H πουτάνα αυτή μου έφερνε άγχος. Χώρια το ότι ήταν παντρεμένη κι έπρεπε να την γαμάω συνήθως πρωί. Είχα κάτι αυξομειώσεις στην διάθεση που μου είχαν κάνει τα νεύρα κλωστές διαλυμένες. Συν ότι ήταν ζηλιάρα κι εκδικητική, συν ότι ήταν απλώς μια εμφανίσιμη γκόμενα και τίποτα παραπάνω. Την είχα τσιμπουκώσει βιαστικά ένα μεσημέρι στο αυτοκίνητό της όταν γνωριστήκαμε κι αυτό που με κράταγε κοντά της ήταν οι πίπες. Έπαιρνε τρομερές πίπες κι ήταν άρρωστη με αυτό.
Κι όταν έπρεπε να φύγω για την δική μου δουλειά με άρπαζε από την μέση έκανε εκείνα τα στριφογυριστά τρελά της με την γλώσσα κι έχωνε τα δάχτυλα της κάτω από τ' αρχίδια σαδιστικά γιατί ήξερε πως μετά δεν θα μπορούσα να πάρω τα πόδια μου. Πίπες, γέμισε η ζωή μου.. πίπες και ζήλια. Με ρώταγε αν κοιτάω κώλους στον δρόμο, αν με κοιτάνε γκόμενες σε διάφορα μέρη, αν μου την πέφτουν στην δουλειά. Στην αρχή αρνιόμουν αλλά μετά την χόρεψα στο ταψί.
Βλέπαμε μια ταινία τότε. Εγώ φαντασιωνόμουν συνέχεια την Σκάρλετ Γιόχανσον και η ταινία ήταν το Match Point όπου η Σκάρλετ ξεσκιζόταν ασύστολα. Είμαστε γυμνοί και χάιδευε τον πούτσο μου με την πατούσα, σε αυτά ήταν άπιαστη. Εγώ έκλεισα τα μάτια για λίγο κι εκείνη έσκυψε από πάνω μου κι άρχισε να με γλείφει χωρίς να χρησιμοποιεί χέρια. Τον ρούφαγε όλον - απορώ πως χωρούσε αλλά θα ήταν από την πολλή εξάσκηση υποθέτω - και τον έβγαζε απότομα κι έτσι ο πούτσος μου την επιζητούσε σαν τρελός. Ο άντρας της έλειπε για δουλειά στην επαρχία κι ο δεσμός μου νόμιζε ότι ήμουν στην Θεσσαλονίκη για δουλειά.
Έπειτα σηκώθηκε όρθια πάνω στο κρεβάτι για να βλέπω το μουνί της από κάτω και γύρισε ανάποδα για να κάνουμε το 69. Εκεί τρελαινόταν τελείως. Καθώς τον δάγκωνε, τον έβαζε στα βυζιά της, τον έγλειφε σαν αρπακτικό κι έβαζε τα ακροδάχτυλά της στο κεφάλι απαλά και μετά τον πίεζε με τα χείλια σαν βεντούζα. Εγώ φαντασιωνόμουν ότι γλείφω το μουνί της Σκάρλετ και την κωλοτρυπίδα της. Έκλεισα τα μάτια κι έχυσα την φαντασίωσή μου. Την έκανα κι αυτή να χύσει και σηκώθηκα να καπνίσω.
- «Μ αγαπάς;», με ρώτησε.
«Δεν πας στο διάολο!», είπα από μέσα μου, αλλά μου βγήκε ένα πεθαμένο! «Ναι». Είναι μερικές που έχουν ένστικτο κι αν συγχρόνως τους έχει λασκάρει η βίδα. Η ζωή σου γίνεται κόλαση. Βρήκε το σταθερό μου τηλέφωνο κι άρχισαν οι ιστορίες. Συνέχισα να την τσιμπουκώνω. Ακόμα και στα Village την πίπωσα σε μια χαζή περιπέτεια που βλέπαμε. Δίπλα μας κάθονταν δυο κορίτσια που σκούνταγαν η μια την άλλη. Δεν έχω ποτέ πει “χύνω” τόσο σιγανά.
Μετά το σινεμά την πήγα σε ένα έρημο πάρκο στην Άνω Πεύκη και την γάμησα τόσο εκδικητικά που δεν μπορούσε να καθίσει για δυο μέρες. Είχε και λάσπες λόγω βροχής και την πέταξα κάτω και μπήκα μέσα στον κώλο της βίαια και σκληρά και την έχυσα μέσα στην κωλοτρυπίδα βρίζοντας, μέχρι και τον κόκορα που έσφαξαν στα θεμέλια του σπιτιού της. Το ταγέρ της καταστράφηκε και σε όλη την διαδρομή δεν ανταλλάξαμε λέξη.
Δεν τηλεφωνηθήκαμε αλλά ήξερε ότι στις λιακάδες την έκανα από την δουλειά κι έπινα καφέ στο Σύνταγμα κι έτσι εντελώς απροειδοποίητα έκανε την εμφάνιση της. Έκατσε απέναντί μου, έβγαλε εν ψυχρώ την γόβα και χάιδεψε τον πούτσο μου με την πατούσα. Φυσικά και καύλωσα. Καθόμασταν έξω στην πιο γνωστή καφετέρια όπου κάποτε είχα καμακώσει ένα ωραίο μουνί που ερχόταν με λάπτοπ. Έφερε την καρέκλα δίπλα μου, η γαμημένη, άνοιξε το φερμουάρ και μου τον έπαιξε στην ψύχρα. Έχυσα σε ένα γυναικείο περιοδικό που είχε φέρει και έχυσα την σελίδα με την Σκάρλετ. Γέλασα τόσο δυνατά που τρόμαξαν τα περιστέρια.
