Η ιστορία:
Ναι, το έκανα ξανά όπως τότε, ίσως μου άρεσε και για το λόγο αυτό ασυναίσθητα το επεδίωξα. Στο ίδιο μέρος την ίδια ώρα. Μεσημέρι έφτασα με το αυτοκίνητο σε μια έρημη παραλία. Υπήρχαν ένα δύο αυτοκίνητα. Φαινόντουσαν άδεια αλλά τίποτα το ιδιαίτερα ανησυχητικό. Κατέβηκα και προχώρησα σε κάποιο σημείο ανάμεσα στα δένδρα που δεν φαινόμουν. Φορούσα την μαύρη κοντή φούστα μου, το μακό λευκό φανελάκι μου. Ο καιρός ήταν αρκετά ζεστός για την εποχή και η περιοχή ήταν έρημη. Περπατούσα αμέριμνη ενώ αισθανόμουν τον κρύο ελαφρό αεράκι να με χαϊδεύει από κάτω. Ήμουν γυμνή, δεν φορούσα τίποτα κι αυτό με ερέθιζε περισσότερο. Περπατούσα χαζεύοντας γύρω μου ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο σώμα μου.
Πραγματικά ήμουν καλλίγραμμη, με τις σωστές αναλογίες. Τα μπουτάκια μου φάνταζαν ακόμα πιο λευκά και όμορφα κάτω από την μαύρη κοντή φουστίτσα μου. Τα στήθια μου κανονικά, με τις ρώγες μου στητές, ερεθισμένες έτοιμες να τρυπήσουν το λευκό μπλουζάκι. Γενικά όλα μου ήταν όμορφα και χαρισμένα με γενναιοδωρία. Περπατούσα ανάμεσα στα δένδρα χαζεύοντας το σώμα μου, παρακολουθώντας τις κινήσεις του σώματός μου παράλληλα με τις δονήσεις που προκαλούσε αυτό. Τις ταλαντώσεις από τα μπουτάκια μου, τις παλινδρομικές κινήσεις του στήθους μου. Είχα ξεχαστεί εντελώς, όταν ξαφνικά έπεσα πάνω του. Τρόμαξα, ήταν σαν να ήλθε από το πουθενά. Ήταν αρκετά ψηλός, σωματώδης, γεμάτος, με κοντά ψαρά μαλλιά. Φορούσε ρούχα της δουλειάς, λερωμένα από λάδια και μουτζούρες. Είχε μακριά χέρια και οι παλάμες του ήταν χοντρές, πλατιές και άγριες στην υφή.
- «Τρόμαξες»; μου είπε. «Σε είδα όταν έβγαινες από το αμάξι σου».
- «Δεν σε είχα δει όταν πάρκαρα, αλλά ούτε και μέχρι να φτάσω ως εδώ» απάντησα.
- «Σε ακολούθησα χωρίς να με δεις. Ήθελα να δω που θα πήγαινες. Όταν είδα ότι έφτασες εδώ κάτω που δεν υπάρχει κανείς, εμφανίστηκα».
- «Δεν κατάλαβα, θέλεις κάτι τώρα από μένα;»
- «Σε είδα και μου άρεσες. Μου άρεσε το πρόσωπό σου, το λεπτό και καλλίγραμμο σώμα σου, τα όμορφα κατάλευκα μπουτάκια σου, το στητό μικρό στήθος έτσι όπως το βλέπω τώρα. Σε θέλω. θέλω να το κάνω μαζί σου και θα το κάνω. Άλλωστε κι εσύ αυτό θέλεις για να είσαι εδώ μόνη σου».
Κατάλαβα αρκετά. Με είχε δει από πιο πριν και με ακολούθησε, και βγήκε μπροστά μου ξέροντας ότι δύσκολα θα διαφύγω. Ξαφνιάστηκα από αυτά που μου είπε, έτσι με τόση άνεση και κυνικότητα. Φαινόταν πολύ σίγουρος για τον εαυτό του, ότι τελικά θα γίνει αυτό που θέλει.
- «Κάνεις μεγάλο λάθος» του λέω. «Δεν θέλω τίποτα από κανέναν και δεν περιμένω από κανέναν τίποτα. Κάνω απλά την βόλτα μου και τώρα πρέπει να φύγω. Σε παρακαλώ να μ’ αφήσεις ήσυχη».
Έκανα να γυρίσω να φύγω βγαίνοντας από τις συστάδες των δένδρων που μας έκρυβαν, διαπιστώνοντας παράλληλα την ύπαρξη δύο ατόμων καμία εκατοσταριά μέτρα πιο κάτω.
