Προηγούμενο μέρος: Πονηρές Περιπέτειες (5ο μέρος): Ελεύθερο Κάμπινγκ
Ήταν μεσημέρι, απόλυτη ησυχία επικρατούσε στην παραλία, μόνο τα κύματα άκουγα. Ξαφνικά μπαίνει το αγόρι μου κρατώντας στα χέρια του το κουτί πρώτων βοηθειών.
- Χριστινάκι μου, κοπελάρα μου, το κουτί είναι σχεδόν άδειο και δεν φτάνουν αυτά εδώ μέσα για να κοιτάξω τις πληγές σου. Θα πρέπει να πεταχτώ στο χωριό να πάρω κι άλλα, εκτός και αν θες να πάμε στο νοσοκομείο.
- Όχι, όχι στο νοσοκομείο.
Σκέφτηκα πως μ’ αυτά που μου έκανε, είτε ο Κώστας, είτε ο κύριος Στέλιος και οι άλλοι τις τελευταίες μέρες, σίγουρα στο νοσοκομείο θα αποκαλύπτονταν και με το αγόρι μου παρών θα γινόταν μεγάλη φασαρία θα καταλάβαιναν ότι με βίασαν. Και ήθελα να μείνει μυστικό, τουλάχιστον προς το παρόν.
- Τότε θα πεταχτώ εγώ να σου φέρω από το γειτονικό φαρμακείο πράγματα.
- ΌΧΙ. Δηλαδή όχι εσύ μωρό μου, δεν είσαι το παιδί για όλες τις δουλειές. Μη φύγεις και μ’ αφήσεις μόνη μου.
- Μα δεν θα είσαι μόνη σου θα είναι τα παιδιά εδώ και τα κορίτσια.
- Όχι νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια με εσένα κοντά μου…
του λέω και φιλιόμαστε τρυφερά. Σηκώνεται και βγαίνει από την σκηνή.
- Καλώς τότε… Κώστα… έρχεσαι λίγο ρε μαλάκα που σε θέλω;
- Τι έγινε κολλητέ; Συνέβη κάτι;
Το κάθαρμα τώρα χέζονταν από τον φόβο του. Με έκανε να τον κοιτάω και να του χαμογελάω σαν να του λέω «ξέρει» κι έτσι να φοβηθεί περισσότερο για ότι μου έκανε.
- Ρε μας τελείωσαν τα πράγματα από το κουτί πρώτων βοηθειών και δεν έχουμε άλλα. Πετάξου μέχρι το χωριό να πάρεις να έχουμε.
- Και γιατί δεν πας εσύ ρε μαλάκα;
- Εγώ θα μείνω εδώ Κώστα με την Χριστίνα. Έπαθε κάποιο σοκ από το χτύπημα στα βράχια και φοβάται να την αφήσω μόνη. Όσο να ‘ναι νιώθει μεγαλύτερη ασφάλεια με εμένα εδώ.
- Α αυτό εννοείς. Ok… ναι ρε μεγάλε θα πάω, θα πάρω και τη δικιά μου τη Μαρία για κανένα παγωτό και το Γιάννη και την Άννα μαζί. Δε θα αργήσουμε πολύ, μέχρι το βραδάκι εδώ θα είμαστε.
- Ok ρε ‘συ, πάνε μην μας πιάσει όλους ψυχοπλάκωμα. Εγώ εδώ θα είμαι με το Χριστινάκι αγκαλιά.
- Περαστικά σου Χριστίνα… τα λέμε…
eίπε το βρωμόζωο. Κατάλαβε ότι δεν είπα τίποτα στο δικό μου και χαμογελούσε με ένα σπαστικό γελάκι. Εγώ με το δικό μου ξαπλώσαμε αγκαλιά με την σκηνή ανοιχτή. Η θάλασσα είχε λίγα κύματα πλέον και δεν είχαμε όρεξη να βουτήξουμε. Βγήκαμε μετά από καμιά ώρα κατά τις 5 το απόγευμα. Είχε λίγη συννεφιά και μας χάλασε την διάθεση. Έβαλα το τζινάκι μου και ένα μπλουζάκι και μου πρότεινε να παίξουμε ρακέτες. Παίξαμε μέχρι που δεν άντεχε άλλο από την κούραση, ήρθε με αγκάλιασε γλίστρησα και πέσαμε στο χώμα. Το βάρος μου έπεσε πάνω του και εκείνος στο χώμα.
