Η ιστορία:
Πριν δύο εβδομάδες περίπου μου ήρθε μήνυμα στο κινητό από έναν φίλο του γυμναστή που τον είχα γνωρίσει σε ένα καφέ. Είναι συντηρητής πισινών. Ο μικρός του είχε πει για τα γαμήσια που κάνουμε κι εγώ είχα δείξει ενδιαφέρον στον μικρό για τον φίλο του που είναι κοντά στην ηλικία μου. Του είχα ζητήσει να έρθει για συντήρηση της πισίνας και φυσικά δεν θα έχανε ευκαιρία. Ήρθε κι έφυγε χωρίς να γίνει τίποτα. Του άφησα βέβαια αρκετά υπονοούμενα του στιλ: «Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το σεξ ή τώρα αν γύριζα το χρόνο πίσω δεν θα παντρευόμουν» και διάφορα τέτοια. Φεύγοντας δεν πήρε λεφτά ενώ μου είπε:
- «Φεύγω τώρα γιατί έχω δουλειά, αλλά μην σε αγχώνει το οικονομικό. Θα βρούμε τον τρόπο μας» και μου έκλεισε το μάτι.
Το μήνυμα λοιπόν έγραφε: «Πρέπει να πληρωθώ για τη συντήρηση της πισίνας. Πότε μπορείς;». Κατάλαβα αμέσως τι εννοούσε. Ο άντρας μου έλειπε εκτός Ελλάδας για δουλειές, η μεγάλη η κόρη μου ήταν στην Αθήνα στη μάνα μου και το μωρό δεν ενοχλούσε ποτέ. «Το βράδυ» απάντησα. «Να είσαι έτοιμη, γιατί απόψε θα σου ξεσκίσω την πατούρα!». Όταν κατάλαβα τι εννοούσε καύλωσα απίστευτα. Φρόντισα να είμαι τελείως αποτριχωμένη. Κατά τις έντεκα το βράδυ χτύπησε το τζάμι της τζαμαρίας. Φορούσα μια ρόμπα κι από μέσα ήμουν εντελώς γυμνή. Μπήκε μέσα και δεν έχασε ευκαιρία. Ήμουν πια πουτάνα με τη βούλα. Το κατάλαβα αλλά δεν με ένοιαζε. Σκέφτηκα ότι περνάω καλά και κερδίζω κιόλας. Με έριξε πάνω στο τραπέζι και κατέβασε το παντελόνι. Η πούτσα του δεν ήταν τελείως σκληρή.
- «Έχω μάθει ότι κάνεις καλές πίπες πουτάνα. Μπουκώσου λοιπόν, τι περιμένεις;» μου είπε με αυστηρό ύφος και με καύλωσε.
Έσκυψα και μπούκωσα την πούτσα του. Σκλήρυνε αμέσως.
- «Πω πω καύλα μου. Δίκιο έχουν. Μανούλα στις πίπες. Πάρ’ τον μωρή! Ααχχχχ.. έτσι, έτσι γαμημένη σκύλα. Έτσι...»
Κι εγώ τον έχωνα όλο και πιο βαθιά ενώ με τα χέρια μου του πίεζα τα πρησμένα του αρχίδια.
- «Σήκω μωρή!» μου λέει και υπακούω σαν υπνωτισμένη.
Με ρίχνει κάτω, σηκώνει τα πόδια μου και τα πιάνει με το ένα του χέρι σαν να είμαι ζώο.
- «Ξυρισμένο τελείως το καυλιάρικο μωρό ε; Περιμένεις μωρή να σου ξεσκίσω την κωλάρα ε;»
Το κωλαράκι μου μέχρι εκείνη την ημέρα ήταν σφιχτό και παρθένο. Δεν το είχε αγγίξει ποτέ κανείς. Και το κατάλαβε φυσικά αυτός. Έχωσε την ψωλή του στη μουνάρα μου ενώ με το δάχτυλό του χάιδευε την κωλοτρυπίδα μου. Άρχισε να χώνει το δάχτυλό του μέσα στο κωλαράκι μου.
- «Παρθένο είναι το μωρό μου από πίσω; Παρθένο;»
- «Ναι» του απάντησα όλο καύλα.
- «Θα σου τον χώσω όλον μέσα πουτάνα! Θα σε σκίσω στα δύο. Θα σε κάνω να ουρλιάζεις!»
Και βγαίνει από τον μουνί μου. Ακουμπάει το πουτσοκέφαλο του στην κωλοτρυπίδα μου και στέκεται εκεί.