- «Να σου πω, μην νομίσεις ότι θα σ’ αφήσω να φύγεις. Και να θέλεις δεν μπορείς. Θα σε πιάσω προτού κάνεις ένα βήμα. Γι’ αυτό μην μπεις στο κόπο να το σκάσεις. Δεν πρόκειται να πας μακριά. Κάτσε λοιπόν να σε γαμήσω ήσυχα - ήσυχα χωρίς αντίρρηση γιατί θα φας από πάνω και ξύλο».
Έμεινα εκεί ακίνητη. Κατάλαβα ότι το πράγμα άρχισε να ξεφεύγει. Ήξερα πλέον ότι αυτά που έλεγε τα εννοούσε. Ήμουν σε δύσκολη θέση και η μόνη μου ελπίδα ήταν αυτοί οι δύο που είδα πριν λίγο.
- «Άκου να δεις» του λέω. «Θα φωνάξω σε βοήθεια στους δύο τύπους που είναι εκεί κάτω. Γι’ αυτό σου λέω, άφησε με να φύγω».
Ήρθε δίπλα μου, με έπιασε από το χέρι και μου είπε απαλά στο αφτί:
- «Αυτούς θα τους φωνάξω εγώ όταν θα σε έχω πιπώσει και θα σε έχω γαμήσει, όταν δηλαδή θα έχεις πιει τα χύσια μου μέχρι και την τελευταία σταγόνα. Τότε θα τους φωνάξω για να σου ξεσκίσουν κι αυτοί το μουνάκι σου. Τι νομίζεις ότι κάνουν εδώ; Βόλτα όπως εσύ; Να γαμήσουν ήρθαν. Αν θέλεις φώναξέ τους να σε γαμήσουμε και οι τρεις μαζί. Ο ένας άλλωστε είναι Πακιστανός».
Γύρισα και τους κοίταξα. Πράγματι έτσι ήταν όπως τα έλεγε. Δεν μπορούσα να περιμένω τίποτα. Έτσι όπως ήμουν γυρισμένη ένιωσα δύο τεράστιες χερούκλες να με αγκαλιάζουν από πίσω και να χουφτώνουν τα μικρά μου στηθάκια πάνω από το φανελάκι και να σφίγγουν δυνατά το κορμί μου πάνω στο δικό του. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω από το σφίξιμο. Έκανα να ξεφύγω αλλά ήταν αδύνατο. Τα χέρια του ήταν τόσο δυνατά που λες ότι με έσφιγγε μέγγενη. Κατάλαβα ότι τελικά θα γίνει αυτό που ήθελε αυτός. Αισθανόμουν τα χέρια του πάνω στο στήθος μου. Το έσφιγγαν και το μάλαζαν με δύναμη. Τα χέρια του μπήκαν από κάτω από το φανελάκι και έπιασαν να μικρά μου βυζάκια με την δύναμη ενός γορίλα. Μου έπιασαν τις στητές και ερεθισμένες ρώγες τρίβοντας τες ελαφρά στην αρχή και με περισσότερη δύναμη αργότερα. Πόνεσα και έβγαλα μια κραυγή πόνου, αρκετά δυνατή. Αντέδρασα με βία κλωτσώντας τον στα πόδια συνεχώς. Όσο αντιδρούσα τόσο πιο πολύ μου έσφιγγε τις ρώγες.
- «Έχεις ωραία βυζάκια, στητά και γεματούλια!» μου είπε.
Σηκώνει το φανελάκι κι άρχισε να μου τα πιπιλάει και να τα γλείφει, ενώ τα χέρια του έτρεχαν στο υπόλοιπο πάνω γυμνό μέρος του σώματος μου. Ήρθε από μπροστά και το στόμα του μου έγλειφε συνέχεια το στήθος, το λαιμό, το πρόσωπο. Το ένα του χέρι το ένιωσα ξαφνικά από πίσω μου, κάτω από την φούστα μου να μου πιάνει τα σφιχτά και γυμνά κωλομέρια μου. Ένιωθα το ψάξιμο των δαχτύλων του να τρέχει πίσω μου προσπαθώντας να χωθούν στην τρύπα μου στο μουνί μου, αλλά και την διστακτικότητα των δαχτύλων μαζί με την έκπληξη του προσώπου του όταν διαπίστωσε ότι δεν φόραγα τίποτα από κάτω.
- «Είσαι ολόγυμνη από μέσα μωρή;», με ρώτησε με έκπληξη.
Πιάνει με τα δύο χέρια το κεφάλι και κοιτώντας με στα μάτια μου είπε:
- «Καριόλα, δεν φοράς τίποτα από κάτω;»
Ένιωσα έναν κόμπο στο λαιμό. Ντράπηκα γι’ αυτό. δεν είπα τίποτα, έσκυψα το κεφάλι αποφεύγοντας να τον κοιτάξω, ενώ ταυτόχρονα μια κάψα με διαπερνούσε από κάτω μέχρι πάνω στην κοιλιά. Μου άρεσε αυτό που γινόταν, ενώ το μουνάκι μου άρχισε να γίνεται υγρό.
