος, μιας και είναι μικρός ο κόσμος, ήταν κι εκείνος Μυτιλήνη για διακοπές μαζί με την γυναίκα του. Κανονίσαμε λοιπόν το τελευταίο βράδυ να βγούμε μαζί τους και μπήκαμε στο αμάξι τους για να πάμε Ερεσσό για βόλτα. Δυστυχώς υπολογίσαμε χωρίς τον ξενοδόχο- το αμάξι δεν είχε αρκετή βενζίνη και όλα τα βενζινάδικα ήταν κλειστά κι έτσι σύντομα ξαναβρεθήκαμε πίσω στο μέρος που ήταν το δωμάτιο, γελώντας και λέγοντας μαλακίες. Βγήκαμε εκεί για φαγητό και μετά για ποτό, αλλά το θέμα όμως ήταν πως τα παιδιά μετά δεν μπορούσαν να γυρίσουν στο μέρος που έμεναν, αφού η βενζίνη που είχε το αμάξι τους δεν τους έφτανε. Φυσικά τους προτείναμε να μείνουν μαζί μας και μετά απο αρκετές πιέσεις, καταφέραμε να τους πείσουμε. Το δωμάτιο μας είχε δυο μονά κρεβάτια τα οποία τα είχαμε ενώσει, και έτσι ξάπλωσα εγώ με τον Φώτη στο ένα, και οι άλλοι στο δίπλα. Η αλήθεια είναι πως, αν και δεν είχα πρόβλημα αφού είχα συμπαθήσει πολύ τα παιδιά, είχα απογοητευτεί λιγάκι, γιατί εγώ άλλα ονειρευόμουν για το τελευταίο μας βράδυ εκεί, αλλά το ξεπέρασα γρήγορα και ξάπλωσα στην αγκαλιά του Φώτη, χαιδεύοντας του το στήθος. Η ώρα είχε ήδη πάει τρεις και στις πεντέμισι ήθελα να σηκωθώ για να φτιάξω τα πράγματα που δεν είχα προλάβει πριν, αφού είμασταν έξω όλη μέρα, όποτε γρήγορα έβγαλα τα ακουστικά μου και προσπάθησα να κοιμηθώ.
Τότε ένιωσα το χέρι του Φώτη να σπρώχνει το δικό μου προς τον πούτσο του. ’ρχισα λοιπόν κι εγώ να τον χαιδεύω πάνω απο το σορτσάκι που φορούσε και γρήγορα μεγάλωσε και έγινε σκληρός σαν πέτρα, αλλά σύντομα η ιδέα ότι οι άλλοι κοιμόντουσαν ακριβώς δίπλα μας, με έκανε να σταματήσω τα χάδια και να προσπαθήσω να ηρεμήσω για να κοιμηθώ. Είμασταν ξαπλωμένοι πρόσωπο με πρόσωπο και φιλιόμασταν απαλά στο στόμα, ενώ εγώ είχα σχεδόν κοιμηθεί, όταν αποφάσισα να γυρίσω απο την άλλη, επειδή είχα ήδη ψιλοπιαστεί. Ούτε που μου πέρασε απο το μυαλό τι θα ακολουθούσε. Ήμουν σίγουρη πως δεν θα κάναμε τίποτα και άλλωστε ήμουν και πολύ ντυμένη για τα δεδομένα μου- φορούσα σορτσάκι και μπλούζα αμάνικη. Ευτυχώς που αποφεύγω να φοράω εσώρουχα με τις πυτζάμες, γιατί με το πού γύρισα ένιωσα το χέρι του Φώτη να προσπαθεί να μου κατεβάσει το σορτσάκι. Μέσα στο σκοτάδι και χωρίς να ακούω τίποτα, δεν ήξερα πως να αντιδράσω. Δεν ήξερα αν οι άλλοι είχαν κοιμηθεί, ούτε αν ακουγόμαστε ή φαινόμαστε. Αποφάσισα να μην αντιδράσω και σήκωσα την λεκάνη μου ελαφρά για να τον βοηθήσω να μου το βγάλει.
Ένιωσα το χέρι του να χαιδεύει το μουνάκι μου και έκανα προσπάθεια να διατηρήσω την αναπνοή μου σταθερή. Ήταν τρομερή η αίσθηση- κάπου μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, με την αίσθηση της ακοής χαμένη, ένιωθα τελείως παραδομένη στα χάδια του και στις ορέξεις του. Φοβόμουν να μιλήσω ή να κουνηθώ απότομα, μήπως και ξυπνούσαν τα ξαδέρφια του κι αναρωτιόμουν γιατί θέλει να μας παιδεύει και τους δύο και δεν προσπαθεί απλώς να κοιμηθεί, αφού, ούτως ή άλλως, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα άλλο.
Τι πράγμα; Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα άλλο; Χαχαχαχαχα, θα το θυμάμαι την επόμενη φορά! Πάντως σίγουρα ο Φώτης δεν είχε την ίδια άποψη, αφού ένα λεπτό αφότου μου έβγαλε το σορτσάκι, ένιωσα τον γυμνό του πούτσο να προσπαθεί να μπει μέσα στο μουνάκι μου! Δεν ήμουν αρκετά υγρή και γι αυτό δεν τα κατάφερε με την πρώτη, αλλά δεν πτοήθηκε καθόλου και συνέχισε τις προσπάθειες μέχρι που επιτέλους μπήκε. Εκείνο ήταν και το πιο δύσκολο κομμάτι της βραδιάς, γιατί αφενός έπρεπε να διατηρήσω την αναπνοή μου σταθερή και να μην ουρλιάξω όπως ήθελα, και αφετέρου με είχε φάει η αγωνία αν οι άλλοι έχουν καταλάβει τίποτα ή αν κοιμούνται ακόμα. Η ηδονή με είχε κυριεύσει και σύντομα άρχισα να αδιαφορώ για τους άλλους. Σκεφτόμουν πως το πολύ-πολύ να ξυπνούσαν και να καταλάβαιναν ότι πηδιόμαστε- ε, δεν ήταν δα και τόσο κακό, ούτε παράνομο! ’σε που η αίσθηση του πούτσου του να μπαινοβγαίνει μέσα μου, δεν μου άφηνε και ιδιαίτερα περιθώρια για ανησυχίες, όποτε αφέθηκα στην απόλαυση της, αδειάζοντας το μυαλό μου απο κάθε έννοια.