- «Παρακάλεσέ με σκρόφα. Πες μου τι θες να σου κάνει ο Τάκαρος!»
- «Κάρφωσε μου τον, πουτσαρά μου! Ξεκώλιασέ με. Σε παρακαλώ… Κάνε με να ουρλιάξω από την καύλα!»
Σιγά - σιγά τον χώνει μέσα στην κωλάρα μου. Η αίσθηση αρχικά είναι πολύ περίεργη. Αφού μπήκε μία η επόμενη κίνηση ήταν απότομη και βίαιη, τόσο που πόνεσα.
- «Πονάωωωω!» ούρλιαξα.
- «Το ξέρω σκύλα. Να πονάς πρέπει καριολίτσα!»
Αρχίζει να μπαινοβγάζει το καυλί του μέσα στην κωλάρα μου. Η αίσθηση είναι τέλεια. Φωνάζω δυνατά σαν να είμαστε μόνοι μας στο πουθενά. Ουρλιάζω. Τον παρακαλάω να μην σταματήσει.
- «Σκίσε με γαμημένε! Σκίσε με!»
Κι εκεί που με πηδάει σηκώνει το τηλέφωνό του. Είναι ο μικρός.
- «Άκου μαλάκα πως σφαδάζει η πουτάνα σου» του λέει. «Φώναξε μωρή να σε ακούσει ο γυμναστής σου. Φώναξε!»
Η κίνηση αυτή με κάνει και χύνω ενώ φωνάζω. Τα υγρά μου έχουν γεμίσει το πάτωμα.
- «Μαλάκα, καύλωσε το πουτανάκι!»
- «Θες μωρή να έρθει να σε ξεσκίσουμε κι οι δύο;»
Η ιδέα με τρέλανε.
- «Παρτούζα;» ρωτάω, ενώ το καυλί του είναι μέσα στον κώλο μου.
- «Ναι μωρή, παρτούζα. Μην μου πεις ότι δεν παρτουζώνεσαι;»
Κλείνει το τηλέφωνο, βγαίνει από τον κώλο μου και μου τον ξαναχώνει στο στόμα.
- «Πιες τα χύσια μου βρώμα! Πιες τα!»
Αφού τελείωσε καθίσαμε στον καναπέ και κάναμε τσιγάρο.
- «Τάκη» του είπα ενώ του χάιδευα το μαλακό καυλί του. «Η παρτούζα πληρώνεται».
Με ρίχνει στο πάτωμα και με πιάνει από το λαιμό.
- «Τι λες μωρή που θα σε πληρώσω κιόλας; Εμ θα σε γαμήσουμε, εμ θα σε πληρώσουμε; Γαμιόλα!» και με φτύνει στο πρόσωπο.
Όλο αυτό με καύλωσε. Δεν έβλεπα την ώρα να έρθουν αλλά ήμουν αποφασισμένη να επιμείνω στα λεφτά. «Ευκαιρία είναι!» σκέφτηκα. Ο μικρός ήρθε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Βάλαμε ποτό και τότε έβγαλε από μια τσαντούλα που είχε ένα μαύρο μαντίλι και χειροπέδες.
- «Θα τρελαθείς» μου ψιθύρισε.
- «Η παρτούζα πληρώνεται μικρέ» του είπα κι απομακρύνθηκα.
Αλλά το Τάκης με άρπαξε από πίσω πισθάγκωνα.
- «Σκάσε μωρή!»
Μου φόρεσε τις χειροπέδες και με ανάγκασε να γονατίσω.
- «Αυτού του είδους οι πουτάνες δεν πληρώνονται. Σκάσε μην σε βγάλω και φωτογραφίες και τις στείλω και στον άντρα σου».
Η ιδέα με φόβισε. Μου έδεσαν τα μάτια.
- «Αφού γουστάρεις» μου ψιθύρισε ο μικρός.
- «Εεε. Μωρό μου…»
Ένιωσα κάτι αιχμηρό να μου χαϊδεύει το πρόσωπο κι εκεί που ήμουν γονατισμένη δυο καυλιά ακούμπησαν το στόμα μου.
- «Ξεκίνα!» με διέταξε ο Τάκης, τραβώντας μου τα μαλλιά.
Άρχισα να χώνω μια την μια πούτσα στο στόμα μου μια την άλλη. Με έπιαναν από τα μαλλιά και μου κάρφωναν το κεφάλι με λύσσα και μίσος πάνω στα καυλιά τους. Πνιγόμουν κάθε φορά κι ακουγόταν ένας θόρυβος σαν να πνίγομαι.