- «Καλά το κατάλαβα εγώ ότι ήθελες να γαμηθείς. Πήγαινες λοιπόν γυρεύοντας. Τώρα θα δεις τι εστί γαμήσι».
Με έφερε ξανά με τα δυνατά του χέρια μπροστά του. Χώθηκαν κάτω από την φανελίτσα μου και έπιασαν ξανά τα μικρά μου βυζάκια. Με τις άκρες των δαχτύλων έπιανε τις ρώγες μου και τις έτριβε με περισσότερη τώρα δύναμη.
- «Θα στις ξεριζώσω καριόλα!» μου είπε και άρχισε να μου χτυπάει με δύναμη το στήθος με τις χερούκλες του.
Πονούσα αλλά ένιωθα και να λιώνω από την ηδονή. Τα μπουτάκια μου άρχισαν να βρέχονται από τις εκκρίσεις του κόλπου μου. Μου έσφιξε τα στήθη μου δυνατά και τα δάγκωσε με δύναμη. Έβγαλα μια μικρή φωνή από τον πόνο. Μου σήκωσε την φουστίτσα και με έβαλε να σκύψω λίγο. Το χέρι του μου χούφτωνε τα κωλομέρια με δύναμη. Άρχισε να μου δίνει δυνατά σκαμπίλια. Πόνεσα. Ο θόρυβος του χτυπήματος ακουγόταν ηχηρός δυνατά. Τα χέρια του χώθηκαν μέσα στην τρύπα μου και τα δάχτυλά του ψαχούλευαν μέσα μου. Λίγο ακόμα και θα έχυνα αν δεν σταματούσε για να βγάλει το πουλί του έξω. Σηκώθηκα, και τον είδα να κατεβάζει το παντελόνι του. Μια τεράστια και χοντρή πούτσα πετάχτηκε με δύναμη έξω, σηκωμένη, σκληρή. Έμεινα μ’ ανοιχτό το στόμα. Δεν πίστευα σ’ αυτό που έβλεπα. Την έπιασα με τα χέρια μου. Ήταν πράγματι βαριά, πολύ σκληρή, χοντρή, δυνατή και αρκετά μακριά. Χωρίς δεύτερη κουβέντα ο τύπος με βία και απότομα μου κατέβασε το κεφάλι φέρνοντας το πουλί του στο στόμα μου.
- «Όχι χωρίς προφυλακτικό» του είπα.
Γέλασε και συνέχισε με βία να προσπαθεί να μου την βάλει στο στόμα. Παράλληλα με χτυπούσε με αυτή. Ήταν βαριά και το χτύπημα δυνατό. Έσφιγγα το στόμα μου αρνούμενη να δεχτώ αυτή την εισβολή. Με έπιασε από τα μαλλιά με δύναμη και με το χέρι του μου έριξε δυο δυνατά σκαμπίλια.
- «Άνοιξέ το καριολίτσα! Άνοιξε το στοματάκι σου».
Αρνιόμουν. Δεν ήθελα να γίνει αυτό.
- «Θα στο δαγκώσω!» του είπα.
Τότε ήταν που το μετάνιωσα. Ένας χείμαρρος από χαστούκια προσγειώθηκαν στα μάγουλά μου. Δεν ήξερα που να κρύψω το πρόσωπό μου.
- «Αν το κάνεις αυτό να είσαι σίγουρη ότι το επόμενο λεπτό θα πάψεις να υπάρχεις!»
Το εννοούσε αυτό. Πόνεσα και το χέρι του έπιασε το στόμα μου δυνατά και το άνοιξε. Το πουλί του μπήκε βίαια μέσα. Μου γέμισε το στόμα, τόσο μεγάλη και χοντρή ήταν. Άρχισε να μπαινοβγαίνει μέσα μου με δύναμη. Πνιγόμουν και όταν μου έπιανε με τα δυο του χέρια το κεφάλι και το κρατούσε με δύναμη πάνω του κόντευα να κάνω εμετό. Τα μάτια μου δάκρυσαν. Κατάφερα να βγάλω το κεφάλι μου και μπόρεσα να πάρω κάποια ανάσα. Τότε ήταν που είδα τους άλλους δύο να κοιτάνε. Ο ένας, ο αδύνατος, ψηλός και κοκκινομάλλης την είχε ήδη βγάλει έξω και την έπαιζε. Ο άλλος ήταν ένας αδύνατος ψηλός Πακιστανός. Είχε καθίσει πάνω σε μια πέτρα και έβλεπε όλη τη φάση. Ντράπηκα πολύ για την θέα που έδινα, έτσι γυρισμένη με τα οπίσθια μου τουρλωμένα. Ήμουν σχεδόν γυμνή. Η κοντή φουστίτσα μου είχε ανέβει πάνω από τη λεκάνη μου μέχρι την μέση μου. Όλα μου ήταν εκτεθειμένα. Τότε του είπα:
- «Μας βλέπουν. Σε παρακαλώ σταμάτα. Φοβάμαι».