- Αχ συγνώμη αγάπη μου.
- Χα, χα… τι ζητάς συγνώμη;… μακάρι να έπεφτες συχνότερα πάνω μου.
- Χαζό!
Γελούσε και αρχίσαμε να φιλιόμαστε παθιασμένα. Λίγο πιο πέρα ο Μιχάλης μιλούσε με την Ιωάννα και έλυναν ένα σταυρόλεξο. Ο Άγγελος με τη Μαριάνθη έφτιαχναν κάστρα στην άμμο σαν παιδάκια. Τι ωραία που ήταν. Άκουγα και τα κύματα από πίσω, το δροσερό αεράκι και ένιωθα τόσο τέλεια. Τόσο ρομαντικά. Η ώρα πέρασε και κατά τις 18:30 ο δικός μου σηκώθηκε και μου είπε ότι θα πάει στα δέντρα πάνω να μαζέψει ξύλα για τη φωτιά το βράδυ. Δε θα αργήσει πολύ. Η Ιωάννα και η Μαριάνθη χαζογελούσαν και είπαν ότι θα πάνε να βρουν τον Άγγελο και το Μιχάλη που είχαν πάει επίσης να μαζέψουν ξύλα.
Έμεινα μόνη μου να αγναντεύω τον ήλιο που ξεπρόβαλε από μακριά κατακόκκινος και το φως διαχυνόταν ανάμεσα στα σύννεφα. Το πήρα απόφαση. Η τελευταία μου βουτιά με χάλασε γιατί, γιατί έγινε ότι έγινε με τον Κώστα. Αλλά δε θα χαλούσε αυτή η μέρα μου. Θα την άλλαζα φέρνοντας τα πάνω κάτω. Επιτόπου έβγαλα την μπλούζα και κατέβασα αργά-αργά το τζιν. Ήλπιζα πως κάπου ψηλά στο δάσος θα είναι ο δικός μου και θα βλέπει πόσο αισθησιακά γδύνομαι σαν να του λέω «έλα κι εσύ». Γύρισα προς το Δάσος κοίταξα και δάγκωσα πονηρά το δάχτυλο μου. Ήθελα να με κάνει δική του… και μέσα στη θάλασσα δεν θα καταλάβαινε τίποτα όσον αφορούσε την παρθενιά μου. Άσε ότι θα είχα ξεπλύνει από πάνω μου κάθε ίχνος του Κώστα.
Άφησα τα σανδάλια πάνω στα ρούχα για να μην τα πάρει ο αέρας. Πήγα προς την θάλασσα και μάζεψα τα μαλλιά μου πάνω σαν κεφτέ με ένα λαστιχάκι. Πήγα αργά-αργά μέσα στη θάλασσα κουνώντας το κωλαράκι μου ελπίζοντας ότι το κάνω πολύ αισθησιακά. Άρχισα να κολυμπάω πέρα δώθε και ένιωθα ότι εξαγνιζόμουν από ότι είχε γίνει. Λες και ξανά βαφτιζόμουν, άλλαζα σελίδα στο "βιβλίο" της ζωής μου. Για μια στιγμή ξέχασα ότι πέρασα. Σκέφτηκα και αυτά που πέρασα πολλά ήταν για τόσο μικρή χρονική περίοδο. Ξαφνικά ένιωσα ένα δυνατό τσίμπημα λίγο πάνω από το δεξί μου στήθος. Αχ, τι ήταν αυτό αναρωτήθηκα και τινάχτηκα όταν είδα μια μέδουσα και μεταξύ αυτής και άλλες τριγύρω. Έπρεπε να το είχα υποψιαστεί, με το κύμα και τον αέρα η θάλασσα έβγαλε μέδουσες και τρομοκρατήθηκα. Βγήκα έξω τρέχοντας και ο Άγγελος ο οποίος μόλις άφηνε ξύλα ήρθε κοντά μου σχεδόν τρέχοντας.