Δεν ξέρω πόση ώρα είμασταν έτσι- ο Φώτης μια έμπαινε γλυκά και απαλά μέσα μου, μια δυνάμωνε κάπως τον ρυθμό του και με τρέλαινε. Μικρές οι αλλαγές βέβαια, αφού το κρεβάτι δεν έπρεπε να κουνηθεί ή να τρίξει για να μην ξυπνήσουν τα ξαδέρφια του, αλλά η ηδονή ήταν ατελείωτη. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκα μόνη μου, που να είχε άραγε σκοπό να τελειώσει. Αποφάσισα να φορέσω τα ακουστικά μου πάλι, για να του πω πως αν θέλει μπορεί να τελειώσει μέσα μου, αφού η μέρα δεν ήταν γόνιμη. Ανακάλυψα πως ο ξαδερφός του ροχάλιζε, σημάδι ότι κοιμόταν βαθιά. Η γυναίκα του δεν ξέρω και μάλλον δεν θα μάθω ποτέ, πάντως φαινόταν να κοιμάται κι εκείνη.
Έπιασα το κινητό μου απο το κομοδίνο, αφού έτσι όπως είμασταν ξαπλωμένοι δεν μπορούσα να του μιλήσω κι έγραψα: «Αν θέλεις μπορείς να τελειώσεις μέσα». Του το έδειξα κι εκείνος μου έκανε νόημα να του πιάσω το δικό του κινητό. Απάντησε: «Θέλω να σ ακούσω να χύνεις». Πήρα το κινητό του απο τα χέρια του και ξανάγραψα: «Είσαι τρελός; Θα ξυπνήσουν όλοι!». Απτόητος εκείνος: «Θέλω να χύσεις καύλα μου. Τώρα». Ξανάγραψα: «Είσαι τρελός! Δεν μπορώ!». Η απάντηση του με εξέπληξε: «Πήγαινε στο wc και έρχομαι». Είχα μείνει άναυδη. «Τρελάθηκες τελείως;». «Ή wc ή μπαλκόνι. Διάλεξε τώρα», επέμεινε εκείνος.
Σηκώθηκα όσο πιο απαλά μπορούσα, φόρεσα το σορτσάκι μου και πήγα στην τουαλέτα. Μέχρι να το ξαναβγάλω και να ανοίξω και την βρύση για αντιπερισπασμό, εμφανίστηκε και ο Φώτης, ο οποίος αμέσως με έσπρωξε στον νιπτήρα και καρφώθηκε μέσα μου βίαια, διατάζοντας με να χύσω. Ένας σιγανός αναστεναγμός ξέφυγε απο τα χείλη μου, τον οποίο ακολούθησαν πολλοί ακόμα, αφού εκείνος είχε βαλθεί να με ανοίξει στα δυο, αλλά δυστυχώς δεν γινόταν να τελειώσω. Κοιτούσα στον καθρέφτη τους μορφασμούς μου και τις συσπάσεις στο προσωπό του κι ένιωθα πανευτυχής. Είναι σπάνιο να συναντήσεις άνθρωπο να σου μοιάζει τόσο πολύ. Και εμένα δεν μου έχει τύχει ποτέ να γνωρίσω κάποιον που να με εκπλήσσει τόσο συχνά. Ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο προσωπό μου, το οποίο όμως κόπηκε απότομα, μόλις συνειδητοποιήσα ότι ο Φώτης ήθελε να μπει πίσω. Γύρισα απότομα και του έκανα νεύματα αρνησης- πέρα απο το ότι φοβόμουν γιατί είναι τεράστιος, δεν ήθελα να είναι έτσι η πρώτη μας φορά απο πίσω. ’σε που εκεί αποκλείεται να μην ούρλιαζα και τότε σίγουρα θα ξυπνούσαν οι άλλοι. Εκείνος επέμεινε αρκετά, αλλά εγώ ήμουν ανένδοτη κι έτσι γρήγορα ξαναβρέθηκε μπροστά, μέσα μου, να μπαινοβγαίνει με μανία, ίσως γιατί ήθελε και να με τιμωρήσει, που για μια ακόμα φορά του είχα αρνηθεί.
Δευτερόλεπτα αργότερα τελείωνε με πνιχτούς αναστεναγμούς μέσα μου κι όταν τελικά ξαπλώσαμε, συνειδητοποιήσα με τρόμο πως η ώρα ήταν ήδη πέντε κι εγώ έπρεπε να σηκωθώ στις πεντέμισι για να φτιάξω την βαλίτσα μου. Τον φίλησα τρυφερά στο στόμα και κοιμήθηκα αμέσως. Σηκώθηκα τελικά στις έξι, σαν ζωντανή νεκρή, αλλά ευτυχώς κοιμήθηκα αρκετά στο πλοίο της επιστροφής και άλλωστε θα το ξανακάνα ανα πάσα στιγμή!
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.