- «Έτσι πουτανίτσα μου. Έτσι, να πνίγεσαι από τις πούτσες μας…»
Δεν έβλεπα τι γινόταν. Ένιωθα υποχείριο τους κι αυτό με τρέλαινε.
- «Σου αρέσει γαμημένη σκύλα ε; Σου αρέσει;»
Ένα χαστούκι προσγειώθηκε στο πρόσωπό μου. Με έφτυναν και μου τραβούσαν τα μαλλιά. Μου τραβούσαν πουτσοσκάμπιλα και με κάρφωναν πάνω στις ψωλές τους.
- «Είσαι το δουλικό μας!»
Με σήκωσαν και με έβαλαν να κάτσω πάνω στον καναπέ. Ο ένας καρφώθηκε μέσα στη μουνάρα μου κι ό άλλος έχωσε το καυλί του πάλι στο στόμα μου. Από τη μια με ξέσκιζε με δύναμη καρφώνοντάς τον δυνατά μέσα μου κι από την άλλη πνιγόμουν με την ψωλή. Έβηχα, έφτυνα… Με έφτυναν στα βυζιά και με άλειφαν με αυτά. Άλλαζαν θέσεις. Όλη την ώρα γινόταν αυτό.
- «Πήδα της την πατούρα!» είπε ο Τάκης στον μικρό.
Ο μικρός υπάκουσε. Βογκούσα, φώναζα…
- «Ναι! Ναι!»
Την περισσότερη ώρα το στόμα μου ήταν μπουκωμένο από πούτσες. Νόμιζα ότι ήταν περισσότεροι από δύο. Ο Τάκης κάθεται στον καναπέ. Μου βγάζει την κορδέλα από τα μάτια.
- «Πού είναι ο μαλάκας σου να δει τι γυναικάρα φωτιά έχει; Πού είναι ο μαλάκας σου να δει πως ξεσκίζεσαι μωρή ψώλα; Κάτσε πάνω στην πούτσα μου!»
Κάθομαι πάνω του και πηδιέμαι σαν ζώο.
- «Έτσι μωρή. Έτσι. Όπως τα ζώα. Έτσι ξεσκίζεστε εσείς οι παντρεμένες»
Φωνάζω τόσο δυνατά που μου χώνει το χέρι του μέσα στο στόμα μου.
- «Σκάσε μωρή! Σκάσε! Το παιδί σου δεν το σκέφτεσαι που θα ξυπνήσει;»
Τότε νιώθω ακόμη μεγαλύτερη πουτάνα. Αλλά δεν μπορώ πια να σταματήσω. Ο μικρός χώνει τον πούτσο του στον κώλο μου. Με πηδάνε κι οι δύο μαζί. «Θεέ μου! Ούτε σε τσόντα!» σκέφτομαι. Είχα δει κι είχα δει βίντεο, αλλά η αίσθηση δεν περιγράφεται.
- «Δυο πούτσοι μέσα σου ε; Καύλα ε;» λένε και συνεχίζουν να με πηδάνε.
Νιώθω σαν ζώο. Είμαι ζώο αλλά γουστάρω. Το μουνί μου τρέχει ποτάμι. Χύνω συνέχεια. Βγαίνει ο μικρός από τον κώλο και ξαναχώνει το καυλί του στο στόμα μου βαθιά να πνίγομαι και χύνει εκεί στο λαρύγγι μου. Με σπρώχνει κι ο άλλος από πάνω του, με πετάει στο πάτωμα και παίζοντας την πούτσα του χύνει το πρόσωπό μου και μετά με γλείφει, γλείφοντας τα χύσια του.
- «Καθάρισε μας τους πούτσους καλά!» μου λέει.
Τους γλείφω καλά και αράζουμε στον καναπέ. Μας πήρε αρκετή ώρα να συνέλθουμε. Βουτήξαμε κατευθείαν στην πισίνα και την αράξαμε στην αυλή γυμνοί πίνοντας ποτό. Έφυγαν κατά το ξημέρωμα. Στο τραπέζι της κουζίνας βρήκα αφημένα λεφτά κι ένα σημείωμα. «Αυτή η παρτούζα πληρώνεται. Και λίγα είναι» κι ομολογώ δεν με χάλασε καθόλου...
(Copyright protected OW ref: 47767)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.