- Τι έπαθες Χριστινάκι? Είσαι καλά;
- Με τσίμπησε μια μέδουσα, εδώ λίγο ποιο πάνω από το στήθος.
- Αχ μωρέ… κι εσύ δεν προσέχεις, τι βουτάς στη θάλασσα, με τα κύματα και τον αέρα επόμενο είναι να βγήκαν οι μέδουσες έξω.
- Πονάει πολύ και τσούζει Άγγελε τι κάνω;
- Ναι έχεις δίκιο, ΜΙΧΑΛΗ…
φώναξε ο Άγγελος και ο Μιχάλης ήρθε τρέχοντας:
- Τι φωνάζεις ρε Μαλάκα τι έγινε;
- Να εδώ η Χριστίνα, την τσίμπησε μέδουσα, για πάνε δες στο κουτί με τις πρώτες βοήθειες, ιώδιο έχουμε;
Ο Μιχάλης έτρεξε ευθύς αμέσως πίσω να ελέγξει και φώναξε από μακριά ότι είναι άδειο το κουτί.
- Αχ, αχ πονάει πολύ γαμώτο.
- Πω μαλάκα τι κάνουμε τώρα; Μιχάλη φώναξε το δικό της θα πρέπει να πάνε στο νοσοκομείο.
- ΌΧΙ… δηλαδή όχι στο νοσοκομείο σας παρακαλώ δεν υπάρχει άλλη λύση;
- Ε... ναι υπάρχει αλλά πρέπει να βρούμε το δικό σου. Μα καλά που πήγε κι αυτός ο μαλάκας τώρα;
- Τι λύση; Τι πρέπει να κάνω;
- Να χρειάζεσαι ιώδιο. Και ιώδιο Χριστίνα δεν έχουμε. Υπάρχει μια λύση αλλά να μωρέ μόνο ο δικός σου μπορεί να το κάνει.
- Τι λύση γιατί δεν μου λες;
- Να ρε Χριστίνα τα ανθρώπινα ούρα περιέχουν ιώδιο. Θα λέγαμε τον Κώστα να φέρει όταν έρχεται ιώδιο αλλά θα αργήσει.
- Αχ… πονάω.
- Ηρέμησε Χριστίνα, γι’ αυτό ψάχνουμε το δικό σου, θα πρέπει να βάλεις ούρα για να φύγει ο πόνος και να μην έχεις καμία άλλη ζημιά.
- Αν κατουρήσω τον εαυτό μου;
- Δεν μπορείς εκεί που σε τσίμπησε ούτε έχει νόημα να τα πιάσεις και να τα αλείψεις. Πρέπει να είναι σε άμεση επαφή.
- Αχ… πονάω πολύ τι θα γίνει;
- Να έρχεται και ο Μιχάλης. Τι έγινε ρε μαλάκα τον Βρήκες αυτή πονάει πολύ.
- Όχι δεν τον βρίσκω, φώναζα και φώναζα και δεν άκουσα απάντηση. Ούτε τα κορίτσια είναι εδώ και δεν ξέρω που πήγαν.
Πονούσα υπέφερα τόσο πολύ και δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Ίσως αν δεν είχε κάνει και ο Κώστας ότι μου έκανε να μην πονούσα τόσο. Έπιασα τον Άγγελο απ' το χέρι και τον τράβηξα πίσω απ' τα βράχια, στην απομονωμένη παραλία που με βίασε ο Κώστας. Ο Μιχάλης συνέχισε να φωνάζει τα παιδιά και να τους ψάχνει αλλά τίποτα. Ο Άγγελος ήρθε κοντά μου και προσπαθούσε να με ηρεμήσει αγχωμένος και εκείνος.