- «Πες μου πως με αγαπάς…»
Άντε πάλι τα ίδια. Τριανταπέντε χρονών γυναίκα συνέχεια το ίδιο βιολί.
- «Ναι», μονολεκτικό.
Θύμωσε και πήγαμε μια βόλτα προς το Μοναστηράκι. Στον δρόμο μου έπιανε τον πούτσο κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Ήθελε στην τουαλέτα. Έχω βαρεθεί την μανία των γυναικών με τις τουαλέτες αλλά σίγουρα θα μου έπαιρνε μια σούπερ πίπα, οπότε δεν έλεγε να αρνηθώ.
Στην τουαλέτα της έβαλα άγριο κωλοδάχτυλο κι ύστερα έκατσε στο καπάκι και τον πήρε στο στόμα με τέτοια τέχνη που νόμιζα ότι ο πούτσος μου είναι μουσικό όργανο. Της έσπρωχνα το κεφάλι κι εκείνη σταμάταγε για λίγο με κοίταγε στα μάτια και συνέχιζε…
- «Πάρτον μωρή καριόλα, έτσι όπως εσύ ξέρεις! Τσιμπουκλού! Άρρωστη! Ξεσκισμένη! Πίπα! Γαμώ τον κώλο σου καριόλα!»
Την μισούσα. Όταν έχυσα με δάγκωσε δυνατά. Μιλάμε πόνεσα λες και με μαχαιρώσανε στο καυλί. Πανικόβλητος άρπαξα χαρτιά και τυλίχτηκα και τρέχοντας πήγα στο πρώτο φαρμακείο. Πέφτω σε γυναίκα… Τι να κάνω; Της λέω την αλήθεια. Έκανα δυο βδομάδες να συνέλθω. Όταν συνήλθα ορκίστηκα να εκδικηθώ. Κάποτε είχα μια γκόμενα που δεν καταλάβαινε Χριστό, την Άντζελα. Συναντηθήκαμε, το σχεδιάσαμε και το εκτελέσαμε.
Την έψησα από το τηλέφωνο ότι την συγχώρεσα. Ήταν λίγο ψυχρή αλλά μετά από αναφορές σε αυτά που την καυλώνανε λύγισε και δέχτηκε να πάω από το σπίτι το επόμενο πρωί. Μόνο που δεν φαντάστηκε τι την περιμένει.
Είχα πάρει μαζί μου ένα σκοινί και φυσικά την Άντζελα την οποία άφησα στην είσοδο και της είπα σε ποιο διαμέρισμα να χτυπήσει το κουδούνι σε ένα εικοσάλεπτο. Η άλλη μου άνοιξε, τα είπαμε λίγο, ζήτησε να δει τον πούτσο μου, και τον πήρε στο χέρι λέγοντας:
- «Αχ! Τι του ‘κανα του μωρού μου;», και τέτοιες μαλακίες.
Την έψησα να μου πάρει πίπα δεμένη. Από την αρρώστια της ούτε σκέφτηκε τον κίνδυνο. Την έδεσα λοιπόν στην πολυθρόνα και την κοίταγα κατάματα. Χτύπησε το κουδούνι και χλόμιασε. Ανοίγω την πόρτα και μπαίνει η Άντζελα. Της ήρθε συγκοπή. Με έβριζε αλλά ούτε καν την άκουγα. Σήκωσα την φούστα της Άντζελας κι άρχισα να την χαϊδεύω μπροστά της, στο μουνί, στα μπούτια.
Έσκυψα και την έγλειψα μπροστά στα μούτρα της. Την γύρισα μπρούμυτα και την γάμησα στο πάτωμα ένα μέτρο απόσταση από την πολυθρόνα. Οι βρισιές κι οι κατάρες πέφτανε σαν χαλάζι κι έπειτα στο αποκορύφωμα της καύλας η Άντζελα μου τον πήρε στο στόμα. Γύρισα προς το μέρος της…
- «Είδες πως παίρνουν τσιμπούκι γλυκιά μου; Κοίτα να μαθαίνεις…»
Η Άντζελα, βαθιά καυλωμένη από την αλλόκοτη κατάσταση, ξέφυγε και την έπιασε αμόκ. Παράτησε την πίπα και μου στήθηκε στον τοίχο με τα χέρια ανοιχτά. Την κάρφωσα με την μια και τρέμαμε σαν τρελοί. Η άλλη το είχε βουλώσει πια. Σα να μην ήταν εκεί συνεχίσαμε σε ένα κρεσέντο εναλλαγής στάσεων. Τελικά την πήγα στην πλάτη της πολυθρόνας ακριβώς πάνω από το κεφάλι της ακατανόμαστης, της τον έβαλα πισωκολλητά και την έχυσα φωνάζοντας με μια κραυγή που δεν θα έπρεπε να υπάρχει.
Έβγαλα την Άντζελα από την πολυκατοικία και την έβαλα σε ένα ταξί. Ξαναγύρισα στο διαμέρισμα της έλυσα από την μια πλευρά το σκοινί κι έφυγα τρέχοντας. Μου πέταξε αντικείμενα από το μπαλκόνι. Ένα βαρύ τασάκι πέρασε δίπλα μου. Κάποιοι περαστικοί κοίταγαν έκπληκτοι κι εξαφανίστηκα. Σύνταγμα και στέκια γνωστά κόπηκαν. Δεν της είχα πει που δουλεύω κι άλλαξα όλα τα τηλέφωνα.
Το ευχαριστήθηκα και δεν το μετάνιωσα ποτέ. Ήταν μια πράξη ηθικής δικαιοσύνης.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.