Γέλασε ξανά και γυρίζοντας στον κοκκινομάλλη του είπε:
- «Μόλις τελειώσω και χύσω πάρτη μετά εσύ και ξέσκισε την».
Με έπιασε πανικός. Ήξερα τι με περίμενε και καταράστηκα την ώρα που ήρθα εδώ. Με έπιασε από τα μαλλιά και τραβώντας τα με δύναμη άνοιξα το στόμα μου. Η πούτσα του μπήκε ξανά μέσα μου. Άρχισε ξανά να μπαινοβγαίνει με δύναμη. Με γύρισε ανάποδα, ενώ πιάνοντας το φανελάκι μου το έβγαλε με δύναμη. Έμεινα γυμνή από πάνω, με τα λευκά στηθάκια μου να είναι ερεθισμένα έτοιμα να πετάξουν. Το σώμα του είχε έρθει πάνω από το κεφάλι μου και οι μηροί του με κεφαλοκλείδωμα μου κρατούσαν το κεφάλι. Με τα χέρια του το κεφάλι μου ήταν μέσα στην λεκάνη του και το μακρύ και χοντρό καυλί του μπήκε βαθιά μέσα στο στόμα μου.
- «Ρούφα τον πουτάνα! Γλείψτον και ρούφα τον! Είναι δικός σου τώρα».
Με τα χέρια του μου βάσταγε το κεφάλι, μέχρι και τα παπάρια του πήγαν να μπουν μέσα μου. Άρχισε να με γαμάει στο στόμα. Κράτησε πέντε λεπτά αυτό. Μετά με γύρισε στα τέσσερα και όπως ήμουν γυρισμένη, προσπαθούσε να μπει μέσα μου. Το κατάφερε με άνεση, αμέσως αισθάνθηκα το χοντρό εργαλείο του να εισβάλει μέσα μου και να μπαινοβγαίνει άγρια με δύναμη, συνεχώς. Δεν κρατήθηκα, δεν άντεξα, έβγαλα μια κραυγή ηδονής και με το σώμα μου έσπρωχνα και βοηθούσα. Έφθασα σε οργασμό φωνάζοντας δυνατά, ενώ κι αυτός χτυπώντας με δύναμη από πίσω έβγαλε έξω το καυλί του και άρχισε να με καταβρέχει με τα χύσια του πίσω μου, στην πλάτη, στους γλουτούς μου. Άδειασε με μιας ότι είχε.
Έμεινα ακίνητη. Αισθανόμουν τα χύσια του να κατρακυλούν προς τα κάτω στο σώμα μου. Αυτός ντυνόταν όταν γύρισα μπροστά. Έβαλα το χέρι πίσω μου. Ήμουν βρεγμένη, μούσκεμα από τα χύσια του. Τρέχανε μέσα από το αυλάκι προς τους μηρούς μου. Μαζεύτηκα σαν σκυλί στα τέσσερα και περίμενα να τελειώσει για να καθαριστώ και να φύγω. Όμως, τότε είδα τον άλλο, τον νεαρό ψηλό, αδύνατο κοκκινομάλλη. Τα είχε δει όλα. Το πουλί του άλλωστε ήταν ήδη έξω σηκωμένο, γαμψό, μακρύ, αλλά αρκετά λεπτό. Ο τύπος που με γάμησε με σκαμπίλισε δυνατά, και μιλώντας στον νεαρό του είπε:
- «Έλα εδώ. Θέλεις να γαμήσεις; Έλα, πλησίασε. Πάρ’ την και μην την λυπηθείς, ξέσκισέ την».
Σηκώθηκα εγώ γρήγορα και έψαξα να βρω το φανελάκι μου. Το βρήκα και έτσι σκυμμένη όπως ήμουν αισθάνθηκα το χέρι του πίσω μου δυνατά να σφίγγει τους γλουτούς μου. Ήταν ο άλλος. Αυτό που έζησα από αυτόν θα το θυμάμαι για πολύ καιρό. Παρόλη την παιδική του εμφάνιση και το μικρό της ηλικίας του, αποδείχτηκε τελικά πολύ πιο αδίστακτος και σαδιστής από το προηγούμενο γοριλάκι που με γάμησε. Ψυχρός σαν εκτελεστής, αυτό που τον ενδιέφερε ήταν να με ξεφτιλίσει μπροστά στους δύο (Πακιστανό και γοριλάκι) βρίζοντάς με και κλωτσώντας με.
(Copyright protected OW ref: 54595)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.