- Κατούρα με εσύ Άγγελε…
του είπα και ξαφνιάστηκε, έμεινε με ανοιχτό το στόμα και αγχώθηκε. Δεν ήξερε ούτε τι να πει ούτε τι να κάνει. Εγώ γονάτισα μπροστά του και τον παρακάλεσα ενώ του έπιασα το μαγιό.
- Σε παρακαλώ Άγγελε… πονάω πολύ και δεν θα αντέξω μέχρι να έρθουν. Θα κοιτάω αλλού αν νιώθεις άβολα, απλά κατούρα με εσύ και θα το ξεχάσουμε δε θα πούμε τίποτα σε κανέναν ότι έγινε ποτέ.
- Αν νομίζεις πως βοηθάει.
Έπιασε το μαγιό του απότομα και το κατέβασε μέχρι τους αστραγάλους. Τα χέρια μου έμειναν στα μπούτια του πάνω και ο πούτσος του σε απόσταση αναπνοής. Τον έπιασε και άρχισε να τον τρομπάρει.
- Συγνώμη Χριστίνα, αλλά είμαι πολύ αγχωμένος, με κοιτάς και δεν μου βγαίνει. Τον παίζω μήπως και γίνει κάτι. Αν θέλεις κοίτα αλλού.
Είχα κατακοκκινίσει από ντροπή κι εκείνος το ίδιο. Όσο τρόμπαρε τον χοντρό του πούτσο άρχισε να καυλώνει. Με μερικές μαλάξεις σημάδεψε πάνω από το στήθος μου και άρχισε να με κατουράει με πίεση και μετά χαλαρά μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα τραβήχτηκε.
- Χριστίνα μου αχ, δεν έχω πολύ και δε θα φτάσει, θα χρειαστείς και άλλο.
- Και τι θα κάνουμε Άγγελε;
- Θα φωνάξω και τον Μιχάλη να βοηθήσει. Δεν είναι κάτι κακό για σένα το κάνουμε να μην πονάς. Μην ντρέπεσαι.
Έτσι έφυγε γρήγορα να φωνάξει τον Μιχάλη. Εν τω μεταξύ εγώ πονούσα και δε σκεφτόμουν καθαρά. Ήλπιζα πως θα τελειώσει το μαρτύριο και όλα αυτά θα λάβουν τέλος. Ήθελα να λάβουν τέλος γρήγορα. Ήθελα αυτές οι περιπέτειες να λήξουν σύντομα. Ήρθε σχεδόν αμέσως ο Μιχάλης με τον Άγγελο, κατέβασαν τα μαγιό τους μπροστά μου και άρχισαν να τις παίζουν σε απόσταση αναπνοής. Τα έπαιξα λίγο από το άγχος μου και κοκκίνισα και το πρόσεξαν. Δεν είπαν τίποτα. Άρχισαν να με κατουράν και πάλι αλλά τα ούρα τους συγκρούονταν με πίεση και τινάζονταν κι αλλού και μερικά στο στόμα μου. Φρίκαρα τα έφτυσα. Ενώ το μαγιό μου είχε στεγνώσει από τα ούρα τους που έπεφταν πάνω είχα γίνει μούσκεμα και οι ρώγες, άθελα μου είχαν πεταχτεί έξω. Σταμάτησαν τα ούρα και ο πόνος έφυγε, αλλά δε σταμάτησαν να τρομπάρουν τις πούτσες τους που τώρα στέκονταν απέναντι μου σαν κοντάρια. Τότε ο Άγγελος μου είπε:
- Συγχώρεσε μας Χριστίνα, αλλά με όλα αυτά καυλώσαμε, σε παρακαλούμε αν θέλεις μην κοιτάς, αλλά πρέπει να ρίξουμε μια μαλακία να χύσουμε γιατί πονάμε.
- Τι λέτε ρε παιδιά δεν είναι σωστά αυτά τα πράγματα…
και έκανα να σηκωθώ να φύγω, αλλά ο Άγγελος με πίεσε από τους ώμους πάλι στα γόνατα.
- Έλα ρε Χριστίνα, πριν όταν κατεβαίναμε με τα ξύλα εγώ κι ο Άγγελος είδαμε που μας έδειχνες την κωλάρα σου και μας έκανες νόημα σα να ήθελες να σε γαμήσουμε.
- Άκου καριόλα, χτες που ήρθα να πάρω τα πράγματα, ο κύριος Στέλιος έλεγε ότι κατουρούσε, αλλά μετά από λίγο φεύγοντας πρόσεξα ότι από μπροστά του σηκωνόταν μια Χριστίνα και σκούπιζε το στόμα της. Δεν ξέρω αν έχεις σχέσεις με πατέρα και γιο και ούτε με νοιάζει τι κάνεις.
Αν είναι δυνατόν το ένα χειρότερο απ’ το άλλο. Είδε τον κύριο Στέλιο που με ανάγκαζε να τον πιπώσω. Μα καλά λες και όλα αυτά είναι ένα καλοστημένο παιχνίδι εναντίον μου.
- Άκου Χριστίνα, έχω τόση καύλα να πηδήξω κάποια σαν σκύλα στα τέσσερα, που αναγκαστικά τώρα θα ξεσπάσω πάνω σου. Δεν θα σε πειράξουμε απλά επειδή μας καύλωσες θέλουμε να βαρέσουμε μια μαλακία γιατί δεν αντέχουμε άλλο και πονάμε. Όπως σεβαστήκαμε τον πόνο σου έτσι θα σεβαστείς και το δικό μας τώρα.
- Σας παρακαλώ παιδιά.
Τι ξευτίλα και αυτή… όλοι πλέον ήξεραν ότι γαμιόμουν και μόνο το αγόρι μου έμενε στο σκοτάδι.
- Έλα Χριστινάκι θα δεις ότι θα σ’ αρέσει. Άσε μας να σου δείξουμε πόσο σε σκεφτόμαστε και σε αγαπάμε κι εμείς…
είπε ο Μιχάλης ενώ τρόμπαρε με το ένα χέρι την πούτσα του και με το άλλο χάιδευε τα αρχίδια του.
- Πραγματικά μπορεί να είσαι γκόμενα του φίλου μας, αλλά την χωντροκωλάρα σου Χριστίνα θα τη γκάστρωνα μια φορά. Κάθε φορά που την βλέπω καυλώνω.
Εγώ ακόμα σοκαρισμένη και εκνευρισμένη τους έλεγα:
- Καλά ρε παιδιά, πλάκα μου κάνετε;
- Κοίτα Χριστίνα, αν δε μας αφήσεις να χύσουμε, θα πάω στον δικό σου και θα του πω ότι είσαι η προσωπική μας πουτάνα και ότι σε γαμάμε όποτε θέλουμε από πριν τα φτιάξετε.
Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα άντε μια μαλακία είναι. Θα τελειώσουν και μετά, μετά δε θα ξανά αφήσω το αγόρι μου απ’ τα μάτια μου γιατί αυτοί όλοι τους είναι επικίνδυνοι.
- Μείνε κάτω Χριστινάκι στα γόνατα, μην αγχώνεσαι. Μια μαλακία είναι μόνο, και μας καυλώνει και η στάση του σώματος σου, θα τελειώσουμε πιο γρήγορα έτσι.
Αποφάσισα να μείνω ακίνητη κι εγώ, φοβισμένη πως αν δε δεχόμουν θα το έκαναν με το ζόρι και θα είχα άλλες επιπτώσεις. Έτσι λοιπόν στεκόμουν γονατισμένη στο χώμα δίπλα στα βράχια που το μεσημέρι με γαμούσε ο Κώστας. Με τον Άγγελο και τον Μιχάλη να βαράνε μαλακία μπροστά στην μάπα μου και την αναπνοή μου βαριά από το άγχος να πέφτει πάνω στα καυλιά τους. Ο Άγγελος τότε πλησίασε λίγο παραπάνω και άρχισε να χαϊδεύει στα χείλη μου το πουτσοκέφαλο του και μου ψιθύριζε:
- Άνοιξε λίγο το στοματάκι σου, αχ άνοιξε το λίγο, θα χύσω πιο γρήγορα έτσι. Δε θέλεις να τελειώνει αυτό;
- Ναι έχει δίκιο ο Άγγελος Χριστίνα, αχ έχω καυλώσει, άνοιξε το πουτανάκι λίγο το στοματάκι σου καύλα μου.
Δίσταζα αλλά ο Άγγελος τον έσπρωχνε απαλά και περίμενε να ανοίξω το στόμα μου, αλλά το κρατούσα σφιχτά κλειστό. Έλεγα από μέσα μου θα χύσουν σύντομα και τέλος σ’ αυτές τις κώλο περιπέτειες μου. Ο Μιχάλης ήρθε πίσω μου για να έχει καλύτερη θέα της πλάτης και του κώλου μου, συνέχιζε την μαλακία. Έσκυψε σε κάποια φάση και μου έπιασε και μου έκλεισε την μύτη. Μετά από λίγο δεν άντεξα και άνοιξα το στόμα να αναπνεύσω ο Άγγελος άρχισε να κατουράει πάλι στο στόμα μου αυτήν την φορά και ταυτόχρονα έχωσε βαθιά στον λαιμό μου έναν πούτσο πάνω από 18 πόντους. Άρχισε να μου γαμάει το στόμα και να ανεβάζει ταχύτητα και να με βρίζει:
- Έτσι μικρή βρωμιάρα, παρ’ τα όλα πουτανάκι όπως σου αξίζει, να μάθεις να μας καυλώνεις. Πάρε το καυλί μου στο στόμα σου τώρα καραπουτανάρα!
Ο Άγγελος με πίπωνε σαν τρελός βρίζοντας και κοροϊδεύοντας. Όπως ήμουν γονατιστή δε μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο από το να παίρνω το καυλί του στο στόμα και να μπουκώνομαι. Ο Μιχάλης πίσω μου, κατέβασε το σλιπ και ένιωσα τον πούτσο του μέσα μου. Ένιωθα σαν να με σκίζανε στην μέση. Ο Μιχάλης έλεγε:
- Χριστινάκι, απόψε θα σου ανοίξω την κωλάρα και θα σε στείλω στον κερατά σου ξεκωλιασμένη πόρνη του κερατά.
- Όλα για πάρτη σου Χριστίνα! Παρ’ τα γαμημένο πουτανάκι που μας καυλώνεις με το γαμημένο και χτυπημένο σωματάκι σου ξεκωλιάρα Χριστίνα…
έλεγε ο Άγγελος και άρχισε να με λούζει με το ζεστό και πυκνό του σπέρμα σε όλο το πρόσωπο μου φωνάζοντας. Πονούσα και επειδή άρχισα να φωνάζω άλλαξαν θέση. Ήρθε ο Μιχάλης και μου τον σφήνωσε στο στόμα. Ο Άγγελος ξανακαύλωσε αμέσως και τον έβαλε στο μουνί μου. Με γαμούσαν σαν πουτάνα του δρόμου. Σα χυσαποθήκη.
- Θα σου σκίσω το μουνί, παλιοπουτάνα…
μου φώναζε ο Άγγελος ενώ ο Μιχάλης που κοιτούσε τον έπαιζε με το ένα χέρι ενώ τον μπούκωνε στο στόμα μου.
- Απόψε θα σε κάνουμε πουτανάκι.
Μετά από πολύ ξέσκισμα και μ’ αυτό το ξέσκισμα που έφαγα το πρωί δεν αισθανόμουν το καυλί του Άγγελου να με τρυπάει, ενώ μέσα σε λίγα λεπτά γευόμουν το σπέρμα του Μιχάλη στο στόμα. Τον έβγαλε από το στόμα μου και άρχισε να με μπουκώνει σε δόσεις προσπαθώντας να μαζέψει τα χύσια που έπεφταν ταΐζοντας με. Ο Άγγελος ήταν έτοιμος να χύσει κι αυτός και μου είπε να γυρίσω. Γυρνώντας προς το καυλί του τα χύσια του εκτοξεύτηκαν με τόση δύναμη πάνω μου, σαν να μου πετούσαν ζεστό νερό. Μου κάλυψε όλο το πρόσωπο και στόμα, ενώ πολλά έσταζαν στο στήθος και στην κοιλιά μου. Ήμουν λουσμένη στο σπέρμα και δε μπορούσα να δω τίποτα.
Αισθανόμουν περίεργα μετά από αυτό το γαμήσι και προσπαθούσα να αντιληφθώ γιατί δεν ένιωθα κάτι. Ούτε στεναχωρημένη ήμουν, ούτε ντρεπόμουν. Νόμιζα ότι είχα απελευθερωθεί από τέτοια συναισθήματα. Ούτε συναισθήματα ένιωθα. Ένα κενό σαν να μην είχε γίνει κάτι το υπερβολικό. Ο Άγγελος με άρπαξε από τα μαλλιά και βούτηξε το κεφάλι μου στο νερό και το κουνούσε πέρα δώθε για να φύγουν τα χύσια από το πρόσωπο μου. Δεν έφερα αντίσταση καμία. Με άρπαξε με έσυρε πάνω στο χώμα μπρούμυτα , με κλώτσησε στο στομάχι επειδή δεν έφερα αντίσταση. Πόνεσα αλλά δεν έκανα κάτι. Ξάπλωσε πάνω μου και μου τον έχωσε στον κώλο ενώ με κρατούσε απ’ τα μαλλιά και μου είπε:
- Από σήμερα θα σε γαμάω όποτε δε μου κάθεται η δικιά μου και θα είσαι η πουτάνα μου!
Όταν έχυσε και τελείωσε μέσα μου, ο Μιχάλης με πήρε και εκείνος μια ακόμη φορά από κώλο όπως ήμουν και σηκώθηκε και με έχυσε στην μάπα. Μου κράτησε το μάτι ανοιχτό και έχυσε και εκεί μέσα. Τι σαδιστικά γουρούνια σκέφτηκα. Μετά πήγαν μέσα στην θάλασσα κολύμπησαν λίγο και βγήκαν και σκουπίστηκαν. Το ίδιο έκανα κι εγώ. Τρεμάμενη ντύθηκα πρόχειρα και έκατσα και έκλαψα λίγο. Μετά προσπάθησα να σταθώ στα πόδια μου. Δε μπορούσα από τον πόνο και το άγχος, φοβόμουν, πραγματικά φοβόμουν, σύρθηκα στο νερό μέσα και κολύμπησα έβγαλα όλα τα χύσια από μέσα μου. Τότε ήρθε ο δικός μου. Με είδε από μακριά μέσα στο νερό, πέταξε το μπλουζάκι του και ήρθε. Κολύμπησε κοντά μου με είδε στεναχωρημένη. Μου είπε:
- Τι έχεις μωρό μου; Είσαι καλά;
- Μου έλειψες. Μην με ρωτάς, απλά κράτα με.
Τα παιδιά έβαλαν μουσική έξω και άκουγαν και χόρευαν με τις κοπέλες τους σαν να μην έτρεχε κάτι. Ήρθε και ο Κώστας με τα κορίτσια και το Γιάννη. Άναψαν φωτιά. Εμείς δεν βγαίναμε απ’ την θάλασσα. Χορεύαμε αγκαλίτσα μέσα στο νερό. Είχαμε μουλιάσει ολόκληροι. Στο ραδιόφωνο έπαιζε Frank Sinatra – Ι Love you baby. Τι πιο ρομαντικό. Τον φίλησα, με φίλησε και εκείνος. Του έπιασα τον πούτσο και τινάχτηκε, συνέχιζα, τον τράβηξα έξω και άρχισα να του τον παίζω. Τον τράβηξα στην απομονωμένη παραλία εκεί που έγιναν τα προηγούμενα. Τον έβαλα στο στόμα μου και του πήρα μια πίπα.
- Αχ Χριστίνα το κάνεις τόσο τέλεια μωρό μου.
- Σ...
του ψιθύρισα και ανέβηκα στην αγκαλιά του, ο πούτσος του τριβόταν στο μουνάκι μου ενώ τον φιλούσα. Του είπα:
- Πάρε με και μη μου μιλάς. Εδώ να ξαναγεννηθώ γυναίκα. Η δικιά σου γυναίκα μωρό μου!
Δεν είπε τίποτα με ξάπλωσε στην υγρή και παγωμένη αμμουδιά. Τύλιξα τα χέρια μου στον λαιμό του και σήκωσα τα πόδια μου τυλίγοντας τα γύρω απ’ την μέση του. Μπήκε μέσα μου. Καύλωσα απίστευτα και έβγαλα έναν ήχο.
- Αχ...
- Τι έγινε μωρό μου σε πονάω; Είσαι παρθένα και πρέπει να πονάς.
- Σε παρακαλώ μωρό μου, μην το κάνεις αργά, δυνατά θέλω να φύγει ο πόνος… σαν τσιρότο που τραβάς απ’ την πληγή.
- Ναι αγαπούλα μου, ότι θέλει το μωρό μου.
Με φίλησε και οι γλώσσες μας άρχισαν το δικό τους παιχνίδι όταν άρχισε να με σκίζει δυνατά. Ήξερε τι έκανε για να μη φωνάξω και μας ακούσουν. Η μουσική άλλαξε τώρα έπαιζε Chris Isaak – Wicked Games. Τι πιο ερωτικό, όλα ήταν τέλεια για εμάς. Σαν να βλέπω ερωτική σκηνή από ταινία. Με ξέσκιζε και έβγαζα μικρά αγκομαχητά ηδονής, γούσταρε και με γαμούσε ποιο άγρια.
- Αχ έχω κατά καυλώσει για σένα αγάπη μου.
Του έριξα ένα χαστουκάκι.
- Αχ γιατί μωρό μου τι σου έκανα;
- Πιο άγρια μωρό μου, βρίσε με. Λιώσε με, το θέλω.
- Δεν το ήξερα ότι σ’ αρέσουν αυτά Χριστίνα μου. Η επιθυμία σου διαταγή μου.
Με σήκωσε στα βράχια και στήθηκα γυρνώντας του πλάτη. Ήρθε πίσω μου και μου τον έβαλε απότομα, έτσουξα. Με έπιασε απ’ τα μαλλιά και άρχισε να μου ρίχνει χαστούκια στον κώλο με δύναμη.
- Αχ καργιολάκι, σ’ αρέσει έτσι άγριο, σα σκύλα να σε γαμάω, ε πουτάνα; Τι σώμα έχεις καργιολάρα μου όμορφη... Θέλω να σε γαμάω για πάντα.
- Έτσι σκίσε με Καργιόλη.
- Ποιον είπες καριόλη βρωμοπούτανο;…
και άρχισε να με γαμάει πολύ δυνατά πολύ βίαια και έχυσε μέσα μου. Μετά τον έβγαλε και έπεσα στα γόνατα μπροστά του και έγλειψα και κατάπια όσα είχαν απομείνει. Με σήκωσε στην αγκαλιά του και με φίλησε.
- Ήσουν η καλύτερη μωρό μου. Ήταν τέλεια η πρώτη μας φορά. Πάμε τώρα να κάνουμε παρέα στα άλλα παιδιά.
Περάσαμε πάνω από τα βράχια χέρι-χέρι. Τα παιδιά είχαν ανάψει φωτιά και είχαν κάτσει σε ένα κύκλο. Γύρω τους οι σκηνές μας. Επιτέλους σκέφτηκα… τέλος. Φτάνοντας στα παιδιά είπε η Μαριάνθη:
- Κάντε χώρο παιδιά να κάτσει και το ζευγαράκι μας. Επιτέλους μας θυμηθήκατε.
Copyright protected OW ref: 123249
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.